Η προσαρμογή που έπρεπε να γίνει στην Ελλάδα ήταν πολλαπλάσια της προσαρμογής που έπρεπε να γίνει στην Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία
Στο γεγονός ότι το μέγεθος της προσαρμογής στην Ελλάδα ήταν πολλαπλάσιο από εκείνο που πραγματοποιήθηκε στην Πορτογαλία, αποδίδει η Alpha Bank την έξοδο της δεύτερης από το Μνημόνιο και τη μικρότερη μείωση του ΑΕΠ της σε σχέση με τη χώρα μας.
Η Alpha Bank θεωρεί αξιοσημείωτη εξέλιξη για τη Ζώνη του Ευρώ αποτελεί η απόφαση για έξοδο από την 17η Μαΐου 2014 της Πορτογαλίας από το Μνημόνιο σύμφωνα με την Alpha Bank.
Η εξέλιξη αυτή, που ακολουθεί την έξοδο από τα «Μνημόνια» της Ιρλανδίας και της Ισπανίας, αποτελεί μία ακόμη ουσιαστική διάψευση των εκτιμήσεων και πολλές φορές των προσδοκιών όσων προέβλεπαν την διάλυση του Ευρώ και τη χρεοκοπία πολλών χωρών της Νότιας Ευρώπης (με πρώτη, βέβαια, την Ελλάδα).
Σε κάθε περίπτωση, τονίζει η ανάλυση, στην Πορτογαλία η εφαρμογή του Μνημονίου είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του πραγματικού ΑΕΠ της χώρας κατά -5,8% το 2013 έναντι του 2010, ενώ στην Ελλάδα η αντίστοιχη πτώση ήταν -16,4% (2,84 φορές μεγαλύτερη).
Γιατί συνέβη αυτό;
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα υστέρησε εντυπωσιακά έναντι της Πορτογαλίας στον τομέα της εφαρμογής του προγράμματος προσαρμογής, διότι στη χώρα μας επιδιώχθηκε η δημοσιονομική προσαρμογή χωρίς τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα περιόριζαν την πτώση των εγχώριων εισοδημάτων και την τεράστια αύξηση της ανεργίας.
Η πτώση του ΑΕΠ της Ελλάδος ήταν μεγαλύτερη στην περίοδο εφαρμογής του Μνημονίου, αλλά αυτό συνέβη διότι η προσαρμογή που έπρεπε να γίνει στην Ελλάδα ήταν πολλαπλάσια της προσαρμογής που έπρεπε να γίνει στην Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία, υποστηρίζει η Alpha Bank.
Οι τελευταίες, εφάρμοζαν προγράμματα προσαρμογής ήδη από το 2000 με την είσοδό τους στη Ζώνη του Ευρώ και αυτό είχε οδηγήσει σε περιορισμένη αύξηση του ΑΕΠ στις χώρες αυτές στην περίοδο 2000-2008.
Στην ίδια περίοδο η Ελλάδα, αντί της προσαρμογής της στα δεδομένα της Ζώνης του Ευρώ επεδίωκε την ανάπτυξη μέσω της ταχείας αύξησης των εγχώριων εισοδημάτων και των παροχών στους πάντες, τα οποία χρηματοδοτούσε με μεγιστοποίηση του δανεισμού της από το εξωτερικό, εκμεταλλευόμενη πλήρως την εμπιστοσύνη των αγορών λόγω της ένταξής της στη Ζώνη του Ευρώ.
Παρόλα αυτά, η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδος από το 2000 μέχρι το 2013 ήταν μεγαλύτερη τόσο από την Πορτογαλία, όσο και από την Ιταλία, παρά την τεράστια πτώση του ΑΕΠ στην Ελλάδα μετά την κρίση.
Την ίδια στιγμή, το μέγεθος της προσαρμογής στην Ελλάδα είναι πολλαπλάσιο από εκείνο που πραγματοποιήθηκε στην Πορτογαλία και την Ιταλία.
Ειδικότερα, η μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης (ΓΚ) στην Ελλάδα ήταν από το -15,7% του ΑΕΠ το 2009 στο -2,6% το 2013 και στο εκτιμώμενο -2% το 2014, και αυτό έγινε παρά την τεράστια πτώση του ΑΕΠ της χώρας στην περίοδο αυτή κατά -22,8%.
Η ανταγωνιστικότητα
Ωστόσο, ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων στην Ελλάδα ήταν επίσης πολύ μεγαλύτερη από ότι στην Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιρλανδία.
Με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Price and Cost Competitiveness και European Economic Forecasts), το 2013 η πραγματική σταθμισμένη πραγματική ισοτιμία του ευρώ για την Ελλάδα με βάση το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (που προσδιορίζεται τόσο από την εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας, όσο και από την μεταβολή των μισθών), ήταν υποτιμημένη (βελτίωση διεθνούς ανταγωνιστικότητας) κατά -19% έναντι του 2009 και κατά -3,4% έναντι του 2000, ενώ σε όλες τις άλλες χώρες που εφαρμόζουν προγράμματα προσαρμογής η ισοτιμία αυτή ήταν το 2013 ακόμη σημαντικά ανατιμημένη έναντι του 2000, κατά 8,2% στην Ισπανία, κατά 18,7% στην Ιρλανδία, κατά 23,6% στην Ιταλία και κατά 5,6% στην Πορτογαλία.
Μόνο στη Γερμανία η ισοτιμία αυτή ήταν υποτιμημένη to 2013 κατά -3,1% έναντι του 2000.
Επιπλέον στα επόμενα δε έτη (2014 και 2015), σύμφωνα πάντοτε με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας στην Ελλάδα θα συνεχιστεί έναντι των 37 βιομηχανικών χωρών που συμπεριλαμβάνονται στο δείγμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το 2015 η διεθνής ανταγωνιστικότητα ως προς το σχετικό κόστος παραγωγής των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων στην Ελλάδα θα είναι βελτιωμένη κατά 22,2% έναντι του 2009 και κατά 7,2% έναντι του 2000.
Σημειώνονται, τέλος, και τα ακόλουθα:
α) Η ανωτέρω βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας το 2013 και το 2014 επιτεύχθηκε παρά το ότι η σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ για την Ελλάδα (έναντι των νομισμάτων των 37 ανταγωνιστριών της χωρών) ανατιμήθηκε κατά 2,1% το 2013 και εκτιμάται ότι θα ανατιμηθεί περαιτέρω κατά 1,8% και το 2014.
β) Το 2013 ήταν το 2ο κατά σειρά έτος κατά το οποίο η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας στηρίχθηκε και στη μικρή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 0,2%, έναντι αύξησής της κατά 1,5% το 2012.
Αυτό συνέβη, παρά τη μεγάλη καθαρή αύξηση της μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας που σημειώθηκε το περασμένο έτος.
Η πορεία εξόδου των οικονομιών της περιφέρειας της Ζώνης του Ευρώ από τη μεγάλη κρίση δημοσίου χρέους του 2012 είναι αναμενόμενη και σε μεγάλο βαθμό είναι το αποτέλεσμα της σταθερότητας του ευρώ και της πολιτικής της ΕΚΤ που δεν δίστασε την κατάλληλη στιγμή να παρέμβει και να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές κρατικών ομολόγων και στο χρηματοοικονομικό σύστημα της Ζώνης του Ευρώ ως σύνολο.
Ο καθένας μπορεί να φανταστεί που θα βρισκόμαστε σήμερα αν οι εισηγήσεις περί διάλυσης του Ευρώ μέσω της εξόδου της Ελλάδος από αυτό είχαν εισακουστεί.
Έτσι, η απόφαση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 για την απρόσκοπτη συνέχιση της χρηματοδότησης του προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδος, παρά το ότι ήταν αυτονόητη, αποκτά σήμερα πραγματικά ιστορικό χαρακτήρα.
Ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι υποστηριχτές της δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι θα δικαιωνόταν τόσο γρήγορα, σημειώνει η Alpha Bank.
Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει το μέλλον με δίδυμα πλεονάσματα στο πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και με δραστικά βελτιωμένη τη διεθνή της ανταγωνιστικότητα, με τις εκ βάθρων διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για άρση των συνθηκών υπέρμετρης προστασίας από τον ανταγωνισμό και για ενίσχυση της ανταγωνιστικής επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα με τη συμβολή τόσο του εγχώριου όσο και του ξένου κεφαλαίου.
Με αυτά τα δεδομένα, η ελληνική οικονομία εισέρχεται πλέον δυναμικά σε μία νέα φάση εξωστρεφούς ανάπτυξης, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, προβλέπεται να είναι πιο δυναμική από τις άλλες χώρες της περιφέρειας της ΖτΕ.
Καλά κάνει η Πορτογαλία και βγαίνει από το Μνημόνιο, αλλά αυτό κάθε άλλο παρά αποτελεί ένδειξη ότι η Ελλάδα μειονεκτεί όσον αφορά τις προοπτικές εξόδου από την κρίση και εισόδου σε πορεία αυτοδύναμης ανάπτυξης.
Η ανάλυση που προηγήθηκε δείχνει ότι η Ελλάδα έχει ήδη καταφέρει να καλύψει ένα σημαντικό μέρος από το χαμένο έδαφος.
Στη δική μας ευχέρεια είναι πλέον να περάσουμε οριστικά μπροστά.
Διαθέτουμε σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα για να επιτύχουμε ικανοποιητικά κέρδη από την ανταγωνιστική συμμετοχή μας στις αγορές που θα δραστηριοποιηθούμε.
Διεθνώς ανταγωνιστική παραγωγή σημαίνει παραγωγή σε μεγάλη κλίμακα με πώληση σε πολλές (όσο το δυνατό περισσότερες) και μεγάλες ξένες αγορές.
Η εγχώρια αγορά είναι περιορισμένη και πλήρως απελευθερωμένη για να στηρίξει διεθνώς ανταγωνιστική παραγωγή.
Αν δεν έχουμε διεθνώς ανταγωνιστική παραγωγή, η αύξηση της εγχώριας ζήτησης αυξάνει μόνο τις εισαγωγές και την απασχόληση και τα εισοδήματα σε ξένες χώρες. Η δεκαετία του 2000 (και όχι μόνο) έδειξε ότι η αύξηση των εγχώριων εισοδημάτων δεν μπορεί να γίνει με κούφιες παροχές στους πάντες και με πελατειακά ρουσφέτια με δανεικά (ακόμη και αν είναι αγύριστα).
Αύξηση των εισοδημάτων μπορεί να γίνει μόνο με παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών με ευνοϊκές συνθήκες ζήτησης στην εγχώρια και τις ξένες αγορές και σε ανταγωνιστική ποιότητα και τιμή σε σχέση με τον ανταγωνισμό.
Τα περιθώρια για τέτοια αύξηση της απασχόλησης και των εισοδημάτων στην Ελλάδα είναι πολύ σημαντικά, καταλήγει η Alpha Bank.
www.bankingnews.gr
Η Alpha Bank θεωρεί αξιοσημείωτη εξέλιξη για τη Ζώνη του Ευρώ αποτελεί η απόφαση για έξοδο από την 17η Μαΐου 2014 της Πορτογαλίας από το Μνημόνιο σύμφωνα με την Alpha Bank.
Η εξέλιξη αυτή, που ακολουθεί την έξοδο από τα «Μνημόνια» της Ιρλανδίας και της Ισπανίας, αποτελεί μία ακόμη ουσιαστική διάψευση των εκτιμήσεων και πολλές φορές των προσδοκιών όσων προέβλεπαν την διάλυση του Ευρώ και τη χρεοκοπία πολλών χωρών της Νότιας Ευρώπης (με πρώτη, βέβαια, την Ελλάδα).
Σε κάθε περίπτωση, τονίζει η ανάλυση, στην Πορτογαλία η εφαρμογή του Μνημονίου είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του πραγματικού ΑΕΠ της χώρας κατά -5,8% το 2013 έναντι του 2010, ενώ στην Ελλάδα η αντίστοιχη πτώση ήταν -16,4% (2,84 φορές μεγαλύτερη).
Γιατί συνέβη αυτό;
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα υστέρησε εντυπωσιακά έναντι της Πορτογαλίας στον τομέα της εφαρμογής του προγράμματος προσαρμογής, διότι στη χώρα μας επιδιώχθηκε η δημοσιονομική προσαρμογή χωρίς τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα περιόριζαν την πτώση των εγχώριων εισοδημάτων και την τεράστια αύξηση της ανεργίας.
Η πτώση του ΑΕΠ της Ελλάδος ήταν μεγαλύτερη στην περίοδο εφαρμογής του Μνημονίου, αλλά αυτό συνέβη διότι η προσαρμογή που έπρεπε να γίνει στην Ελλάδα ήταν πολλαπλάσια της προσαρμογής που έπρεπε να γίνει στην Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία, υποστηρίζει η Alpha Bank.
Οι τελευταίες, εφάρμοζαν προγράμματα προσαρμογής ήδη από το 2000 με την είσοδό τους στη Ζώνη του Ευρώ και αυτό είχε οδηγήσει σε περιορισμένη αύξηση του ΑΕΠ στις χώρες αυτές στην περίοδο 2000-2008.
Στην ίδια περίοδο η Ελλάδα, αντί της προσαρμογής της στα δεδομένα της Ζώνης του Ευρώ επεδίωκε την ανάπτυξη μέσω της ταχείας αύξησης των εγχώριων εισοδημάτων και των παροχών στους πάντες, τα οποία χρηματοδοτούσε με μεγιστοποίηση του δανεισμού της από το εξωτερικό, εκμεταλλευόμενη πλήρως την εμπιστοσύνη των αγορών λόγω της ένταξής της στη Ζώνη του Ευρώ.
Παρόλα αυτά, η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδος από το 2000 μέχρι το 2013 ήταν μεγαλύτερη τόσο από την Πορτογαλία, όσο και από την Ιταλία, παρά την τεράστια πτώση του ΑΕΠ στην Ελλάδα μετά την κρίση.
Την ίδια στιγμή, το μέγεθος της προσαρμογής στην Ελλάδα είναι πολλαπλάσιο από εκείνο που πραγματοποιήθηκε στην Πορτογαλία και την Ιταλία.
Ειδικότερα, η μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης (ΓΚ) στην Ελλάδα ήταν από το -15,7% του ΑΕΠ το 2009 στο -2,6% το 2013 και στο εκτιμώμενο -2% το 2014, και αυτό έγινε παρά την τεράστια πτώση του ΑΕΠ της χώρας στην περίοδο αυτή κατά -22,8%.
Η ανταγωνιστικότητα
Ωστόσο, ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων στην Ελλάδα ήταν επίσης πολύ μεγαλύτερη από ότι στην Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιρλανδία.
Με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Price and Cost Competitiveness και European Economic Forecasts), το 2013 η πραγματική σταθμισμένη πραγματική ισοτιμία του ευρώ για την Ελλάδα με βάση το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (που προσδιορίζεται τόσο από την εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας, όσο και από την μεταβολή των μισθών), ήταν υποτιμημένη (βελτίωση διεθνούς ανταγωνιστικότητας) κατά -19% έναντι του 2009 και κατά -3,4% έναντι του 2000, ενώ σε όλες τις άλλες χώρες που εφαρμόζουν προγράμματα προσαρμογής η ισοτιμία αυτή ήταν το 2013 ακόμη σημαντικά ανατιμημένη έναντι του 2000, κατά 8,2% στην Ισπανία, κατά 18,7% στην Ιρλανδία, κατά 23,6% στην Ιταλία και κατά 5,6% στην Πορτογαλία.
Μόνο στη Γερμανία η ισοτιμία αυτή ήταν υποτιμημένη to 2013 κατά -3,1% έναντι του 2000.
Επιπλέον στα επόμενα δε έτη (2014 και 2015), σύμφωνα πάντοτε με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας στην Ελλάδα θα συνεχιστεί έναντι των 37 βιομηχανικών χωρών που συμπεριλαμβάνονται στο δείγμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το 2015 η διεθνής ανταγωνιστικότητα ως προς το σχετικό κόστος παραγωγής των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων στην Ελλάδα θα είναι βελτιωμένη κατά 22,2% έναντι του 2009 και κατά 7,2% έναντι του 2000.
Σημειώνονται, τέλος, και τα ακόλουθα:
α) Η ανωτέρω βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας το 2013 και το 2014 επιτεύχθηκε παρά το ότι η σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ για την Ελλάδα (έναντι των νομισμάτων των 37 ανταγωνιστριών της χωρών) ανατιμήθηκε κατά 2,1% το 2013 και εκτιμάται ότι θα ανατιμηθεί περαιτέρω κατά 1,8% και το 2014.
β) Το 2013 ήταν το 2ο κατά σειρά έτος κατά το οποίο η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας στηρίχθηκε και στη μικρή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 0,2%, έναντι αύξησής της κατά 1,5% το 2012.
Αυτό συνέβη, παρά τη μεγάλη καθαρή αύξηση της μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας που σημειώθηκε το περασμένο έτος.
Η πορεία εξόδου των οικονομιών της περιφέρειας της Ζώνης του Ευρώ από τη μεγάλη κρίση δημοσίου χρέους του 2012 είναι αναμενόμενη και σε μεγάλο βαθμό είναι το αποτέλεσμα της σταθερότητας του ευρώ και της πολιτικής της ΕΚΤ που δεν δίστασε την κατάλληλη στιγμή να παρέμβει και να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές κρατικών ομολόγων και στο χρηματοοικονομικό σύστημα της Ζώνης του Ευρώ ως σύνολο.
Ο καθένας μπορεί να φανταστεί που θα βρισκόμαστε σήμερα αν οι εισηγήσεις περί διάλυσης του Ευρώ μέσω της εξόδου της Ελλάδος από αυτό είχαν εισακουστεί.
Έτσι, η απόφαση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 για την απρόσκοπτη συνέχιση της χρηματοδότησης του προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδος, παρά το ότι ήταν αυτονόητη, αποκτά σήμερα πραγματικά ιστορικό χαρακτήρα.
Ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι υποστηριχτές της δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι θα δικαιωνόταν τόσο γρήγορα, σημειώνει η Alpha Bank.
Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει το μέλλον με δίδυμα πλεονάσματα στο πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και με δραστικά βελτιωμένη τη διεθνή της ανταγωνιστικότητα, με τις εκ βάθρων διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για άρση των συνθηκών υπέρμετρης προστασίας από τον ανταγωνισμό και για ενίσχυση της ανταγωνιστικής επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα με τη συμβολή τόσο του εγχώριου όσο και του ξένου κεφαλαίου.
Με αυτά τα δεδομένα, η ελληνική οικονομία εισέρχεται πλέον δυναμικά σε μία νέα φάση εξωστρεφούς ανάπτυξης, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, προβλέπεται να είναι πιο δυναμική από τις άλλες χώρες της περιφέρειας της ΖτΕ.
Καλά κάνει η Πορτογαλία και βγαίνει από το Μνημόνιο, αλλά αυτό κάθε άλλο παρά αποτελεί ένδειξη ότι η Ελλάδα μειονεκτεί όσον αφορά τις προοπτικές εξόδου από την κρίση και εισόδου σε πορεία αυτοδύναμης ανάπτυξης.
Η ανάλυση που προηγήθηκε δείχνει ότι η Ελλάδα έχει ήδη καταφέρει να καλύψει ένα σημαντικό μέρος από το χαμένο έδαφος.
Στη δική μας ευχέρεια είναι πλέον να περάσουμε οριστικά μπροστά.
Διαθέτουμε σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα για να επιτύχουμε ικανοποιητικά κέρδη από την ανταγωνιστική συμμετοχή μας στις αγορές που θα δραστηριοποιηθούμε.
Διεθνώς ανταγωνιστική παραγωγή σημαίνει παραγωγή σε μεγάλη κλίμακα με πώληση σε πολλές (όσο το δυνατό περισσότερες) και μεγάλες ξένες αγορές.
Η εγχώρια αγορά είναι περιορισμένη και πλήρως απελευθερωμένη για να στηρίξει διεθνώς ανταγωνιστική παραγωγή.
Αν δεν έχουμε διεθνώς ανταγωνιστική παραγωγή, η αύξηση της εγχώριας ζήτησης αυξάνει μόνο τις εισαγωγές και την απασχόληση και τα εισοδήματα σε ξένες χώρες. Η δεκαετία του 2000 (και όχι μόνο) έδειξε ότι η αύξηση των εγχώριων εισοδημάτων δεν μπορεί να γίνει με κούφιες παροχές στους πάντες και με πελατειακά ρουσφέτια με δανεικά (ακόμη και αν είναι αγύριστα).
Αύξηση των εισοδημάτων μπορεί να γίνει μόνο με παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών με ευνοϊκές συνθήκες ζήτησης στην εγχώρια και τις ξένες αγορές και σε ανταγωνιστική ποιότητα και τιμή σε σχέση με τον ανταγωνισμό.
Τα περιθώρια για τέτοια αύξηση της απασχόλησης και των εισοδημάτων στην Ελλάδα είναι πολύ σημαντικά, καταλήγει η Alpha Bank.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών