Απόψεις - Άρθρα

Αθηνά Δρέττα - Παναγιώτης Μανωλάκος: Μπορεί η Αγροτική παραγωγή να αλλάξει την Ελλάδα;

Αθηνά Δρέττα - Παναγιώτης Μανωλάκος: Μπορεί η Αγροτική παραγωγή να αλλάξει την Ελλάδα;
Έχει έρθει λοιπόν η ώρα να διαλέξουμε ποιο παραγωγικό μοντέλο θέλουμε
Μέσα στην κρίση δημιουργήθηκε -μεταξύ άλλων- μια ολόκληρη αφήγηση που λίγο έως πολύ περιέγραφε πως η έξοδος από την κρίση θα προκύψει από την «επιστροφή των νέων στην καλλιέργεια της γης».
Άκουγες πολιτικούς να λένε πως πρέπει να «αρχίσουμε να παράγουμε ξανά στα χωράφια» ή πως «πρέπει να γίνουμε και πάλι αυτάρκεις».
Όλα αυτά τα -ομολογουμένως όμορφα- λόγια κρύβουν μια αλήθεια.
Ότι ο γεωργικός πληθυσμός παγκοσμίως μειώνεται ενώ την ίδια στιγμή η παραγωγή αυξάνεται.
Μπορεί να φαίνεται ως παράδοξο, αλλά, στην πραγματικότητα δεν είναι.
Εξηγείται εύκολα μέσω της βελτίωσης των τεχνικών στην καλλιέργεια, δηλαδή μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας. Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που υπάρχει μια τεράστια διαφοροποίηση του πληθυσμού που ασχολείται με τον πρωτογενή τομέα ανάμεσα στις χώρες, πιο συγκεκριμένα στις αναπτυγμένες χώρες λιγότερο από το 5% του πληθυσμού εργάζεται σε αυτό τον τομέα ενώ απασχολεί πάνω από τα 2/3 του πληθυσμού στις φτωχές χώρες.
Δεν χρειάζεται λοιπόν να «επιστρέψουν οι νέοι» ή για να είμαστε πιο ακριβείς, ακόμα και αν επιστρέψουν εφόσον δεν αλλάξουμε τον τρόπο παραγωγής τα αποτελέσματα θα είναι στην καλύτερη περίπτωση πενιχρά.
Για να μπορέσουμε να κάνουμε αυτές τις αλλαγές, δεν θα χρειαστεί να «ανακαλύψουμε εκ νέου τον τροχό».
Χρειάζεται να μεταφέρουμε δημιουργικά επιτυχημένα μοντέλα που λειτουργούν αλλού και να ενσωματώσουμε ταυτόχρονα τις πλέον σύγχρονες τεχνολογικές τάσεις.
Τέτοια λογική ακολουθούν στην αγροτική παραγωγή η Ολλανδία και το Ισραήλ.
Οι πρώτοι έχουν κατορθώσει να έχουν αποδόσεις που αγγίζουν σε αξία 1700 ευρώ ανά στρέμμα ενώ το Ισραήλ επιτυγχάνει παραγωγή αξίας περίπου 1290 ευρώ ανά στρέμμα.
Αν τα συγκρίνουμε με τα μόλις 190 ευρώ ανά στρέμμα που επιτυγχάνουμε εμείς τότε καταλαβαίνουμε το πόσο πίσω είμαστε αλλά και το πόσο μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης έχουμε.
Στην πραγματικότητα έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν διπλό ανταγωνισμό.
Πρέπει από την μια, τα προϊόντα μας να είναι ανταγωνιστικά έναντι των χωρών που έχουν «προχωρήσει μπροστά», σε όρους δημιουργίας λειτουργικού πλαισίου, αξιοποίησης της τεχνολογίας και καινοτομίας, ενώ, έχουν και προνομιακή -σε σχέση με εμάς- πρόσβαση σε χαμηλότοκο δανεισμό.
Πρέπει όμως από την άλλη να μπορέσουμε να ανταγωνιστούμε και με προϊόντα χωρών η ανταγωνιστικότητα των  οποίων  προκύπτει από το κόστος  εργασίας, τα λιγότερα ρυθμιστικά μέτρα, ακόμα και από την πολύ χαλαρή πολιτική προστασίας του περιβάλλοντος.  
Για να τα καταφέρουμε χρειάζεται να κάνουμε μεγάλες αλλαγές σε τέσσερα επίπεδα.
Πρώτον σε θεσμικό, δεύτερο σε τεχνολογικό στην παραγωγή, τρίτο στην μεταποίηση και τέταρτο στα δίκτυα πωλήσεων, την αναγνωρισιμότητα των προϊόντων κλπ.
Μια τέτοια πολυεπίπεδη στρατηγική για την αλλαγή στον πρωτογενή τομέα θα πρέπει να περιλαμβάνει επενδυτικά κίνητρα, να στηρίζει τα προϊόντα που μπορούν να είναι διεθνώς ανταγωνιστικά.
Θα έχει ως οδηγό την αξιοποίηση της υπάρχουσας τεχνολογίας ενώ ταυτόχρονα θα αξιοποιεί (εθνικούς και κοινοτικούς) πόρους για έρευνα και καινοτομία και από Ελληνικές επιχειρήσεις και Ερευνητικά ιδρύματα.
Θα ωθεί σε ορθές γεωργικές πρακτικές και φυσικά θα βοηθά (κυρίως σε τεχνοκρατικό επίπεδο) στην ανάπτυξη δικτύων πωλήσεων και την δημιουργία brands για τα προϊόντα.
Αξίζει να κάνουμε ιδιαίτερη αναφορά στην αύξηση της παραγωγικότητας μέσα από την υιοθέτηση τεχνολογίας, ιδιαίτερα τεχνολογίας της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
Τα κινητά τηλέφωνα, οι υπολογιστές και τα drones μετατρέπονται σε εργαλεία, ενώ οι πληροφορίες που αυτά συγκεντρώνουν σε συνδυασμό με όσα προέρχονται από  αισθητήρες καλλιεργειών και εδάφους, από συστήματα καθορισμού θέσης και γεωγραφικά συστήματα πληροφοριών μας επιτρέπουν -από σήμερα- να περάσουμε σε μια εποχή «γεωργίας ακριβείας».
Μας επιτρέπουν δηλαδή να χρησιμοποιήσουμε εντός μιας καλλιέργειας (ή ζωικής παραγωγής) «εξατομικευμένες» παρεμβάσεις που περιορίζουν την χρήση πόρων και μεγιστοποιούν το αποτέλεσμα.
Αν όμως αυτή η χρησιμοποιούμενη τεχνολογία αιχμής στον αγροτικό τομέα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εξελισσόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση ριζοσπαστικοποιεί διαρκώς τα μέσα, τους τρόπους και την οργάνωση της παραγωγής. Στον αγροτικό τομέα -ήδη από το 2016- η Ιαπωνική κυβέρνηση χρηματοδοτεί έρευνες για την συνδυαστική χρήση των παραπάνω με artificial intelligence, internet of things και robot.
Ταυτόχρονα, σε ένα χωριό του Edgmond στην Αγγλία, στην φάρμα με την ονομασία «Hands Free Hectare» το 2017 είχαν την πρώτη συγκομιδή κριθαριού χωρίς την χρήση ανθρώπινης εργασίας, παρά μόνο αυτοματοποιημένων οχημάτων και μηχανών.
Έχει έρθει λοιπόν η ώρα να διαλέξουμε ποιο παραγωγικό μοντέλο θέλουμε.
Για να συμβάλλει αποφασιστικά ο πρωτογενής τομέας στην ευρύτερη αλλαγή που η χώρα μας χρειάζεται, πρέπει να οργανώσουμε την μετάβαση μας γρήγορα, αποτελεσματικά και με μια μετρήσιμη αλυσίδα στόχων, αλλιώς, ο κίνδυνος οι εξελίξεις να μας ξεπεράσουν οριστικά θα είναι κάτι παραπάνω από ορατός.

Αθηνά Δρέττα (ΠΡ.Γ.ΓΡ.ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Πρόεδρος “ΤΗΕCATALYST”)
Παναγιώτης Μανωλάκος (Κοινωνιολόγος)
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης