Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

MarketWatch: Η ελληνική κρίση θέτει σε δοκιμασία την αξιοπιστία της ΕΚΤ

MarketWatch: Η ελληνική κρίση θέτει σε δοκιμασία την αξιοπιστία της ΕΚΤ
Όσο περισσότερο συνεχίζεται το αδιέξοδο μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της, τόσο μεγαλύτερη είναι η πίεση στην ΕΚΤ να δράσει για να διασφαλίσει την αξιοπιστία της, τονίζεται σε άρθρο του MarketWatch
Όταν η Ευρωζώνη αποφάσισε το 2012 να δημιουργήσει μια τραπεζική ένωση, το έκανε επειδή άλλες ιδέες για την εμβάθυνση της οικονομικής ολοκλήρωσης φαίνονταν αρκετά αμφιλεγόμενες.
Παραχωρώντας την κυριαρχία των εθνικών τραπεζικών συστημάτων ήταν μια εύκολη πολιτική κίνηση, απ' ό,τι να δοθούν στις Βρυξέλλες, για παράδειγμα, νέες εξουσίες για δανεισμό και δαπάνες.
Ωστόσο, η τραπεζική ένωση αφορά κάτι πολύ περισσότερο από μια μεταβίβαση της κυριαρχίας απ' ό,τι έχει γίνει ευρέως αντιληπτό, ακόμη μεγαλύτερο ακόμη και από την ίδια τη δημιουργία του ευρώ.
Η τραπεζική ένωση έχει δώσει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που αποτελεί τον νέο ενιαίο τραπεζικό επόπτη της ευρωζώνης, δυνάμεις που επηρεάζουν άμεσα τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των πολιτών, αλλά και τη δυνατότητα να λαμβάνει αποφάσεις με δυνητικά εκτεταμένες φορολογικές συνέπειες.
Πλέον, μόλις τέσσερις μήνες μετά την ανάληψη των νέων αρμοδιοτήτων της, η ΕΚΤ βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη δοκιμασία της αξιοπιστίας της, αυτήν της ελληνικής κρίση.
Η επιτυχία της τραπεζικής ένωσης εξαρτάται από το αν θα πείσει η ΕΚΤ τις αγορές ότι προσφέρει μια αποφασιστική ρήξη με ένα ευρωπαϊκό παρελθόν, στο οποίο οι εθνικές αρχές είχαν θεωρηθεί πολύ ευαίσθητες στις πολιτικές πιέσεις, πολύ πρόθυμες να αγνοήσουν τους αδύναμους ισολογισμούς των τραπεζών προκειμένου να προστατεύσουν τους προϋπολογισμούς των κυβερνήσεων.
Προκειμένου να σπάσει η τοξική σχέση μεταξύ των τραπεζών και κυβερνώντων, η ΕΚΤ θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις ανεξάρτητα από πολιτικές πιέσεις.
Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι η τραπεζική ένωση είχε ένα πολύ υποσχόμενο ξεκίνημα.
Τα τεστ προσομοίωσης του περασμένου έτους από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης θεωρήθηκαν ως τα πιο αυστηρά που έχουν γίνει έναντι όλων των προηγούμενων.
Η ΕΚΤ επίσης χρησιμοποιεί τη διακριτική εξουσία να ωθεί τις τράπεζες να βελτιώνουν την ποιότητα του κεφαλαίου τους κ.λπ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πρόσφατες κινήσεις από την ισπανική τράπεζα Banco Santander να προχωρήσει σε αύξηση κεφαλαίου, καθώς και τα μέτρα για την ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης των μικρών ιταλικών τραπεζών.
Ωστόσο, η ελληνική κρίση έχει θέσει την ΕΚΤ σε μια δυσάρεστη θέση.
Ο έλληνας πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, καταγγέλλει ότι η ΕΚΤ έχει τυλίξει μια θηλιά γύρω από το λαιμό της Ελλάδας, μη επιτρέποντας στην Αθήνα να προχωρήσει στην έκδοση περισσοτέρων ομολόγων βραχυπρόθεσμης διάρκειας.
Η ΕΚΤ υπεραμύνθηκε της θέσης της αυτής, κυρίως με όρους που αφορούν τη νομισματική πολιτική, λέγοντας ότι αν επιτραπεί στις ελληνικές τράπεζες να αγοράσουν περισσότερα έντοκα γραμμάτια, θα αυξήσουν την χρηματοδότηση της κεντρικής τράπεζας από την κυβέρνηση, κάτι που απαγορεύεται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες.
Όμως, η ΕΚΤ ως επόπτης των τεσσάρων μεγαλυτέρων ελληνικών τραπεζών, βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ακόμη πιο ευαίσθητο ερώτημα: θα έπρεπε να επιτραπεί στις ελληνικές τράπεζες να χρησιμοποιούν τη λιγοστή ρευστότητά τους στα έντοκα γραμμάτια;
Αξιωματούχοι σημειώνουν ότι σε μια εποχή τέτοιου έντονου στρες, ιδανικά οι τράπεζες θα έπρεπε να περικόπτουν την έκθεσή τους σε μη ρευστοποιήσιμα κρατικά χρεόγραφα.
Ωστόσο, γνωρίζουν ακόμη ότι αναγκάζοντας τις τράπεζες να το κάνουν αυτό, θα υπάρξουν ολέθριες συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Προς το παρόν, η ΕΚΤ το επιτρέπει στις τράπεζες , όμως ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν όσο αυτό συνεχίζεται, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για την αξιοπιστία της ΕΚΤ ως επόπτριας τράπεζας.
Εν τω μεταξύ, η ΕΚΤ αντιμετωπίζει άλλο ένα κρίσιμο θέμα, ήτοι αν οι ελληνικές τράπεζες έχουν επαρκή κεφάλαια.
Η οικονομική κρίση έχει ήδη σαφή αντίκτυπο στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών.
Η Eurobank Ergasias, μια από τις μεγαλύτερες τράπεζες στην Ελλάδα, ανέφερε την περασμένα εβδομάδα ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει ήδη επιστρέψει σε συγκρίσιμα μεγέθη με αυτά του πρώτου εξαμήνου του περασμένου έτους, τις καθυστερήσεις να αυξάνονται τόσο στα στεγαστικά δάνεια όσο και στα εμπορικά.
Τα ποσοστά πτώχευσης είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιδεινωθούν αν η κυβέρνηση αρχίσει να καθυστερεί τις αποπληρωμές δανείων προς τους δικούς της πιστωτές λόγω της έλλειψης ρευστότητας.
Οι πιστωτικές συνθήκες είναι επίσης πιθανό να επιδεινωθούν ως αποτέλεσμα της φυγής καταθέσεων από τότε που ξεκίνησε η πολιτική κρίση τον Δεκέμβριο.
Παρά το γεγονός ότι έχει υπάρξει σταθεροποίηση από τη στιγμή που η Αθήνα υπέγραψε τη συμφωνία τετράμηνης παράτασης του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ, ύψους 100 δισ. ευρώ, που ισοδυναμεί περίπου με το 70% του ελληνικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.
Αυτό καταδεικνύει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν μια περαιτέρω περίοδο απομόχλευσης, καθώς προσπαθούν να θέσουν τη χρηματοδότησή τους σε μια υγιή βάση.
Ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες εκτιμούν ότι ίσως είναι απαραίτητο οι ελληνικές τράπεζες να ενισχυθούν κεφαλαιακά, όμως η μόνη πιθανή πηγή του κεφαλαίου σήμερα είναι τα χρήματα που προορίζονται για τις τραπεζικές ανακεφαλαιοποιήσεις από το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Για να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτά τα κεφάλαια, οι τράπεζες χρειάζονται την έγκριση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που με τη σειρά του θα απαιτήσει από την Ελλάδα να συμμορφωθεί με το πρόγραμμα διάσωσής της.
Εάν τα κεφάλαια του ΕΤΧΣ δεν ήταν διαθέσιμα, οποιαδήποτε τράπεζα με ανεπαρκή κεφαλαιοποίηση θα έπρεπε να διαλυθεί με βάση τους νέους αυστηρούς κανόνες bail-in της Ε.Ε., που θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλειες για ορισμένους καταθέτες.
Φυσικά, οι τεχνοκράτες αξιωματούχοι διστάζουν να λάβουν αποφάσεις με τόσο βαθιές πολιτικές προεκτάσεις, όμως η ΕΚΤ έχει επίσης την υποχρέωση να αναλάβει τις ευθύνες της ανεξαρτήτως και σύμφωνα με τους νόμους της ευρωζώνης.
Όσο περισσότερο συνεχίζεται το αδιέξοδο μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της, τόσο μεγαλύτερη είναι η πίεση στην ΕΚΤ να δράσει για να διασφαλίσει την αξιοπιστία της.
Ούτως ή άλλως, αυτό ήταν ο λόγος ύπαρξης της τραπεζικής ένωσης.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης