Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Εurobank: Αναγκαίες συνθήκες για τη βιωσιμότητα του χρέους η δημοσιονομική εξυγίανση και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης

Εurobank: Αναγκαίες συνθήκες για τη βιωσιμότητα του χρέους η δημοσιονομική εξυγίανση και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης
Η μελλοντική εξέλιξη του χρέους εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων
Ανησυχητική χαρακτηρίζει την αδύναμη αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα η Eurobank, στην καθιερωμένη εβδομαδιαία ανάλυσή της, υπό τον τίτλο "7 Ημέρες Οικονομία".
Ωστόσο η Eurobank χαρακτηρίζει ενθαρρυντική για την ανάκαμψη την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον οίκο Standard & Poor's.

Αναλυτικά:
•    Για τον μήνα Ιούνιο το ποσοστό της ανεργίας ήταν της τάξης του 27%, ο αριθμός των απασχολούμενων διαμορφώθηκε στα 3,527 εκατομμύρια (εκατ.) άτομα, ο αριθμός των ανέργων στα 1,304 εκατ. άτομα και το σύνολο του εργατικού δυναμικού στα 4,831 εκατ. άτομα.
•    Η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, η αναζωογόνηση στη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα και η σταθερότητα στο φορολογικό σύστημα δύναται να επιταχύνουν την βελτίωση των επί μέρους δεικτών στην αγορά εργασίας.
•    Η δημοσιονομική εξυγίανση (εξάλειψη των ελλειμμάτων), η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών αναφορικά με την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας (μείωση των επιτοκίων δανεισμού) και η αύξηση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης αποτελούν αναγκαίες συνθήκες για την βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Για τρίτο συνεχόμενο μήνα (4/14-6/14) η ετήσια μεταβολή της ανεργίας ήταν αρνητική - Ωστόσο, η δυναμική της πτωτικής πορείας του ποσοστού της ανεργίας είναι ιδιαιτέρως ισχνή
Την προηγούμενη εβδομάδα (11/9/2014) η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ) δημοσίευσε την έρευνα εργατικού δυναμικού για τον μήνα Ιούνιο του τρέχοντος έτους.
Σύμφωνα με τα επίσημα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το ποσοστό της ανεργίας – αριθμός ανέργων ως προς το σύνολο του εργατικού δυναμικού – διαμορφώθηκε στα επίπεδα του 27%, ο αριθμός των απασχολουμένων στα 3,527 εκατομμύρια (εκατ.) άτομα, ο αριθμός των ανέργων στα 1,304 εκατ. άτομα και το σύνολο του εργατικού δυναμικού – άθροισμα απασχολούμενων και ανέργων - στα 4,831 εκατ. άτομα.
Ένα αισιόδοξο στοιχείο για την ελληνική αγορά εργασίας είναι το γεγονός ότι από τον Σεπτέμβριο του 2012 και έπειτα ο ρυθμός αύξησης (ετήσια μεταβολή) της ανεργίας συνεχώς επιβραδύνεται και από τον Απρίλιο του 2014 έχει περάσει σε αρνητικά επίπεδα, ήτοι το ποσοστό της ανεργίας σε ετήσια βάση μειώνεται.
Πιο συγκεκριμένα, η ετήσια μεταβολή κατά τον μήνα Απρίλιο ήταν της τάξης των -0,21 ποσοστιαίων μονάδων (ΠΜ), τον μήνα Μάιο ήταν της τάξης των -0,62 ΠΜ και τον μήνα Ιούνιο ήταν της τάξης των -0,63 ΠΜ.
Ωστόσο η δυναμική της πτωτικής πορείας του ποσοστού της ανεργίας είναι ιδιαιτέρως ισχνή. Ακόμα και στην περίπτωση που ή ετήσια μεταβολή ήταν διπλάσια της σημερινής, ήτοι από 0,63 στο 1,26, θα χρειαζόταν να περάσουν προσεγγιστικά δεκαπέντε χρόνια για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία στο χαμηλό επίπεδο του 7,28% που καταγράφηκε τον Μάιο του 2008 (αρχή της αυξητικής πορείας του ποσοστού ανεργίας). Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι το ποσοστό της ανεργίας μέσα σε έξι χρόνια εκτοξεύθηκε κατά 19,7 ΠΜ.
Σε όρους ατόμων και συγκεκριμένα στο πεδίο της απασχόλησης, ύστερα από την ετήσια αύξηση που καταγράφηκε – για πρώτη φορά μετά από 61 συνεχόμενους μήνες πτωτικής πορείας (3/09) - τον μήνα Μάιο (5 χιλιάδες άτομα), τον Ιούνιο σημειώθηκε μικρή κάμψη της τάξης των 3 χιλιάδων (χιλ.) ατόμων.
Από την πλευρά των ανέργων παρατηρούμε πως για τρίτο συνεχόμενο μήνα ο αριθμός τους μειώθηκε.
Συγκεκριμένα η ετήσια συρρίκνωση κατά τον μήνα Απρίλιο ήταν της τάξης των 23 χιλ. ατόμων, τον μήνα Μάιο ήταν της τάξης των 39 χιλ. ατόμων και τον μήνα Ιούνιο ήταν της τάξης των 43 χιλ. ατόμων. Συνδυάζοντας τις μεταβολές τόσο στον αριθμό των απασχολούμενων όσο και στον αριθμό των ανέργων παρατηρούμε ότι το ελληνικό εργατικό δυναμικό κατά τον μήνα Ιούνιο μειώθηκε κατά 46 χιλ. άτομα.
Σύμφωνα με την ανάγνωση των προαναφερθέντων στοιχείων παρατηρούμε πως η ελληνική αγορά εργασίας – σε όρους απασχόλησης, ανεργίας και εργατικού δυναμικού – έφτασε σε ένα σημείο «καμπής» (σταμάτησε η επιτάχυνση της χειροτέρευσης των επί μέρους δεικτών) στα μέσα του 2012 και από τον Απρίλιο του 2014 (πάντα σε ετήσια βάση) παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης.
Η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, η αναζωογόνηση στη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα και η σταθερότητα στο φορολογικό σύστημα αποτελούν παράγοντες που δύνανται να βελτιώσουν τους επί μέρους δείκτες στην αγορά εργασίας με πιο γρήγορο ρυθμό.
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας συνεχίζεται. Το γεγονός αυτό δύναται να επιφέρει σημαντικά οφέλη τόσο στο κόστος δανεισμού όσο και στην βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους (ως ποσοστό του ΑΕΠ)
Ύστερα από σχεδόν είκοσι ένα μήνες (από τον Δεκέμβριο του 2012), ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s αναβάθμισε την ελληνική οικονομία από το επίπεδο B- στο επίπεδο B.
Σύμφωνα με τη δημοσιευμένη έκθεση, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σημάδια δημοσιονομικής σταθεροποίησης και για τα επόμενα χρόνια αναμένεται να διατηρήσει πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα της τάξης του 2%.  
Το τελευταίο στοιχείο είναι πολύ σημαντικό για δύο λόγους:
1ον Η στρατηγική διατήρησης των πρωτογενών πλεονασμάτων (ή τουλάχιστον εξάλειψης των ελλειμμάτων) σηματοδοτεί από την πλευρά του κράτους τη συνέχιση του νοικοκυρέματος των δημοσιονομικών του. Η σηματοδότηση αυτή επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό τις προσδοκίες και σαν συνέπεια τις αποφάσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων (εγχώριων και από την αλλοδαπή) για καταναλωτικές και επενδυτικές δαπάνες αντίστοιχα. Για παράδειγμα, σημερινά δημοσιονομικά ελλείμματα δημιουργούν προσδοκίες για αύξηση της φορολογίας και του δανεισμού από την πλευρά της κυβέρνησης στο μέλλον (μειώνονται τα κίνητρα για επένδυση σήμερα). Στην περίπτωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης αυξάνεται η πιθανότητα να δημιουργηθούν οι αντίστροφες προσδοκίες, δηλαδή για χαμηλότερη φορολογία και χαμηλότερο επίπεδο δανεισμού (μείωση του φαινομένου της εκτόπισης του ιδιωτικού τομέα) στο μέλλον (αυξάνονται τα κίνητρα για επένδυση σήμερα).
2ον Η μελλοντική εξέλιξη του λόγου του δημοσίου χρέους ως προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την επίτευξη δημοσιονομικών πρωτογενών πλεονασμάτων.
Πιο συγκεκριμένα, η ετήσια μεταβολή του προαναφερθέντος λόγου συνδέεται:
1.    Αρνητικά με την δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων (δηλαδή το πρωτογενές πλεόνασμα μειώνει το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ).
2.    Αρνητικά με θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.
3.    Θετικά με το κόστος δανεισμού (π.χ. το επιτόκιο που πληρώνει το κράτος για να δανειστεί στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου).
Συνεπώς, η δημοσιονομική εξυγίανση (εξάλειψη των ελλειμμάτων), η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών αναφορικά με την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας (μείωση των επιτοκίων δανεισμού) και η αύξηση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης αποτελούν αναγκαίες συνθήκες για την βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Επιπλέον, αξίζει να σημειώσουμε πως το «νοικοκύρεμα» των δημοσιονομικών του κράτους εκτός από την άμεση επίδραση που έχει στη μείωση του δημοσίου χρέους, επηρεάζει και έμμεσα την εξέλιξη αυτής της μεταβλητής μέσω των θετικών μελλοντικών επιδράσεων που έχει στον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης (για παράδειγμα βλέπε την περίπτωση της οικονομίας της Ιρλανδίας στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 80’ που κατάφερε παράλληλα με άλλα σημαντικά διαρθρωτικά μέτρα να συνδέσει την δημοσιονομική της εξυγίανση με ισχυρό μονοπάτι ανάκαμψης και μείωσης του δημοσίου χρέους).

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης