γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
Η απόλυτη στρέβλωση είναι γεγονός στην τραπεζική αγορά και συνδέεται με την ρευστότητα, τα επιτόκια, την εξάρτηση από την ΕΚΤ και το ELA της ΤτΕ, την αδυναμία χρηματοδότησης της οικονομίας από τις τράπεζες και τα υψηλά επιτόκια χορηγήσεων.
Αυτό που παρατηρείται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι ότι οι τράπεζες που έχουν μεγάλη εξάρτηση από την ΕΚΤ, δηλαδή χρηματοδοτούνται με ιστορικά χαμηλά επιτόκια είναι πιο συντηρητικές στην παροχή δανείων ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν τα επιτόκια καταθέσεων και δανείων.
Αυτό που παρατηρείται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι ότι οι τράπεζες που έχουν μεγάλη εξάρτηση από την ΕΚΤ, δηλαδή χρηματοδοτούνται με ιστορικά χαμηλά επιτόκια είναι πιο συντηρητικές στην παροχή δανείων ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν τα επιτόκια καταθέσεων και δανείων.
Ακριβώς το ίδιο φαινόμενο συμβαίνει και στην Ελλάδα.
Ωστόσο πρέπει να εξηγηθεί γιατί ενώ οι τράπεζες έχουν λάβει 115 δις ευρώ πολύ φθηνής ρευστότητας δεν χρηματοδοτούν την οικονομία.
Κατά βάση οι λόγοι είναι τρεις
Ο πρώτος λόγος σχετίζεται με το γεγονός ότι η ρευστότητα που κατέχουν οι τράπεζες δηλαδή τα 115 δις ευρώ είναι δανεική και πρέπει να επιστραφεί στην ΕΚΤ και την ΤτΕ. Κατά βάση τα 35 με 40 δις είναι μεσοχρόνια διάρκειας έως 3 ετών και η υπόλοιπη ρευστότητα από ΕΚΤ και ΤτΕ είναι μεσοβραχυχρόνια.
Ταυτόχρονα η καταθετική βάση έχει υποστεί ένα σοκ καθώς διαμορφώνεται στα 164 δις ευρώ έχουν χαθεί 74 δις ευρώ από τις αρχές του 2010.
Οι τράπεζες λοιπόν το 2009 είχαν ένα χάσμα δανείων προς καταθέσεις μόλις 20 δις ευρώ το οποίο εύκολα έβρισκαν από τις αγορές και ότι παραπάνω συγκέντρωναν σε ρευστότητα δημιουργούσαν αποθέματα.
Σήμερα το χάσμα δανείων προς καταθέσεις είναι 85 δις ευρώ.
Δηλαδή από τα 115 δις ευρώ που έχουν λάβει οι τράπεζες τα 85 δις ευρώ καλύπτουν τρέχοντα δάνεια funding ενώ τα υπόλοιπα 30 δις ευρώ καλύπτουν την χρηματοδότηση των υφιστάμενων ομολόγων και βεβαίως ένα απόθεμα ρευστότητας που επιβάλλεται να υπάρχει πέραν του ορίου του 20% που θεσμικά είναι επιβεβλημένο από την ΤτΕ.
Το τραπεζικό σύστημα είναι εγκλωβισμένο και όσο δεν υπάρχει αναστροφή τάσης στις καταθέσεις θα πρέπει να θεωρείται αδύνατη η χρηματοδότηση της οικονομίας από τις τράπεζες.
Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με την υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας.
Ακόμη και αν οι τράπεζες διέθεταν πλεονάζουσα ρευστότητα με ίδια μέσα πάλι θα είχαν μειώσει δραστικά την χρηματοδότηση προς την οικονομία.
Σε περιόδους ύφεσης και κυρίως αυξανόμενης ανεργίας τα προβληματικά δάνεια κορυφώνουν.
Με στόχο να αποφύγουν αυτό το μείζον πρόβλημα οι τράπεζες αποφεύγουν τις χρηματοδοτήσεις.
Οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν φθηνή ρευστότητα μεν από την ΕΚΤ και το ELA της ΤτΕ αλλά είναι τέτοιας μορφής και δομής που μπορεί να καλύψει υφιστάμενες ανάγκες. Ταυτόχρονα όσο υπάρχει ύφεση είναι ξεκάθαρο ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να χορηγήσουν δάνεια υπό τον φόβο των προβληματικών χορηγήσεων.
Ο τρίτος λόγος σχετίζεται με την παραδοσιακή βάση ρευστότητας των τραπεζών, τις καταθέσεις.
Όταν οι καταθέσεις έχουν μειωθεί κατά 74 δις και δεν υπάρχει ίχνος σοβαρής αναστροφής και όταν το σχέδιο επαναπατρισμού κεφαλαίων απέτυχε παταγωδώς οι τράπεζες βρίσκονται σε πραγματική ομηρία.
Όταν συρρικνώνεται η παραδοσιακή βάση ρευστότητας των τραπεζών…. ποια είναι η πρώτη αντίδραση;
Να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων ώστε να κρατήσουν τις υπόλοιπες καταθέσεις.
Έτσι εξηγούνται τα επιτόκια 6% ή 7,8% που έχουν παρατηρηθεί ειδικά στις μικρότερες τράπεζες.
Έτσι εξηγούνται τα πολύ υψηλά επιτόκια στα δάνεια, οι τράπεζες αναχρηματοδοτούν δάνεια αυξάνουν τα επιτόκια για να συντηρήσουν ένα ρεαλιστικό margin δηλαδή περιθώριο κέρδους.
Στην οικονομία και στο banking όλα έχουν λογικές εξηγήσεις.
Γιατί όμως μετά το 2015;
Το 2015 η ΕΚΤ έχει ζητήσει να μειωθεί η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών σημαντικά ως προς το ενεργητικό.
Διαμορφώνεται στο 20% χωρίς το ELA.
Η ρευστότητα που χορηγείται από την ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες έως τότε θα πρέπει να μειωθεί στο μισό.
Ποια τράπεζα θα χρηματοδοτήσει την οικονομία όταν γνωρίζει ότι πρέπει να επιστρέψει σε επίπεδο κλάδου τουλάχιστον 57 δις ευρώ.
Για να χρηματοδοτήσει την οικονομία θα πρέπει οι ροές ρευστότητας με ίδια μέσα να είναι 80 με 90 δις ευρώ τα επόμενα 3 χρόνια εξέλιξη που είναι αδύνατη.
Το συμπέρασμα
Δυστυχώς λανθασμένα πολλοί υποστηρίζουν ότι μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα χρηματοδοτηθεί η οικονομία.
Ωστόσο όσοι στηρίζουν αυτή την επιχειρηματολογία κυρίως τα πολιτικά κόμματα και όσοι ελπίζουν για δάνεια, επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα διαψευστούν.
Δάνεια από το 2016 και μετά….
Ωστόσο πρέπει να εξηγηθεί γιατί ενώ οι τράπεζες έχουν λάβει 115 δις ευρώ πολύ φθηνής ρευστότητας δεν χρηματοδοτούν την οικονομία.
Κατά βάση οι λόγοι είναι τρεις
Ο πρώτος λόγος σχετίζεται με το γεγονός ότι η ρευστότητα που κατέχουν οι τράπεζες δηλαδή τα 115 δις ευρώ είναι δανεική και πρέπει να επιστραφεί στην ΕΚΤ και την ΤτΕ. Κατά βάση τα 35 με 40 δις είναι μεσοχρόνια διάρκειας έως 3 ετών και η υπόλοιπη ρευστότητα από ΕΚΤ και ΤτΕ είναι μεσοβραχυχρόνια.
Ταυτόχρονα η καταθετική βάση έχει υποστεί ένα σοκ καθώς διαμορφώνεται στα 164 δις ευρώ έχουν χαθεί 74 δις ευρώ από τις αρχές του 2010.
Οι τράπεζες λοιπόν το 2009 είχαν ένα χάσμα δανείων προς καταθέσεις μόλις 20 δις ευρώ το οποίο εύκολα έβρισκαν από τις αγορές και ότι παραπάνω συγκέντρωναν σε ρευστότητα δημιουργούσαν αποθέματα.
Σήμερα το χάσμα δανείων προς καταθέσεις είναι 85 δις ευρώ.
Δηλαδή από τα 115 δις ευρώ που έχουν λάβει οι τράπεζες τα 85 δις ευρώ καλύπτουν τρέχοντα δάνεια funding ενώ τα υπόλοιπα 30 δις ευρώ καλύπτουν την χρηματοδότηση των υφιστάμενων ομολόγων και βεβαίως ένα απόθεμα ρευστότητας που επιβάλλεται να υπάρχει πέραν του ορίου του 20% που θεσμικά είναι επιβεβλημένο από την ΤτΕ.
Το τραπεζικό σύστημα είναι εγκλωβισμένο και όσο δεν υπάρχει αναστροφή τάσης στις καταθέσεις θα πρέπει να θεωρείται αδύνατη η χρηματοδότηση της οικονομίας από τις τράπεζες.
Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με την υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας.
Ακόμη και αν οι τράπεζες διέθεταν πλεονάζουσα ρευστότητα με ίδια μέσα πάλι θα είχαν μειώσει δραστικά την χρηματοδότηση προς την οικονομία.
Σε περιόδους ύφεσης και κυρίως αυξανόμενης ανεργίας τα προβληματικά δάνεια κορυφώνουν.
Με στόχο να αποφύγουν αυτό το μείζον πρόβλημα οι τράπεζες αποφεύγουν τις χρηματοδοτήσεις.
Οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν φθηνή ρευστότητα μεν από την ΕΚΤ και το ELA της ΤτΕ αλλά είναι τέτοιας μορφής και δομής που μπορεί να καλύψει υφιστάμενες ανάγκες. Ταυτόχρονα όσο υπάρχει ύφεση είναι ξεκάθαρο ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να χορηγήσουν δάνεια υπό τον φόβο των προβληματικών χορηγήσεων.
Ο τρίτος λόγος σχετίζεται με την παραδοσιακή βάση ρευστότητας των τραπεζών, τις καταθέσεις.
Όταν οι καταθέσεις έχουν μειωθεί κατά 74 δις και δεν υπάρχει ίχνος σοβαρής αναστροφής και όταν το σχέδιο επαναπατρισμού κεφαλαίων απέτυχε παταγωδώς οι τράπεζες βρίσκονται σε πραγματική ομηρία.
Όταν συρρικνώνεται η παραδοσιακή βάση ρευστότητας των τραπεζών…. ποια είναι η πρώτη αντίδραση;
Να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων ώστε να κρατήσουν τις υπόλοιπες καταθέσεις.
Έτσι εξηγούνται τα επιτόκια 6% ή 7,8% που έχουν παρατηρηθεί ειδικά στις μικρότερες τράπεζες.
Έτσι εξηγούνται τα πολύ υψηλά επιτόκια στα δάνεια, οι τράπεζες αναχρηματοδοτούν δάνεια αυξάνουν τα επιτόκια για να συντηρήσουν ένα ρεαλιστικό margin δηλαδή περιθώριο κέρδους.
Στην οικονομία και στο banking όλα έχουν λογικές εξηγήσεις.
Γιατί όμως μετά το 2015;
Το 2015 η ΕΚΤ έχει ζητήσει να μειωθεί η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών σημαντικά ως προς το ενεργητικό.
Διαμορφώνεται στο 20% χωρίς το ELA.
Η ρευστότητα που χορηγείται από την ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες έως τότε θα πρέπει να μειωθεί στο μισό.
Ποια τράπεζα θα χρηματοδοτήσει την οικονομία όταν γνωρίζει ότι πρέπει να επιστρέψει σε επίπεδο κλάδου τουλάχιστον 57 δις ευρώ.
Για να χρηματοδοτήσει την οικονομία θα πρέπει οι ροές ρευστότητας με ίδια μέσα να είναι 80 με 90 δις ευρώ τα επόμενα 3 χρόνια εξέλιξη που είναι αδύνατη.
Το συμπέρασμα
Δυστυχώς λανθασμένα πολλοί υποστηρίζουν ότι μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα χρηματοδοτηθεί η οικονομία.
Ωστόσο όσοι στηρίζουν αυτή την επιχειρηματολογία κυρίως τα πολιτικά κόμματα και όσοι ελπίζουν για δάνεια, επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα διαψευστούν.
Δάνεια από το 2016 και μετά….
Η Έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε ΕΚΤ και ELA το 2011 |
||
σε δισ. ευρώ |
|
|
Τράπεζα |
ΕΚΤ + ELA |
ELA |
Εθνική |
31,2 |
7 |
Alpha Bank |
21,9 |
8,4 |
Eurobank |
30 |
12 |
Πειραιώς |
24 |
9 |
ΤΤ |
2,4 |
0,95 |
ΑΤΕBank |
6 |
|
Σύνολο |
115,5 |
37,35 |
---------------------------------------------------------------------------------------
Σύγκριση επιτοκίων καταθέσεων μεταξύ Ελλάδος και Ευρώπης....
Καταθέσεις |
Με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος (%) |
|
|
Δεκ. 2010 |
Φεβ. 2012 |
Αυστρία |
1,22 |
1,76 |
Βέλγιο |
0,75 |
0,55 |
Γαλλία |
1,87 |
2,18 |
Γερμανία |
1,06 |
1,42 |
Ελλάδα |
3,68 |
4,86 |
Εσθονία |
1,19 |
1,12 |
Ιρλανδία |
1,84 |
2,47 |
Ισπανία |
2,64 |
2,64 |
Ιταλία |
1,4 |
3,21 |
Κύπρος |
3,98 |
4,29 |
Λουξεμβούργο |
0,8 |
0,68 |
Μάλτα |
1,96 |
1,89 |
Ολλανδία |
2,49 |
3,03 |
Πορτογαλία |
2,56 |
3,52 |
Σλοβακία |
1,97 |
2,29 |
Σλοβενία |
1,94 |
2,35 |
Φινλανδία |
1,67 |
1,78 |
Πέτρος Λεωτσάκος
Σχόλια αναγνωστών