Οι πολιτικές ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις μεταρρυθμίσεις, δεν θα πρέπει να παραμείνουν στάσιμες
Tο πάγωμα των μεταρρυθμίσεων δύναται να ανακόψει τις προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, προειδοποιεί η Eurobank, στην καθιερωμένη εβδομαδιαία ανάλυσή της, υπό τον τίτλο "7 Ημέρες Οικονομία".
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, απαιτείται επίσπευση των πολιτικών ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγικότητας.
Αναλυτικά:
• Η τάση ανάκαμψης για την ελληνική οικονομία δεν θα πρέπει να διακοπεί. Χρόνος για περαιτέρω καθυστερήσεις λόγω πολιτικών εξελίξεων δεν υπάρχει. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1,24 εκατομμύρια έλληνες πολίτες που είναι άνεργοι και το «κόστος ευκαιρίας» για τον μέσο έλληνα πολίτη έχει μειωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η συνοχή και η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας μας.
• Οι πολιτικές ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις μεταρρυθμίσεις όχι μόνο δεν θα πρέπει να παραμείνουν στάσιμες αλλά τουναντίον θα πρέπει να επισπευσθούν και να εφαρμοστούν με ορθολογικό τρόπο. Αύξηση της παραγωγικότητας ισοδυναμεί με αύξηση των αποδόσεων του κεφαλαίου, δηλαδή αυξημένα κίνητρα για επενδύσεις, και με ενδυνάμωση των κινήτρων για αύξηση των ωρών εργασίας μέσω αύξησης των μισθών.
• Η πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών (αρνητικός πληθωρισμός ή αποπληθωρισμός) συνεχίζεται. Για τον μήνα Νοέμβριο η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή διαμορφώθηκε στο -1,2%.
• Στον τομέα της στέγασης καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση (του επιπέδου των τιμών), -5,9%, ενώ στον τομέα των αλκοολούχων ποτών και καπνού σημειώθηκε άνοδος της τάξης του 2,9%.
• Περαιτέρω πτώση του ποσοστού της Ανεργίας για τον μήνα Σεπτέμβριο, 25,7%. Ο ρυθμός ετήσιας μείωσης επιταχύνθηκε από τις -1,8 ποστ. μοναδ. στις -2,3.
Για τις επόμενες 20 μέρες, εξαιτίας της επίσπευσης των διαδικασιών για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι εξελίξεις στην ελληνική πολιτική σκηνή θα τύχουν υψηλής δημοσιότητας τόσο από τα εγχώρια μέσα μαζικής ενημέρωσης όσο και από αυτά της αλλοδαπής.
Παράλληλα με εκφράσεις του τύπου, «θα ψηφίσω τον υποψήφιο», «δεν θα ψηφίσω τον υποψήφιο», «ομαλότητα και ανάκαμψη», «αποτυχία του προγράμματος», κτλ., δύο αριθμοί θα γίνουν επίκαιροι όσο ποτέ στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αυτοί είναι ο αριθμός 180 και ο αριθμός 25.
Όπως είναι ευρέως γνωστό ο πρώτος συνδέεται με τις ψήφους που απαιτούνται για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και ο δεύτερος με τις επιπλέον ψήφους που θα πρέπει να εξασφαλίσει ο κυβερνητικός συνασπισμός έτσι ώστε να υπάρξει διαδοχή στο προεδρικό μέγαρο και η χώρα να αποφύγει την εκλογική αναμέτρηση.
Ωστόσο, υπό το πρίσμα των εξελίξεων των τελευταίων 7 ετών στην ελληνική οικονομία, η σημασία των δύο προαναφερθέντων αριθμών μπορεί να ερμηνευτεί και ως εξής:
1. Οι πολιτικές εξελίξεις δεν θα πρέπει να οδηγήσουν την ελληνική οικονομία σε στροφή «180» μοιρών. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των δύο τελευταίων τριμήνων, για παράδειγμα αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,41% και 1,92%, αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου για πρώτη φορά ύστερα από 25 τρίμηνα, η ελληνική οικονομία εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης. Αυτή η τάση δεν θα πρέπει να διακοπεί. Χρόνος για περαιτέρω καθυστερήσεις λόγω πολιτικών εξελίξεων δεν υπάρχει. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1,24 εκατομμύρια έλληνες πολίτες που είναι άνεργοι και το «κόστος ευκαιρίας» για τον μέσο έλληνα πολίτη έχει μειωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η συνοχή και η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας μας.
2. Η ελληνική μεγάλη ύφεση της περιόδου 2007-2013 είχε ως αποτέλεσμα την συσσωρευμένη πτώση του πραγματικού ΑΕΠ κατά το 1/4 (προσεγγιστικά) της εγχώριας παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών του έτους 2007. Η ανάκτηση των «25» ποσοστιαίων μονάδων του πραγματικού ΑΕΠ απαιτεί εγρήγορση και όχι στασιμότητα. Η πολιτική αδράνεια και το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων δύναται να ανακόψουν τις προοπτικές ανάκαμψης. Οι πολιτικές ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις μεταρρυθμίσεις όχι μόνο δεν θα πρέπει να παραμείνουν στάσιμες αλλά τουναντίον θα πρέπει να επισπευσθούν και να εφαρμοστούν με ορθολογικό τρόπο. Αύξηση της παραγωγικότητας ισοδυναμεί με αύξηση των αποδόσεων του κεφαλαίου, δηλαδή αυξημένα κίνητρα για επενδύσεις, και με ενδυνάμωση των κινήτρων για αύξηση των ωρών εργασίας μέσω αύξησης των μισθών.
Για να δείξουμε πόσο σημαντική για το μονοπάτι ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας είναι η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγικότητας πραγματοποιήσαμε μια άσκηση προσομοίωσης με την χρήση ενός δυναμικού υποδείγματος γενικής ισορροπίας. Για το 2014 υποθέτουμε ότι η συνολική παραγωγικότητα αυξάνεται με έναν ποσοστιαίο ρυθμό της τάξης του 0,6% και για το διάστημα 2015-2025 κατασκευάζουμε τα εξής τρία σενάρια:
(α) σταθερή αύξηση 3%,
(β) σταθερή αύξηση 4%
(γ) σταθερή αύξηση 5%.
Για το 2026 και έπειτα υποθέτουμε ότι ο ρυθμός αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας επιστρέφει στην παγκόσμια μακροχρόνια τάση του 2%.
Τα αποτελέσματα της άσκησης έχουν ως εξής:
(α) Για τα έτη 2000-2013 η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών της παραγωγής μπορεί να ερμηνεύσει - αναπαράγει σε σημαντικό βαθμό την πορεία του πραγματικού ΑΕΠ.
(β) η αύξηση της παραγωγικότητας για μια δεκαετία 2015-2025 με ρυθμούς της τάξης του 3%, 4% και 5%, οδηγεί την ελληνική οικονομία στα προς κρίσης επίπεδα του πραγματικού ΑΕΠ σε 12 (2026), 10 (2024) και 8 (2022) χρόνια αντίστοιχα.
Τέλος, ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στις παρούσες πολιτικές – οικονομικές εξελίξεις θεωρούμε χρήσιμο να αναφέρουμε τα εξής:
Σύμφωνα με το σύνολο της πληροφόρησης που έχουμε μέχρι σήμερα, εξάγουμε το συμπέρασμα πως για πολλοστή φορά οι επί μέρους συνιστώσες του πολιτικού συστήματος (Κυβέρνηση, αξιωματική αντιπολίτευση, πολιτικά κόμματα του εθνικού κοινοβουλίου) αποτυγχάνουν να συνεννοηθούν.
Το όφελος σε περίπτωση συνεννόησης θα ήταν αμοιβαίο (όπως και στο πολύ γνωστό παράδειγμα του «διλήμματος του φυλακισμένου» στη θεωρία παιγνίων) και η ελληνική κοινωνία όσο και οι αγορές συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ζητούμενο είναι να μην υπάρξει αναγκαστική επιβολή συνεννόησης εξαιτίας χειροτέρευσης των συνθηκών σε οικονομικό ή πολιτικό επίπεδο.
Η πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών (αρνητικός πληθωρισμός ή αποπληθωρισμός) συνεχίζεται.
Για τον μήνα Νοέμβριο η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή διαμορφώθηκε στο -1,2%.
Η πτωτική τάση του γενικού επιπέδου των τιμών συνεχίστηκε και για τον μήνα Νοέμβριο. Από τον Μάρτιο του 2013 μέχρι και σήμερα, δηλαδή για 21 συνεχείς μήνες, ο πληθωρισμός κινείται σε αρνητικά επίπεδα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014 η ελληνική στατιστική αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ), ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (ΕΔΤΚ) μειώθηκε σε ετήσια βάση κατά -1,2% (από τις 120,16 μονάδες στις 118,70).
Γίνεται φανερό πως η πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών για τον μήνα Νοέμβριο προήλθε κυρίως από τον τομέα της στέγασης (υψηλή ποσοστιαία μεταβολή, -5,9%, και ο 2ος μεγαλύτερος συντελεστής στάθμισης, 15,90%), της υγείας (-2,2% και 5ος, 7,71%) και των άλλων αγαθών και υπηρεσιών (-2,4% και 6ος, 5,35%).
Ο τομέας στον οποίο καταγράφηκε η μεγαλύτερη αντιστάθμιση στην παρατηρούμενη πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών ήταν αυτός των αλκοολούχων ποτών και καπνού (2,9%, 8ος, 4,61%) και ακολούθησε ο τομέας της ένδυσης και της υπόδησης με αύξηση της τάξης του 0,2% (9ος, 4,41%).
Εκτός από τους δύο προαναφερθέντες δείκτες όλοι οι υπόλοιποι, με εξαίρεση τον τομέα των επικοινωνιών στον οποίο οι τιμές παρέμειναν σταθερές, κατέγραψαν πτώση.
Σε προηγούμενα τεύχη του φυλλαδίου 7ημέρες ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ έχουμε κάνει εκτενή αναφορά για τις αρνητικές επιπτώσεις του φαινομένου του αποπληθωρισμού (για παράδειγμα βλέπε τεύχος 100, 13/11/2014).
Αυτές αποτυπώνονται κυρίως στην αύξηση των πραγματικών επιτοκίων, στη δημιουργία συνθηκών αναμονής για την πραγματοποίηση καταναλωτικών ή επενδυτικών αποφάσεων δαπάνης και στην αύξηση των πραγματικών βαρών για τους υπάρχοντες οφειλέτες ή χρεώστες.
Συνεπώς ο αποπληθωρισμός επηρεάζει αρνητικά την ζήτηση στη συνέχεια η μειούμενη ζήτηση ενισχύει περισσότερο τον αποπληθωρισμός και ούτω καθεξής.
Για το επόμενο βραχυπρόθεσμο χρονικό διάστημα, δηλαδή για τους επόμενους 6 με 12 μήνες δεν αναμένουμε (με βάση το σύνολο της πληροφόρησης που έχουμε σήμερα) απότομη αντιστροφή της πορείας του γενικού επίπεδου των τιμών. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η ανάκαμψη της ζήτησης, όπως αυτή αποτυπώνεται στην ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης (0,66 και 3,60% στο 2ο και στο 3ο τρίμηνο αντίστοιχα) να μην οδηγήσει άμεσα σε άνοδο του γενικού επιπέδου των τιμών καθώς οι επιχειρήσεις, κυρίως λόγω του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού (δηλαδή, βραχυπρόθεσμα δεν θα υπάρχουν πιέσεις για αύξηση των μισθών, οπότε και του κόστους, οπότε και των τιμών) αλλά και της πιθανής εκμετάλλευσης οικονομιών κλίμακας (στους περισσότερους κλάδους η παραγωγή έχει μειωθεί σημαντικά), θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση, δηλαδή να αυξήσουν την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών, χωρίς να έχουν κίνητρο να αυξήσουν άμεσα τις τιμές.
Τέλος αξίζει να αναφέρουμε πως η μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου και η συνεπακολουθούμενη μείωση του ενεργειακού κόστους αποτελεί έναν επιπλέον παράγοντα για την μειούμενη τάση του γενικού επιπέδου των τιμών.
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, απαιτείται επίσπευση των πολιτικών ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγικότητας.
Αναλυτικά:
• Η τάση ανάκαμψης για την ελληνική οικονομία δεν θα πρέπει να διακοπεί. Χρόνος για περαιτέρω καθυστερήσεις λόγω πολιτικών εξελίξεων δεν υπάρχει. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1,24 εκατομμύρια έλληνες πολίτες που είναι άνεργοι και το «κόστος ευκαιρίας» για τον μέσο έλληνα πολίτη έχει μειωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η συνοχή και η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας μας.
• Οι πολιτικές ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις μεταρρυθμίσεις όχι μόνο δεν θα πρέπει να παραμείνουν στάσιμες αλλά τουναντίον θα πρέπει να επισπευσθούν και να εφαρμοστούν με ορθολογικό τρόπο. Αύξηση της παραγωγικότητας ισοδυναμεί με αύξηση των αποδόσεων του κεφαλαίου, δηλαδή αυξημένα κίνητρα για επενδύσεις, και με ενδυνάμωση των κινήτρων για αύξηση των ωρών εργασίας μέσω αύξησης των μισθών.
• Η πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών (αρνητικός πληθωρισμός ή αποπληθωρισμός) συνεχίζεται. Για τον μήνα Νοέμβριο η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή διαμορφώθηκε στο -1,2%.
• Στον τομέα της στέγασης καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση (του επιπέδου των τιμών), -5,9%, ενώ στον τομέα των αλκοολούχων ποτών και καπνού σημειώθηκε άνοδος της τάξης του 2,9%.
• Περαιτέρω πτώση του ποσοστού της Ανεργίας για τον μήνα Σεπτέμβριο, 25,7%. Ο ρυθμός ετήσιας μείωσης επιταχύνθηκε από τις -1,8 ποστ. μοναδ. στις -2,3.
Για τις επόμενες 20 μέρες, εξαιτίας της επίσπευσης των διαδικασιών για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι εξελίξεις στην ελληνική πολιτική σκηνή θα τύχουν υψηλής δημοσιότητας τόσο από τα εγχώρια μέσα μαζικής ενημέρωσης όσο και από αυτά της αλλοδαπής.
Παράλληλα με εκφράσεις του τύπου, «θα ψηφίσω τον υποψήφιο», «δεν θα ψηφίσω τον υποψήφιο», «ομαλότητα και ανάκαμψη», «αποτυχία του προγράμματος», κτλ., δύο αριθμοί θα γίνουν επίκαιροι όσο ποτέ στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αυτοί είναι ο αριθμός 180 και ο αριθμός 25.
Όπως είναι ευρέως γνωστό ο πρώτος συνδέεται με τις ψήφους που απαιτούνται για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και ο δεύτερος με τις επιπλέον ψήφους που θα πρέπει να εξασφαλίσει ο κυβερνητικός συνασπισμός έτσι ώστε να υπάρξει διαδοχή στο προεδρικό μέγαρο και η χώρα να αποφύγει την εκλογική αναμέτρηση.
Ωστόσο, υπό το πρίσμα των εξελίξεων των τελευταίων 7 ετών στην ελληνική οικονομία, η σημασία των δύο προαναφερθέντων αριθμών μπορεί να ερμηνευτεί και ως εξής:
1. Οι πολιτικές εξελίξεις δεν θα πρέπει να οδηγήσουν την ελληνική οικονομία σε στροφή «180» μοιρών. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των δύο τελευταίων τριμήνων, για παράδειγμα αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,41% και 1,92%, αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου για πρώτη φορά ύστερα από 25 τρίμηνα, η ελληνική οικονομία εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης. Αυτή η τάση δεν θα πρέπει να διακοπεί. Χρόνος για περαιτέρω καθυστερήσεις λόγω πολιτικών εξελίξεων δεν υπάρχει. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1,24 εκατομμύρια έλληνες πολίτες που είναι άνεργοι και το «κόστος ευκαιρίας» για τον μέσο έλληνα πολίτη έχει μειωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η συνοχή και η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας μας.
2. Η ελληνική μεγάλη ύφεση της περιόδου 2007-2013 είχε ως αποτέλεσμα την συσσωρευμένη πτώση του πραγματικού ΑΕΠ κατά το 1/4 (προσεγγιστικά) της εγχώριας παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών του έτους 2007. Η ανάκτηση των «25» ποσοστιαίων μονάδων του πραγματικού ΑΕΠ απαιτεί εγρήγορση και όχι στασιμότητα. Η πολιτική αδράνεια και το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων δύναται να ανακόψουν τις προοπτικές ανάκαμψης. Οι πολιτικές ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις μεταρρυθμίσεις όχι μόνο δεν θα πρέπει να παραμείνουν στάσιμες αλλά τουναντίον θα πρέπει να επισπευσθούν και να εφαρμοστούν με ορθολογικό τρόπο. Αύξηση της παραγωγικότητας ισοδυναμεί με αύξηση των αποδόσεων του κεφαλαίου, δηλαδή αυξημένα κίνητρα για επενδύσεις, και με ενδυνάμωση των κινήτρων για αύξηση των ωρών εργασίας μέσω αύξησης των μισθών.
Για να δείξουμε πόσο σημαντική για το μονοπάτι ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας είναι η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγικότητας πραγματοποιήσαμε μια άσκηση προσομοίωσης με την χρήση ενός δυναμικού υποδείγματος γενικής ισορροπίας. Για το 2014 υποθέτουμε ότι η συνολική παραγωγικότητα αυξάνεται με έναν ποσοστιαίο ρυθμό της τάξης του 0,6% και για το διάστημα 2015-2025 κατασκευάζουμε τα εξής τρία σενάρια:
(α) σταθερή αύξηση 3%,
(β) σταθερή αύξηση 4%
(γ) σταθερή αύξηση 5%.
Για το 2026 και έπειτα υποθέτουμε ότι ο ρυθμός αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας επιστρέφει στην παγκόσμια μακροχρόνια τάση του 2%.
Τα αποτελέσματα της άσκησης έχουν ως εξής:
(α) Για τα έτη 2000-2013 η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών της παραγωγής μπορεί να ερμηνεύσει - αναπαράγει σε σημαντικό βαθμό την πορεία του πραγματικού ΑΕΠ.
(β) η αύξηση της παραγωγικότητας για μια δεκαετία 2015-2025 με ρυθμούς της τάξης του 3%, 4% και 5%, οδηγεί την ελληνική οικονομία στα προς κρίσης επίπεδα του πραγματικού ΑΕΠ σε 12 (2026), 10 (2024) και 8 (2022) χρόνια αντίστοιχα.
Τέλος, ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στις παρούσες πολιτικές – οικονομικές εξελίξεις θεωρούμε χρήσιμο να αναφέρουμε τα εξής:
Σύμφωνα με το σύνολο της πληροφόρησης που έχουμε μέχρι σήμερα, εξάγουμε το συμπέρασμα πως για πολλοστή φορά οι επί μέρους συνιστώσες του πολιτικού συστήματος (Κυβέρνηση, αξιωματική αντιπολίτευση, πολιτικά κόμματα του εθνικού κοινοβουλίου) αποτυγχάνουν να συνεννοηθούν.
Το όφελος σε περίπτωση συνεννόησης θα ήταν αμοιβαίο (όπως και στο πολύ γνωστό παράδειγμα του «διλήμματος του φυλακισμένου» στη θεωρία παιγνίων) και η ελληνική κοινωνία όσο και οι αγορές συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ζητούμενο είναι να μην υπάρξει αναγκαστική επιβολή συνεννόησης εξαιτίας χειροτέρευσης των συνθηκών σε οικονομικό ή πολιτικό επίπεδο.
Η πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών (αρνητικός πληθωρισμός ή αποπληθωρισμός) συνεχίζεται.
Για τον μήνα Νοέμβριο η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή διαμορφώθηκε στο -1,2%.
Η πτωτική τάση του γενικού επιπέδου των τιμών συνεχίστηκε και για τον μήνα Νοέμβριο. Από τον Μάρτιο του 2013 μέχρι και σήμερα, δηλαδή για 21 συνεχείς μήνες, ο πληθωρισμός κινείται σε αρνητικά επίπεδα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014 η ελληνική στατιστική αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ), ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (ΕΔΤΚ) μειώθηκε σε ετήσια βάση κατά -1,2% (από τις 120,16 μονάδες στις 118,70).
Γίνεται φανερό πως η πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών για τον μήνα Νοέμβριο προήλθε κυρίως από τον τομέα της στέγασης (υψηλή ποσοστιαία μεταβολή, -5,9%, και ο 2ος μεγαλύτερος συντελεστής στάθμισης, 15,90%), της υγείας (-2,2% και 5ος, 7,71%) και των άλλων αγαθών και υπηρεσιών (-2,4% και 6ος, 5,35%).
Ο τομέας στον οποίο καταγράφηκε η μεγαλύτερη αντιστάθμιση στην παρατηρούμενη πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών ήταν αυτός των αλκοολούχων ποτών και καπνού (2,9%, 8ος, 4,61%) και ακολούθησε ο τομέας της ένδυσης και της υπόδησης με αύξηση της τάξης του 0,2% (9ος, 4,41%).
Εκτός από τους δύο προαναφερθέντες δείκτες όλοι οι υπόλοιποι, με εξαίρεση τον τομέα των επικοινωνιών στον οποίο οι τιμές παρέμειναν σταθερές, κατέγραψαν πτώση.
Σε προηγούμενα τεύχη του φυλλαδίου 7ημέρες ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ έχουμε κάνει εκτενή αναφορά για τις αρνητικές επιπτώσεις του φαινομένου του αποπληθωρισμού (για παράδειγμα βλέπε τεύχος 100, 13/11/2014).
Αυτές αποτυπώνονται κυρίως στην αύξηση των πραγματικών επιτοκίων, στη δημιουργία συνθηκών αναμονής για την πραγματοποίηση καταναλωτικών ή επενδυτικών αποφάσεων δαπάνης και στην αύξηση των πραγματικών βαρών για τους υπάρχοντες οφειλέτες ή χρεώστες.
Συνεπώς ο αποπληθωρισμός επηρεάζει αρνητικά την ζήτηση στη συνέχεια η μειούμενη ζήτηση ενισχύει περισσότερο τον αποπληθωρισμός και ούτω καθεξής.
Για το επόμενο βραχυπρόθεσμο χρονικό διάστημα, δηλαδή για τους επόμενους 6 με 12 μήνες δεν αναμένουμε (με βάση το σύνολο της πληροφόρησης που έχουμε σήμερα) απότομη αντιστροφή της πορείας του γενικού επίπεδου των τιμών. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η ανάκαμψη της ζήτησης, όπως αυτή αποτυπώνεται στην ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης (0,66 και 3,60% στο 2ο και στο 3ο τρίμηνο αντίστοιχα) να μην οδηγήσει άμεσα σε άνοδο του γενικού επιπέδου των τιμών καθώς οι επιχειρήσεις, κυρίως λόγω του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού (δηλαδή, βραχυπρόθεσμα δεν θα υπάρχουν πιέσεις για αύξηση των μισθών, οπότε και του κόστους, οπότε και των τιμών) αλλά και της πιθανής εκμετάλλευσης οικονομιών κλίμακας (στους περισσότερους κλάδους η παραγωγή έχει μειωθεί σημαντικά), θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση, δηλαδή να αυξήσουν την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών, χωρίς να έχουν κίνητρο να αυξήσουν άμεσα τις τιμές.
Τέλος αξίζει να αναφέρουμε πως η μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου και η συνεπακολουθούμενη μείωση του ενεργειακού κόστους αποτελεί έναν επιπλέον παράγοντα για την μειούμενη τάση του γενικού επιπέδου των τιμών.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών