Καλώς η κυβέρνηση επιμένει σήμερα να υπάρξει λύση για το χρέος, υποστηρίζει ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γ. Προβόπουλος
«Η χώρα στερείται business plan, δεν έχει το δικό της μπούσουλα, χάρτη πορείας», υπογραμμίζει ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (2008-2014), Γ. Προβόπουλος, σε συνέντευξή του στην Κυριακάτικη Ελευθερία», σημειώνοντας ότι «το μνημόνιο διευκολύνει την ανάπτυξη, αλλά δεν είναι εκείνο το εργαλείο που την εξασφαλίζει».
Εκτιμά ότι η Ελλάδα πρέπει να φτιάξει το δικό της οδικό χάρτη για το θέμα της ανάπτυξης, ενώ εκφράζει την ελπίδα ότι «θα διορθώσουμε τα λάθη μας, διότι τώρα έχουμε πάρει όλα τα επώδυνα μέτρα και είναι κρίμα που δεν έχουμε προλάβει να δούμε το όφελος όλων των επώδυνων μέτρων, γιατί έχουμε χάσει 26% του ΑΕΠ όλα αυτά τα χρόνια».
Ο ίδιος, ιδιαίτερα επικριτικός για όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, υπογραμμίζει ότι καμία δεν πήρε πάνω της την κυριότητα του προγράμματος, αλλά και ότι ούτε η παρούσα, ούτε η προηγούμενη κυβέρνηση εφαρμόζει ένα πρόγραμμα που το πιστεύει.
Κληθείς να απαντήσει εάν αυτό είναι το τελευταίο πρόγραμμα και εάν μπορούμε να μιλήσουμε για τέταρτο μνημόνιο, ο κ. Προβόπουλος απαντά πως «η λογική λέει ότι αυτό θα είναι και το τελευταίο» και ότι «θα πρέπει στα τέλη αυτής της χρονιάς να μπορέσει η χώρα να βγει στις αγορές, διότι από τα μέσα της επόμενης λήγει το πρόγραμμα αυτό.
Προϋπόθεση λοιπόν είναι να μπορέσει η χώρα βγει και να καλύπτει από τις χρηματοδοτικές ανάγκες».
Κατά τον ίδιο, αυτά τα μέτρα είναι η αναγκαία συνθήκη για να βγει η χώρα, αλλά δεν είναι ικανή, διότι θέλει περισσότερες κινήσεις, αναφέροντας ως παράδειγμα ότι το θέμα της ανάπτυξης θέλει και άλλες πρωτοβουλίες πέραν αυτών που καταγράφονται στα προγράμματα.
Για το γεγονός ότι έχουν περάσει τόσα μνημόνια και η χώρα δεν έφτασε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, σημειώνει τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας που υπάρχουν, ενώ υπογραμμίζει ότι «ο μόνος τρόπος για να φύγει η χώρα για πάντα από το μνημόνιο και κυρίως από την κρίση είναι η διατηρήσιμη, σταθερή και υγιής ανάπτυξη που θα βασίζεται σε ένα διαφορετικό μοντέλο από αυτό που είχαμε δει το παρελθόν».
«Η βασική ευθύνη βαραίνει εμάς» απαντά ο κ. Προβόπουλος στο ερώτημα γιατί απέτυχε το πρόγραμμα στην εφαρμογή του, υπενθυμίζοντας την έξοδο από τα μνημόνια άλλων χωρών όπως της Ιρλανδίας, της Κύπρου και της Πορτογαλίας.
«Αν ψάχνετε για βολικές λύσεις, ότι όλα τα κάνουν στραβά οι ξένοι, δεν ισχύει», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Υπενθυμίζει ότι η όλη φιλοσοφία των μνημονίων ήταν να πάει η Ελλάδα σε ένα καινούριο παραγωγικό μοντέλο αποκαθιστώντας την απολεσθείσα ανταγωνιστικότητα.
Τονίζει δε, πως «αυτή η ανταγωνιστικότητα σε όρους αποκαταστάθηκε.
Αυτό όμως που λέγεται διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα – αν και έχει κάνει και πρόοδο – θα έλεγα ότι είναι περιοριοσμένη», αλλά και υπογραμμίζει την ανάγκη αλλαγής παραγωγικού μοντέλου.
Ο ίδιος, κληθείς να απαντήσει στο γιατί το πολιτικό σύστημα δεν ασχολήθηκε με το εν λόγω θέμα, δηλώνει πως αμφιβάλλει σε μεγάλο βαθμό για το αν έχει κατανοηθεί το θέμα.
Για το μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, παραδέχεται ότι έγιναν αρκετές, διευκρινίζοντας πως άλλες δεν εφαρμόστηκαν, άλλες αγνοήθηκαν, ενώ αρκετές από αυτές δεν είναι γνήσιες.
Αναφερόμενος στις αποκρατικοποιήσεις μιλά για καθυστερήσεις, χαρακτηρίζει προβληματικό τον δημόσιο τομέα και υπογραμμίζει την ανάγκη αναμόρφωσης του ευρύτερου διοικητικού μηχανισμού, της δημόσιας διοίκησης, την ανάγκη διπλασιασμού των επενδύσεων, την αλλαγή κλίματος στη χώρα, τη διαμόρφωση ευνοϊκού καθεστώτος για την επιχειρηματικότητα, τη φιλική προσέγγιση των επενδυτικών σχεδίων, την κατάργηση των πολυποίκιλων εμποδίων.
«Τα ήξεραν όλα Παπανδρέου και Καραμανλής»
Περαιτέρω, ο κ. Προβόπουλος αναφέρει ότι το 2009 είχε ενημερώσει τόσο τον τότε πρωθυπουργό, Κ. Καραμανλή, όσο και τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Γ. Παπανδρέου, για το έλλειμμα κυρίως το ταμειακό, που παρακολουθεί η Τράπεζα τη Ελλάδος.
Όπως ανέφερε, «έβαινε προς απειλητικές καταστάσεις.
Είχα ενημερώσει και τις δυο κυβερνήσεις, και Παπανδρέου και Καραμανλή», προσθέτοντας ότι «πέραν της ενημέρωσης του πολιτικού συστήματος μέσα από τις εκθέσεις και τις συνεντεύξεις και τις ομιλίες μου, πάντα τόνιζα αυτό το θέμα, ενώ σε όλες τις εκθέσεις της τράπεζας υπήρχε σαφής προειδοποίηση για το πρόβλημα της υπερχρέωσης».
Υποστήριξε δε, πως τα χρόνια που η Ελλάδα είχε μπει στη ευρωζώνη και απολάμβανε πολύ χαμηλά επιτόκια, σχεδόν όμοια των γερμανικών, δεν επωφελήθηκε από το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης για να αποπληρώσει ένα μέρος του χρέους.
«Αντιθέτως, το πολιτικό σύστημα βρήκε μια ευκαιρία για περισσότερο δανεισμό, περισσότερες παροχές, δαπάνες, κ.α. με τα οποία κερδίζει ψήφους», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Υποστήριξε ότι από το 2008 έπρεπε να αρχίσουμε να θωρακίζουμε την οικονομία, κάτι που όπως λέει δεν έγινε και «δυστυχώς πήγαμε στις εκλογές του Οκτωβρίου 2009».
Ο ίδιος εστίασε στη στάση της τότε αντιπολίτευσης, του ΠΑΣΟΚ, που κατόπιν έγινε κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, «κατέβηκε στις εκλογές με πλατφόρμα στο δημοσιονομικό ακριβώς αντίθετη από αυτά που έπρεπε να γίνουν, δηλαδή περισσότερες δαπάνες, παροχές, κ.α.», ενώ «υπήρξε έλλειψη κατανόησης, αν και εμείς είχαμε προειδοποιήσει ότι έπρεπε να συμβεί το ακριβώς αντίθετο».
Μάλιστα, ο ίδιος ανέφερε ότι οι αγορές έδωσαν κάποια ανοχή στην καινούρια κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, διότι πίστευαν ότι θα κάνει πίσω.
«Δυστυχώς όμως η κυβέρνηση αυτή έδειξε ότι δεν έκανε πίσω.
Ήθελε να πάει μπροστά με στο σκεπτικό ότι πρέπει να είμαστε αξιόπιστοι και να κάνουμε αυτά που προεκλογικά είχαμε πει, παρά τις προειδοποιήσεις – όχι μόνο από εμένα – αλλά και από την Ευρωπαική Ένωση, το ΔΝΤ.
Έτσι χάθηκε χρόνος», σημείωσε ο κ. Προβόπουλος.
Σε ερώτηση για το αν υπάρχουν ευθύνες και στην κυβέρνηση Καραμανλή, απάντησε πως ανήκει σε αυτούς που «πιστεύουν ότι η ευθύνη είναι συνολική.
Ευθύνη έχουμε όλοι, ως χώρα, ως κοινωνία, ως πολιτικό σύστημα, ως κόμματα, κλπ».
Υπενθύμισε ότι ο Κ. Καραμανλής στη ΔΕΘ το 2009, προεκλογικά, είχε μιλήσει πολύ καθαρά για την ανάγκη να γίνουν κάποιες σημαντικές αλλαγές, συμπληρώνοντας πως «αντιθέτως, η τότε αντιπολίτευση και μετέπειτα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έλεγε ότι φτάνει να φύγει η προηγούμενη κακή κυβέρνηση, να έρθει η καλή και θα λυθούν τα προβλήματα».
Περί ΣΥΡΙΖΑ και χρέους
Ο ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, ήταν δέσμιος των όσων είπε προεκλογικά, καθώς στην αρχή υποστήριζε ότι έπρεπε να γίνει μια διεθνής διάσκεψη για το θέμα του χρέους και πίστευε ότι το «κούρεμα» ήταν η μόνη λύση.
Σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «όταν είδα τον κ. Τσίπρα πριν να γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, στα τέλη του Νοεμβρίου ή αρχές Δεκεμβρίου του 2014, του είχα πει ότι καλύτερα να ξεχάσει τη λέξη «κούρεμα».
Ότι δεν πρόκειται να γίνει και ότι αναλώνει πολύτιμο κεφάλαιο σε κάτι το οποίο δεν υπάρχει καμία πιθανότητα και αντ΄ αυτού θα έπρεπε να επιμείνει σε αυτό που είχε πάρει η Ελλάδα ως απόφαση από το Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012».
Ο κ. Προβόπουλος υποστηρίζει ότι καλώς η κυβέρνηση επιμένει σήμερα να υπάρξει λύση για το χρέος, ενώ αναφέρεται και στη συμπαράσταση που υπάρχει από το ΔΝΤ.
Κάνει αναφορά στη μελέτη του ΔΝΤ (2/2017), σύμφωνα με την οποία αν δεν γίνει τίποτα στο χρέος, τότε το 2060 θα πλησιάσει το 325%, δηλαδή θα είναι μη βιώσιμο, ενώ υπογραμμίζει τις προτάσεις του Ταμείου για παρεμβάσεις ώστε πριν από το 2060 να πέσει κάτω από το 100%.
Ακόμη, σημειώνει ότι όταν μετά τις γερμανικές εκλογές και μετά τη λήξη του προγράμματος του τρίτου μνημονίου (καλοκαίρι 2018), τεθεί το θέμα του χρέους για συζήτηση, δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να μας χαριστεί, χωρίς προϋποθέσεις, ενώ είναι ξεκάθαρος ότι δεν θα υπάρξει τέταρτο μνημόνιο με την έννοια που το γνωρίζουμε.
www.bankingnews.gr
Εκτιμά ότι η Ελλάδα πρέπει να φτιάξει το δικό της οδικό χάρτη για το θέμα της ανάπτυξης, ενώ εκφράζει την ελπίδα ότι «θα διορθώσουμε τα λάθη μας, διότι τώρα έχουμε πάρει όλα τα επώδυνα μέτρα και είναι κρίμα που δεν έχουμε προλάβει να δούμε το όφελος όλων των επώδυνων μέτρων, γιατί έχουμε χάσει 26% του ΑΕΠ όλα αυτά τα χρόνια».
Ο ίδιος, ιδιαίτερα επικριτικός για όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, υπογραμμίζει ότι καμία δεν πήρε πάνω της την κυριότητα του προγράμματος, αλλά και ότι ούτε η παρούσα, ούτε η προηγούμενη κυβέρνηση εφαρμόζει ένα πρόγραμμα που το πιστεύει.
Κληθείς να απαντήσει εάν αυτό είναι το τελευταίο πρόγραμμα και εάν μπορούμε να μιλήσουμε για τέταρτο μνημόνιο, ο κ. Προβόπουλος απαντά πως «η λογική λέει ότι αυτό θα είναι και το τελευταίο» και ότι «θα πρέπει στα τέλη αυτής της χρονιάς να μπορέσει η χώρα να βγει στις αγορές, διότι από τα μέσα της επόμενης λήγει το πρόγραμμα αυτό.
Προϋπόθεση λοιπόν είναι να μπορέσει η χώρα βγει και να καλύπτει από τις χρηματοδοτικές ανάγκες».
Κατά τον ίδιο, αυτά τα μέτρα είναι η αναγκαία συνθήκη για να βγει η χώρα, αλλά δεν είναι ικανή, διότι θέλει περισσότερες κινήσεις, αναφέροντας ως παράδειγμα ότι το θέμα της ανάπτυξης θέλει και άλλες πρωτοβουλίες πέραν αυτών που καταγράφονται στα προγράμματα.
Για το γεγονός ότι έχουν περάσει τόσα μνημόνια και η χώρα δεν έφτασε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, σημειώνει τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας που υπάρχουν, ενώ υπογραμμίζει ότι «ο μόνος τρόπος για να φύγει η χώρα για πάντα από το μνημόνιο και κυρίως από την κρίση είναι η διατηρήσιμη, σταθερή και υγιής ανάπτυξη που θα βασίζεται σε ένα διαφορετικό μοντέλο από αυτό που είχαμε δει το παρελθόν».
«Η βασική ευθύνη βαραίνει εμάς» απαντά ο κ. Προβόπουλος στο ερώτημα γιατί απέτυχε το πρόγραμμα στην εφαρμογή του, υπενθυμίζοντας την έξοδο από τα μνημόνια άλλων χωρών όπως της Ιρλανδίας, της Κύπρου και της Πορτογαλίας.
«Αν ψάχνετε για βολικές λύσεις, ότι όλα τα κάνουν στραβά οι ξένοι, δεν ισχύει», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Υπενθυμίζει ότι η όλη φιλοσοφία των μνημονίων ήταν να πάει η Ελλάδα σε ένα καινούριο παραγωγικό μοντέλο αποκαθιστώντας την απολεσθείσα ανταγωνιστικότητα.
Τονίζει δε, πως «αυτή η ανταγωνιστικότητα σε όρους αποκαταστάθηκε.
Αυτό όμως που λέγεται διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα – αν και έχει κάνει και πρόοδο – θα έλεγα ότι είναι περιοριοσμένη», αλλά και υπογραμμίζει την ανάγκη αλλαγής παραγωγικού μοντέλου.
Ο ίδιος, κληθείς να απαντήσει στο γιατί το πολιτικό σύστημα δεν ασχολήθηκε με το εν λόγω θέμα, δηλώνει πως αμφιβάλλει σε μεγάλο βαθμό για το αν έχει κατανοηθεί το θέμα.
Για το μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, παραδέχεται ότι έγιναν αρκετές, διευκρινίζοντας πως άλλες δεν εφαρμόστηκαν, άλλες αγνοήθηκαν, ενώ αρκετές από αυτές δεν είναι γνήσιες.
Αναφερόμενος στις αποκρατικοποιήσεις μιλά για καθυστερήσεις, χαρακτηρίζει προβληματικό τον δημόσιο τομέα και υπογραμμίζει την ανάγκη αναμόρφωσης του ευρύτερου διοικητικού μηχανισμού, της δημόσιας διοίκησης, την ανάγκη διπλασιασμού των επενδύσεων, την αλλαγή κλίματος στη χώρα, τη διαμόρφωση ευνοϊκού καθεστώτος για την επιχειρηματικότητα, τη φιλική προσέγγιση των επενδυτικών σχεδίων, την κατάργηση των πολυποίκιλων εμποδίων.
«Τα ήξεραν όλα Παπανδρέου και Καραμανλής»
Περαιτέρω, ο κ. Προβόπουλος αναφέρει ότι το 2009 είχε ενημερώσει τόσο τον τότε πρωθυπουργό, Κ. Καραμανλή, όσο και τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Γ. Παπανδρέου, για το έλλειμμα κυρίως το ταμειακό, που παρακολουθεί η Τράπεζα τη Ελλάδος.
Όπως ανέφερε, «έβαινε προς απειλητικές καταστάσεις.
Είχα ενημερώσει και τις δυο κυβερνήσεις, και Παπανδρέου και Καραμανλή», προσθέτοντας ότι «πέραν της ενημέρωσης του πολιτικού συστήματος μέσα από τις εκθέσεις και τις συνεντεύξεις και τις ομιλίες μου, πάντα τόνιζα αυτό το θέμα, ενώ σε όλες τις εκθέσεις της τράπεζας υπήρχε σαφής προειδοποίηση για το πρόβλημα της υπερχρέωσης».
Υποστήριξε δε, πως τα χρόνια που η Ελλάδα είχε μπει στη ευρωζώνη και απολάμβανε πολύ χαμηλά επιτόκια, σχεδόν όμοια των γερμανικών, δεν επωφελήθηκε από το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης για να αποπληρώσει ένα μέρος του χρέους.
«Αντιθέτως, το πολιτικό σύστημα βρήκε μια ευκαιρία για περισσότερο δανεισμό, περισσότερες παροχές, δαπάνες, κ.α. με τα οποία κερδίζει ψήφους», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Υποστήριξε ότι από το 2008 έπρεπε να αρχίσουμε να θωρακίζουμε την οικονομία, κάτι που όπως λέει δεν έγινε και «δυστυχώς πήγαμε στις εκλογές του Οκτωβρίου 2009».
Ο ίδιος εστίασε στη στάση της τότε αντιπολίτευσης, του ΠΑΣΟΚ, που κατόπιν έγινε κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, «κατέβηκε στις εκλογές με πλατφόρμα στο δημοσιονομικό ακριβώς αντίθετη από αυτά που έπρεπε να γίνουν, δηλαδή περισσότερες δαπάνες, παροχές, κ.α.», ενώ «υπήρξε έλλειψη κατανόησης, αν και εμείς είχαμε προειδοποιήσει ότι έπρεπε να συμβεί το ακριβώς αντίθετο».
Μάλιστα, ο ίδιος ανέφερε ότι οι αγορές έδωσαν κάποια ανοχή στην καινούρια κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, διότι πίστευαν ότι θα κάνει πίσω.
«Δυστυχώς όμως η κυβέρνηση αυτή έδειξε ότι δεν έκανε πίσω.
Ήθελε να πάει μπροστά με στο σκεπτικό ότι πρέπει να είμαστε αξιόπιστοι και να κάνουμε αυτά που προεκλογικά είχαμε πει, παρά τις προειδοποιήσεις – όχι μόνο από εμένα – αλλά και από την Ευρωπαική Ένωση, το ΔΝΤ.
Έτσι χάθηκε χρόνος», σημείωσε ο κ. Προβόπουλος.
Σε ερώτηση για το αν υπάρχουν ευθύνες και στην κυβέρνηση Καραμανλή, απάντησε πως ανήκει σε αυτούς που «πιστεύουν ότι η ευθύνη είναι συνολική.
Ευθύνη έχουμε όλοι, ως χώρα, ως κοινωνία, ως πολιτικό σύστημα, ως κόμματα, κλπ».
Υπενθύμισε ότι ο Κ. Καραμανλής στη ΔΕΘ το 2009, προεκλογικά, είχε μιλήσει πολύ καθαρά για την ανάγκη να γίνουν κάποιες σημαντικές αλλαγές, συμπληρώνοντας πως «αντιθέτως, η τότε αντιπολίτευση και μετέπειτα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έλεγε ότι φτάνει να φύγει η προηγούμενη κακή κυβέρνηση, να έρθει η καλή και θα λυθούν τα προβλήματα».
Περί ΣΥΡΙΖΑ και χρέους
Ο ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, ήταν δέσμιος των όσων είπε προεκλογικά, καθώς στην αρχή υποστήριζε ότι έπρεπε να γίνει μια διεθνής διάσκεψη για το θέμα του χρέους και πίστευε ότι το «κούρεμα» ήταν η μόνη λύση.
Σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «όταν είδα τον κ. Τσίπρα πριν να γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, στα τέλη του Νοεμβρίου ή αρχές Δεκεμβρίου του 2014, του είχα πει ότι καλύτερα να ξεχάσει τη λέξη «κούρεμα».
Ότι δεν πρόκειται να γίνει και ότι αναλώνει πολύτιμο κεφάλαιο σε κάτι το οποίο δεν υπάρχει καμία πιθανότητα και αντ΄ αυτού θα έπρεπε να επιμείνει σε αυτό που είχε πάρει η Ελλάδα ως απόφαση από το Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012».
Ο κ. Προβόπουλος υποστηρίζει ότι καλώς η κυβέρνηση επιμένει σήμερα να υπάρξει λύση για το χρέος, ενώ αναφέρεται και στη συμπαράσταση που υπάρχει από το ΔΝΤ.
Κάνει αναφορά στη μελέτη του ΔΝΤ (2/2017), σύμφωνα με την οποία αν δεν γίνει τίποτα στο χρέος, τότε το 2060 θα πλησιάσει το 325%, δηλαδή θα είναι μη βιώσιμο, ενώ υπογραμμίζει τις προτάσεις του Ταμείου για παρεμβάσεις ώστε πριν από το 2060 να πέσει κάτω από το 100%.
Ακόμη, σημειώνει ότι όταν μετά τις γερμανικές εκλογές και μετά τη λήξη του προγράμματος του τρίτου μνημονίου (καλοκαίρι 2018), τεθεί το θέμα του χρέους για συζήτηση, δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να μας χαριστεί, χωρίς προϋποθέσεις, ενώ είναι ξεκάθαρος ότι δεν θα υπάρξει τέταρτο μνημόνιο με την έννοια που το γνωρίζουμε.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών