Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Eurobank: Η ενίσχυση της απασχόλησης και η πτώση της ανεργίας δεν αρκούν για την ανάκαμψη της Ελλάδας

Eurobank: Η ενίσχυση της απασχόλησης και η πτώση της ανεργίας δεν αρκούν για την ανάκαμψη της Ελλάδας
Στασιμότητα του δείκτη παραγωγικότητας της εργασίας τα τελευταία δύο έτη
Η ενίσχυση της απασχόλησης και η πτώση της ανεργίας δεν επαρκούν για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, υποστηρίζει η Eurobank, στην καθιερωμένη εβδομαδιαία ανάλυσή της, υπό τον διακριτικό τίτλο "7 Ημέρες Οικονομία".
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη Eurobank:
• Ο δείκτης της παραγωγικότητας της εργασίας (προϊόν ανά άτομο) ύστερα από τη μεγάλη πτώση που σημείωσε την τετραετία 2007-2011, κατέγραψε μια μικρή αύξηση το 2012 και για τα επόμενα δύο χρόνια (2013, 2014) παρέμεινε στάσιμος.
• Υπό το πρίσμα της προσφοράς, η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 2007-2011 ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού μειωμένης παραγωγικότητας της εργασίας και μειωμένης απασχόλησης. Για τα έτη 2012 και 2013, η αρνητική επίδραση της παραγωγικότητας της εργασίας εξαλείφθηκε και η μείωση του ΑΕΠ προήλθε κυρίως λόγω μείωσης της απασχόλησης.
• Η παραγωγικότητα της εργασίας αποτελεί θετική συνάρτηση δύο βασικών παραγόντων: 1ον του δείκτη αποτελεσματικότητας της χρήσης των παραγωγικών συντελεστών και 2ον του φυσικού κεφαλαίου ανά εργαζόμενο. Όσο αυξάνεται η αποτελεσματικότητα της χρήσης των παραγωγικών συντελεστών τόσο αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας. Όσο αυξάνεται το κεφάλαιο ανά άτομο τόσο πιο παραγωγικός γίνεται ο απασχολούμενος. Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας η πτώση της παραγωγικότητας της εργασίας για το διάστημα 2007-2011 είναι πιθανό να εξηγείται από τον μειωμένο βαθμό εκμετάλλευσης του κεφαλαίου, π.χ. μηχανές, κτήρια, εργοστάσια σε αδράνεια, και από τη χειροτέρευση της αποτελεσματικότητας της χρήσης των παραγωγικών συντελεστών, π.χ. λόγω χειροτέρευσης των συνθηκών στις υπηρεσίες χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης ή λόγω δημιουργίας κινήτρων για μη αποδοτική χρήση του παραγωγικού συντελεστή της εργασίας (υψηλή φορολογία, αβεβαιότητα κτλ.).
• Για το μήνα Ιανουάριο 2015 το ταξιδιωτικό ισοζύγιο ήταν πλεονασματικό (+11 εκ ευρώ), με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις να αυξάνονται κατά 14 εκ ευρώ (+9,1%) λόγω αύξησης της εισερχόμενης κίνησης των τουριστών κατά 49,9%.
• Μείωση του δείκτη κύκλου εργασιών στη βιομηχανία για τον Ιανουάριο 2015.

Αναλυτικά:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) το πραγματικό (σταθερές τιμές) Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν κατά τη διάρκεια της περιόδου 2007-2013 μειώθηκε κατά -66,25 δις ευρώ.
Την ίδια περίοδο, η συρρίκνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, της δημόσιας κατανάλωσης και των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου) ήταν της τάξης των -39,43, -10,80 και -39,99 δις ευρώ αντίστοιχα.
Από την πλευρά του εξωτερικού τομέα, δηλαδή των συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας με τις οικονομίες των χωρών από την αλλοδαπή, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά -4,97 δις ευρώ και οι εισαγωγές κατά -32,65 δις ευρώ.
Ως γνωστό τα προαναφερθέντα στοιχεία αφορούν τον τομέα της ζήτησης.
Ωστόσο, όταν εξετάζουμε την πορεία των μακροοικονομικών μεταβλητών μιας οικονομίας, είτε σε περιόδους ύφεσης είτε σε περιόδους άνθησης, είναι χρήσιμο εκτός από τον τομέα της ζήτησης να διερευνούμε και τον τομέα της προσφοράς.
Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, η μείωση της απασχόλησης τη χρονική περίοδο 2007-2011 (-470 χιλ. άτομα) συνοδεύτηκε και από σημαντική πτώση της παραγωγικότητας ανά απασχολούμενο.
Δηλαδή, όχι μόνο μειώθηκε ο αριθμός των εργαζομένων αλλά επιπρόσθετα σημείωσε πτώση και η παραγωγικότητά τους.
Το 2012 καταγράφηκε μια μικρή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και για τα επόμενα δύο χρόνια (2013, 2014) υπήρξε στασιμότητα. Παράλληλα, η απασχόληση μειώθηκε κατά 520 χιλ. άτομα.
Συνεπώς, για την χρονική περίοδο 2011-2014, η μείωση της απασχόλησης δεν συνοδεύτηκε και από μείωση της παραγωγικότητας.
Με βάση αυτά τα στοιχεία καταλήγουμε στο παρακάτω συμπέρασμα: υπό το πρίσμα της προσφοράς, η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 2007-2011 ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού μειωμένης παραγωγικότητας της εργασίας και μειωμένης απασχόλησης.
Για τα έτη 2012 και 2013, η αρνητική επίδραση της παραγωγικότητας της εργασίας εξαλείφθηκε και η μείωση του ΑΕΠ προήλθε κυρίως λόγω μείωσης της απασχόλησης.
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) διαμορφώθηκε στα -847 εκ ευρώ (έλλειμμα) για το μήνα Ιανουάριο 2015 και στα 1,08 δις ευρώ για το διάστημα Φεβρουαρίου 2014 – Ιανουαρίου 2015 (άθροισμα 12 μηνών).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) διαμορφώθηκε στα -847 εκ ευρώ (έλλειμμα) για το μήνα Ιανουάριο 2015 και στα 1,08 δις ευρώ (πλεόνασμα) για το διάστημα Φεβρουαρίου 2014 – Ιανουαρίου 2015. Σε σχέση με τον Δεκέμβριο 2014 παρατηρούμε πως υπάρχει μια ελαφρά βελτίωση της τάξης των 19,6 εκ ευρώ (από -866,6 εκ ευρώ) ενώ σε σχέση με τον Ιανουάριο 2014 το ΙΤΣ επιδεινώθηκε κατά -511 εκ ευρώ (από -336 εκ ευρώ).
Επιπρόσθετα, ο μέσος όρος του ελλείμματος του ΙΤΣ για το διάστημα Οκτωβρίου 2014 – Ιανουαρίου 2015, -744,1 εκ ευρώ, επιδεινώθηκε σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πριν από ένα, -412,3 εκ ευρώ, και δύο χρόνια αντίστοιχα, -537,2 εκ ευρώ. Ωστόσο, παραμένει αρκετά μικρότερος σε σχέση με τα αντίστοιχα μεγέθη προς τριετίας, -1.804,3 εκ ευρώ, ή τετραετίας, -2.288,6 εκ ευρώ.
Αναφορικά με την πορεία των επί μέρους ισοζυγίων, παρατηρούμε τα εξής:
I. Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου χειροτέρευσε κατά -903,3 εκ ευρώ σε σχέση με τον Δεκέμβριο 2014 (από -1.145,7 εκ ευρώ) και το γεγονός αυτό οφείλεται στη ραγδαία πτώση του ισοζυγίου των καυσίμων, από -17,1 εκ ευρώ στα -1.153,8 εκ ευρώ. Η προαναφερθείσα μεταβολή αντισταθμίστηκε σε έναν βαθμό από τη βελτίωση του ισοζυγίου των πλοίων κατά 101,9 εκ ευρώ (από -160,8 εκ ευρώ) και του εμπορικού ισοζυγίου χωρίς καύσιμα και πλοία κατά 131,5 εκ ευρώ (από -836,3 εκ ευρώ). Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε πως για το διάστημα Φεβρουαρίου 2014 – Ιανουαρίου 2015, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ήταν της τάξης των -18,27 δις ευρώ.
II. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών μειώθηκε κατά -135,6 εκ ευρώ κυρίως λόγω της πτώσης του πλεονάσματος του ισοζυγίου μεταφορών, από 701,2 εκ ευρώ στα 512,9 εκ ευρώ. Το ταξιδιωτικό ισοζύγιο αυξήθηκε στα 10,6 εκ ευρώ (από -17,7 εκ ευρώ) και το ίδιο ισχύει για το ισοζύγιο λοιπών υπηρεσιών το οποίο διαμορφώθηκε στα 5,9 εκ ευρώ (από -18,4 εκ ευρώ). Για το 12μήνο Φεβρουάριου 2014 – Ιανουαρίου 2015 το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών ήταν της τάξης των 19,76 δις ευρώ.
III. Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων κατέγραψε μια βελτίωση της τάξης των 156,1 εκ ευρώ (από -287,7 εκ ευρώ στα -131,6 εκ ευρώ) κυρίως λόγω της βελτίωσης του ελλείμματος του ισοζυγίου τόκων, μερισμάτων και κερδών κατά 165,3 εκ ευρώ (από -250,9 εκ ευρώ στα -85,6 εκ ευρώ). Παράλληλα, το έλλειμμα του ισοζυγίου αμοιβών και μισθών επιδεινώθηκε ελαφρώς κατά -9,2 εκ ευρώ (από -36,8 εκ ευρώ στα -46 εκ ευρώ).
IV. Το ισοζυγίου τρεχουσών μεταβιβάσεων σημείωσε αύξηση της τάξης των 902,3 εκ ευρώ (από έλλειμμα -98,2 εκ ευρώ σε πλεόνασμα 804,1 εκ ευρώ). Η συγκεκριμένη μεταβολή προήλθε από την αύξηση του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης από -93,9 εκ ευρώ στα 820 εκ ευρώ. Το ισοζύγιο λοιπών τομέων μειώθηκε ελαφρώς κατά -11,4 εκ ευρώ (από -4,4 εκ ευρώ στα -15,8 εκ ευρώ).
Τον Ιανουάριο του 2015 το ταξιδιωτικό ισοζύγιο παρουσίασε πλεόνασμα 11 εκατ. ευρώ, με τις καθαρές ταξιδιωτικές εισπράξεις να αντισταθμίζουν κατά 0,5% το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών και να συμβάλλουν κατά 2,1% στο σύνολο των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες.
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία, τον Ιανουάριο του 2015 το ταξιδιωτικό ισοζύγιο εμφάνισε πλεόνασμα 11 εκατ. ευρώ έναντι πλεονάσματος 5 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2014.
Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 14 εκατ. ευρώ (+9,1%) -από 156 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2014 στα 170 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2015- και οι ταξιδιωτικές πληρωμές παρουσίασαν αύξηση κατά 9 εκατ. ευρώ (+5,8%, Ιανουάριος 2015: 159 εκατ. ευρώ, Ιανουάριος 2014: 150 εκατ. ευρώ).
Η αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων οφείλεται κυρίως στην αύξηση των αφίξεων κατά 49,9%, καθώς η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε κατά 27,0%.
Συνολικά, για το μήνα Ιανουάριο οι καθαρές ταξιδιωτικές εισπράξεις αντιστάθμισαν κατά 0,5% το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών, συμβάλλοντας κατά 2,1% στο σύνολο των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες.
Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 9,1% σε ετήσια βάση τον Ιανουάριο του 2015, με τις χώρες της ΕΕ εκτός Ευρωζώνης να σημειώνουν τη μεγαλύτερη άνοδο (+62,8%).
Το μεγαλύτερο μέρος των ταξιδιωτικών εισπράξεων προέρχεται από κατοίκους των χωρών της ΕΕ των 28, καλύπτοντας το 54,2% του συνόλου των εισπράξεων (με βάση τα στοιχεία του Ιανουαρίου 2015).
Επομένως, η αύξηση των συνολικών εισπράξεων στα 169,7 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο 2015 από 155,5 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2014 οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της ΕΕ των 28 κατά 25,8% (από 72,3 στα 91,0 εκατ. ευρώ).
Μάλιστα, οι εισπράξεις από κατοίκους των λοιπών χωρών εκτός της ΕΕ, οι οποίες τον Ιανουάριο του 2015 αποτέλεσαν το 45,7% των συνολικών εισπράξεων, μειώθηκαν κατά 5,3% (από 81,0 στα 76,7 εκατ. ευρώ).
Η αύξηση των εισπράξεων από χώρες της ΕΕ των 28 οφείλεται σε αύξηση των εισπράξεων από κατοίκους χωρών της ζώνης του ευρώ κατά 8,4% (από 49,1 στα 53,2 εκατ. ευρώ), και σε αύξηση των εισπράξεων από χώρες των 28 εκτός ζώνης του ευρώ κατά 62,8% (από 23,2 στα 37,8 εκατ. ευρώ).
Μεταξύ των σημαντικών χωρών προέλευσης ταξιδιωτών εντός Ευρωζώνης, οι εισπράξεις από Γερμανία παρέμειναν σχετικά σταθερές στα 16 εκατ. ευρώ περίπου, ενώ οι εισπράξεις από τη Γαλλία αυξήθηκαν κατά 41,8% (από 3,2 στα 4,6 εκατ. ευρώ). Από τις σημαντικές χώρες προέλευσης της ΕΕ-28 εκτός ζώνης του ευρώ, οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν εντυπωσιακά κατά 57,0% (από 9,8 στα 15,4 εκατ. ευρώ).
Ενισχυμένες κατά 50% ετησίως εμφανίστηκαν οι τουριστικές αφίξεις τον πρώτο μήνα του έτους, με τους ξένους τουρίστες να φτάνουν τους 606 χιλιάδες τον Ιανουάριο του 2015 από 404 χιλιάδες τον Ιανουάριο του 2014.
Η αύξηση της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης τον Ιανουάριο του 2015 κατά 49,9% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2014 (από 404 χιλ. ταξιδιώτες στις 606 χιλ. ταξιδιώτες) οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των αφίξεων από χώρες της ΕΕ-28 κατά 93,5%, και δευτερευόντως στην αύξηση των αφίξεων από χώρες εκτός ΕΕ-28 κατά 10,7%.
Πιο αναλυτικά, οι αφίξεις από τις χώρες της Ευρωζώνης παρουσίασαν αύξηση κατά 26,6% (από 104 στις 132 χιλ. ταξιδιώτες), με τις αφίξεις από τη Γαλλία και τη Γερμανία να αυξάνονται κατά 66,4% και 29,7%, αντίστοιχα.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ-28 εκτός Ευρωζώνης, οι αφίξεις από τις οποίες αυξήθηκαν εντυπωσιακά κατά 173,3%, οι ταξιδιώτες από Ηνωμένο Βασίλειο σημείωσαν αύξηση της τάξεως του 50,8%, ενώ από σημαντικούς προορισμούς εκτός ΕΕ-28, η σημαντική αύξηση των αφίξεων από τις ΗΠΑ (+55,7%) αντισταθμίστηκε από τη μεγάλη μείωση των αφίξεων από Ρωσία (-69,3%) λόγω των εγχώριων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης