Το κίνημα του πρώην πρωθυπουργού, δημιουργείται σε μια κρίσιμη στιγμή για την ιταλική πολιτική και προσωπικά τον Renzi
Το πολιτικό μέλλος του ιταλού πρωθυπουργού Matteo Renzi δείχνει δύσκολο καθώς τον περιμένει ένα ιδιαίτερα «θερμό φθινόπωρο» αναφέρει σε άρθρο της η ισπανική εφημερίδα El Pais καθώς ο Sylvio Berlusconi επιστρέφει.
«Πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστό ότι ο Berlusconi θέλει να αναδιοργανώσει την ιταλική κεντροδεξιά γύρω από ένα νέο κόμμα. Αυτή την φορά όμως δεν θα αναλάβει εκείνος την ηγεσία του νέου φορέα.
Ο Καβαλιέρε αποφάσισε να μείνει στα παρασκήνια και να αναθέσει αυτό το έργο στον Stefano Parizi, πρώην γενικό διευθυντή της Cofindustria και πρώην υποψήφιο της Forza Italia για τη δημαρχία του Μιλάνου» αναφέρει.
Το κίνημα του πρώην πρωθυπουργού, δημιουργείται σε μια κρίσιμη στιγμή για την ιταλική πολιτική.
Το φθινόπωρο θα διεξαχθεί το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, το τελευταίο στάδιο της μακράς και βασανιστικής μετάβασης από την Πρώτη Δημοκρατία, που έχει ενταφιαστεί κάτω από τα ερείπια της πολιτικής διαφθοράς της δεκαετίας του '90, στη Δεύτερη.
Όμως ο Matteo Renzi δεν υπολόγιζε σε ένα τόσο πολύπλοκο και εκρηκτικό ημερολόγιο.
Δεν είναι μόνο ο σεισμός, που έπληξε καίρια το ηθικό της κοινωνίας.
Είναι ακόμη η σοβαρή τραπεζική κρίση και το προσφυγικό. Αυτό που αιφνιδίασε περισσότερο απ' όλα όμως την κυβέρνηση ήταν η εδραίωση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων ως βασικής δύναμης της αντιπολίτευσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η δημιουργία ενός κόμματος της κεντροδεξιάς που θα μπορούσε να αποτελέσει μια εναλλακτική κυβερνητική λύση ενδεχομένως να αποτελούσε μια καλή είδηση για τους Ιταλούς.
Κι αυτό, επειδή η άνοδος του κόμματος του Bebe Grilo έχει τρεις αρνητικές συνέπειες για την ιταλική πολιτική ζωή.
Η πρώτη συνέπεια είναι η υποβάθμιση του πολιτικού λόγου, λόγω μιας αντιπολιτικής ρητορικής που κτίζεται πάνω στην ουτοπία της απελευθέρωσης των πολιτών από την ίδια την πολιτική.
Η δεύτερη συνέπεια είναι η διοχέτευση ενός μέρους του εκλογικού σώματος της κεντροδεξιάς προς το κόμμα του Grillo, καθώς το τελευταίο εμφανίζεται ως το μόνο που μπορεί να νικήσει το Δημοκρατικό Κόμμα του Renzi.
Η τρίτη συνέπεια είναι η σταδιακή διολίσθηση του ιταλικού συστήματος προς έναν νέο ατελή διπολισμό, όπου όλα εκφυλίζονται στην επιλογή ανάμεσα στην τάξη και το χάος.
Η επάνοδος Berlusconi
Για τους λόγους αυτούς θα ήταν χρήσιμη η είσοδος στη σκηνή ενός συντηρητικού κόμματος με κυβερνητικές προοπτικές.
Ενός ισχυρού κόμματος, που θα είναι σε θέση, πρώτον, να ασκεί αντιπολίτευση με έναν τρόπο πιστό προς το σύστημα και, δεύτερον, να οδηγήσει προς μετριοπαθείς θέσεις την ψήφο της Δεξιάς που σήμερα κατανέμεται ανάμεσα στη Forza Italia, το Μ5S, τη Λέγκα του Βορρά και το μεταφασιστικό Fratelli d'Italia.
Οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις έδειξαν ότι τα κόμματα αυτά σχηματίζουν ένα κλειστό κύκλωμα ψήφων.
Έτσι εξηγείται η επιτυχία των υποψηφίων του Κινήματος Πέντε Αστέρων σε πόλεις όπως η Ρώμη και το Τορίνο.
Η συγκατοίκηση των ψηφοφόρων της Δεξιάς στο κόμμα του Grillo δεν εξηγείται τόσο με βάση το κλασικό δίπολο Δεξιά-Αριστερά, όσο με βάση το δίπολο πολιτική-αντιπολιτική.
Με τον όρο "αντιπολιτική" δεν εννοούμε εδώ την άρνηση της πολιτικής με τον αναρχικό τρόπο, αλλά μια μορφή άσκησης πολιτικής που προσπαθεί να συρρικνώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον χώρο της πολιτικής.
Το πρόβλημα που συνιστά η αντιπολιτική, και που η πρόσφατη ιστορία της Ιταλίας αποκαλύπτει με σαφήνεια, είναι ότι μετατρέπεται σε ένα πολύ ισχυρό εργαλείο αντιπολίτευσης όταν πάσχει η νομιμότητα της πολιτικής τάξης.
Η στρατηγική της είναι η διάβρωση και απονομιμοποίηση των θεμελίων της πολιτικής, την οποία θέλει να κατακτήσει.
Και το αποτέλεσμα είναι η διάχυση μιας γενικευμένης καχυποψίας για τη λειτουργία και την αντιπροσωπευτικότητα της πολιτικής τάξης, των κομμάτων και των θεσμών του Κράτους.
Το κακό είναι ότι ο μπερλουσκονισμός δύσκολα θα μπορούσε να οδηγήσει την αντιπολιτική ψήφο προς μετριοπαθείς θέσεις, αφού το μοντέλο που αντιπροσώπευε ο Μπερλουσκόνι από τότε που ανακοίνωσε ότι κατεβαίνει στην πολιτική αρένα, το 1994, ήταν το μοντέλο της αντιπολιτικής. Το μήνυμά του ήταν απλό, και ταυτόχρονα ισχυρό:
Το πρόβλημα της Ιταλίας δεν είναι οι Ιταλοί, αλλά η πολιτική.
Γι' αυτό άλλωστε προτιμούσε να μιλά για "κίνημα" και "ένωση πολιτών", παρά για "κόμμα".
Οι δηλώσεις των στελεχών της κεντροδεξιάς για το δημοψήφισμα δείχνουν ότι ο μπερλουσκονισμός δεν θα διατυπώσει μια θέση ευθύνης απέναντι στη συνταγματική μεταρρύθμιση, παρ' όλο που το Forza Italia είχε λάβει μέρος στον σχεδιασμό αυτής της μεταρρύθμισης.
Όλα δείχνουν, αντίθετα, ότι ο μπερλουσκονισμός θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τη γλυκιά στιγμή της αντιπολιτικής στην Ιταλία για να αυξήσει την απήχησή του και να ηγηθεί του μετώπου του ΟΧΙ.
Όταν ερωτάται σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις για τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις, ο Parizi αποφεύγει συστηματικά τις ετικέτες "Αριστερά" και "Δεξιά".
Όταν πάλι ερωτάται για τον λαϊκισμό, απαντά ότι ο όρος αυτός είναι εφεύρημα των ευρωπαϊκών ελίτ και δεν αφορά τους λαούς.
Το αποκορύφωμα ενός φθινοπώρου που προοιωνίζεται θερμό στην Ιταλία είναι το λάθος που διέπραξε ο Renzi συνδέοντας το πολιτικό του μέλλον με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Ο στόχος του είναι να εκμεταλλευτεί τη δημοτικότητά του για να αντιμετωπίσει τις διευρυνόμενες δυνάμεις του ΟΧΙ.
Η στρατηγική αυτή όμως είναι επικίνδυνη και αλλοιώνει τον χαρακτήρα του δημοψηφίσματος.
«Πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστό ότι ο Berlusconi θέλει να αναδιοργανώσει την ιταλική κεντροδεξιά γύρω από ένα νέο κόμμα. Αυτή την φορά όμως δεν θα αναλάβει εκείνος την ηγεσία του νέου φορέα.
Ο Καβαλιέρε αποφάσισε να μείνει στα παρασκήνια και να αναθέσει αυτό το έργο στον Stefano Parizi, πρώην γενικό διευθυντή της Cofindustria και πρώην υποψήφιο της Forza Italia για τη δημαρχία του Μιλάνου» αναφέρει.
Το κίνημα του πρώην πρωθυπουργού, δημιουργείται σε μια κρίσιμη στιγμή για την ιταλική πολιτική.
Το φθινόπωρο θα διεξαχθεί το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, το τελευταίο στάδιο της μακράς και βασανιστικής μετάβασης από την Πρώτη Δημοκρατία, που έχει ενταφιαστεί κάτω από τα ερείπια της πολιτικής διαφθοράς της δεκαετίας του '90, στη Δεύτερη.
Όμως ο Matteo Renzi δεν υπολόγιζε σε ένα τόσο πολύπλοκο και εκρηκτικό ημερολόγιο.
Δεν είναι μόνο ο σεισμός, που έπληξε καίρια το ηθικό της κοινωνίας.
Είναι ακόμη η σοβαρή τραπεζική κρίση και το προσφυγικό. Αυτό που αιφνιδίασε περισσότερο απ' όλα όμως την κυβέρνηση ήταν η εδραίωση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων ως βασικής δύναμης της αντιπολίτευσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η δημιουργία ενός κόμματος της κεντροδεξιάς που θα μπορούσε να αποτελέσει μια εναλλακτική κυβερνητική λύση ενδεχομένως να αποτελούσε μια καλή είδηση για τους Ιταλούς.
Κι αυτό, επειδή η άνοδος του κόμματος του Bebe Grilo έχει τρεις αρνητικές συνέπειες για την ιταλική πολιτική ζωή.
Η πρώτη συνέπεια είναι η υποβάθμιση του πολιτικού λόγου, λόγω μιας αντιπολιτικής ρητορικής που κτίζεται πάνω στην ουτοπία της απελευθέρωσης των πολιτών από την ίδια την πολιτική.
Η δεύτερη συνέπεια είναι η διοχέτευση ενός μέρους του εκλογικού σώματος της κεντροδεξιάς προς το κόμμα του Grillo, καθώς το τελευταίο εμφανίζεται ως το μόνο που μπορεί να νικήσει το Δημοκρατικό Κόμμα του Renzi.
Η τρίτη συνέπεια είναι η σταδιακή διολίσθηση του ιταλικού συστήματος προς έναν νέο ατελή διπολισμό, όπου όλα εκφυλίζονται στην επιλογή ανάμεσα στην τάξη και το χάος.
Η επάνοδος Berlusconi
Για τους λόγους αυτούς θα ήταν χρήσιμη η είσοδος στη σκηνή ενός συντηρητικού κόμματος με κυβερνητικές προοπτικές.
Ενός ισχυρού κόμματος, που θα είναι σε θέση, πρώτον, να ασκεί αντιπολίτευση με έναν τρόπο πιστό προς το σύστημα και, δεύτερον, να οδηγήσει προς μετριοπαθείς θέσεις την ψήφο της Δεξιάς που σήμερα κατανέμεται ανάμεσα στη Forza Italia, το Μ5S, τη Λέγκα του Βορρά και το μεταφασιστικό Fratelli d'Italia.
Οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις έδειξαν ότι τα κόμματα αυτά σχηματίζουν ένα κλειστό κύκλωμα ψήφων.
Έτσι εξηγείται η επιτυχία των υποψηφίων του Κινήματος Πέντε Αστέρων σε πόλεις όπως η Ρώμη και το Τορίνο.
Η συγκατοίκηση των ψηφοφόρων της Δεξιάς στο κόμμα του Grillo δεν εξηγείται τόσο με βάση το κλασικό δίπολο Δεξιά-Αριστερά, όσο με βάση το δίπολο πολιτική-αντιπολιτική.
Με τον όρο "αντιπολιτική" δεν εννοούμε εδώ την άρνηση της πολιτικής με τον αναρχικό τρόπο, αλλά μια μορφή άσκησης πολιτικής που προσπαθεί να συρρικνώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον χώρο της πολιτικής.
Το πρόβλημα που συνιστά η αντιπολιτική, και που η πρόσφατη ιστορία της Ιταλίας αποκαλύπτει με σαφήνεια, είναι ότι μετατρέπεται σε ένα πολύ ισχυρό εργαλείο αντιπολίτευσης όταν πάσχει η νομιμότητα της πολιτικής τάξης.
Η στρατηγική της είναι η διάβρωση και απονομιμοποίηση των θεμελίων της πολιτικής, την οποία θέλει να κατακτήσει.
Και το αποτέλεσμα είναι η διάχυση μιας γενικευμένης καχυποψίας για τη λειτουργία και την αντιπροσωπευτικότητα της πολιτικής τάξης, των κομμάτων και των θεσμών του Κράτους.
Το κακό είναι ότι ο μπερλουσκονισμός δύσκολα θα μπορούσε να οδηγήσει την αντιπολιτική ψήφο προς μετριοπαθείς θέσεις, αφού το μοντέλο που αντιπροσώπευε ο Μπερλουσκόνι από τότε που ανακοίνωσε ότι κατεβαίνει στην πολιτική αρένα, το 1994, ήταν το μοντέλο της αντιπολιτικής. Το μήνυμά του ήταν απλό, και ταυτόχρονα ισχυρό:
Το πρόβλημα της Ιταλίας δεν είναι οι Ιταλοί, αλλά η πολιτική.
Γι' αυτό άλλωστε προτιμούσε να μιλά για "κίνημα" και "ένωση πολιτών", παρά για "κόμμα".
Οι δηλώσεις των στελεχών της κεντροδεξιάς για το δημοψήφισμα δείχνουν ότι ο μπερλουσκονισμός δεν θα διατυπώσει μια θέση ευθύνης απέναντι στη συνταγματική μεταρρύθμιση, παρ' όλο που το Forza Italia είχε λάβει μέρος στον σχεδιασμό αυτής της μεταρρύθμισης.
Όλα δείχνουν, αντίθετα, ότι ο μπερλουσκονισμός θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τη γλυκιά στιγμή της αντιπολιτικής στην Ιταλία για να αυξήσει την απήχησή του και να ηγηθεί του μετώπου του ΟΧΙ.
Όταν ερωτάται σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις για τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις, ο Parizi αποφεύγει συστηματικά τις ετικέτες "Αριστερά" και "Δεξιά".
Όταν πάλι ερωτάται για τον λαϊκισμό, απαντά ότι ο όρος αυτός είναι εφεύρημα των ευρωπαϊκών ελίτ και δεν αφορά τους λαούς.
Το αποκορύφωμα ενός φθινοπώρου που προοιωνίζεται θερμό στην Ιταλία είναι το λάθος που διέπραξε ο Renzi συνδέοντας το πολιτικό του μέλλον με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Ο στόχος του είναι να εκμεταλλευτεί τη δημοτικότητά του για να αντιμετωπίσει τις διευρυνόμενες δυνάμεις του ΟΧΙ.
Η στρατηγική αυτή όμως είναι επικίνδυνη και αλλοιώνει τον χαρακτήρα του δημοψηφίσματος.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών