Νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, αυτή τη φορά από τη DBRS
Σε -μη προγραμματισμένη αναθεώρηση αξιολόγησης- αναβάθμιση της αξιολόγησης μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας για την Ελλάδα προχώρησε η DBRS Ratings, από «Β» σε «B (high)» (μία βαθμίδα), διατηρώντας σε θετικές, μάλιστα, τις προοπτικές (trend).
Η βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα επιβεβαιώθηκε σε «R-4».
Ο καναδικός οίκος επικαλείται την πρόσφατη (22/6) απόφαση του Eurogroup για ελάφρυνση του δημοσίου χρέους, σημειώνοντας ότι η ελάφρυνση υποστηρίζει μεσοπρόθεσμα την ικανότητα αποπληρωμής των χρεών της Ελλάδας.
Μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, τον Αύγουστο 2018, η χώρα θα διαθέτει αποθεματικό, ένα μέρος του οποίου θα χρησιμοποιηθεί για την αποπληρωμή του χρέους, ενώ η Ελλάδα θα επιστρέψει στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Η αναμενόμενη ενεργοποίηση του μηχανισμού "Ενισχυμένης Εποπτείας", που συνδέει πρόσθετα ευεργετικά οικονομικά μέτρα για την ανάληψη των δεσμεύσεων που απορρέουν από την πολιτική του προγράμματος, είναι ένας άλλος θετικός παράγοντας αξιολόγησης, επισημαίνεται.
«Αυτό θα πρέπει να αποτελέσει ένα πρόσθετο κίνητρο για να ενθαρρυνθεί η Ελλάδα να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη.
Το θετικό trend αντικατοπτρίζει την πιθανότητα η Ελλάδα να συνεχίσει την πορεία μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του ενισχυμένου μηχανισμού επιτήρησης, αλλά και να επιστρέψει σταδιακά στη χρηματοδότηση από τις αγορές.
Τα οφέλη της ένταξης στην Ευρωζώνη, όπως αποδεικνύεται από τη θεσμική στήριξη της ΕΕ από την Ελλάδα από το 2010, καθώς και η έντονη πρόοδος με τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στηρίζουν τις αξιολογήσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά ο οίκος.
Σε αντίθετοι κλίμα, στις προκλήσεις περιλαμβάνονται το πολύ υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους και η ποιότητα περιουσιακών στοιχείων στις «αδύναμες» εγχώριες τράπεζες.
Σε αντίθετο κλίμα, στις προκλήσεις περιλαμβάνονται το πολύ υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους και η ποιότητα περιουσιακών στοιχείων στις «αδύναμες» εγχώριες τράπεζες.
Μία ενδεχόμενη αναβάθμιση θα είναι αποτέλεσμα:
(1) της συνεχούς εφαρμογής δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης
(2) της συμμόρφωσης με την παρακολούθηση μετά το πρόγραμμα
(3) της μεγαλύτερης πρόσβαση στην αγορά ομολόγων.
Αντιθέτως, η υποβάθμιση των προοπτικών θα μπορούσε να προέλθει από:
(1) την ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
(2) την ουσιαστική δημοσιονομική ολίσθηση
(3) μία νέα αστάθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα.
«Η βιωσιμότητα του χρέους αντιμετωπίζεται εν μέρει με την ελάφρυνση χρέους.
Τα νέα μέτρα για το χρέος βελτιώνουν τις εκτιμήσεις της Κομισιόν για το χρέος και τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης (GFN, % του ΑΕΠ) βάσει ενός βασικού και δυσμενούς σεναρίου.
Στο βασικό σενάριο, από το 188,6% το 2018, ο δείκτης χρέους μειώνεται στο 96,8% το 2060 σε σύγκριση με το 127% πριν από τα μέτρα.
Επιπλέον, τα μέτρα παρατείνουν τη χρονική περίοδο που η GFN παραμένει κάτω από το 15%.
Ο δείκτης GFN βρίσκεται κάτω από το μακροπρόθεσμο όριο αναφοράς 20% καθ 'όλη τη διάρκεια της περιόδου προβλέψεων με τα νέα μέτρα.
Ένα αποθεματικό ταμειακής ρευστότητας ύψους 24 δισ. ευρώ, το οποίο αντιπροσωπεύει σχεδόν τα δύο χρόνια των αναγκών αποπληρωμής του χρέους της Ελλάδας, αποτελεί βασικό ανοιχτό εμπόδιο.
Αυτό επιτρέπει στην Ελλάδα να επιδείξει συνέχιση των πολιτικών που υποστηρίζουν την ανάπτυξη, αυξάνοντας την εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να παραμείνει σε καλό δρόμο.
Κεφάλαια ύψους €5,5 δισ. από το τελικό αποθεματικό έχουν δεσμευθεί για αποπληρωμές», σχολιάζει ο οίκος, συμπληρώνοντας ότι η οικονομική εμπιστοσύνη υποστηρίζεται από την επιτυχή ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης.
Οι οικονομικές προβλέψεις του οίκου
Η DBRS αναμένει δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξεως του 0,8% και 0,9% του ΑΕΠ τα έτη 2018 και 2019, αντίστοιχα, έναντι 0,8% το περασμένο έτος.
Σε ό,τι αφορά στην οικονομική ανάπτυξη, αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,9% και 2,3% για την εν λόγω διετία, έναντι 1,4% το περασμένο έτος.
Ο δείκτης δημοσίου χρέους θα υποχωρήσει ελαφρά, στο 177,9% του ΑΕΠ το 2019, έπειτα από αύξηση στο 179,5% το τρέχον έτος -στο 178,6% το 2017.
Ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 0,7% στο τέλος του 2018, για να ενισχυθεί στο 1,1% το 2018 -παρόμοια επίδοση με το περασμένο έτος.
Τέλος, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα συρρικνωθεί στο 0,6% του ΑΕΠ το 2018, από 1,1% το περασμένο έτος, για να μειωθεί περαιτέρω το 2019, στο 0,6%.
«Η -σε ετήσια βάση- ανάπτυξη κατά 2,3% το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, λόγω της ισχυρότερης αύξησης των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, δείχνει ότι η σταδιακή ανάκαμψη ενισχύεται.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να μεγεθυνθεί με ρυθμό 1,9% φέτος, με την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις να είναι οι κύριοι συντελεστές, λόγω της σημαντικής βελτίωσης στην αγορά εργασίας και το επιχειρηματικό κλίμα».
Τράπεζες
Η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών της Ελλάδας συνεχίζει να βελτιώνεται και ενισχύεται από τις θετικότερες οικονομικές εξελίξεις.
Εντούτοις, διατηρούνται τα υψηλά επίπεδα απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων, με τον λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων -επί του συνόλου των ακαθάριστων δανείων- να φθάνει το 43,1% στο τέλος Δεκεμβρίου 2017.
Για το 2018, η μείωση εξάρτησης των τραπεζών από τον ELA (Emergency Liquidity Assistance), σε 10,9 δισ. ευρώ σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, αντανακλά τη βελτιωμένη ρευστότητα, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις αγορές χονδρικής. Επίσης, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 7,4%, τον Μάιο 2018.
Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι που εισήχθησαν τον Ιούνιο του 2015, έχουν, επίσης, χαλαρώσει, ενώ η πίστωση στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα σταθεροποιείται.
Η διακοπή χρήσης ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση για τη χρηματοδότηση από την ΕΚΤ πρόκειται θα αναθεωρηθεί μέχρι το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο 2018, ωστόσο οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι εάν ανακληθεί, οι τράπεζες θα πρέπει να καλύψουν το κενό με τις επαναπατριζόμενες καταθέσεις, ή, εάν είναι απαραίτητο, με πιο ακριβό ELA, επισημαίνει ο οίκος.
Το ισχυρότερο ΑΕΠ ενισχύει την απασχόληση και τα πρωτογενή πλεονάσματα
Η Ελλάδα κατάφερε να αποκαταστήσει τη δημοσιονομική της βιωσιμότητα, σημειώνει ο οίκος.
Από το 2010, πέρασε μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, με τη σωρευτική βελτίωση του πρωτογενούς αποτελέσματος να υπερβαίνει τις 16 ποσοστιαίες μονάδες το 2017.
Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 4,2%, πολύ υψηλότερα από το στόχο του 1,75% που είχε τεθεί από το πρόγραμμα.
Ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα καθορίζεται στο 3,5% ετησίως, την περίοδο 2019-2022.
Η DBRS θεωρεί ότι οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια των προγραμμάτων προσαρμογής, έχουν αποκαταστήσει τη δημοσιονομική βιωσιμότητα της Ελλάδας, ωστόσο η αντοχή εξαρτάται από τη διατήρηση της ανάκαμψης στην οικονομίας.
Οι εξωτερικές ανισορροπίες έχουν ουσιαστικά υποχωρήσει
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας παρουσιάζει μια βελτιωμένη τάση, μειούμενη κατά σχεδόν 12 ποσοστιαίες μονάδες από το 2009, στο 0,8% του ΑΕΠ το 2017, έναντι 12,3% το 2009.
Το 2018, αναμένεται να είναι διατηρηθεί στα επίπεδα του 2017, που υποστηρίζονται από την ισχυρή απόδοση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Οι εξαγωγές αγαθών της Ελλάδας αυξήθηκαν κατά 58% από το 2009 σε ονομαστικές τιμές. Το ισχυρό ισοζύγιο υπηρεσιών συνέβαλε επίσης στην αύξηση του πλεονάσματος κατά 9,8% του ΑΕΠ το 2017 από πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ το 2009.
Αυτό οφείλεται κυρίως στη βελτίωση του ταξιδιωτικού ισοζυγίου, ενώ τα τουριστικά έσοδα αυξάνονται κατά 10,8% το 2017 λόγω της αύξησης του αριθμού των εισερχόμενων επισκεπτών και της αύξησης των δαπανών ανά ταξίδι.
Οι αφίξεις στο εξωτερικό αυξήθηκαν κατά 9,7% το 2017 και αναμένεται να αυξηθούν ακόμα πιο έντονα το 2018, κυρίως λόγω της αυξημένης σύνδεσης με τον αέρα και της επέκτασης της τουριστικής περιόδου.
Ωστόσο, η αρνητική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδας (NIIP) παραμένει υψηλή, στο 141,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2017, έναντι 88,8% το 2011, αντανακλώντας, κυρίως, το εξωτερικό χρέος του δημόσιου τομέα.
Αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα εξαιτίας του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των δανείων του δημόσιου εξωτερικού προς τον δημόσιο τομέα, επισημαίνεται.
Η DBRS «βλέπει» μια σταθερή δέσμευση για μεταρρυθμίσεις
Το πολιτικό τοπίο της Ελλάδας άλλαξε δραστικά κατά τα έτη κρίσης, με αποτέλεσμα πέντε εθνικές εκλογές, οκτώ πρωθυπουργούς και τέσσερις κυβερνήσεις συνασπισμού.
Η κυβέρνηση συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που εκλέχθηκε τον Σεπτέμβριο του 2015, παρά τη λεπτή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι η μακροβιότερη από το 2009.
Ωστόσο, η νομοθεσία ορισμένων μέτρων είχε αρνητικό αντίκτυπο στη λαϊκή υποστήριξη ΣΥΡΙΖΑ.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία, «οδηγεί» την πρόθεση ψήφου κατά σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Η DBRS εκτιμά ότι η αυξημένη πολιτική σταθερότητα που παρατηρήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια, είναι πιθανό να διατηρηθεί μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής και δεν αναμένονται πολιτικές ανατροπές.
www.bankingnews.gr
Η βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα επιβεβαιώθηκε σε «R-4».
Ο καναδικός οίκος επικαλείται την πρόσφατη (22/6) απόφαση του Eurogroup για ελάφρυνση του δημοσίου χρέους, σημειώνοντας ότι η ελάφρυνση υποστηρίζει μεσοπρόθεσμα την ικανότητα αποπληρωμής των χρεών της Ελλάδας.
Μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, τον Αύγουστο 2018, η χώρα θα διαθέτει αποθεματικό, ένα μέρος του οποίου θα χρησιμοποιηθεί για την αποπληρωμή του χρέους, ενώ η Ελλάδα θα επιστρέψει στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Η αναμενόμενη ενεργοποίηση του μηχανισμού "Ενισχυμένης Εποπτείας", που συνδέει πρόσθετα ευεργετικά οικονομικά μέτρα για την ανάληψη των δεσμεύσεων που απορρέουν από την πολιτική του προγράμματος, είναι ένας άλλος θετικός παράγοντας αξιολόγησης, επισημαίνεται.
«Αυτό θα πρέπει να αποτελέσει ένα πρόσθετο κίνητρο για να ενθαρρυνθεί η Ελλάδα να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη.
Το θετικό trend αντικατοπτρίζει την πιθανότητα η Ελλάδα να συνεχίσει την πορεία μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του ενισχυμένου μηχανισμού επιτήρησης, αλλά και να επιστρέψει σταδιακά στη χρηματοδότηση από τις αγορές.
Τα οφέλη της ένταξης στην Ευρωζώνη, όπως αποδεικνύεται από τη θεσμική στήριξη της ΕΕ από την Ελλάδα από το 2010, καθώς και η έντονη πρόοδος με τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στηρίζουν τις αξιολογήσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά ο οίκος.
Σε αντίθετοι κλίμα, στις προκλήσεις περιλαμβάνονται το πολύ υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους και η ποιότητα περιουσιακών στοιχείων στις «αδύναμες» εγχώριες τράπεζες.
Σε αντίθετο κλίμα, στις προκλήσεις περιλαμβάνονται το πολύ υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους και η ποιότητα περιουσιακών στοιχείων στις «αδύναμες» εγχώριες τράπεζες.
Μία ενδεχόμενη αναβάθμιση θα είναι αποτέλεσμα:
(1) της συνεχούς εφαρμογής δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης
(2) της συμμόρφωσης με την παρακολούθηση μετά το πρόγραμμα
(3) της μεγαλύτερης πρόσβαση στην αγορά ομολόγων.
Αντιθέτως, η υποβάθμιση των προοπτικών θα μπορούσε να προέλθει από:
(1) την ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
(2) την ουσιαστική δημοσιονομική ολίσθηση
(3) μία νέα αστάθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα.
«Η βιωσιμότητα του χρέους αντιμετωπίζεται εν μέρει με την ελάφρυνση χρέους.
Τα νέα μέτρα για το χρέος βελτιώνουν τις εκτιμήσεις της Κομισιόν για το χρέος και τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης (GFN, % του ΑΕΠ) βάσει ενός βασικού και δυσμενούς σεναρίου.
Στο βασικό σενάριο, από το 188,6% το 2018, ο δείκτης χρέους μειώνεται στο 96,8% το 2060 σε σύγκριση με το 127% πριν από τα μέτρα.
Επιπλέον, τα μέτρα παρατείνουν τη χρονική περίοδο που η GFN παραμένει κάτω από το 15%.
Ο δείκτης GFN βρίσκεται κάτω από το μακροπρόθεσμο όριο αναφοράς 20% καθ 'όλη τη διάρκεια της περιόδου προβλέψεων με τα νέα μέτρα.
Ένα αποθεματικό ταμειακής ρευστότητας ύψους 24 δισ. ευρώ, το οποίο αντιπροσωπεύει σχεδόν τα δύο χρόνια των αναγκών αποπληρωμής του χρέους της Ελλάδας, αποτελεί βασικό ανοιχτό εμπόδιο.
Αυτό επιτρέπει στην Ελλάδα να επιδείξει συνέχιση των πολιτικών που υποστηρίζουν την ανάπτυξη, αυξάνοντας την εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να παραμείνει σε καλό δρόμο.
Κεφάλαια ύψους €5,5 δισ. από το τελικό αποθεματικό έχουν δεσμευθεί για αποπληρωμές», σχολιάζει ο οίκος, συμπληρώνοντας ότι η οικονομική εμπιστοσύνη υποστηρίζεται από την επιτυχή ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης.
Οι οικονομικές προβλέψεις του οίκου
Η DBRS αναμένει δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξεως του 0,8% και 0,9% του ΑΕΠ τα έτη 2018 και 2019, αντίστοιχα, έναντι 0,8% το περασμένο έτος.
Σε ό,τι αφορά στην οικονομική ανάπτυξη, αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,9% και 2,3% για την εν λόγω διετία, έναντι 1,4% το περασμένο έτος.
Ο δείκτης δημοσίου χρέους θα υποχωρήσει ελαφρά, στο 177,9% του ΑΕΠ το 2019, έπειτα από αύξηση στο 179,5% το τρέχον έτος -στο 178,6% το 2017.
Ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 0,7% στο τέλος του 2018, για να ενισχυθεί στο 1,1% το 2018 -παρόμοια επίδοση με το περασμένο έτος.
Τέλος, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα συρρικνωθεί στο 0,6% του ΑΕΠ το 2018, από 1,1% το περασμένο έτος, για να μειωθεί περαιτέρω το 2019, στο 0,6%.
«Η -σε ετήσια βάση- ανάπτυξη κατά 2,3% το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, λόγω της ισχυρότερης αύξησης των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, δείχνει ότι η σταδιακή ανάκαμψη ενισχύεται.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να μεγεθυνθεί με ρυθμό 1,9% φέτος, με την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις να είναι οι κύριοι συντελεστές, λόγω της σημαντικής βελτίωσης στην αγορά εργασίας και το επιχειρηματικό κλίμα».
Τράπεζες
Η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών της Ελλάδας συνεχίζει να βελτιώνεται και ενισχύεται από τις θετικότερες οικονομικές εξελίξεις.
Εντούτοις, διατηρούνται τα υψηλά επίπεδα απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων, με τον λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων -επί του συνόλου των ακαθάριστων δανείων- να φθάνει το 43,1% στο τέλος Δεκεμβρίου 2017.
Για το 2018, η μείωση εξάρτησης των τραπεζών από τον ELA (Emergency Liquidity Assistance), σε 10,9 δισ. ευρώ σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, αντανακλά τη βελτιωμένη ρευστότητα, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις αγορές χονδρικής. Επίσης, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 7,4%, τον Μάιο 2018.
Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι που εισήχθησαν τον Ιούνιο του 2015, έχουν, επίσης, χαλαρώσει, ενώ η πίστωση στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα σταθεροποιείται.
Η διακοπή χρήσης ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση για τη χρηματοδότηση από την ΕΚΤ πρόκειται θα αναθεωρηθεί μέχρι το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο 2018, ωστόσο οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι εάν ανακληθεί, οι τράπεζες θα πρέπει να καλύψουν το κενό με τις επαναπατριζόμενες καταθέσεις, ή, εάν είναι απαραίτητο, με πιο ακριβό ELA, επισημαίνει ο οίκος.
Το ισχυρότερο ΑΕΠ ενισχύει την απασχόληση και τα πρωτογενή πλεονάσματα
Η Ελλάδα κατάφερε να αποκαταστήσει τη δημοσιονομική της βιωσιμότητα, σημειώνει ο οίκος.
Από το 2010, πέρασε μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, με τη σωρευτική βελτίωση του πρωτογενούς αποτελέσματος να υπερβαίνει τις 16 ποσοστιαίες μονάδες το 2017.
Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 4,2%, πολύ υψηλότερα από το στόχο του 1,75% που είχε τεθεί από το πρόγραμμα.
Ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα καθορίζεται στο 3,5% ετησίως, την περίοδο 2019-2022.
Η DBRS θεωρεί ότι οι δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια των προγραμμάτων προσαρμογής, έχουν αποκαταστήσει τη δημοσιονομική βιωσιμότητα της Ελλάδας, ωστόσο η αντοχή εξαρτάται από τη διατήρηση της ανάκαμψης στην οικονομίας.
Οι εξωτερικές ανισορροπίες έχουν ουσιαστικά υποχωρήσει
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας παρουσιάζει μια βελτιωμένη τάση, μειούμενη κατά σχεδόν 12 ποσοστιαίες μονάδες από το 2009, στο 0,8% του ΑΕΠ το 2017, έναντι 12,3% το 2009.
Το 2018, αναμένεται να είναι διατηρηθεί στα επίπεδα του 2017, που υποστηρίζονται από την ισχυρή απόδοση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Οι εξαγωγές αγαθών της Ελλάδας αυξήθηκαν κατά 58% από το 2009 σε ονομαστικές τιμές. Το ισχυρό ισοζύγιο υπηρεσιών συνέβαλε επίσης στην αύξηση του πλεονάσματος κατά 9,8% του ΑΕΠ το 2017 από πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ το 2009.
Αυτό οφείλεται κυρίως στη βελτίωση του ταξιδιωτικού ισοζυγίου, ενώ τα τουριστικά έσοδα αυξάνονται κατά 10,8% το 2017 λόγω της αύξησης του αριθμού των εισερχόμενων επισκεπτών και της αύξησης των δαπανών ανά ταξίδι.
Οι αφίξεις στο εξωτερικό αυξήθηκαν κατά 9,7% το 2017 και αναμένεται να αυξηθούν ακόμα πιο έντονα το 2018, κυρίως λόγω της αυξημένης σύνδεσης με τον αέρα και της επέκτασης της τουριστικής περιόδου.
Ωστόσο, η αρνητική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδας (NIIP) παραμένει υψηλή, στο 141,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2017, έναντι 88,8% το 2011, αντανακλώντας, κυρίως, το εξωτερικό χρέος του δημόσιου τομέα.
Αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα εξαιτίας του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των δανείων του δημόσιου εξωτερικού προς τον δημόσιο τομέα, επισημαίνεται.
Η DBRS «βλέπει» μια σταθερή δέσμευση για μεταρρυθμίσεις
Το πολιτικό τοπίο της Ελλάδας άλλαξε δραστικά κατά τα έτη κρίσης, με αποτέλεσμα πέντε εθνικές εκλογές, οκτώ πρωθυπουργούς και τέσσερις κυβερνήσεις συνασπισμού.
Η κυβέρνηση συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που εκλέχθηκε τον Σεπτέμβριο του 2015, παρά τη λεπτή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι η μακροβιότερη από το 2009.
Ωστόσο, η νομοθεσία ορισμένων μέτρων είχε αρνητικό αντίκτυπο στη λαϊκή υποστήριξη ΣΥΡΙΖΑ.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία, «οδηγεί» την πρόθεση ψήφου κατά σχεδόν 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Η DBRS εκτιμά ότι η αυξημένη πολιτική σταθερότητα που παρατηρήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια, είναι πιθανό να διατηρηθεί μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής και δεν αναμένονται πολιτικές ανατροπές.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών