"Οι ελληνικές τράπεζες έχουν τώρα ξεφύγει οριστικά από τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης"
Ορόσημο για την έξοδο της Ελλάδας από την ύφεση χαρακτηρίζει η Alpha Bank τα αποτελέσματα των πρόσφατων stress tests για τις ελληνικές τράπεζες.
Ειδικότερα, στο καθιερωμένο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο, η Alpha Bank υπογραμμίζει πως τα αποτελέσματα της νέας Συνολικής Αξιολόγησης για τις ελληνικές τράπεζες ήταν γενικά πολύ ικανοποιητικά και πολύ καλύτερα του αναμενομένου. Αποτελούν δε, έναν από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην πορεία της ελληνικής οικονομίας για έξοδο από τη βαθειά ύφεση και από τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας της.
Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν τώρα ξεφύγει οριστικά από τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης στον οποίο περιήλθαν εξαιτίας της δημοσιονομικής εκτροπής και της ουσιαστικής χρεοκοπίας του ελληνικού δημοσίου.
Οι ελληνικές τράπεζες είναι σήμερα επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και έτοιμες να συμβάλλουν και πάλι ενεργά στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας για οριστική έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την κρίση και είσοδό της σε πορεία αυτοδύναμης και διεθνώς ανταγωνιστικής ανάπτυξης.
Η νέα αύξηση των ιδιωτικών καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες ακόμη και τον Σεπτέμβριο του 2014, μήνα κατά τον οποίο σημειώθηκε μεγάλη αύξηση των φορολογικών εσόδων του κράτους κατά 13%, σε ετήσια βάση (καθαρά έσοδα τακτικού προϋπολογισμού: +15,1% σε ετήσια βάση), δείχνει ότι η πορεία επιστροφής των καταθέσεων που αποσύρθηκαν στην περίοδο της κρίσης βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο.
Η συνέχιση της επιστροφής των καταθέσεων που αυξήθηκαν στα 164,7 δις τον Σεπτέμβριο του 2014, μπορεί να σηματοδοτήσει τη θετική αύξηση της πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών προς τον ιδιωτικό τομέα από τις αρχές του 2015, παρά το ότι αυτή η επέκταση ήταν ακόμη αρνητική στο -3,5% τον Σεπτέμβριο του 2014.
Πιο αναλυτικά, με το AQR, η περίμετρος των μη εξυπηρετούμενων και των υπό αναδιάρθρωση - υπό παρακολούθηση δανείων των 4 ελληνικών τραπεζών διευρύνθηκε, σημαντικά για ορισμένες τράπεζες και σε σχετικά περιορισμένο βαθμό για άλλες τράπεζες και ιδιαίτερα για την Alpha Bank.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις και τη συνεπαγόμενη μείωση της κεφαλαιακής τους βάσης (Common Equity Tear 1, ή CET 1) κατά 7,35 δισ. ευρώ.
Παρά την επίπτωση της ανωτέρω επιβάρυνσης, όλες οι τράπεζες αξιολογήθηκαν ως επαρκώς κεφαλαιοποιημένες με βάση το δυναμικό σενάριο.
Αυτό το Σενάριο συμπεριλαμβάνει τις αυξήσεις ιδίων κεφαλαίων ύψους € 8,3 δις που πραγματοποίησαν οι τέσσερις ελληνικές τράπεζες τον Μάρτιο-Απρίλιο 2014 και επιπλέον τις κινήσεις για περαιτέρω ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας που προβλέπονται στα (εγκεκριμένα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) επιχειρηματικά τους προγράμματα.
Παράλληλα, αναφέρεται ότι η πολύ ικανοποιητική κεφαλαιακή της βάση πιστοποιήθηκε ακόμη και με το Στατικό Υπόδειγμα. Δηλαδή ακόμη και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η ΑΜΚ ύψους € 1,2 δις του Μαρτίου 2014 και οι κινήσεις της Τράπεζας για περαιτέρω βελτίωση της κερδοφορίας της και της κεφαλαιακής της δομής που προβλέπονται στο επιχειρηματικό της πρόγραμμα για τα επόμενα έτη, οι οποίες ήδη εφαρμόζονται με σημαντική επιτυχία (βλέπε για παράδειγμα την επιτυχή υλοποίηση της εθελουσίας αποχώρησης από την Τράπεζα 2.200 εργαζομένων).
Ακόμη και με το Στατικό Υπόδειγμα, δηλαδή με βάση τα οικονομικά δεδομένα που ίσχυαν την 31η Δεκεμβρίου 2013, η Alpha Bank είχε στο Βασικό Σενάριο δείκτη βασικών ιδίων κεφαλαίων 13,8%, ο οποίος ακόμη και στο Δυσμενές Σενάριο διαμορφωνόταν στο 8,1%, με πλεόνασμα ιδίων κεφαλαίων στο δυσμενές σενάριο ύψους € 1,33 εκατ. Με την εφαρμογή του Δυναμικού Υποδείγματος το πλεόνασμα των ιδίων κεφαλαίων στο Δυσμενές Σενάριο ανερχόταν για την Alpha Bank στο σημαντικό ποσό των 1,75 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται επίσης ότι στα ανωτέρω δεν περιλαμβάνεται η σημαντική θετική επίπτωση στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών που θα προκύψει από την εφαρμογή των πρόσφατων νομοθετικών ρυθμίσεων που επιτρέπουν τη μετατροπή μέρους των αναβαλλόμενων απαιτήσεων των ελληνικών τραπεζών έναντι της μελλοντικής τους φορολογίας σε αναβαλλόμενες οριστικές και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου.
Σε κάθε περίπτωση, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι με τη γνωμοδότηση και της ΕΚΤ, οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν πλέον πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες στο ορατό μέλλον και στο βαθμό που θα προκύψουν τέτοιες ανάγκες θα είναι πολύ λίγες και θα μπορούν εύκολα να καλυφθούν από τους ιδιώτες μετόχους των τραπεζών.
Αυτό σημαίνει ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια ύψους 11,5 δισ. ευρώ που διακρατεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), με αντίστοιχη αύξηση του Δημοσίου Χρέους της χώρας, δεν χρειάζονται πλέον για κάλυψη κεφαλαιακών αναγκών των Τραπεζών. Μπορούν, επομένως, να επιστραφούν στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), με ισόποση μείωση του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης της χώρας στα 306 δισ. ευρώ (168,1% του ΑΕΠ) στο τέλος του 2014, από 317,5 δισ. ευρώ (174,4% του ΑΕΠ) στο τέλος του 1ου 6μήνου του 2014.
Η εξασφάλιση πιστωτικών γραμμών για την εγγύηση της ομαλής χρηματοδότησης των σημαντικά μειωμένων δανειακών αναγκών της χώρας από το 2015 και στα επόμενα έτη θα πρέπει να γίνει με επιβάρυνση του δημοσίου χρέους μόνο αν αυτές οι πιστώσεις πράγματι χρησιμοποιηθούν.
Από δω και πέρα...
Η επιτυχία των ελληνικών τραπεζών στη διαγνωστική εξέταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανοίγει το δρόμο στη διαχείριση δύο κορυφαίας σημασίας ζητημάτων. Πρώτον, τις διαπραγματεύσεις για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους και την έξοδο από το Μνημόνιο με επιστροφή στις αγορές, στο βαθμό που μπορεί να επιταχυνθεί η μείωση του δημοσίου χρέους μέσω εξάσκησης των τραπεζικών warrants του ΤΧΣ στην κατοχή των επενδυτών, και δεύτερον, την αύξηση της ρευστότητας στην ελληνική οικονομία, παρά την ανάγκη διατήρησης σε υψηλό επίπεδο της κεφαλαιακής ευρωστίας των τραπεζών, σε μια περίοδο υψηλών επισφαλειών.
Στο πλαίσιο αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη ταχείας αποκατάστασης του ιδιωτικού ιδιοκτησιακού χαρακτήρα των τραπεζών, χωρίς την τροχοπέδη της κρατικής συμμετοχής στον τραπεζικό τομέα της οικονομίας. Η εξάρτηση των τραπεζών από εξω-επιχειρησιακά κέντρα αποφάσεων (όπως το ΤΧΣ) παίζει καθοριστικό ρόλο όσον αφορά στον τρόπο που οι επενδυτές και οι εταιρίες διαβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας αξιολογούν τις προοπτικές της κάθε τράπεζας. Σημαντικό ρόλο, π.χ. παίζει το μέγεθος της κεφαλαιοποίησης, προσαρμοσμένης, όμως, για το μέρος των μετοχών που είναι εκτός διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο, με επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού, στις δυνατότητες άντλησης κεφαλαίων, κ.ο.κ. Το γεγονός, λοιπόν, ότι ένα μεγάλο τμήμα της κεφαλαιοποίησης των τραπεζών είναι εκτός χρηματιστηρίου (και στο χαρτοφυλάκιο του ΤΧΣ) επηρεάζει αρνητικά την εικόνα, και κατ’ επέκταση, τη λειτουργία των τραπεζών.
Η Alpha Bank σημειώνει ότι οι ανωτέρω ευνοϊκές εξελίξεις στον χρηματοοικονομικό τομέα της χώρας συμβαίνουν σε μια περίοδο όπου: α) Ο προϋπολογισμός του 2014 εκτελείται πολύ καλύτερα του αναμενομένου έως τον Σεπτ.2014, με πολύ πιθανή την προοπτική το πρωτογενές πλεόνασμα του 2014 να είναι στο επίπεδο του 2,0% του ΑΕΠ, έναντι του 1,5% του ΑΕΠ που είχε προϋπολογιστεί με βάση το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής. β) Αναμένεται ήδη η επίτευξη σημαντικού θετικού ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ στο 3ο 3μηνο του 2014, υπό την επίπτωση της πολύ καλύτερης του αναμενομένου τουριστικής περιόδου στο 9μηνο.2014, όπου σημειώνεται ήδη και σημαντική αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας. Οι τεράστιες μακροοικονομικές ανισορροπίες έχουν πλέον εξαλειφθεί οριστικά και το τραπεζικό σύστημα της χώρας είναι υγιές και έτοιμο να συμβάλει στην ανάπτυξη. Επιπλέον, η ανάκαμψη στηρίζεται τώρα στη μεγάλη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας με την εφαρμογή του πιο προωθημένου προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχει εφαρμοστεί ποτέ σε χώρα μέλος του ΟΟΣΑ και της ΕΕ-28. Ήδη, μόνο το 2014 η Ελλάδα βελτίωσε κατά 10 θέσεις την κατάταξή της στους δείκτες ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum (WEF) και μόλις τώρα ανακοινώθηκε η νέα βελτίωση της θέσης της Ελλάδος στην κατάταξη του Doing Business. Αυτά είναι τα επιτεύγματα που πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού στα επόμενα 3μηνα διότι από αυτά τα επιτεύγματα εξαρτάται η έξοδος της χώρας από την κρίση, η σημαντική αύξηση της απασχόλησης στα επόμενα έτη και η επανένταξη της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού σε πορεία αύξησης της οικονομικής και κοινωνικής του ευημερίας.
www.bankingnews.gr
Ειδικότερα, στο καθιερωμένο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο, η Alpha Bank υπογραμμίζει πως τα αποτελέσματα της νέας Συνολικής Αξιολόγησης για τις ελληνικές τράπεζες ήταν γενικά πολύ ικανοποιητικά και πολύ καλύτερα του αναμενομένου. Αποτελούν δε, έναν από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην πορεία της ελληνικής οικονομίας για έξοδο από τη βαθειά ύφεση και από τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας της.
Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν τώρα ξεφύγει οριστικά από τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης στον οποίο περιήλθαν εξαιτίας της δημοσιονομικής εκτροπής και της ουσιαστικής χρεοκοπίας του ελληνικού δημοσίου.
Οι ελληνικές τράπεζες είναι σήμερα επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και έτοιμες να συμβάλλουν και πάλι ενεργά στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας για οριστική έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την κρίση και είσοδό της σε πορεία αυτοδύναμης και διεθνώς ανταγωνιστικής ανάπτυξης.
Η νέα αύξηση των ιδιωτικών καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες ακόμη και τον Σεπτέμβριο του 2014, μήνα κατά τον οποίο σημειώθηκε μεγάλη αύξηση των φορολογικών εσόδων του κράτους κατά 13%, σε ετήσια βάση (καθαρά έσοδα τακτικού προϋπολογισμού: +15,1% σε ετήσια βάση), δείχνει ότι η πορεία επιστροφής των καταθέσεων που αποσύρθηκαν στην περίοδο της κρίσης βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο.
Η συνέχιση της επιστροφής των καταθέσεων που αυξήθηκαν στα 164,7 δις τον Σεπτέμβριο του 2014, μπορεί να σηματοδοτήσει τη θετική αύξηση της πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών προς τον ιδιωτικό τομέα από τις αρχές του 2015, παρά το ότι αυτή η επέκταση ήταν ακόμη αρνητική στο -3,5% τον Σεπτέμβριο του 2014.
Πιο αναλυτικά, με το AQR, η περίμετρος των μη εξυπηρετούμενων και των υπό αναδιάρθρωση - υπό παρακολούθηση δανείων των 4 ελληνικών τραπεζών διευρύνθηκε, σημαντικά για ορισμένες τράπεζες και σε σχετικά περιορισμένο βαθμό για άλλες τράπεζες και ιδιαίτερα για την Alpha Bank.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις και τη συνεπαγόμενη μείωση της κεφαλαιακής τους βάσης (Common Equity Tear 1, ή CET 1) κατά 7,35 δισ. ευρώ.
Παρά την επίπτωση της ανωτέρω επιβάρυνσης, όλες οι τράπεζες αξιολογήθηκαν ως επαρκώς κεφαλαιοποιημένες με βάση το δυναμικό σενάριο.
Αυτό το Σενάριο συμπεριλαμβάνει τις αυξήσεις ιδίων κεφαλαίων ύψους € 8,3 δις που πραγματοποίησαν οι τέσσερις ελληνικές τράπεζες τον Μάρτιο-Απρίλιο 2014 και επιπλέον τις κινήσεις για περαιτέρω ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας που προβλέπονται στα (εγκεκριμένα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) επιχειρηματικά τους προγράμματα.
Παράλληλα, αναφέρεται ότι η πολύ ικανοποιητική κεφαλαιακή της βάση πιστοποιήθηκε ακόμη και με το Στατικό Υπόδειγμα. Δηλαδή ακόμη και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η ΑΜΚ ύψους € 1,2 δις του Μαρτίου 2014 και οι κινήσεις της Τράπεζας για περαιτέρω βελτίωση της κερδοφορίας της και της κεφαλαιακής της δομής που προβλέπονται στο επιχειρηματικό της πρόγραμμα για τα επόμενα έτη, οι οποίες ήδη εφαρμόζονται με σημαντική επιτυχία (βλέπε για παράδειγμα την επιτυχή υλοποίηση της εθελουσίας αποχώρησης από την Τράπεζα 2.200 εργαζομένων).
Ακόμη και με το Στατικό Υπόδειγμα, δηλαδή με βάση τα οικονομικά δεδομένα που ίσχυαν την 31η Δεκεμβρίου 2013, η Alpha Bank είχε στο Βασικό Σενάριο δείκτη βασικών ιδίων κεφαλαίων 13,8%, ο οποίος ακόμη και στο Δυσμενές Σενάριο διαμορφωνόταν στο 8,1%, με πλεόνασμα ιδίων κεφαλαίων στο δυσμενές σενάριο ύψους € 1,33 εκατ. Με την εφαρμογή του Δυναμικού Υποδείγματος το πλεόνασμα των ιδίων κεφαλαίων στο Δυσμενές Σενάριο ανερχόταν για την Alpha Bank στο σημαντικό ποσό των 1,75 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται επίσης ότι στα ανωτέρω δεν περιλαμβάνεται η σημαντική θετική επίπτωση στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών που θα προκύψει από την εφαρμογή των πρόσφατων νομοθετικών ρυθμίσεων που επιτρέπουν τη μετατροπή μέρους των αναβαλλόμενων απαιτήσεων των ελληνικών τραπεζών έναντι της μελλοντικής τους φορολογίας σε αναβαλλόμενες οριστικές και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου.
Σε κάθε περίπτωση, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι με τη γνωμοδότηση και της ΕΚΤ, οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν πλέον πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες στο ορατό μέλλον και στο βαθμό που θα προκύψουν τέτοιες ανάγκες θα είναι πολύ λίγες και θα μπορούν εύκολα να καλυφθούν από τους ιδιώτες μετόχους των τραπεζών.
Αυτό σημαίνει ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια ύψους 11,5 δισ. ευρώ που διακρατεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), με αντίστοιχη αύξηση του Δημοσίου Χρέους της χώρας, δεν χρειάζονται πλέον για κάλυψη κεφαλαιακών αναγκών των Τραπεζών. Μπορούν, επομένως, να επιστραφούν στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), με ισόποση μείωση του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης της χώρας στα 306 δισ. ευρώ (168,1% του ΑΕΠ) στο τέλος του 2014, από 317,5 δισ. ευρώ (174,4% του ΑΕΠ) στο τέλος του 1ου 6μήνου του 2014.
Η εξασφάλιση πιστωτικών γραμμών για την εγγύηση της ομαλής χρηματοδότησης των σημαντικά μειωμένων δανειακών αναγκών της χώρας από το 2015 και στα επόμενα έτη θα πρέπει να γίνει με επιβάρυνση του δημοσίου χρέους μόνο αν αυτές οι πιστώσεις πράγματι χρησιμοποιηθούν.
Από δω και πέρα...
Η επιτυχία των ελληνικών τραπεζών στη διαγνωστική εξέταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανοίγει το δρόμο στη διαχείριση δύο κορυφαίας σημασίας ζητημάτων. Πρώτον, τις διαπραγματεύσεις για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους και την έξοδο από το Μνημόνιο με επιστροφή στις αγορές, στο βαθμό που μπορεί να επιταχυνθεί η μείωση του δημοσίου χρέους μέσω εξάσκησης των τραπεζικών warrants του ΤΧΣ στην κατοχή των επενδυτών, και δεύτερον, την αύξηση της ρευστότητας στην ελληνική οικονομία, παρά την ανάγκη διατήρησης σε υψηλό επίπεδο της κεφαλαιακής ευρωστίας των τραπεζών, σε μια περίοδο υψηλών επισφαλειών.
Στο πλαίσιο αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη ταχείας αποκατάστασης του ιδιωτικού ιδιοκτησιακού χαρακτήρα των τραπεζών, χωρίς την τροχοπέδη της κρατικής συμμετοχής στον τραπεζικό τομέα της οικονομίας. Η εξάρτηση των τραπεζών από εξω-επιχειρησιακά κέντρα αποφάσεων (όπως το ΤΧΣ) παίζει καθοριστικό ρόλο όσον αφορά στον τρόπο που οι επενδυτές και οι εταιρίες διαβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας αξιολογούν τις προοπτικές της κάθε τράπεζας. Σημαντικό ρόλο, π.χ. παίζει το μέγεθος της κεφαλαιοποίησης, προσαρμοσμένης, όμως, για το μέρος των μετοχών που είναι εκτός διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο, με επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού, στις δυνατότητες άντλησης κεφαλαίων, κ.ο.κ. Το γεγονός, λοιπόν, ότι ένα μεγάλο τμήμα της κεφαλαιοποίησης των τραπεζών είναι εκτός χρηματιστηρίου (και στο χαρτοφυλάκιο του ΤΧΣ) επηρεάζει αρνητικά την εικόνα, και κατ’ επέκταση, τη λειτουργία των τραπεζών.
Η Alpha Bank σημειώνει ότι οι ανωτέρω ευνοϊκές εξελίξεις στον χρηματοοικονομικό τομέα της χώρας συμβαίνουν σε μια περίοδο όπου: α) Ο προϋπολογισμός του 2014 εκτελείται πολύ καλύτερα του αναμενομένου έως τον Σεπτ.2014, με πολύ πιθανή την προοπτική το πρωτογενές πλεόνασμα του 2014 να είναι στο επίπεδο του 2,0% του ΑΕΠ, έναντι του 1,5% του ΑΕΠ που είχε προϋπολογιστεί με βάση το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής. β) Αναμένεται ήδη η επίτευξη σημαντικού θετικού ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ στο 3ο 3μηνο του 2014, υπό την επίπτωση της πολύ καλύτερης του αναμενομένου τουριστικής περιόδου στο 9μηνο.2014, όπου σημειώνεται ήδη και σημαντική αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας. Οι τεράστιες μακροοικονομικές ανισορροπίες έχουν πλέον εξαλειφθεί οριστικά και το τραπεζικό σύστημα της χώρας είναι υγιές και έτοιμο να συμβάλει στην ανάπτυξη. Επιπλέον, η ανάκαμψη στηρίζεται τώρα στη μεγάλη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας με την εφαρμογή του πιο προωθημένου προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχει εφαρμοστεί ποτέ σε χώρα μέλος του ΟΟΣΑ και της ΕΕ-28. Ήδη, μόνο το 2014 η Ελλάδα βελτίωσε κατά 10 θέσεις την κατάταξή της στους δείκτες ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum (WEF) και μόλις τώρα ανακοινώθηκε η νέα βελτίωση της θέσης της Ελλάδος στην κατάταξη του Doing Business. Αυτά είναι τα επιτεύγματα που πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού στα επόμενα 3μηνα διότι από αυτά τα επιτεύγματα εξαρτάται η έξοδος της χώρας από την κρίση, η σημαντική αύξηση της απασχόλησης στα επόμενα έτη και η επανένταξη της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού σε πορεία αύξησης της οικονομικής και κοινωνικής του ευημερίας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών