Τελευταία Νέα
Διεθνή

Κέρδη κόντρα στον πληθωρισμό στη Wall, άνοδος +1% για Dow και 1,35% για S&P 500 - Στο 2,91% το 10ετές ομόλογο ΗΠΑ

tags :
Κέρδη κόντρα στον πληθωρισμό στη Wall, άνοδος +1% για Dow και 1,35% για S&P 500 - Στο 2,91% το 10ετές ομόλογο ΗΠΑ
Κέρδη κόντρα στον πληθωρισμό στη Wall, άνοδος +1,0% για Dow και 1,35% για S&P 500 - Στο 2,91% το 10ετές ομόλογο ΗΠΑ
Ανοδικά κινήθηκε σήμερα (14/2/2018) η Wall Street, με τους δείκτες να γυρίζουν σε θετικό έδαφος μετά το πτωτικό άνοιγμα και να ανεβάζουν ρυθμούς το απόγευμα, καθώς τα κέρδη σε τεχνολογία και τράπεζες αντιστάθμισαν τις ανησυχίες που πυροδότησαν τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, τα οποία αναμένεται να ενισχύσουν τα σενάρια για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve, Fed).
Ο Dow Jones ενισχύθηκε κατά 255,03 μονάδες ή 1,04% στις 24.895,48 μονάδες, ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 1,35%, στις 2.698,82 μονάδες, με τις αμερικανικές τράπεζες Bank of America, J.P. Morgan Chase, Citigroup και Morgan Stanley να κινούνται όλες υψηλότερα, ενώ ο Nasdaq κατέγραψε κέρδη  κατά 1,86% υψηλότερα, στις 7.143,62 μονάδες, χάρη στα ισχυρά κέρδη που σημείωσαν τεχνολογικοί κολοσσοί, όπως Facebook, Amazon, Netflix και Alphabet.
Νωρίτερα, οι μετοχές είχαν βρεθεί υπό πίεση, καθώς ο δείκτης τιμών καταναλωτή στις ΗΠΑ διαμορφώθηκε υψηλότερα των εκτιμήσεων τον Ιανουάριο του 2018, επιβεβαιώνοντας τους φόβους της αγοράς για την επίδραση που θα έχει το μέγεθος στη διαμόρφωση της πολιτικής της Fed.
Ειδικότερα, ο δείκτης τιμών καταναλωτή (CPI) αυξήθηκε κατά 0,5% τον Ιανουάριο, ενώ η αγορά ανέμενε να διαμορφωθεί στο +0,3%.
Οι διεθνείς αγορές ανέμεναν με ενδιαφέρον τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, καθώς θα μπορούσαν να μετριάσουν ή να εντείνουν τους φόβους για ταχύτερες αυξήσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως.
Σημειώνεται ότι τα αποτελέσματα για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ αναμένεται να ενισχύσουν τα σενάρια για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από τη Federal Reserve, προκαλώντας πιθανές νέες αναταράξεις στις παγκόσμιες αγορές.

Την ίδια ώρα, στο 2,911% «εκτοξεύτηκε» η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς ομολόγου μετά την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό, ανερχόμενη σε υψηλό 4 ετών.



Το ελληνικό ETF GREK σημείωσε σήμερα άνοδο 1,79% στα 10,79 δολάρια.



Παράλληλα, σημαντική πτώση καταγράφει σήμερα ο δείκτης μεταβλητότητας CBOE Volatility Index (VIX) ή «δείκτης φόβου», «βουλιάζοντας» κατά 23,19% στις 19,18 μονάδες, υποχωρώντας κάτω από το επίπεδο των 20 μονάδων για πρώτη φορά από τις 5 Φεβρουαρίου.
Υπενθυμίζεται ότι ο δείκτης είχε ξεπεράσει την προηγούμενη Δευτέρα (5/2) τις 50 μονάδες, για πρώτη φορά από το 2015.







Η μονάδα της Goldman Sachs, η οποία εκτελεί τις αγορές ιδίων μετοχών, είχε απλώς την πιο πολυσύχναστη εβδομάδα, διαπιστώνει η Miller Tabak, αναφερόμενη στο πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου, όταν υπήρξαν σημαντικές αναταράξεις στη Wall Street.
Την περασμένη εβδομάδα, το γραφείο εταιρικής διαπραγμάτευσης της εταιρείας είδε 4,5 φορές υψηλότερα τον μέσο ημερήσιο όγκο πωλήσεων από το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλείται το Bloomberg.
Ακόμη και όταν οι εταιρείες προέβησαν σε αγορές ιδίων μετοχών, όμως, ο δείκτης S & P 500 υποχώρησε 5,2%, καταγράφοντας τη χειρότερη εβδομαδιαία πτώση του σε δύο χρόνια.
Είναι μαρτυρία της δύναμης της πτώσης, συνέπεια των αυξανόμενων αποδόσεων των ομολόγων και των φόβων για τον πληθωρισμό των ΗΠΑ.
«Οι εταιρικές αγορές ήταν βασικά οι μοναδικοί αγοραστές την περασμένη εβδομάδα», δήλωσε ο Matt Maley, στρατηγικός αναλυτής στη Miller Tabak.
Σε κάποιο βαθμό, τα στοιχεία της Goldman Sachs όμως έρχονται σε αντίθεση με την τάση της Wall Street που θέλει οι εταιρικοί αγοραστές να απουσίαζουν σε μεγάλο βαθμό πριν ή κατά τη διάρκεια της πώλησης εξαιτίας των περιορισμών που συνδέονται με την εποχή της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων.
Ο Binky Chadha, επικεφαλής της παγκόσμιας στρατηγικής της Deutsche Bank, δήλωσε ότι η αύξηση της αγοράς των ιδίων μετοχών θα σήμαινε ταχύτερο τερματισμό της ύφεσης.
«Η αναζωπύρωση της εταιρικής προσφοράς για μετοχές μετά την κερδοσκοπική περίοδο είναι επικείμενη και υποστηρίζει μια μικρότερη περίοδο», έγραψε.
Οι εταιρείες που ξοδεύουν συνήθως περισσότερα χρήματα για τις επαναγορές απέδωσαν λίγο καλύτερα από την ευρεία αγορά κατά τη διάρκεια της αναταραχής.

Οι μετοχές με την μεγαλύτερη πτώση και μεγαλύτερη άνοδο στo δείκτη Dow Jones



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη πτώση και μεγαλύτερη άνοδο στo δείκτη S&P 500



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη πτώση και μεγαλύτερη άνοδο στo δείκτη Nasdaq


Μακροοικονομία

Στα νέα από το μέτωπο της  μακροοικονομίας υψηλότερα των εκτιμήσεων διαμορφώθηκε ο δείκτης τιμών καταναλωτή στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 2018, επιβεβαιώνοντας τους φόβους της αγοράς για την επίδραση που θα έχει το μέγεθος στη διαμόρφωση της πολιτικής της Fed.
Ειδικότερα, ο δείκτης τιμών καταναλωτή (CPI) αυξήθηκε κατά 0,5% τον Ιανουάριο, ενώ η αγορά ανέμενε να διαμορφωθεί στο +0,3%.
Οι ανακοινώσεις πλέον ενισχύουν τις εκτιμήσεις ότι η Fed πρόκειται να αυξήσει νωρίτερα του αναμενομένου τα επιτόκια δανεισμού της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το κόστος δανεισμού των εταιρειών, την ιδιωτική κατανάλωση και εν τέλει την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας.
Τη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων έντεκα μηνών κατέγραψαν τον Ιανουάριο 2018 οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ, καθώς τα νοικοκυριά περιόρισαν τις αγορές οχημάτων και κατασκευαστικών υλικών.
Ειδικότερα, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε σήμερα (14/2/2018) ότι οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 0,3% - η μεγαλύτερη πτώση από τον Φεβρουάριο 2017.
Τα στοιχεία για τον Δεκέμβριο αναθεωρήθηκαν, δείχνοντας ότι οι πωλήσεις παρέμειναν αμετάβλητες, αντί της αύξησης 0,4% που είχε αναφερθεί αρχικά.
Από την πλευρά τους, οι οικονομολόγοι ανέμεναν ότι οι λιανικές πωλήσεις θα αυξάνονταν κατά 0,2%.
Σε ετήσια βάση, οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 3,6% τον Ιανουάριο.

Επιχειρήσεις

Στα εταιρικά νέα της ημέρας, καθαρά κέρδη ύψους 47,7 εκατ. ή 0,08 δολαρίων ανά μετοχή παρουσίασε η Groupon το τέταρτο τρίμηνο του 2017, έναντι ζημιών ύψους 52,6 εκατ. ή 0,09 δολαρίων ανά μετοχή ένα χρόνο νωρίτερα.
Τα EBITDA ανήλθαν σε 0,07 δολάρια ανά μετοχή, υποδεέστερη επίδοση από τα 0,09 δολάρια που ανάμεναν οι αναλυτές, σε έρευνα της FactSet.
Τα έσοδα για την ίδια χρονική περίοδο, συρρικνώθηκαν στα 873,2 εκατ. δολάρια έναντι 904,4 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2016 και εκτιμήσεων για επίδοση ύψους 853 εκατ. δολαρίων.
Οι ενεργοί πελάτες της αμερικανικής εταιρείας διαδικτυακών πωλήσεων, αυξήθηκαν κατά 200.000, σε 16.8 εκατομμύρια.
Για το σύνολο του 2018, η Groupon αναμένει προσαρμοσμένα κέρδη από 260 εκατ. έως 270 εκατ. δολάρια.
Η φαρμακευτική εταιρεία Shire ανακοίνωσε καθαρά κέρδη 3,11 δισ. δολάρια στο τρίμηνο που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου, σε σχέση με τα 457,3 εκατ. δολάρια πριν από ένα χρόνο.
Οι πωλήσεις αυξήθηκαν 8,9% στα 4,11 δισ. δολάρια. Οι πωλήσεις προϊόντων διαμορφώθηκαν στα 3,91 δισ. δολάρια έναντι των 3,62 δισ. δολαρίων πριν από ένα χρόνο.
Η εταιρεία επιβεβαίωσε τον στόχο για τα έσοδα μεταξύ 17-18 δισ. δολαρίων το 2020.
Καθαρά κέρδη 588,8 εκατ. δολάρια ή 2,72 δολάρια ανά μετοχή εμφάνισε στο δ΄ τρίμηνο η Molson Coors Brewing, χαμηλότερα από τα 1,44 δισ. δολάρια ή 6,65 δολάρια ανά μετοχή στην αντίστοιχη περίοδο πέρυσι.
Η εταιρεία δήλωσε ότι εξοικονόμησε 255 εκατ. δολάρια σε συνέργειες και κόστη το 2017, μετά από την ολοκλήρωση της εξαγοράς από την Anheuser-Busch τον Οκτώβριο του 2016, και αναμένει εξοικονόμηση άλλων 210 εκατ. δολαρίων το 2018.
Καθαρά κέρδη 840 εκατ. δολαρίων ή 2,61 δολαρίων ανά μετοχή, εμφάνισε η Hilton Worldwide στο δ΄ τρίμηνο.
Τα έσοδα αυξήθηκαν 24% στα 2,3 δισ. δολάρια, περισσότερα από τα 2,2 δισ. δολάρια που ανέμεναν οι αναλυτές.
Η εταιρεία αναμένει καθαρά κέρδη για το 2018 ύψους 802-837 εκατ. δολαρίων.
Με κέρδη έκλεισε το 2017 η αμερικανική ασφαλιστική εταιρεία MetLife, καθώς το δ΄ 3μηνο του 2017 ήταν κερδοφόρο, καθώς εταιρεία είχε όφελος 1,2 δισ. δολάρια από τη φορολογική μεταρρύθμιση των ΗΠΑ.
Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν στα 2,1 δισ. δολάρια ήτοι 1,97 δολάρια ανά μετοχή (οι αναλυτές της FactSet ανέμεναν 1,08 δολάρια), έναντι ζημίων 2,2 δισ. δολάρια ή απώλειες 2,03 δολάρια ανά μετοχή το δ΄ 3μηνο του 2016.
Τα έσοδα το δ΄ 3μηνο του 2017 έφτασαν στα 15,7 δισ. δολάρια (ελάχιστα πιο πάνω από τα 15,5 των προβλέψεων), έναντι 12,6 δισ. δολαρίων το αντίστοιχο διάστημα του 2016, καταγράφοντας αύξηση 24,8%.
Η κεφαλαιοποίηση της MetLife ανέρχεται στα 48,2 δισ. δολάρια, ενώ η μετοχή της εταιρείας μετά την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων την Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου καταγράφει άνοδο (περί τις 19:50 1,75%).
Η Apple βρίσκεται σε συνομιλίες να αγοράσει τσιπ μνήμης από την Yangtze Memory Technologies, μια κίνηση που θα σηματοδοτήσει την πρώτη εξαγορά της κατασκευάστριας των iPhone, από μια κινεζική εταιρεία τσιπ μνήμης, όπως ανέφερε το πρακτορείο Nikkei την Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018.
Η Apple θα χρησιμοποιήσει αυτά τα τσιπ σε νέα μοντέλα iPhone και άλλα προϊόντα προς πώληση στην κινεζική εγχώρια αγορά κυρίως, αναφέρει το Nikkei, αναφέροντας δύο άτομα εξοικειωμένα με το θέμα.
Τόσο η Apple όσο και η Yangtze δεν απάντησαν σε αίτημα για σχόλια.
Με κέρδη έκλεισε το 2017 ο κινεζικός τεχνολογικός κολοσσός Baidu, με το δ΄ 3μηνο του 2017 να καταγράφει κέρδη.
Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν στα 639 εκατ. δολάρια ήτοι 1,90 δολάρια ανά μετοχή (οι αναλυτές της FactSet ανέμεναν 2,16 δολάρια).
Τα έσοδα το δ΄ 3μηνο του 2017 έφτασαν στα 3,62 δισ. δολάρια, ελάχιστα πιο κάτω από τα 3,66 δισ. δολάρια των προβλέψεων.
Σε προσαρμοσμένη βάση τα κέρδη ήταν 2,29 δολάρια ανά μετοχή.

Αναλύσεις

Η αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ενδέχεται να ενισχυθεί περαιτέρω το αμέσως επόμενο διάστημα, ως απόρροια της οικονομικής ανάπτυξης, σχολιάζουν οι αναλυτές της Moody's, επισημαίνοντας πως οι επιδόσεις του πληθωρισμού της αμερικανικής οικονομίας επηρεάζουν, όντως, τις κινήσεις των αγορών.
Βέβαια, οι τιμές του πληθωρισμού τείνουν να παρουσιάζουν σημαντικές μεταβολές, σε μηνιαία βάση, σημειώνεται.
Να υπενθυμιστεί ότι ο οίκος αναμένει ανάπτυξη της τάξεως του 2,3% το τρέχον έτος, επίδοση που ευθυγραμμίζεται με την αντίστοιχη για το 2017.
Ο αμερικανικός οίκος υπογραμμίζει πως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Federal Reserve) θα συνεχίσει να συσφίγγει τη νομισματική πολιτική.
Η Moody's έχει προβλέψει πως η Federal Reserve θα προχωρήσει σε τρεις αυξήσεις επιτοκίων το επόμενο έτος αλλά και το 2019, κατά 25 μονάδες βάσεις κάθε φορά.
Αν η πρόβλεψη επαληθευθεί, τότε το εύρος των επιτοκίων στα τέλη του 2019 θα ανέλθει σε 2,75%-3%.
Ωστόσο, επιμέρους, ο οικονομολόγος της Moody's Analytics κ. Mark Zandi, έχει κάνει λόγο για τέσσερις.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με σημερινά στοιχεία, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (CPI) για την αμερικανική οικονομία αυξήθηκε κατά 0,5% τον περασμένο Ιανουάριο, όταν οι εκτιμήσεις έκαναν λόγο για επίδοση της τάξεως του 0,3%.
O πληθωρισμός είναι το μεγάλο θέμα για το 2018 αναφέρει στο τελευταίο της report η σύμβουλος επενδύσεων Phoenix Capital.
Γιατί αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα;
Επειδή ο πληθωρισμός πρόκειται να:
1) σπάσει τη φούσκα των περιουσιακών στοιχείων
2) Να εξαναγκάσει τις Κεντρικές Τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί η ρευστότητα από τις χρηματιστηριακές αγορές.
Όπως τονίζει η Phoenix Capital η πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) από το 2008 μετά, δημιούργησε μια φούσκα στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα.
Και επειδή αυτά τα ομόλογα είναι το θεμέλιο για το σημερινό νομισματικό σύστημα, έναντι των οποίων αποτιμώνται όλα τα περιουσιακά στοιχεία, όταν η Fed δημιούργησε μια φούσκα στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, δημιούργησε μια φούσκα σε ΟΛΑ τα περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, εταιρικά ομόλογα, ακίνητα κ.λπ.).
Εδώ έρχεται ο πληθωρισμός.
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων βασίζονται στον πληθωρισμό (μεταξύ άλλων δεδομένων).
Όταν ο πληθωρισμός αυξάνεται, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξάνονται για να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
Όταν οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται, οι τιμές των ομολόγων μειώνονται.
Όταν οι τιμές των ομολόγων μειώνονται, αρχίζει η πτώση της "φούσκας" όλων των περιουσιακών στοιχείων.
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξάνονται, σπάζοντας μια πτωτική τάση 20 ετών.
Με απλά λόγια, αυτό το γράφημα μας λέει ότι επίκειται η αύξηση του πληθωρισμού.
Το "σπάσιμο" της φούσκα των περιουσιακών στοιχείων είναι προ των πυλών, εκτός αν η Fed ενεργήσει σύντομα.
Η εκτόξευση της αύξησης του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στις Ηνωμένες Πολιτείες προσφέρει μία «πρόγευση» για την επόμενη χρηματοπιστωτική κρίση, προειδοποιεί ο «bear» οικονομολόγος της της Societe Generale, Albert Edwards, επικαλούμενος, επίσης, την επιστροφή της υψηλής μεταβλητότητας στις αμερικανικές χρηματιστηριακές αγορές αλλά και τα πολύ υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα της Ουάσιγκτον.
Ο αναλυτής, σε σημείωμά τους προς τους πελάτες, αποδίδει κυρίως την κατάσταση στην πολύ χαλαρή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που ακολουθήθηκε μετά το 2008, σημειώνοντας μάλιστα πως, ειδικά σε ό,τι αφορά στη φορολογική μεταρρύθμιση των Ρεπουμπλικάνων, «θα επιταχύνει την κατάρρευση των αγορών, καθώς η Federal Reserve ομαλοποιεί τη νομισματική πολιτική».
Παράλληλα, η μεταρρύθμιση θα «υπερθερμάνει» την αμερικανική οικονομία, επισημαίνεται.
«Ελλείμματα τρισεκατομμυρίων δολαρίων βρίσκονται στον ορίζοντα, γεγονός που θα προκαλέσει αύξηση του χρέους των Η.Π.Α. ως ποσοστό του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, σε άνω του 100%.
Ενώ τα επίπεδα του χρέους από μόνα τους δεν μπορούν να προβλέψουν τι θα συμβεί στις αποδόσεις των ομολόγων, οι αγορές φοβούνται ότι θα προκαλέσει ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων από την Federal Reserve.
Τα παραπάνω θα πληγώσουν τάσεις, ίσως το 2019, τη χρηματιστηριακή αγορά, τα εταιρικά κέρδη και, πιθανότατα, την οικονομία.
Είμαι σίγουρος ότι στην επόμενη, όχι τόσο μακρινή ύφεση στις Η.Π.Α., το δημοσιονομικό έλλειμμα θα ξεπεράσει το 13%, που ήταν η αιχμή, το 2009.
Η κληρονομιά που θα μας αφήσει ο Donald Trump θα είναι ένα καταστρεπτικό δημοσιονομικό έλλειμμα που θα υπερβαίνει το 15%»…
Ο αναλυτής αναφέρει ως ένα έτερο σημάδι της επικείμενης κρίσης την εκτόξευση της απόδοσης στο 10ετές κρατικό ομόλογο των Η.Π.Α., του σημαντικότερου χρεογράφου παγκοσμίως, το οποίο έχει «σπάσει» -ανοδικά- τεχνικά την μέση πρότινος τάση του.
«Μία απόδοση άνω του 2,85%, είναι αρκετή για να προκαλέσει πτώση στις μετοχές».
«Οι πιθανότητες ενός κακού αποτελέσματος έχουν αυξηθεί» δήλωσε στο CNN ο διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs, Lloyd Blankfein.
Όπως επεσήμανε η οικονομία είχε ήδη πρόβλημα πολύ πριν η κυβέρνηση την ξεζουμίζει με φορολογικές περικοπές 1,5 τρισ. δολ. και πρόσθετες δαπάνες 300 δισ. δολ., αυξάνοντας το δημοσιονομικό έλλειμμα. Και τώρα ο Αμερικανός πρόεδρος, Donald Trump, προτείνει έργα υποδομών 200 δισ. δολ..
Αυτό το είδος της δαπάνης στρώνει το έδαφος για υφέσεις ή τουλάχιστον εύθραυστη ανάκαμψη, όχι για άνθιση.
Αν και δεν είναι το βασικό σενάριο, ο Blankfein είπε ότι ο κίνδυνος είναι ότι τα κίνητρα τόνωσης της οικονομίας θα μπορούσαν να είναι υπερβολικά καλά για την οικονομία και τις χρηματοοικονομικές αγορές.
«Μην ξεχνάτε, όλα αυτά τα ελλείμματα που πρέπει να καλυφθούν» επεσήμανε.
Εν τω μεταξύ, υπάρχουν φόβοι ότι ο πληθωρισμός θα αναγκάσουν τη Fed να βάλει ένα τέλος στο πάρτι, αυξάνοντας τα επιτόκια.
«Εάν η οικονομία αρχίσει να υπερθερμαίνεται και η Fed νοιώσει ότι είναι πίσω όσον αφορά τον πληθωρισμό, θα πρέπει να αντιδράσει» είπε ο Blankfein.
Εξάλλου, οι ανησυχίες για την άνοδο του πληθωρισμού ανάγκασαν τη Fed το 1994 να αυξήσει τα επιτόκια περισσότερο από ό,τι περίμενεν η Wall Street.
«Θυμάμαι το 1994.
Αυτό είναι επίσης πιθανό.
Θα ήταν πολύ συγκλονιστικό για την οικονομία» επεσήμανε ο ίδιος.
Σε αναβάθμιση των προοπτικών (trend) -από σταθερές σε θετικές- για τον όμιλο της Citigroup, προχώρησε ο καναδικός οίκος DBRS, επιβεβαιώνοντας σε «Α» και «R-1 (middle)» τη μακροπρόθεσμη και βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα, αντίστοιχα, κόντρα στις ζημίες-μαμούθ που προκάλεσε η φορολογική μεταρρύθμιση στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο οίκος επικαλείται τη βελτιωμένη οικονομική απόδοση της αμερικανικής τράπεζας, τον θεμελιωδώς ισχυρότερο ισολογισμό και το γεγονός ότι «είναι μοναδικά τοποθετημένη για να επωφεληθεί από τις παγκόσμιες ευκαιρίες που απορρέουν από την οικονομική ανάπτυξη», δεδομένης της σημαντικής διεθνούς παρουσίας της.
Το χρηματοδοτικό και ρευστό προφίλ της Citi είναι ισχυρό, υποστηριζόμενο από καταθέσεις περίπου 1 τρισεκ. δολαρίων, ενώ η κεφαλαιοποίηση είναι, επίσης, ισχυρή, με τον δείκτη CET1 να διαμορφώνεται στο 12,3%, στο τέλος του 2017.
Η Citigroup ανακοίνωσε ζημιές ύψους 18,3 δισεκ. δολαρίων για το δ΄ τρίμηνο του 2017, λόγω -εφάπαξ- επιβάρυνσης 22 δισεκ. από τη φορολογική μεταρρύθμιση του Donald Trump.
Βέβαια, μακροπρόθεσμα οι αμερικανικές τράπεζες θα βγουν ωφελημένες από τις αλλαγές στη φορολογία.
Η Citigroup θα κατέγραφε κέρδη 3,7 δισεκ. ή 1,28 δολαρίων ανά μετοχή χωρίς την επιβάρυνση από τη μεταρρύθμιση.
Τα έσοδα της κολοσσιαίας επενδυτικής τράπεζας αυξήθηκαν στα 17,26 δισεκ. δολάρια, από 17 δισεκ. το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης