Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Stiftung Wissenschaft (Ινστιτούτο): Πλησιάζει τα όρια αντοχής της η Γερμανική οικονομία

tags :
Stiftung Wissenschaft (Ινστιτούτο): Πλησιάζει τα όρια αντοχής της η Γερμανική οικονομία
Ο επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου για Διεθνείς Σχέσεις και Σχέσεις Ασφαλείας αναλύει το διεθνή ρόλο της χώρας του και το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει από εδώ και πέρα
Σε ανάλυση για τη διεθνή πολιτική επιρροή της Γερμανίας και το πόση δύναμη έχει ακόμη η χώρα προχωράει το γερμανικό Ινστιτούτο Stiftung Wissenschaft und Politik, γνωστό και ως Γερμανικό Ινστιτούτο για Διεθνείς Σχέσεις και Σχέσεις Ασφαλείας.
Το κείμενο που δημοσιεύεται στο Project Syndicate και φέρει την υπογραφή του επικεφαλής του Ινστιτούτου, Volker Perthes, καταγράφει τα εξής:
Στα δύο χρόνια από τη στιγμή που ο πρόεδρος της Γερμανίας, ο ΥΠΕΞ και ο υπ. Άμυνας διεμήνυσαν ότι η χώρα τους θα αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο στις διεθνείς σχέσεις, οι ηγέτες της χώρας έχουν πάρει σκληρά μαθήματα όσον αφορά τον γεωπολιτικό ρεαλισμό.
Οι προκλήσεις που αντιμετώπισε η Γερμανία συμπεριλαμβάνουν την ενσωμάτωση της Κριμαίας από τη Ρωσία, τη σύγκρουση στην Ανατολική Ουκρανία, την εκρηκτική κατάσταση στη Συρία, τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη και ένα πρωτοφανές προσφυγικό κύμα.
Αυτές οι κρίσεις έχουν αυξήσει κατά πολύ το διεθνές προφίλ της Γερμανίας.
Και παρόλ' αυτά, η επανάδειξη της χώρας ως διεθνούς παίκτη στο παγκόσμιο σκηνικό πρέπει να μετριαστεί, αφού κανείς οφείλει να αναγνωρίσει ότι η δύναμή της εξαρτάται από τη συνεργασία με τους εταίρους της και την εξέλιξη μίας ισχυρής, ενιαίας Ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας.
Η αποδοχή της Γερμανίας για έναν πιο ενεργό παγκόσμιο ρόλο έχει λάβει χώρα μέσα σε ένα γεωπολιτικό τοπίο που μεταβάλλεται ταχύτατα και στο οποίο οι Γερμανοί και οι άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες αναγκάστηκαν να αποδεχτούν ότι το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου κόσμου δεν συμμερίζεται την προτίμησή τους για πολυμερείς αποφάσεις.
Επίσης έχουν αποδεχτεί το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον διατεθειμένες να αναλάβουν τον πρώτο ρόλο σε κάθε διεθνή κρίση και ότι οι αναδυόμενες παγκόσμιες δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία, δεν είναι ακόμη έτοιμες να συνεισφέρουν ουσιαστικά στη διατήρηση μίας σταθερής παγκόσμιας τάξης πραγμάτων.
Εν τω μεταξύ, οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των εγχώριων και διεθνών σχέσεων έχουν καταστεί όλο και πιο θολές.
Η προσφυγική κρίση, για παράδειγμα, απαιτεί πολιτικές παρεμβάσεις σε τομείς τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους, όπως η άμυνα, η αναπτυξιακή βοήθεια, η ευρωπαϊκή ενσωμάτωση, η εγχώρια ασφάλεια και η κοινωνική πολιτική.
Ολοένα και περισσότερο, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Γερμανία γίνονται όλο και πιο περίπλοκες: τρομοκρατία, ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, η επιθετικότητα της Ρωσίας και οι προσφυγικές ροές αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με επικίνδυνους και απρόβλεπτους τρόπους.
Ούτε είναι δυνατόν αυτές οι κρίσεις να περιοριστούν εύκολα ή να επιλυθούν γρήγορα.
Η καθεμία θα χρειαστεί μακροπρόθεσμη διαχείριση.
Και με δεδομένο τον υψηλό βαθμό ενσωμάτωσης στην παγκόσμια οικονομία, η Γερμανία είναι ευάλωτη ακόμη και στις απομακρυσμένες εξελίξεις.
Για παράδειγμα, η αποτροπή μίας στρατιωτικής σύρραξης και η διατήρηση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας στη Νότια Θάλασσα της Κίνας είναι ξεκάθαρα προς το συμφέρον της Γερμανίας.
Προς τιμήν τους, οι γερμανοί ηγέτες, αναγνωρίζοντας το σημαντικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χώρα τους, έχουν αναλάβει τη διπλωματική πρωτοβουλία με τη Ρωσία, σχετικά με την παρέμβασή της στην Ουκρανία.
Επιπλέον, η Γερμανία αποτέλεσε έναν βασικό συντελεστή στις διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά του Ιράν και έχει εμπλακεί σημαντικά στης προσπάθεια εξεύρεσης πολιτικής λύσης για τον πόλεμο στη Συρία.
Επίσης, η Γερμανία ανέλαβε το 2016 την προεδρία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).
Στο στρατιωτικό μέτωπο, η Γερμανία έχει αυξήσει τη συνεισφορά της στο ΝΑΤΟ όσον αφορά τα μέτρα ενίσχυσης της άμυνας στην περιοχή της Βαλτικής και την Κεντρική Ευρώπη και έχει καταστεί όλο και πιο ανοικτή στο να συνεισφέρει στρατιωτικές δυνάμεις σε παρεμβάσεις για κρίσεις εκτός των περιοχών που καλύπτει η συμμαχία.
Έχει συμμετάσχει στην αποστολή του ΟΗΕ στο Μάλι, επέκτεινε την εμπλοκή της στο Αφγανιστάν, παρείχε όπλα και εκπαίδευση στις δυνάμεις στο Βόρειο Ιράκ και πραγματοποίησε αναγνωριστικές πτήσεις και παρείχε επιπλέον βοήθεια στα γαλλικά στρατιωτικά πλήγματα κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Εκείνοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις στη Γερμανία έχουν πλήρη επίγνωση ότι οι διεθνείς τους συνεργάτες περιμένουν ότι αυτού του είδους η ηγεσία θα καταστεί η νόρμα και έχουν επιδείξει ένα ενδιαφέρον να επεκτείνουν την ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή της Γερμανίας.
Όμως, η Γερμανία, ως μία μεσαία δύναμη, δεν μπορεί να είναι παντού.
Το να διατηρήσει ένα ευρύτερο διεθνές αποτύπωμα θα απαιτήσει συνεργασία με συμμάχους και συνεργάτες σε όλο τον κόσμο.
Πράγματι, όσο περισσότερο η Γερμανία ηγείται, τόσο πιο εξαρτώμενη από τους υπόλοιπους διεθνείς παίκτες καθίσταται -ιδιαίτερα από τους ευρωπαίους εταίρους της- και βρίσκεται όλο και πιο εκτεθειμένη στο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Για παράδειγμα, η περιφερειακή τοποθέτηση της Κίνας και η στρατηγική της σχέση με τις ΗΠΑ θα επηρεάσει τις γερμανικές προσπάθειες για την εξεύρεση πολυμερών λύσεων σε παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή και οι απειλές στον κυβερνοχώρο.
Καθώς η Γερμανία συνεχίζει να κινείται προς έναν όλο και πιο διεθνή προσανατολισμό, μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα αυξήσει τις δαπάνες της για την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή ασφάλεια.
Για να γίνει σαφές, το Βερολίνο δεν έχει ακόμη πιάσει το στόχο του ΝΑΤΟ για αμυντικές δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ.
Όπως και οι περισσότερες άλλες χώρες, επίσης δεν έχει πιάσει το διεθνώς συμφωνηθέντα στόχο για δαπάνες σε επίσημα διεθνή αναπτυξιακά προγράμματα βοήθειας σε ποσοστό 0,7% του ΑΕΠ.
Αλλά, αντίθετα με κάποιους από τους συνεργάτες της, η Γερμανία δεν έχει περικόψει τον αμυντικό της προϋπολογισμό και έχει αυξήσει σημαντικά τη χρηματοδότηση για τη διπλωματία.
Παρόλ' αυτά, ακόμη και ενώ έχει αυξήσει τη δυνατότητά της να παρέχει στρατιωτικές δυνάμεις για αποστολές του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ ή της Ε.Ε., η Γερμανία έχει καταστήσει ξεκάθαρο ότι δεν βλέπει τον εαυτό της σαν στρατιωτική δύναμη.
Οι χαράσσοντες την πολιτική στη Γερμανία συνεχίζουν να πιστεύουν ότι τα πολιτικά και οικονομικά μέσα επιρροής είναι πιο αποτελεσματικά από τη βία, υπονοώντας την περαιτέρω χρήση ήπιων εργαλείων, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής διπλωματίας.
Επίσης, δείχνουν πρόθυμοι να αναπτύξουν περισσότερες «δικτυωμένες» διεθνείς και ευρωπαϊκές διεθνείς πολιτικές που υπολογίζουν τις δραστηριότητες και τις πιθανές συνεισφορές από μη κρατικούς παίκτες.
Προς το παρόν, οι βασικές προτεραιότητες στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας είναι πιθανόν να παραμείνουν η Ε.Ε. και οι γείτονες προς τα ανατολικά και τα νότια της ηπείρου, από τους οποίους είναι πιθανότερο να ανακύψουν κίνδυνοι.
Αυτό θα ήταν μία σοφή επιλογή.
Η Γερμανία και οι ευρωπαίοι εταίροι της θα είναι πιο αποτελεσματικοί όταν διαχειρίζονται κρίσεις, σταθεροποιούν κυβερνήσεις ή στηρίζουν οικονομίες και πολιτικές αλλαγές στις άμεσα γειτονικές τους χώρες.
Επιπλέον, δεδομένου του εξαιρετικά ταραχώδους γεωπολιτικού περιβάλλοντος, η Γερμανία έχει θεμελιώδες ενδιαφέρον να πρωταγωνιστήσει στην ανάπτυξη της εξωτερικής πολιτικής και των θεσμών ασφαλείας της Ε.Ε.
Όσο και αν οι γερμανοί ηγέτες μπορεί να απολαμβάνουν την αυξανόμενη ζήτηση για τη συνεισφορά τους στο διεθνές πολιτικό σκηνικό, η συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. παραμένει η σημαντικότερη πηγή δύναμης και ασφάλειας.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης