Ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού θα εξασφαλίσει στο Πεκίνο όχι μόνο εμπορικές ευκαιρίες, αλλά και επιρροή σε αναδυόμενες οικονομίες σε ολόκληρη την Ασία, αλλά και την Ευρώπη
Κάθε ταξίδι μου στην Ασία αποτελεί πηγή έμπνευσης.
Ωστόσο, αυτή τη φορά είναι διάχυτη στον αέρα μια αίσθηση αλλαγής και επιβράδυνσης, και μαζί με αυτό έρχονται νέες εξελίξεις από την Κίνα, αναφέρει ο Steen Jakobsen, Επικεφαλής Οικονομολόγος & Επικεφαλής Επενδύσεων της Saxo Bank, στην τελευταία του ανάλυση.
Κατά τη γνώμη μου, το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο περιθωριοποιούνται τόσο για πολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους.
Το Μακάο και το Χονγκ Κονγκ έχουν λειτουργήσει ιστορικά ως πύλη εισόδου ξένων επενδυτών στην Κίνα, αλλά –κυρίως– ως πύλη εξόδου κεφαλαίων από την Κίνα.
Οι παραδοσιακές επιχειρήσεις εισαγωγών-εξαγωγών με έδρα το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο, μέσω της υπερτιμολόγησης και της υποτίμησης προϊόντων, έχουν αποτελέσει σημαντική πηγή ευμάρειας για τους επιχειρηματίες της ηπειρωτικής Κίνας.
Σήμερα, με τη μάχη κατά της διαφθοράς να έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία, τα «παραθυράκια» κλείνουν.
Ο έλεγχος έχει αυξηθεί και, σε πολιτικούς όρους, το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο δεν χαίρουν της ίδιας εκτίμησης όπως στο παρελθόν.
Την ίδια στιγμή, βρίσκονται σε εξέλιξη διάφορες μεταρρυθμίσεις στον χρηματοοικονομικό τομέα, όπως διαφαίνεται από την έναρξη του προγράμματος σύνδεσης των χρηματιστηρίων του Χονγκ Κονγκ και της Σαγκάης, τον προηγούμενο χρόνο.
Το πρόγραμμα παρέχει σε ξένους επενδυτές πρόσβαση στις μετοχές της ηπειρωτικής χώρας και επιτρέπει στους εκεί επενδυτές την πρόσβαση στις αγορές μετοχών του Χονγκ Κονγκ.
Το πρόγραμμα είναι μικρής κλίμακας και χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από τους επενδυτές της ηπειρωτικής Κίνας – εξακολουθεί, ωστόσο, να είναι μια αρχή.
Φέτος, το πρόγραμμα αυτό θα διευρυνθεί περαιτέρω με τη σύνδεση των χρηματιστηρίων του Χονγκ Κονγκ και της Σεντζέν.
Μην υποτιμήσετε τη σημασία αυτής της κίνησης: η Σεντζέν αποτελεί μια μεγάλη αγορά μετοχών, με κεφαλαιοποίηση που αγγίζει σχεδόν τα 3 τρισ. USD (έναντι 3,5 τρισ. USD του Χανγκ Σενγκ).
Ο δείκτης μετοχών κατηγορίας Α της Σεντζέν έχει σημειώσει άνοδο της τάξης του 35% σε ετήσια βάση, ενώ οι μετοχές που διαπραγματεύονται εκεί προέρχονται κατά κύριο λόγο από μικρές και μεσαίες κινεζικές επιχειρήσεις – δηλαδή η κατηγορία μετοχών που θεωρώ ότι θα σημειώσει υπεραποδόσεις την επόμενη δεκαετία σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η σημασία της σύνδεσης των χρηματιστηρίων πρέπει να γίνει αντιληπτή: αποδυνάμωση της οικονομικής θέσης του Χονγκ Κονγκ και επιβεβαίωση της πρόθεσης του Κινέζου προέδρου, Xi Jinping, να διευρύνει την πρωτοβουλία «μεταρρύθμισης και ανοίγματος» του Deng Xiaoping, από το 1979.
Η εκδοχή του Xi ονομάζεται «Νέος Δρόμος του Μεταξιού» και μόλις τον Μάρτιο χαρακτηρίστηκε ως θέμα πρώτης προτεραιότητας από το Λαϊκό Κογκρέσο της Κίνας.
Αυτή τη στιγμή, η πρωτοβουλία υλοποιείται χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό πολιτικού κεφαλαίου και σκληρού νομίσματος.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, εγκαινιάστηκε ένα νέο ταμείο χρηματοδότησης του Νέου Δρόμου του Μεταξιού, η Ασιατική Τράπεζα Υποδομών & Επενδύσεων (Asian Infrastructure Bank - AIIB), η οποία διαθέτει 40 δισ. USD προκειμένου να υποστηρίξει επενδύσεις υποδομών στις χώρες που εμπλέκονται στο σχέδιο «Μία ζώνη, ένας δρόμος», όπως αποκαλείται ευρέως το συγκεκριμένο πρόγραμμα στην Κίνα.
Μπορεί να μην αποτελεί απόλυτα την κινέζικη εκδοχή του Σχεδίου Μάρσαλ, ωστόσο το αποτέλεσμα θα είναι εφάμιλλο της τεράστιας ώθησης που προσέφεραν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν (μέσω πίστωσης και επενδύσεων υποδομών) οι ΗΠΑ αναδείχθηκαν ως ο κύριος οικονομικός και γεωπολιτικός ευεργέτης της Ευρώπης, επιβλέποντας την ταχεία ανάπτυξη της περιοχής. Το σχέδιο Μάρσαλ εγκαινίασε την ηγεμονική δύναμη των ΗΠΑ.
Το όραμα του Xi είναι να δημιουργήσει έναν Δρόμο του Μεταξιού στην Ευρασία: μια σύνδεση της δυτικής Κίνας (μιας υποανάπτυκτης περιοχής που χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια) με τη Βενετία, στην Ιταλία, αλλά και το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, στην Αφρική.
Το σχέδιο προβλέπει την παροχή πρόσβασης σε πίστωση και επενδύσεις, τα οποία με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν στενούς δεσμούς μεταξύ Κίνας και Ευρασίας.
Αντίθετα με το σχέδιο Μάρσαλ, στο συγκεκριμένο πρόγραμμα μπορεί να συμμετέχει ο καθένας, χωρίς προϋποθέσεις – τουλάχιστον επισήμως.
Η Κίνα διαθέτει περισσότερα από 4 τρισ. USD σε αποθέματα ξένου συναλλάγματος, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν αποφέρουν σχεδόν κανένα κέρδος, λόγω του τρέχοντος οικονομικού περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται από πιο αδύναμη παγκόσμια ανάπτυξη, κοινωνική ένταση και φυγή κεφαλαίου.
Οι χώρες εξαγωγών για την Κίνα μειώνονται αισθητά.
Ωστόσο, ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού θα εξασφαλίσει στο Πεκίνο όχι μόνο εμπορικές ευκαιρίες, αλλά και επιρροή σε αναδυόμενες οικονομίες σε ολόκληρη την Ασία, αλλά και την Ευρώπη.
Με αυτόν τον τρόπο, το Πεκίνο θα αποτελέσει μια ρεαλιστική εναλλακτική απέναντι στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα, που ελέγχονται από την Αμερική και την Ευρώπη.
Το γεγονός αυτό αποτελεί μια ξεκάθαρη δήλωση διεκδίκησης πρωταγωνιστικού ρόλου όχι μόνο από την Κίνα, αλλά και την Ασία συνολικά.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η επιρροή τους περιορίστηκε κυρίως στον ρόλο τους ως κινητήριος δύναμη ανάπτυξης και επενδύσεων.
Σήμερα, ωστόσο, διεκδικούν να έχουν και πολιτικό λόγο.
Επιπλέον, η Κίνα επιθυμεί (και επιδιώκει) να καταλάβει το κενό που δημιούργησε η χρηματοπιστωτική κρίση και ένας δυτικός πολιτικός φορέας που μοιάζει ικανοποιημένος απλώς εξαγοράζοντας χρόνο και αποφεύγοντας τις μεταρρυθμίσεις με οποιοδήποτε κόστος.
Η Κίνα και η Ασία δεν έχουν περιθώριο να παραμείνουν αδρανείς.
Η λογική του σχεδίου υποστηρίζει τον στόχο της Κίνας για διεθνοποίηση του γουάν και επίτευξη μεγαλύτερης γεωπολιτικής επιρροής.
Η παγκόσμια απάντηση από άλλες μεγάλες δυνάμεις ήταν η αναμενόμενη: Οι ΗΠΑ το αντιμετωπίζουν ως μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής ανάπτυξης της Κίνας και μια άμεση αντίδραση στην αυξανόμενη αμερικανική επικέντρωση στην Ασία.
Ο Δρόμος του Μεταξιού δεν προβάλλεται ιδιαίτερα από τα αγγλοσαξονικά μέσα ενημέρωσης, ωστόσο περισσότερες από 60 χώρες έχουν ήδη αποκτήσει συμμετοχή στην Ασιατική Τράπεζα Υποδομών & Επενδύσεων και στο νέο σχέδιο ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών BRICs (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα).
Όπως ήταν αναμενόμενο, ΗΠΑ, Ιαπωνία και Ινδία παραμένουν απλοί παρατηρητές, τουλάχιστον προς το παρόν.
Η αίσθηση που είχα στο Χονγκ Κονγκ ήταν όντως αυτή της επιβράδυνσης – αλλά μιας επιβράδυνσης πριν από ένα νέο επικείμενο ασιατικό άλμα.
Κατά την ανασυγκρότηση ενός εργοστασίου, η παραγωγή σταματά (με τεράστιο κόστος).
Περί αυτού ακριβώς πρόκειται.
Πιστεύω ότι η Κίνα και η Ασία εκμεταλλεύονται αυτή την κρίση για να επαναπροσδιορίσουν το συνολικό οικονομικό τους πρόγραμμα.
Τη δεκαετία του '90 (κατά την ασιατική κρίση) έμαθαν ότι δεν μπορούν να βασίζονται στις δυτικές τράπεζες για πίστωση.
Στην τρέχουσα δεκαετία του 2010, έμαθαν ότι, προκειμένου να συνεχίσουν να αναπτύσσουν τις αγορές εξαγωγών τους, πρέπει να επενδύσουν, αυξάνοντας την παροχή πίστωσης και ενισχύοντας τις υποδομές.
Είναι πρωτοπόροι στην προώθηση κεφαλαίων από τα άυλα περιουσιακά στοιχεία (βλέπε αποθέματα σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα) στην πραγματική οικονομία.
Το γεγονός αυτό οδηγεί σε δύο συμπεράσματα:
Πρώτον, η Κίνα θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται με έντονο ρυθμό μετά την τρέχουσα επιβράδυνση, η οποία θα λειτουργήσει ως βάση για τις προσπάθειες αντιμετώπισης της διαφθοράς και τον επαναπροσδιορισμό των πολιτικών συμφερόντων στην Κίνα, πριν ο Πρόεδρος Xi αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της χώρας, κατά την τελευταία τετραετία της θητείας του (έτη 2017-21).
Μια ανοδική τάση στην αγορά της Κίνας αποτελεί ρεαλιστικό σενάριο, ειδικά δεδομένου ότι η συμμετοχή στις ασιατικές μετοχές σε παγκόσμιο επίπεδο είναι χαμηλή.
Δεύτερον, ο κόσμος διαθέτει πλέον δύο ισοβαρείς υπερδυνάμεις: τις ΗΠΑ και την Κίνα. Η συγκεκριμένη κατάσταση εγκυμονεί μόνο οφέλη για την Κίνα, ενώ παρουσιάζει πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα για τις ΗΠΑ, αφού θα χάσουν μεν μέρος της ηγεμονικής τους δύναμης, αλλά θα κερδίσουν πρόσβαση στις ευκαιρίες από τη μεγαλύτερη παγκόσμια ανάπτυξη.
Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε αγορές με μεγαλύτερη μεταβλητότητα.
Κάθε φορά που ιστορικά έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της «διαδοχής» ή της ύπαρξης δύο ισοδύναμων υπερδυνάμεων, έχει υπάρξει αποσταθεροποίηση – και δεν θεωρώ ότι αυτή η περίπτωση διαφέρει σε κάτι από το παρελθόν. Αυτό είναι το τίμημα που πληρώνει κανείς όταν αποφεύγει όλες τις ευκαιρίες για μεταρρυθμίσεις και αλλαγή.
Γίνεται ο σκλάβος της ιστορίας, όχι αυτός που την ορίζει.
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, αυτή τη φορά είναι διάχυτη στον αέρα μια αίσθηση αλλαγής και επιβράδυνσης, και μαζί με αυτό έρχονται νέες εξελίξεις από την Κίνα, αναφέρει ο Steen Jakobsen, Επικεφαλής Οικονομολόγος & Επικεφαλής Επενδύσεων της Saxo Bank, στην τελευταία του ανάλυση.
Κατά τη γνώμη μου, το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο περιθωριοποιούνται τόσο για πολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους.
Το Μακάο και το Χονγκ Κονγκ έχουν λειτουργήσει ιστορικά ως πύλη εισόδου ξένων επενδυτών στην Κίνα, αλλά –κυρίως– ως πύλη εξόδου κεφαλαίων από την Κίνα.
Οι παραδοσιακές επιχειρήσεις εισαγωγών-εξαγωγών με έδρα το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο, μέσω της υπερτιμολόγησης και της υποτίμησης προϊόντων, έχουν αποτελέσει σημαντική πηγή ευμάρειας για τους επιχειρηματίες της ηπειρωτικής Κίνας.
Σήμερα, με τη μάχη κατά της διαφθοράς να έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία, τα «παραθυράκια» κλείνουν.
Ο έλεγχος έχει αυξηθεί και, σε πολιτικούς όρους, το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο δεν χαίρουν της ίδιας εκτίμησης όπως στο παρελθόν.
Την ίδια στιγμή, βρίσκονται σε εξέλιξη διάφορες μεταρρυθμίσεις στον χρηματοοικονομικό τομέα, όπως διαφαίνεται από την έναρξη του προγράμματος σύνδεσης των χρηματιστηρίων του Χονγκ Κονγκ και της Σαγκάης, τον προηγούμενο χρόνο.
Το πρόγραμμα παρέχει σε ξένους επενδυτές πρόσβαση στις μετοχές της ηπειρωτικής χώρας και επιτρέπει στους εκεί επενδυτές την πρόσβαση στις αγορές μετοχών του Χονγκ Κονγκ.
Το πρόγραμμα είναι μικρής κλίμακας και χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από τους επενδυτές της ηπειρωτικής Κίνας – εξακολουθεί, ωστόσο, να είναι μια αρχή.
Φέτος, το πρόγραμμα αυτό θα διευρυνθεί περαιτέρω με τη σύνδεση των χρηματιστηρίων του Χονγκ Κονγκ και της Σεντζέν.
Μην υποτιμήσετε τη σημασία αυτής της κίνησης: η Σεντζέν αποτελεί μια μεγάλη αγορά μετοχών, με κεφαλαιοποίηση που αγγίζει σχεδόν τα 3 τρισ. USD (έναντι 3,5 τρισ. USD του Χανγκ Σενγκ).
Ο δείκτης μετοχών κατηγορίας Α της Σεντζέν έχει σημειώσει άνοδο της τάξης του 35% σε ετήσια βάση, ενώ οι μετοχές που διαπραγματεύονται εκεί προέρχονται κατά κύριο λόγο από μικρές και μεσαίες κινεζικές επιχειρήσεις – δηλαδή η κατηγορία μετοχών που θεωρώ ότι θα σημειώσει υπεραποδόσεις την επόμενη δεκαετία σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η σημασία της σύνδεσης των χρηματιστηρίων πρέπει να γίνει αντιληπτή: αποδυνάμωση της οικονομικής θέσης του Χονγκ Κονγκ και επιβεβαίωση της πρόθεσης του Κινέζου προέδρου, Xi Jinping, να διευρύνει την πρωτοβουλία «μεταρρύθμισης και ανοίγματος» του Deng Xiaoping, από το 1979.
Η εκδοχή του Xi ονομάζεται «Νέος Δρόμος του Μεταξιού» και μόλις τον Μάρτιο χαρακτηρίστηκε ως θέμα πρώτης προτεραιότητας από το Λαϊκό Κογκρέσο της Κίνας.
Αυτή τη στιγμή, η πρωτοβουλία υλοποιείται χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό πολιτικού κεφαλαίου και σκληρού νομίσματος.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, εγκαινιάστηκε ένα νέο ταμείο χρηματοδότησης του Νέου Δρόμου του Μεταξιού, η Ασιατική Τράπεζα Υποδομών & Επενδύσεων (Asian Infrastructure Bank - AIIB), η οποία διαθέτει 40 δισ. USD προκειμένου να υποστηρίξει επενδύσεις υποδομών στις χώρες που εμπλέκονται στο σχέδιο «Μία ζώνη, ένας δρόμος», όπως αποκαλείται ευρέως το συγκεκριμένο πρόγραμμα στην Κίνα.
Μπορεί να μην αποτελεί απόλυτα την κινέζικη εκδοχή του Σχεδίου Μάρσαλ, ωστόσο το αποτέλεσμα θα είναι εφάμιλλο της τεράστιας ώθησης που προσέφεραν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν (μέσω πίστωσης και επενδύσεων υποδομών) οι ΗΠΑ αναδείχθηκαν ως ο κύριος οικονομικός και γεωπολιτικός ευεργέτης της Ευρώπης, επιβλέποντας την ταχεία ανάπτυξη της περιοχής. Το σχέδιο Μάρσαλ εγκαινίασε την ηγεμονική δύναμη των ΗΠΑ.
Το όραμα του Xi είναι να δημιουργήσει έναν Δρόμο του Μεταξιού στην Ευρασία: μια σύνδεση της δυτικής Κίνας (μιας υποανάπτυκτης περιοχής που χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια) με τη Βενετία, στην Ιταλία, αλλά και το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, στην Αφρική.
Το σχέδιο προβλέπει την παροχή πρόσβασης σε πίστωση και επενδύσεις, τα οποία με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν στενούς δεσμούς μεταξύ Κίνας και Ευρασίας.
Αντίθετα με το σχέδιο Μάρσαλ, στο συγκεκριμένο πρόγραμμα μπορεί να συμμετέχει ο καθένας, χωρίς προϋποθέσεις – τουλάχιστον επισήμως.
Η Κίνα διαθέτει περισσότερα από 4 τρισ. USD σε αποθέματα ξένου συναλλάγματος, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν αποφέρουν σχεδόν κανένα κέρδος, λόγω του τρέχοντος οικονομικού περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται από πιο αδύναμη παγκόσμια ανάπτυξη, κοινωνική ένταση και φυγή κεφαλαίου.
Οι χώρες εξαγωγών για την Κίνα μειώνονται αισθητά.
Ωστόσο, ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού θα εξασφαλίσει στο Πεκίνο όχι μόνο εμπορικές ευκαιρίες, αλλά και επιρροή σε αναδυόμενες οικονομίες σε ολόκληρη την Ασία, αλλά και την Ευρώπη.
Με αυτόν τον τρόπο, το Πεκίνο θα αποτελέσει μια ρεαλιστική εναλλακτική απέναντι στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα, που ελέγχονται από την Αμερική και την Ευρώπη.
Το γεγονός αυτό αποτελεί μια ξεκάθαρη δήλωση διεκδίκησης πρωταγωνιστικού ρόλου όχι μόνο από την Κίνα, αλλά και την Ασία συνολικά.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η επιρροή τους περιορίστηκε κυρίως στον ρόλο τους ως κινητήριος δύναμη ανάπτυξης και επενδύσεων.
Σήμερα, ωστόσο, διεκδικούν να έχουν και πολιτικό λόγο.
Επιπλέον, η Κίνα επιθυμεί (και επιδιώκει) να καταλάβει το κενό που δημιούργησε η χρηματοπιστωτική κρίση και ένας δυτικός πολιτικός φορέας που μοιάζει ικανοποιημένος απλώς εξαγοράζοντας χρόνο και αποφεύγοντας τις μεταρρυθμίσεις με οποιοδήποτε κόστος.
Η Κίνα και η Ασία δεν έχουν περιθώριο να παραμείνουν αδρανείς.
Η λογική του σχεδίου υποστηρίζει τον στόχο της Κίνας για διεθνοποίηση του γουάν και επίτευξη μεγαλύτερης γεωπολιτικής επιρροής.
Η παγκόσμια απάντηση από άλλες μεγάλες δυνάμεις ήταν η αναμενόμενη: Οι ΗΠΑ το αντιμετωπίζουν ως μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής ανάπτυξης της Κίνας και μια άμεση αντίδραση στην αυξανόμενη αμερικανική επικέντρωση στην Ασία.
Ο Δρόμος του Μεταξιού δεν προβάλλεται ιδιαίτερα από τα αγγλοσαξονικά μέσα ενημέρωσης, ωστόσο περισσότερες από 60 χώρες έχουν ήδη αποκτήσει συμμετοχή στην Ασιατική Τράπεζα Υποδομών & Επενδύσεων και στο νέο σχέδιο ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών BRICs (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα).
Όπως ήταν αναμενόμενο, ΗΠΑ, Ιαπωνία και Ινδία παραμένουν απλοί παρατηρητές, τουλάχιστον προς το παρόν.
Η αίσθηση που είχα στο Χονγκ Κονγκ ήταν όντως αυτή της επιβράδυνσης – αλλά μιας επιβράδυνσης πριν από ένα νέο επικείμενο ασιατικό άλμα.
Κατά την ανασυγκρότηση ενός εργοστασίου, η παραγωγή σταματά (με τεράστιο κόστος).
Περί αυτού ακριβώς πρόκειται.
Πιστεύω ότι η Κίνα και η Ασία εκμεταλλεύονται αυτή την κρίση για να επαναπροσδιορίσουν το συνολικό οικονομικό τους πρόγραμμα.
Τη δεκαετία του '90 (κατά την ασιατική κρίση) έμαθαν ότι δεν μπορούν να βασίζονται στις δυτικές τράπεζες για πίστωση.
Στην τρέχουσα δεκαετία του 2010, έμαθαν ότι, προκειμένου να συνεχίσουν να αναπτύσσουν τις αγορές εξαγωγών τους, πρέπει να επενδύσουν, αυξάνοντας την παροχή πίστωσης και ενισχύοντας τις υποδομές.
Είναι πρωτοπόροι στην προώθηση κεφαλαίων από τα άυλα περιουσιακά στοιχεία (βλέπε αποθέματα σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα) στην πραγματική οικονομία.
Το γεγονός αυτό οδηγεί σε δύο συμπεράσματα:
Πρώτον, η Κίνα θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται με έντονο ρυθμό μετά την τρέχουσα επιβράδυνση, η οποία θα λειτουργήσει ως βάση για τις προσπάθειες αντιμετώπισης της διαφθοράς και τον επαναπροσδιορισμό των πολιτικών συμφερόντων στην Κίνα, πριν ο Πρόεδρος Xi αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της χώρας, κατά την τελευταία τετραετία της θητείας του (έτη 2017-21).
Μια ανοδική τάση στην αγορά της Κίνας αποτελεί ρεαλιστικό σενάριο, ειδικά δεδομένου ότι η συμμετοχή στις ασιατικές μετοχές σε παγκόσμιο επίπεδο είναι χαμηλή.
Δεύτερον, ο κόσμος διαθέτει πλέον δύο ισοβαρείς υπερδυνάμεις: τις ΗΠΑ και την Κίνα. Η συγκεκριμένη κατάσταση εγκυμονεί μόνο οφέλη για την Κίνα, ενώ παρουσιάζει πλεονεκτήματα, αλλά και μειονεκτήματα για τις ΗΠΑ, αφού θα χάσουν μεν μέρος της ηγεμονικής τους δύναμης, αλλά θα κερδίσουν πρόσβαση στις ευκαιρίες από τη μεγαλύτερη παγκόσμια ανάπτυξη.
Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε αγορές με μεγαλύτερη μεταβλητότητα.
Κάθε φορά που ιστορικά έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της «διαδοχής» ή της ύπαρξης δύο ισοδύναμων υπερδυνάμεων, έχει υπάρξει αποσταθεροποίηση – και δεν θεωρώ ότι αυτή η περίπτωση διαφέρει σε κάτι από το παρελθόν. Αυτό είναι το τίμημα που πληρώνει κανείς όταν αποφεύγει όλες τις ευκαιρίες για μεταρρυθμίσεις και αλλαγή.
Γίνεται ο σκλάβος της ιστορίας, όχι αυτός που την ορίζει.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών