Τελευταία Νέα
Απόψεις - Άρθρα

Rand Corporation: Ένα Ακαδημαϊκό (;) Συγκρότημα

tags :
Rand Corporation: Ένα Ακαδημαϊκό (;) Συγκρότημα
Σύμφωνα με τα στοιχεία του απολογισμού της  του 2017, η RAND απασχολεί 1.600 άτομα σε τέσσερα κέντρα σε μόνιμη βάση, εκ των οποίων το βασικό παραμένει η έδρα της στην Santa Monica της California
Η έδρα της RAND CORPORATION στον αριθμό 1700 της Main Street, στην Santa Monic, της πολιτείας της California, αποτελείται από ένα συγκρότημα χαμηλών κτιρίων με τούβλα από τερρακότα και λευκούς αρμούς, χαρακτηριστικό όλων των κτιρίων των αρχών του προηγούμενου αιώνα, δημιουργώντας την εντύπωση πανεπιστημιακού ιδρύματος, ενώ η έλλειψη φρουρών και περίφραξης ενισχύει ακόμα περισσότερο την απατηλή εικόνα ενός ακαημαϊκού χώρου με την τυπική βλάστηση με τους φοίνικες και τα τροπικά φυτά να παραπέμπει σε σκηνογραφία χολλυγουντιανής ταινίας της δεκαετίας του ’60.
H RAND CORPORATION ιδρύεται κατά την θερινή περίοδο του 1945 ως μη κερδοσκοπικός οργανισμός από την DOUGLAS AIRCRAFT και τον μηχανολόγο και χειριστή πειραματικών αεροσκαφών Franklin R. Collbohm, με σκοπό να αποτελέσει μοχλό πίεσης με τελικό στόχο την δημιουργία ενός ανεξάρτητου φορέα ερευνών σε ζητήματα εθνικής άμυνας. Ο στενός φίλος του Collbohm και στρατηγός της αεροπορίας στρατού Henry H. Arnold εμφανίζεται ιδιαίτερα δεκτικός στην ιδέα, γεγονός όχι και τόσο περίεργο αφού ο ένας υιός του είναι παντρεμένος με την κόρη του Donald Douglas Sr., του βασικού μετόχου της  DOUGLAS AIRCRAFT, ενώ και ο ίδιος διατηρεί στενές σχέσεις με αυτό τον διάσημο σχεδιαστή και κατασκευαστή αεροσκαφών.


Το νέο κτιριακό κτιριακού συγκροτήμα της RAND CORPORATION στην Santa Monica (RAND CORPORATION)

Την 1η Οκτωβρίου του 1945 ο Arnold συναντά τους Collbohm, Douglas και μία ομάδα στελεχών της DOUGLAS AIRCRAFT όπου αποφασίζουν με απόλυτη μυστικότητα να προχωρήσουν στην λειτουργία του οργανισμού επιλέγοντας ένα κτίριο ένα μόλις οικοδομικό τετράγωνο από την ακτή για να στεγάσουν το αρχικά μικρό προσωπικό του που σύντομα όμως εξελίσσεται σε κτιριακό συγκρότημα στεγάζοντας πολυάριθμα στελέχη. Ο Arnold μάλιστα είναι τόσον ενθουσιασμένος που εκχωρεί ως χορηγία 10 εκατομμύρια USD από τα αδιάθετα κονδύλια προμηθειών του Πενταγώνου, χωρίς την έγκριση της κεντρικής κυβέρνησης. Το ποσό που με βάση τα σύγχρονα δεδομένα εγγίζει την αξία 100 εκατομμυρίων USD, είναι ιδιαίτερα υψηλό και πολλοί αμφισβητούν την νομιμότητα της πράξης του στρατηγού, θεωρώντας ότι κινείται με βάση τα προσωπικά του κίνητρα και φιλοδοξίες, αδιαφορώντας για την αξία του δημόσιου χρήματος.
Μερικούς μήνες αργότερα ο μαθηματικός  Merill Flood, που έρχεται σε επαφή με τον οργανισμό, ανακαλύπτει μία σειρά άκρως απορρήτων φακέλλων με την ένδειξη EYES ONLY  και τον τίτλο PROJECT RAND, όπου εντοπίζει την κίνηση χρηματοδότησης του  Arnold και σπεύδει να κοινοποιήσει τα στοιχεία στον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων Dwight Eisenhower, θεωρώντας πως θα προκαλέσει την έξαλλη αντίδρασή του με τις αλλόκοτες πρωτοβουλίες του υφισταμένου του. Όμως  το θέμα δεν κινεί καμμία απολύτως διοικητική διαδικασία κατά του στρατηγού, με συνέπεια ο Flood να συνεχίσει μετά την αρχική του έκπληξη να ερευνά πεισματικά το ζήτημα, ελπίζοντας να ανακαλύψει και νέα στοιχεία που να πιστοποιούν παράνομες κινήσεις της ομάδας του Collbohm.
Τελικά πάντως καταλήγει θύμα της γοητείας των παράξενων ερευνών της RAND και ενθουσιάζεται από την ιδέα της προσπάθειας αναζήτησης λογικών λύσεων σε ακατανόητα και παράλογα προβλήματα, ενώ εξίσου γοητευμένοι αποδεικνύονται και οι ανώτατοι κύκλοι του Πενταγώνου, από τις φαινομενικά αλλόκοτες μελέτες του οργανισμού. Εκείνη την εποχή οι άνθρωποι της RAND μελετούν το ζήτημα των διηπειρωτικών βαλλιστικών όπλων, κρίνοντας πως βομβαρδιστικά ανάλογων προδιαγραφών με εκείνα που επιχειρούν κατά της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι στην Ιαπωνία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα για τις αποστολές πυρηνικών πληγμάτων και κατά συνέπεια εντελώς ακατάλληλα.
Νομικά πάντως ο οργανισμός είναι πρακτικά ανύπαρκτος αυτή την περίοδο, αφού ούτε εντάσσεται ως θυγατρική μονάδα έρευνας και ανάπτυξης σε κάποιο βιομηχανικό συγκρότημα, αλλά ούτε υπάγεται σε κάποια κυβερνητική υπηρεσία. Η DOUGLAS AIRCRAFT υποστηρίζει πως είναι απαραίτητη η ίδρυση ενός φιλανθρωπικού ιδρύματος (!) για την διαχείριση του νεοπαγούς οργανισμού, αλλά οι υπόλοιποι ισχυροί παράγοντες της αεροδιαστημικής βιομηχανίας αντιπροτείνουν την ένταξή της σε ένα κοινό σχήμα ολόκληρου του κλάδου ανησυχώντας για την επιρροή της DOUGLAS AIRCRAFT στις εξελίξεις και την διαφαινόμενη δεσπόζουσα θέση της, ενώ κάποιοι άλλοι προτείνουν την πλήρη αυτονόμηση της RAND.
Οι αντιπαραθέσεις και οι διαφωνίες συνεχίζονται με μεγάλη ένταση έως τον Φεβρουάριο του 1948 και τελικά στις 17 Μαρτίου του ιδίου έτους η RAND καταχωρείται αυτόνομα στα μητρώα ανωνύμων εταιρειών των ΗΠΑ, παραμένοντας όμως μία ανωμαλία για το επιχειρηματικό σύστημα της χώρας αφού περιγράφεται ως μη κερδοσκοπικός οργανισμός που ασχολείται με κάποιες ακαθόριστες και ομιχλώδεις έρευνες, χρηματοδοτούμενος μέσω κυβερνητικών συμβάσεων. Μάλιστα στο καταστατικό της αναφέρεται ως αποκλειστικός σκοπός η προώθηση και υποστήριξη επιστημονικών, εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών στόχων (!) προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και της ασφάλειας των ΗΠΑ. Ακόμη και το πάντα αφρούρητο κτίριό της, ένα καθαρά ακαδημαϊκού τύπου μεταβικτωριανό  κτίσμα, συνηγορεί προς την κατεύθυνση αυτή, καθώς είναι πρακτικά αδύνατον να υποπτευθεί κανείς πως αποτελεί την έδρα του ζωτικότερου ίσως οργανισμού για τα συμφέροντα της χώρας.

John von Neumann

Στις 16 Δεκεμβρίου του 1947 η RAND υπογράφει σύμβαση παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών με τον διασημότερο και ικανώτερο ίσως μαθηματικό της εποχής, τον γνωστό στον κόσμο της πληροφορικής για την κομβική προσφορά του στην σχεδίαση και ανάπτυξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών, John von Neumann. Αναμφίβολα η επαφή της RAND με τον μεγάλο μαθηματικό και πρωτοπόρο της θεωρίας παιγνίων δεν είναι και τόσον αθώα, ούτε ακαδημαϊκού περιεχομένου. Μάλιστα σε μία επιστολή του 1948 ο μαθηματικός και σημαίνον στέλεχος του οργανισμού John D. Williams, υπόσχεται στον von Neumann πως ο οργανισμός προτίθεται να προχωρήσει σε συστηματικές έρευνες για τις πρακτικές εφαρμογές της θεωρίας παιγνίων στα πλαίσια των στρατηγικών επιλογών των ΗΠΑ.
Τον Αύγουστο του 1949 η Ρωσσία του Stalin πραγματοποιεί με επιτυχία την πρώτη της υπέργεια πυρηνική δοκιμή, τερματίζοντας το μονοπώλιο των πυρηνικών όπλων για τις ΗΠΑ. Στην Ουάσιγκτων οι ανώτατοι κύκλοι του Πενταγώνου αντιμετωπίζουν έντρομοι μία νέα πραγματικότητα γεμάτη αβεβαιότητες και κινδύνους, ενώ στα Υπουργεία Εξωτερικών και  Άμυνας επικρατούν ρίγη πανικού, καθώς είναι προφανές πως διακυβεύεται άμεσα η ηγεμονική θέση της χώρας στον κόσμο και μάλιστα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μετά την νικηφόρα έκβαση του ΙΙ Παγκοσμίου Πολέμου.
Αυτή την εποχή ο von Neumann επεξεργάζεται το αξίωμα μεγίστων-ελαχίστων (Minimax Theorem) υπό την πίεση της δυσμενούς τροπής στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσσίας και την πασιφανή πλέον είσοδο των δύο υπερδυνάμεων σε τροχιά σύγκρουσης. Στην προσπάθειά του να πείσει την αμερικανική κυβέρνηση για την αναγκαιότητα σθεναρής επιθετικής πολιτικής έναντι της Ρωσσίας εμφανίζεται ως σύμμαχός του (που και αυτός απεχθάνεται για δικούς του λόγους τον κομμουνισμό ή μάλλον τον λεγόμενο υπαρκτό σοσιαλισμό και την σκιά του στην Ευρώπη), ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς και ειρηνιστές του ΧΧ αιώνα, ο Bertrand Russell.
Το παιγνίδι των μεγίστων-ελαχίστων χαρακτηρίζεται από το μηδενικό συνολικό του αποτέλεσμα, αφού τα κέρδη της μίας πλευράς, ισούνται πάντα ακριβώς με τις ζημίες της άλλης, προϋποθέτοντας την κατά μέτωπον αντιπαράθεση, όπου οι δύο παίκτες δεν έχουν άλλη επιλογή πέραν της σύγκρουσης, δηλαδή συνιστά παιγνίδι προσομοίωσης ολοκληρωτικού πολέμου.
Η απλούστερη μεταφορά του είναι το αποκαλούμενο ΚΟΠΗ ΠΙΤΤΑΣ, μία φαινομενική απλοϊκή επινόηση του von Neumann, όπου το ζητούμενο είναι η κοπή μίας πίττας σε δύο μέρη, τα οποία δικαιούνται οι δύο πλευρές. Σύμφωνα με τους όρους του παγνιδιού, ο ένας παίκτης έχει το δικαίωμα κοπής, ενώ ο δεύτερος το δικαίωμα της επιλογής, οπότε αυτόματα αυτός που κόβει πάντα διακατέχεται από το πρόβλημα της δημιουργίας δύο ίσων κομματιών, ή τουλάχιστον σχεδόν ίσων, καθώς λόγω του ότι δεν έχει δυνατότητα επιλογής, δεν πρόκειται ποτέ να προτιμήσει άνιση κοπή, αφού είναι δεδομένο ότι θα καταλήξει με  το μικρότερο κομμάτι. Υποθέτοντας ότι η πίττα αντιπροσωπεύει το σύνολο των πυρηνικών όπλων που ήδη κατανέμονται στις δύο υπερδυνάμεις, αλλά και την διανομή του κόσμου σε δύο σχεδόν ίσες σφαίρες επιρροής, είναι ευνόητο πως οποιαδήποτε νέα διανομή επιβάλλεται να ακολουθεί τον απλό κανόνα του παιγνιδιού, δηλαδή της ισοκατανομής, καθώς οποιαδήποτε άλλη επιλογή οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφική σύγκρουση. Ουσιαστικά πρόκειται για το παιγνίδι της αποκαλούμενης  ισορροπίας του τρόμου που χαρακτηρίζει επί δεκαετίες την συμπεριφορά των δύο υπερδυνάμεων, καταλήγοντας με τον πολλαπλασιασμό των πυρηνικών όπλων και την μεγιστοποίηση της καταστροφικής τους δυνατότητας στο αξίωμα της Βέβαιας Αμοιβαίας Καταστροφής (MAD/Mutual Assured Destruction).


Ο ιδιοφυής μαθηματικός John von Neumann και πίσω του ο σχεδιασμένος από τον ίδιο ηλεκτρονικός υπολογιστής EDVAC  του 1945 στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών (Institute for Advanced Study) του Πανεπιστημίου του Princeton του New Jersey (Getty Images)

Ακολουθώντας το αξίωμα αυτό οι ΗΠΑ αποδύονται σε ένα φρενήρη αγώνα εξοπλισμών, ακολουθούμενες πάντοτε κατά πόδας από την Ρωσσία. Το 1951 ο επιφανής φυσικός της RAND Bruno Augenstein, οριστικοποιεί τις προδιαγραφές για τους διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους, ακολουθώντας την άποψη των von Neumann και Russell, για την δημιουργία πλεονεκτήματος προληπτικού πλήγματος κατά του αντίπαλου δέους, προχωρώντας μάλιστα και στον σχεδιασμό του όπλου σε συνδυασμό με την δυνατότητα μεταφοράς πυρηνικής κεφαλής. Το 1954 το Πεντάγωνο αποδέχεται την πρόταση της RAND, ορίζοντας μία άτυπη επιτροπή διαχείρισης της ανάπτυξης του νέου όπλου, την αποκαλούμενη Επιτροπή της Τσαγιέρας (Teapot Comittee), στην οποία συμμετέχει με μεγάλες αρμοδιότητες ο John von Neumann και το 1955 εμφανίζονται οι πρώτοι διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι (ICBM) τύπου Atlas. Παράλληλα και διαβλέποντας τις αντιδράσεις των Ρώσσων, οι von Neumann και Russell, προτρέπουν την αμερικανική κυβέρνηση να προχωρήσει και στην κατασκευή πυρηνικών υποβρυχίων εξοπλισμένων με πυραύλους που φέρουν πυρηνικές κεφαλές, ώστε να αποκτήσει η χώρα δυνατότητα δεύτερου πλήγματος (Second Strike Capability), σε περίπτωση αιφνιδιαστικής επίθεσης των αντιπάλων της, με συνέπεια την ανάπτυξη πυραύλων τύπου Polaris από το 1956.

Ο John Nash και η RAND

Στα τέλη της δεκαετίας του ΄40 η RAND έρχεται σε επαφή με τον μόλις 22 ετών λαμπρό μαθηματικό John Nash (γνωστό στο ευρύ κοινό από την κινηματογραφική ταινία με τίτλο A BEAUTIFUL MIND με πρωταγωνιστή τον διάσημο ηθοποιό Russell Crow), που κατέχει ήδη την έδρα μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο ΜΙΤ της Βοστώνης. Όπως και ο von Neumann, ο Nash προτιμά να συνεργασθεί ως εξωτερικός σύμβουλος, διατηρώντας παράλληλα την πανεπιστημιακή του έδρα στην Βοστώνη, αναλαμβάνοντας την επεξεργασία διάφορων περίπλοκων προβλημάτων της θεωρίας παιγνίων, που ήδη κυριαρχεί στις έρευνες του οργανισμού.
Η μεγάλη προσφορά του Nash στην RAND και συνεπακόλουθα στην αμερικανική στρατηγική, προέρχεται από την επινόηση των παιγνιδιών  με μη μηδενικό συνολικό αποτέλεσμα, όπου τα κέρδη της μίας πλευράς είναι μεγαλύτερα από τις ζημίες της άλλης, επεκτείνοντας την θεωρία παιγνίων σε κυριολεκτικά αχαρτογράφητους χώρους. Με το αξίωμα μεγίστων-ελαχίστων ο von Neumann πλήττει ανεπανόρθωτα την ορθολογική σκέψη της εποχής, αποδεικνύοντας πως δύο παίκτες με εντελώς αντίθετα συμφέροντα είναι δυνατόν να επιλέξουν λογικά μία τακτική δράσης που να υιοθετείται και από τους δύο, υπό τον όρο ότι την ακολουθούν υπό την πίεση των αναγκών. Αυτή η λογική λύση ενός παιγνιδιού με μηδενικό συνολικό αποτέλεσμα, δίδει ένα σημείο ισορροπίας, το οποίο είναι ιδιαίτερα ισχυρό, καθώς η κάθε πλευρά διακατέχεται αφενός από ιδιοτέλεια για τα συμφέροντά της, αλλά και αφετέρου από έλλειψη εμπιστοσύνης προς την άλλη, με συνέπεια να προκύπτει μία λύση όπου η μόνη ικανοποιητική διέξοδος είναι η ισοκατανομή.
Ο Nash επεκτείνει την θεωρία παιγνίων αποδεικνύοντας ότι και σε παιγνίδια με μη μηδενικό συνολικό αποτέλεσμα υπάρχει σημείο ισορροπίας. Σε αυτά τα παιγνίδια όταν τα συμφέροντα των δύο παικτών δεν είναι εντελώς αντίθετα, οι ενέργειές τους μεγιστοποιούν το κοινό όφελος, με την επιλογή της λογικής λύσης, η οποία προκύπτει και σχετικά ευκολώτερα. Ο πυρήνας της ανάλυσης του λαμπρού μαθηματικού είναι γοητευτικά απλός και η απλούστερη μεταφορά του είναι το αποκαλούμενο ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΦΙΛΟΣ (όπου το πρότυπο είναι το αμερικανικό ποδόσφαιρο, το γνωστό rugby).
Το κεντρικό πρόσωπο του παιγνιδιού είναι ο συνηθισμένος φίλαθλος της Δευτέρας, που απογοητευμένος από την ήττα της αγαπημένης του ομάδας την αμέσως προηγούμενη ημέρα (Κυριακή),  σπεύδει να υποκαταστήσει θεωρητικά τον αποτυχημένο κατά την άποψή του προπονητή της ομάδας, εξηγώντας πως ο ίδιος ως προπονητής, με μία άλλη τακτική είναι ικανός να προσφέρει την νίκη στην ομάδα του. Η ανάλυση είναι φαινομενικά σωστή με την προϋπόθεση, ότι ο προπονητής της αντίπαλης ομάδας ακολουθεί την προηγούμενη νικηφόρα τακτική του, χωρίς μεταβολές, ώστε να καρποφορήσει η εναλλακτική λύση που προτείνεται από τον εξοργισμένο φίλαθλο. Όμως, όπως είναι φυσικά ευνόητο, η αλλαγή τακτικής της μίας πλευράς, συνεπάγεται σχεδόν αυτόματα και την αλλαγή στάσης της άλλης, ώστε να  αντιδράσει αποτελεσματικά στην νέα πρόκληση, στοιχείο που οδηγεί ουσιαστικά το παιγνίδι στο αρχικό του κύκλο.
Η προσέγγιση του Nash σε καταστάσεις αντιπαραθέσεων υπερτονίζει τα λεγόμενα σημεία ισορροπίας, δηλαδή τις λύσεις που ικανοποιούν και τους δύο παίκτες. Εάν λόγου χάρη μετά τον αγώνα ερωτηθούν κατά σειράν οι δύο προπονητές ως προς το εάν και κατά πόσον είναι ικανοποιημένοι από τις αποδόσεις των ομάδων τους ή εάν κάθε προπονητής προτιμά εκ των υστέρων να προκρίνει κάποια αλλαγή τακτικής, με βάση την τακτική που ακολουθεί ο αντίπαλός του και απορρίψει αυτή την δεύτερη επιλογή της αλλαγής, τότε η πρώτη απάντηση (της ικανοποίησης) δίδει το σημείο ισορροπίας στο παιγνίδι.
Επιπλέον ο Nash στοιχειοθετεί λογικά πως ανεξάρτητα των αρχικών επιλογών στρατηγικής, ο κάθε παίκτης είναι δυνατόν να την μεταβάλλει όποτε του δίδεται η ευκαιρία, με συνέπεια η ροή του παιγνιδιού να γίνεται ασταθής και απρόβλεπτη, αντιπροτείνοντας πως από το αρχικό στάδιο του παιγνιδιού οφείλει να είναι πασιφανές το σημείο ισορροπίας, ώστε να αποτελεί λογικά το ζητούμενο αποτέλεσμα και για τις δύο πλευρές. Η ανάλυση του εξελίσσεται σε κομβικό στοιχείο της πολιτικής των ΗΠΑ, που μέσω αυτής της λογικής ανάλυσης αντιλαμβάνονται πως παρά την σκιά του αγώνα των εξοπλισμών υπάρχουν διέξοδοι στην διεθνή πολιτική κονίστρα, εάν κάθε φορά τα σημεία ισορροπίας είναι καταφανή και για τις δύο πλευρές, είτε πρόκειται για συμμάχους τους, είτε για αντιπάλους τους.

Οι Έρευνες στα Διλήμματα

Παράλληλα με τον Nash, δύο άλλοι μαθηματικοί της RAND, οι Merill Flood και Melvin Dresher μελετούν και αυτοί τα παιγνίδια με μη  μηδενικό συνολικό αποτέλεσμα από τον Ιανουάριο του 1950, παρατηρώντας κυρίως την καθημερινή ανθρώπινη συμπεριφορά. Από τις παρατηρήσεις τους διαπιστώνουν ότι τα λεγόμενα σημεία ισορροπίας του  Nash, είναι πιθανόν να μη προκαλούν ικανοποίηση στους παίκτες, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο άλλων επιλογών. Σύμφωνα με τον νεαρό λαμπρό μαθηματικό, το σημείο ισορροπίας δηλώνει μία κατάσταση όπου οι δύο παίκτες παραμένουν ικανοποιημένοι υπό τον όρο ότι η ακολουθούμενη στρατηγική του ενός συνάδει με την επιλογή του άλλου, αλλά οι δύο μαθηματικοί αμφιβάλλουν ως προς το εάν και κατά πόσον τα σημεία ισορροπίας αποτελούν απόλυτες λύσεις και επινοούν ένα παιγνίδι ώστε να διαπιστώσουν εάν άνθρωποι που αγνοούν την εργασία του Nash και κυρίως τα συμπεράσματά του, είναι δυνατόν να καταλήγουν στις λύσεις του. Το παιγνίδι αποτελεί το απλούστερο μίας μεγάλης σειράς αναλόγων που χαρακτηρίζονται με τον γενικό τίτλο  ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΥ και παραλλαγές του εμφανίζονται στον Κομφούκιο, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Σενέκα και άλλους αρχαίους συγγραφείς.


Αναπαράσταση του Διλήμματος του Αιχμαλώτου με εφαρμογή του στον κόσμο των επιχειρήσεων (Daily Mirror)

Οι Merill Flood και Melvin Dresher, δεν αρκούνται στην σχεδίαση του παιγνιδιού, αλλά προχωρούν και στην πειραματική εφαρμογή, αξιοποιώντας αρχικά δύο συναδέλφους τους στην RAND, οι οποίοι αγνοούν τις σχεδόν παράλληλες έρευνες του  Nash.  Μετά από 100 παιγνίδια, αποκαλύπτεται ότι οι δύο παίκτες ακολουθούν σε ποσοστά  68% ο πρώτος και  78% ο δεύτερος την επιλογή που αποφέρει μεν μικρότερα οφέλη, αλλά δεν έχει ζημίες για κανέναν, παρά το γεγονός ότι τα κέρδη της μίας πλευράς εμφανίζονται μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα της άλλης. Οι δύο μαθηματικοί συνεχίζουν τις πειραματικές εφαρμογές έως το 1952, οπότε και κοινοποιούν στην RAND το τελικό τους πόρισμα, σύμφωνα με το οποίο περισσότερο από δύο στις τρείς φορές, δηλαδή σε ποσοστό περίπου 70% οι παίκτες προτιμούν την επιλογή των έστω και άνισων αμοιβαίων κερδών.
Από την εποχή αυτή οι συγκεκριμμένες μελέτες αποκτούν απόλυτη προτεραιότητα, στρέφοντας σταδιακά την αμερικανική στρατηγική προς τον συγκεκριμμένο τύπο παιγνιδιών, κυρίως στον αραβικό κόσμο, στην Μέση και στην Άπω Ανατολή, δημιουργώντας ένα πλέγμα συναινετικών  και συμβιωτικών σχέσεων που επιβιώνει ακόμη και στην εποχή μας. Φυσικά η διαχείριση των σχέσεων αφήνει στις ΗΠΑ τα μεγαλύτερα οφέλη, όπως προβλέπει η στρατηγική για τον ένα παίκτη του παιγνιδιού, αλλά από την άλλη πλευρά και τα κέρδη των υπολοίπων είναι τα μεγαλύτερα δυνατά, με δεδομένες τις συγκυρίες και τις περιστάσεις. Η ισχύς αυτών των συμφερόντων αναδεικνύεται μάλιστα τόσον ισχυρή, που παρά τις κατά καιρούς εμπόλεμες συγκρούσεις στις περιοχές αυτές (Ινδοκίνα, Πόλεμος των 6 ημερών του 1967, Πόλεμος του Γιόμ-Κιπούρ το 1973, Πόλεμος του Κόλπου το 1990, Εισβολή στο Αφγανιστάν το 2001, Εισβολή στο Ιράκ το 2003) δεν διασαλεύουν σοβαρά τις σχέσεις της πλειοψηφίας των αραβικών χωρών με τις ΗΠΑ, καθώς τα οφέλη από την συνεργασία στην παραγωγή και διάθεση πετρελαίου σε ολόκληρη την υδρόγειο, είναι τεράστια για να θυσιασθούν στον βωμό της οποιασδήποτε αντιπαράθεσης. Το παιγνίδι αποκαλύπτει ουσιαστικά και τους λόγους για τους οποίους ο αραβικός κόσμος δεν είναι εφικτό (τουλάχιστον έως και την εποχή μας) να αποκτήσει μία ενιαία γραμμή αντιπαράθεσης προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Εξέλιξη μετά την Κρίση της Κούβας

Πάντως μετά την κρίση της Κούβας η RAND εμφανώς παύει να ασχολείται ενεργά με την αμερικανική στρατηγική, στρέφοντας το βάρος της στις κοινωνικές έρευνες, χωρίς όμως να εγκαταλείψει την θεωρία παιγνίων. Το 1966 οι Melvin J. Guer και Anatol Rapoport, καθηγητές τότε στο Πανεπιστήμιο του Michigan, καταλογραφούν όλα τα απλά παιγνίδια με πρώτα τα απλούστερα, δηλαδή αυτά με δύο παίκτες και δύο επιλογές (2Χ2), που είναι και τα πλέον συνηθισμένα στην καθημερινή ζωή. Αυτά τα παιγνίδια κατηγοριοποιούνται σε συμμετρικά, όπου τα οφέλη ή οι ζημίες είναι ποσά ισοδύναμα για τους δύο παίκτες υπό συγκρίσιμες συνθήκες και με την προϋπόθεση ότι κανείς από τους παίκτες δεν κατέχει προνομιούχο θέση. Υπάρχουν όμως και υβριδικά παιγνίδια, δηλαδή συνδυασμοί απλών συμμέτρων που καταλήγουν σε ασύμμετρα, καθώς τα κέρδη ή οι ζημίες παύουν να είναι ισοδύναμα ποσά. Ασύμμετρο παιγνίδι λόγου χάρη αποτελεί ο διακαής πόθος μίας δύναμης (όπως οι ΗΠΑ) να εμπλακεί σε εμπόλεμη σύγκρουση, με τον αντίπαλό της να προσπαθεί με κάθε μέσον να την αποφύγει, φοβούμενος το καταστροφικό αποτέλεσμα. Στις περιπτώσεις αυτές η επιθετικότητα κερδίζει και ο τελικός συμβιβασμός του αντιπάλου, στην προσπάθειά του να διασφαλίσει την ειρήνη, τον μετατρέπει σε αντικείμενο εκμετάλλευσης.
Στην πραγματικότητα  υπάρχει ρευστότητα στα ασύμμετρα παιγνίδια, καθώς αυτός που μετατρέπεται λόγω συμβιβασμού σε αντικείμενο εκμετάλλευσης, είναι πιθανόν να καταλήξει στην επιλογή πως η σύγκρουση είναι τελικά το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, παρά τα οφέλη της ειρήνης. Από τις αρχές του 1990 οι ΗΠΑ εγκαινιάζουν την εμπλοκή τους σε μία σειρά ασύμμετρων παιγνιδιών στην Μέση Ανατολή, το Αφγανιστάν και το Ιράκ, επιλέγοντας αντιπάλους σε μη συγκρίσιμες συνθήκες, ώστε να διασφαλίσουν το μέγιστο δυνατό όφελος. Στην πραγματικότητα τα τελικά αποτελέσματα είναι αμφίβολα, καθώς όπως πιστοποιεί η RAND, η ρευστότητα αυτών των παιγνιδιών, υπονομεύει επικίνδυνα τα αρχικά διαφαινόμενα οφέλη.
Όμως φροντίζει να μελετά στατιστικά τις αντιδράσεις του κοινού στα παιγνίδια που σχεδιάζει και στο φύλλο του Οκτωβρίου του 1984 το εκλαϊκευμένο επιστημονικό περιοδικό SCIENCE, προσκαλεί τους αναγνώστες του να συμμετάσχουν σε μία παραλλαγή ενός παιγνιδιού που συγκαλύπτει έντεχνα το ζήτημα του εθελοντισμού, προσφέροντας και ένα μικρό χρηματικό έπαθλο. Η διεύθυνση του περιοδικού δέχεται τελικά 33.511 απαντήσεις από τις οποίες οι 21.753 προκρίνουν την εθελοντική στάση, ενώ οι 11.758 την απορρίπτουν. Από την πλευρά της και η RAND  προχωρεί σε πειραματικές εφαρμογές, πιστοποιώντας στατιστικά πως χονδρικά οι 2 στους 3 ανθρώπους επιλέγουν την στάση του εθελοντή, καταλήγοντας πως η οποιαδήποτε κοινωνική στρατηγική οφείλει να επιτρέπει την ανάδυση και την ισχυροποίηση του στοιχείου του εθελοντισμού, ώστε να σημειώσει την θεωρητικά προβλεπόμενη επιτυχία.


Ο ερευνητής και διάσημος μαθηματικός Lloyd S. Shapley, που τιμάται με το Βραβείο Νόμπελ για τα μαθηματικά το 2012, λόγω των μελετών του στην θεωρία παιγνίων σε προβλήματα συνδυασμού παραμέτρων με διαφορετικά ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά με σκοπό την εξαγωγή των βέλτιστων λύσεων (RAND CORPORATION)

Η RAND και η Ισλαμική Τρομοκρατία

Το 2008 η RAND παραδίδει στην κυβέρνηση Bush μία μελέτη, στην οποία καταλήγει ότι ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας συνιστά μία παταγώδη αποτυχία και πως οι μέχρι τούδε αμερικανικές προσπάθειες καταλήγουν να πλήττουν ανεπανόρθωτα το κύρος της χώρας. Ο οργανισμός θεωρεί ότι ακόμη και η χρήση του όρου πόλεμος είναι ατυχής και ότι στην πραγματικότητα οι προσπάθειες οφείλουν να επικεντρωθούν στον αντιτρομοκρατικό αγώνα. Η μελέτη συμπεριλαμβάνει την συστηματική σπουδή 648 τρομοκρατικών ομάδων μεταξύ των ετών 1968 και 2006, παρατηρώντας ότι οι στρατιωτικής υφής επιχειρήσεις εναντίον αυτών των ομάδων αποτελούν τα  πλέον αποτυχημένα αντίμετρα, επιτυγχάνοντας σε ποσοστό μόλις 7% το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Το συμπέρασμα τονίζει ότι η στρατιωτική ισχύς συνιστά απλώς ένα αμβλύ εργαλείο που είναι πρακτικά αδύνατον να διατρήσει τον πυρήνα αυτών των οργανώσεων. Επιπλέον η αξιοποίηση αμερικανικών δυνάμεων εναντίον τρομοκρατών ενέχει τον κίνδυνο να στρέψει τον τοπικό πληθυσμό εναντίον της κυβέρνησής του και των ΗΠΑ, καθώς συχνά άμαχοι και αθώοι πολίτες καταλήγουν θύματα των αντιτρομοκρατικών επιχειρήσεων.
Μόνον στο Αφγανιστάν παρατηρεί η RAND με βάση τις αναφορές της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι αναίτιοι θάνατοι, για τους οποίους την κύρια ευθύνη φέρουν οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί, στρέφουν σε πολλές περιοχές τον τοπικό πληθυσμό στο πλευρό των ένοπλων ομάδων που αντιστέκονται  στους Αμερικανούς, με συνέπεια οι πολεμικές επιχειρήσεις να καθίστανται πλέον εντελώς αντιπαραγωγικές.
Στο τελικό της πόρισμα η RAND καταλήγει πως ο πόλεμος των ΗΠΑ κατά της τρομοκρατίας και ειδικά εναντίον της al Qaida αποτελεί μία πρώτου μεγέθους αποτυχία και οφείλει να προκαλέσει την δραστική αναθεώρηση της αντιτρομοκρατικής στρατηγικής των ΗΠΑ. Αντίθετα οι αναλυτές του οργανισμού προκρίνουν μία πολιτική αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών των ΗΠΑ και των τοπικών αστυνομικών και στρατιωτικών δυνάμεων, οι οποίες οφείλουν να αφεθούν απερίσπαστες στην δράση τους κατά των τρομοκρατών. Αυτή η πολιτική συνεπάγεται μία σχεδόν ασήμαντη ή και μηδενική ακόμη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στις περιοχές αυτές και κάθε ιδέα αύξησης των στρατιωτικών δυνάμεων στις κρίσιμες ζώνες είναι εντελώς ανόητη.
Ουσιαστικά ο οργανισμός προτρέπει την κυβέρνηση να αποσυρθεί ολοκληρωτικά από τα υπάρχοντα μέτωπα, καθώς θεωρεί με βάση το γνωστό ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΥ πως οι κυβερνήσεις των χωρών που πλήττονται από την τρομοκρατία έχουν πολύ μεγάλα συμφέροντα για την καταπολέμησή της, με πρώτο και ίσως σημαντικώτερο την διατήρηση της νομής της εξουσίας. Ούτως ή άλλως δεν πρόκειται για μία ριζοσπαστική αντίληψη, αφού είναι γνωστό πως σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις των αραβικών χωρών, λόγω της ιδιομορφίας των πολιτικών τους καθεστώτων, απεχθάνονται κάθε μορφή ανατροπής της εξουσίας και ειδικά την δράση των ακραίων ισλαμιστών που απειλεί άμεσα την κυριαρχία τους.

Η RAND και η Οικονομική Κρίση

H πλέον γνωστή οικονομική και στρατηγική μελέτη της RAND αφορά την έξοδο των ΗΠΑ από την σοβαρότατη οικονομική κρίση του 2008 και τα στοιχεία της είναι γνωστά από διαρροές μυστικών υπηρεσιών.  Κινεζικές πηγές που ασχολούνται με το ζήτημα υποστηρίζουν πως υπεύθυνες για την διαρροή είναι οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες και συγκεκριμμένα ειδησεογραφικά δίκτυα, που αποκαλύπτουν πως ο οργανισμός προτείνει στο Πεντάγωνο και την αμερικανική κυβέρνηση την πρόκληση νέων συγκρούσεων με κάποια αδιευκρίνιστη μεγάλη δύναμη, αξιοποιώντας για την χρηματοδότησή του τα υπέρογκα ποσά που ήδη χρησιμοποιούνται για την διάσωση των κεφαλαιαγορών και των αγορών χρήματος. Μάλιστα κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών παρατηρούνται έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ διαφόρων αναλυτών ως προς το εάν και κατά πόσον αυτή η μεγάλη δύναμη που δεν κατονομάζεται είναι η Ρωσσία, η Κίνα ή ακόμα και η Ιαπωνία, αλλά και κατά πόσον είναι εφικτό μία κίνηση αυτής της μορφής να αναζωογονήσει την παραπαίουσα αμερικανική οικονομία.
Η πρόταση παρακινεί ουσιαστικά τις ΗΠΑ να εμπλακούν έμμεσα σε εμπόλεμη σύρραξη με μία σημαντική δύναμη και όχι μικρού μεγέθους όπως το Ιράκ ή το Αφγανιστάν, με σχεδόν αποκλειστικό στόχο την οικονομική τους ανόρθωση και αυτό το στοιχείο προκαλεί έντονες συζητήσεις σε κινεζικά κυρίως μέσα μαζικής ενημέρωσης ως προς την ταυτότητα του ενδεχόμενου νέου στόχου των Αμερικανών. Πέραν της Ρωσσίας ή της Κίνας εξίσου πιθανός στόχος μέσω μεγάλων εσωτερικών αναταραχών είναι το Ιράν ή κάποια ισχυρή χώρα της Μέσης Ανατολής, όπως η Σαουδική Αραβία, καθώς ενέργειες εναντίον αυτών των χωρών είναι δυνατό να οδηγήσουν σε διεθνή ανάφλεξη. Εξίσου πιθανός στόχος θεωρείται και η Ιαπωνία με οφθαλμοφανή ένοχο και αποδιοπομπαίο τράγο την Βόρειο Κορέα, λόγω του ότι αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους πιστωτές των ΗΠΑ, κατέχοντας ένα μεγάλο μέρος των χρεωγράφων του αμερικανικού δημοσίου, ενώ αποκλείεται η περίπτωση του άμεσου πλήγματος κατά της Βορείου Κορέας, καθώς η μικρή αυτή χώρα δεν διαθέτει τα απαιτούμενα μεγέθη, ώστε να εκπληρώνει τις προϋποθέσεις που θέτει η RAND.
Η μελέτη συνάδει περίεργα με δημόσιες δηλώσεις σημαντικών Αμερικανών πολιτικών όπως ο πρώην αντιπρόεδρος Joe Biden, ο πρώην αρχηγός του επιτελείου Colin Powell, ή η γνωστή από την επέμβαση στην Γιουγκοσλαβία Madeleine Albright, που υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση του Barack Obama σύντομα πρόκειται να αντιμετωπίσει μία κυοφορούμενη μεγάλη διεθνή κρίση με απρόβλεπτες διαστάσεις (Αραβική Άνοιξη). Κατά τρόπο ανάλογο και ο πρόεδρος της συμβουλευτικής επιτροπής του Πενταγώνου, Michael Bayer, θεωρεί ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση αντιμετωπίζει προκλήσεις που αναπόφευκτα κλιμακώνονται δημιουργώντας το υπόβαθρο μίας σοβαρής διεθνούς κρίσης. Παράλληλα μία άλλη κίνηση που αποκαλύπτει ο πρώην εξέχων συνεργάτης της RAND (έως το 1996) σε θέματα στρατηγικής και εθνικής άμυνας George Freedman, αφορά μία σχεδιαζόμενη εισβολή στο Πακιστάν, μία σημαντική, αν και περιφερειακή πυρηνική δύναμη. Κατά τον θεωρούμενο στην εποχή μας κορυφαίο αναλυτή στρατηγικών θεμάτων (ηγείται του κέντρου στρατηγικών μελετών και πληροφοριών STRATFOR), η κίνηση αυτή αποτελεί το τελικό πλήγμα κατά της ακραίας ισλαμικής τρομοκρατίας και σύγκρουση με μία δύναμη μεσαίου μεγέθους, που ευνοεί τελεσίδικα σχεδόν τα αμερικανικά συμφέροντα, χωρίς σημαντικές επισφάλειες.
Η σχετικά χαλαρή στάση των ΗΠΑ έναντι της Βορείου Κορέας που εξελίσσεται σε πυρηνική δύναμη, απειλώντας στην Άπω Ανατολή κυρίως την Ιαπωνία (παρέχοντας την θρυαλλίδα για την αιτιολόγηση εμπλοκής σε μεγάλη κλίμακα), η αξιοποίηση της Γεωργίας ως μοχλού αποσταθεροποίησης στην ευαίσθητη  περιοχή του Καυκάσου, ή η υποτιθέμενη αδυναμία των ΗΠΑ να χαλιναγωγήσουν την επιθετική στάση του Ισραήλ έναντι του Ιράν,  η περίεργα προβαλλόμενη δραστηριοποίηση ισλαμικών τρομοκρατικών ομάδων στο Βόρειο Πακιστάν και τελικά των φανατικών του αποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους,  προσδιορίζουν γεωγραφικά τις ζώνες που ήδη εμπεριέχουν στοιχεία ικανά να οδηγήσουν σε σοβαρές διεθνείς κρίσεις εάν δεν αποκλιμακωθούν και συνεχίσουν να συντηρούνται οι υπάρχουσες εντάσεις.
Τα σημεία αυτά θεωρούνται εξαιρετικά επικίνδυνα και ικανά να προκαλούν επικίνδυνες αναφλέξεις, αν και το κρίσιμο σημείο που είναι πιθανόν να προδώσει μία ενδεχόμενη αρνητική εξέλιξη εστιάζεται στην συμπεριφορά των διεθνών τηλεοπτικών δικτύων. Αποτελεί πλέον κοινό μυστικό στα ανώτατα κλιμάκια των υπουργείων εξωτερικών των μεγάλων δυνάμεων και ειδικά των ΗΠΑ, πως το τηλεοπτικό μέσο έχει την δυνατότητα, αλλά και την ικανότητα να καθορίσει το εάν και κατά πόσον ένα γεγονός συνιστά κρίση, ορίζοντας μάλιστα και το μέγεθός της.  Κλασσικό παράδειγμα θεωρείται η περίπτωση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και των συγκρούσεων που ακολουθούν, όπου τα τηλεοπτικά μέσα και ειδικά το CNN αποφαίνονται πως πρόκειται για διεθνή κρίση πρώτου μεγέθους, αφιερώνοντας αναλογικά τεράστιο τηλεοπτικό χρόνο στην κάλυψή της. Μάλιστα κατά την διάρκεια της διετίας 1995-1997, το CNN ακολουθούμενο και από άλλα διεθνή δίκτυα αφιερώνει το 50% του τηλεοπτικού χρόνου της κάλυψης διεθνών γεγονότων στην ανθρωπιστική κρίση της Βοσνίας και ευρύτερα των καταπιεσμένων λαών την πρώην Γιουγκοσλαβίας, αναδεικνύοντας σε απόλυτη προτεραιότητα το πρόβλημα 3,7 εκατομμυρίων ανθρώπων, σε περίοδο που 35 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο (Σουδάν, Σομαλία, Αφγανιστάν, Τζατζικιστάν), αντιμετωπίζουν πρόβλημα ζωής και θανάτου σε φρικαλέες συνθήκες.
Η περιθωριοποίηση των υπολοίπων τραγωδιών προς όφελος της Βοσνίας, προλειαίνει ουσιαστικά το έδαφος στην κοινή γνώμη για την επέμβαση του ΝΑΤΟ τον Μάρτιο του 1999, αποκαλύπτοντας παράλληλα και την υφή των ενδείξεων (δηλαδή την συμπεριφορά των διεθνών τηλεοπτικών μέσων) που είναι δυνατόν να αξιοποιούνται για να διαγνώσει κανείς ενδεχόμενες ένοπλες και υποτίθεται διεθνείς παρεμβάσεις ανά τον κόσμο σε ενεστώτα χρόνο (όπως με την υπερπροβαλλόμενη καταστροφή ανατολικών προαστείων της Δμασκού από το καθεστώς του προέδου Άσσαντ και των συμμάχων του ή την ανθρωπιστική κρίση των μουσουλμανικών πληθυσμών της Μυαν-Μάρ). Υπάρχει λοιπόν μία αμφίδρομη κατά πάσα πιθανότητα σχέση μεταξύ των μέσων και των παραγόντων που προωθούν εξελίξεις αυτού του τύπου, όπου τα πρώτα προηγούνται συνήθως σε σχέση με τις τελικές παρεμβάσεις, στοιχείο που είναι δυνατόν να προδικάσει με αρκετή ακρίβεια τα γεγονότα που αναμένεται να επακολουθήσουν.

Η Τρέχουσα Εικόνα                                                                   

Σύμφωνα με τα στοιχεία του απολογισμού της  του 2017, η RAND απασχολεί 1.600 άτομα σε τέσσερα κέντρα σε μόνιμη βάση, εκ των οποίων το βασικό παραμένει η έδρα της στην Santa Monica της California, ενώ τα υπόλοιπα τρία λειτουργούν στην Ουάσιγκτων, στην Πενσυλβάνια στον χώρο του Πανεπιστημίου Carnegie-Mellon και στην Βοστώνη. Παράλληλα διατηρεί γραφεία στο Jackson του Mississipi και στην Νέα Ορλεάνη, αλλά και στην Ευρώπη, στο Cambridge της Μεγάλης Βρεταννίας και στις Βρυξέλλες, ενώ σημαντικό είναι και το γραφείο της στην Doha του Κατάρ. Από τα κατά καιρούς σημαντικά της στελέχη 32 είναι κάτοχοι του βραβείου Νόμπελ και το μηνιαίο της έντυπο με τίτλο THE RAND JOURNAL OF ECONOMICS, εξακολουθεί να αποτελεί βασικό όργανο επιρροής στις χρηματοοικονομικές αγορές.


Το κτίριο της RAND στο Pittsburg (RAND CORPORATION)

Ο οργανισμός ασχολείται με θέματα παιδαγωγικής, δικαιοσύνης, εκπαίδευσης, περιβάλλοντος, ενέργειας, υγείας, διεθνούς πολιτικής, αγοράς εργασίας, εταιρικής διακυβέρνησης, οικονομικής ανάπτυξης, διαχείρισης πληροφοριών, επιστήμης και τεχνολογίας, κοινωνικής προστασίας, τρομοκρατίας, τέχνης και μεταφορών. Σύμφωνα με τον τελευταίο ετήσιο απολογισμό του, το 50% των ερευνών αφορά ζητήματα εθνικής ασφάλειας, χωρίς όμως να δίδονται άλλες λεπτομέρειες. Οι έρευνες αυτές, όπως προδίδεται από τις παλαιότερες του οργανισμού, βασίζονται σε υποθέσεις που αξιοποιούνται με γνώμονα την θεωρία παιγνίων, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δύσκολο την επαλήθευσή τους, πόσο μάλλον τον εντοπισμό τους, αφού τα δεδομένα συνήθως προέρχονται από άκρως απόρρητα στοιχεία υπηρεσιών πληροφοριών. Η μοναδική φορά που έρχονται στο προσκήνιο της δημοσιότητας είναι το 1971, όταν δύο από τα σημαντικώτερα στελέχη της, οι Daniel Elsberg και Anthony Russo δημοσιοποιούν 7.000 σελίδες απόρρητων εγγράφων του Πενταγώνου σχετικών με το Βιετνάμ και την εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ινδοκίνα, προκαλώντας τρομακτική αναστάτωση. Όλες πάντως οι υπόλοιπες μελέτες, δηλαδή αυτές που δεν σχετίζονται με ζητήματα εθνικής ασφαλείας, δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο του οργανισμού και θεωρούνται σε διεθνές επίπεδο εξαιρετικά αξιόλογες.
Από τις τελευταίες ιδιαίτερα σημαντικές εμφανίζονται:
AFTER BREXIT – ALTERNATE FORMS OF BREXIT AND THEIR IMPLICATIONS FOR THE UNITED KINGDOM, THE EUROPEAN UNION AND THE UNITED STATES (2016), που διερευνά εναλλακτικές λύσεις στην έξοδο της Βρεταννίας από την Ε.Ε.,
THE ENEMY OF GOOD, ESTIMATING THE COST OF WAITING FOR NEARLY PERFECT AUTOMATED VEHICLES (2017), μία αναλυτική μελέτη κόστους για τον χρόνο εξέλιξης των αυτοματοποιημένων οχημάτων νέας τεχνολογίας,
WORKING CONDITIONS IN THE UNITED STATES (2017), μία εκτενής έρευνα για τις συνθήκες εργασίας στις ΗΠΑ και
THE RUSSIAN "FIREHOSE OF FALSEHOOD" PROPAGANDA MODEL –WHY IT MIGHT WORK AND OPTIONS TO COUNTER IT (2017), μία ενδελεχής ανάλυση των νέων ρωσσικών μεθόδων προπαγάνδας με επίκεντο την παραπληροφόρηση και των διαδικασιών αντιμετώπισής τους.

 Περισσότερο ενδιαφέροντα στοιχεία,                                                                      
-Merill M. Flood, SOME EXPERIMENTAL GAMES, Research Memorandum, RM-789, RAND CORPORATION, Santa Monica, California, 1952.
-Melvin Guyer & Anatol Rapoport, A TAXONOMY OF 2X2 GAMES, General Systems, 11/1966.
-Steven Livingston, CLARIFYING THE CNN EFFECT, Research Paper R-18, June 1997, The Joan Shorenstein Center, Press, Politics & Public Policy, Harvard University, John F. Kennedy School of Government.
-Daniel Elsberg, RISK, AMBIGUITY AND DECISION, Routledge, 2001.
-Daniel Elsberg, SECRETS, A MEMOIR OF VIETNAM AND THE PENTAGON PAPERS, Viking Press, New York, 2002.
-Fred Kaplan, THE WIZARDS OF ARMAGEDDON, Stanford University Press, 1991.
-Fred Kaplan, TRUTH STRANGER THAN STRANGELOVE, New York Times, 10 October 2004.
-William Poundstone, PRISONER’S DILEMMA, Doubleday, New York, 1992.
-George Freedman, AMERICA’S SECRET WAR, Doubleday, October 2004.
-Robert Hanks, THE WEEK IN RADIO, THINK TANK FOR UNTHINKABLE THOUGHTS, The Independent, 19 December 2007.
-Alexander Abella, SOLDIERS OF REASON, THE RAND CORPORATION AND THE RISE OF THE AMERICAN EMPPIRE, Harcourt, 2008.
-Paul Joseph Watson & Yihan Dai, RAND CORP, PROPOSALS TO THE PENTAGON, China Daily, October 30, 2008.
-Dan Kovalik, RAND CORP, WAR ON TERRORISM IS A FAILURE, The Huffington Post, April 16, 2009.
                       *
Γ. Ζ. Η.
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης