Ποιοί θα είναι οι κερδισμένοι σε περίπτωση που οι Βρετανοί επιλέξουν την έξοδο από την Ε.Ε.
Υπάρχουν πολλά υπο-σενάρια σε περίπτωση μίας νίκης του Brexit στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, επισημαίνει στην τελευταία του ανάλυση το ευρωπαϊκό think tank Bruegel.
Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, ωστόσο, το Λονδίνο θα χάσει σημαντικό έδαφος ως παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κέντρο.
Κομμάτι της απαράμιλλη θέση του ως ένα κομβικό σημείο για τις διεθνείς χρηματοοικονομικές υπηρεσίες συνδέονται με την ιδιότητα της χώρας ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αντίστοιχης πρόσβασης στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε.
Οι μη ευρωπαϊκές τράπεζες, και κυρίως εκείνες των ΗΠΑ, χρησιμοποιούν το Λονδίνο ως προγεφύρωμα για την ενιαία αγορά και πολλές τράπεζες της ευρωζώνης συγκεντρώνουν εκεί τις δραστηριότητές τους στη χονδρική αγορά της Ε.Ε.
Το ευρωπαϊκό «διαβατήριο» λειτουργεί ομαλά για την επενδυτική τραπεζική.
Το πλαίσιο της Ε.Ε. παρέχει ισχυρή νομική προστασία κατά των ρυθμιστικών κανόνων, όπως φάνηκε όταν το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το Μάρτιο του 2015 απέρριψε την «πολιτική θέσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για να αναγκάσει τους οίκους εκκαθαρίσεων να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε ευρώ από το Λονδίνο στην ευρωζώνη.
Η πρόσβαση και η προστασία θα εξαφανιστούν αν το Ηνωμένο Βασίλειο αποφάσιζε να αποσυρθεί από την εσωτερική αγορά.
Τα περισσότερα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν έδρα στη Μεγάλη Βρετανία εργάζονται εντατικά, καταστρώνοντας τα σχέδιά τους για μετά το δημοψήφισμα και εξετάζουν την πιθανότητα μίας νίκης του Brexit πολύ σοβαρά.
Για ευνόητους λόγους δεν ενημερώνουν σχετικά με αυτό το σχεδιασμό τους και τα συμπεράσματά τους.
Αλλά οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν ότι οι κινήσεις τους μετά από μια ψήφο υπέρ του «Φεύγουμε» θα μπορούσαν να είναι γρήγορες και σημαντικές, δεδομένης της πιθανότητας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα εισέλθει σε παρατεταμένη περίοδο υψηλής αβεβαιότητας.
Η μεταφορά του 1/3 των δραστηριοτήτων εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου δεν φαίνεται μία παρατραβηγμένη πιθανότητα.
Ποιος θα κερδίσει;
Η επόμενη προφανής ερώτηση είναι για το ποιος θα κερδίσει τις επιχειρήσεις που θα χάσει το Λονδίνο.
Στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορισμένοι έχουν προσδοκίες ότι, δεδομένου ότι η Γερμανία και η Γαλλία θα είναι πλέον οι μεγαλύτερες εναπομείνασες χώρες εντός της Ε.Ε., η Φρανκφούρτη και το Παρίσι θα είναι σε καλύτερη θέση για να επωφεληθούν.
Αλλά αυτή η άποψη αγνοεί τα κίνητρα που παρέχονται στις χρηματοπιστωτικές εταιρείες να πάνε στις πιο φιλικές για τις ίδιες χώρες και υπάρχουν μια σειρά από τέτοιες στην Ευρώπη.
Ένας γενικός κανόνας της φιλικότητας για τις επιχειρήσεις παρέχεται από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, την υιοθέτηση του οποίου εξετάζει μόνο μια μειοψηφία των κρατών-μελών της Ε.Ε.
Εκείνοι που αμφισβητούν αυτό το φόρο, όπως η Δανία, η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία, είναι πιο πιθανό να προσελκύσουν τις επιχειρήσεις από το Λονδίνο από ότι εκείνοι που στηρίζουν το μέτρο, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, ή το Βέλγιο.
Αλλά ακόμη μεγαλύτερες μεταφορές θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όπως και να το δει κανείς, το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη είναι μακράν τα δύο μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά κέντρα του κόσμου.
Οι αρχές των ΗΠΑ έχουν αναγνωρίσει το Λονδίνο ως προτιμώμενο σημείο εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις αμερικανικές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και έχουν δημιουργήσει ισχυρές σχέσεις εργασίας με τις οικονομικές ρυθμιστικές αρχές στο Ηνωμένο Βασίλειο με τα χρόνια.
Αλλά μόλις η διμερής σχέση με το Λονδίνο δεν είναι πλέον μέρος της ευρύτερης σχέσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να αναμένει κανείς μια πιο ανταγωνιστική θέση να ευνοήσει τη Νέα Υόρκη ως το καλύτερο μέρος για τις διεθνείς χρηματοοικονομικές δραστηριότητες οποιασδήποτε εταιρείας.
Ακόμη πιο δύσκολο να εκτιμηθεί, αλλά αναμφισβήτητα ακόμη πιο σημαντικό, είναι το κόστος ευκαιρίας ενός Brexit.
Το Λονδίνο θα έχει πολλά να κερδίσει με το να συνεχίσει να αποτελεί μέρος της οικονομικής ολοκλήρωσης της Ε.Ε.
Η Τραπεζική Ένωση, ακόμα και στη σημερινή της μορφή, στα μισά του δρόμου, θα οδηγήσει στο άνοιγμα περισσότερων εργασιών στο διασυνοριακό ανταγωνισμό σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ίδιο θα λειτουργούσαν οι συγκεκριμένες κινήσεις προς την κατεύθυνση του οράματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ένωση της Κεφαλαιαγοράς.
Αλλά αν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν θα είναι σε θέση να αποκομίσει οποιοδήποτε πλεονέκτημα από αυτές τις μελλοντικές εξελίξεις, όπως έχει κάνει στα προηγούμενα βήματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
www.bankingnews.gr
Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, ωστόσο, το Λονδίνο θα χάσει σημαντικό έδαφος ως παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κέντρο.
Κομμάτι της απαράμιλλη θέση του ως ένα κομβικό σημείο για τις διεθνείς χρηματοοικονομικές υπηρεσίες συνδέονται με την ιδιότητα της χώρας ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αντίστοιχης πρόσβασης στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε.
Οι μη ευρωπαϊκές τράπεζες, και κυρίως εκείνες των ΗΠΑ, χρησιμοποιούν το Λονδίνο ως προγεφύρωμα για την ενιαία αγορά και πολλές τράπεζες της ευρωζώνης συγκεντρώνουν εκεί τις δραστηριότητές τους στη χονδρική αγορά της Ε.Ε.
Το ευρωπαϊκό «διαβατήριο» λειτουργεί ομαλά για την επενδυτική τραπεζική.
Το πλαίσιο της Ε.Ε. παρέχει ισχυρή νομική προστασία κατά των ρυθμιστικών κανόνων, όπως φάνηκε όταν το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το Μάρτιο του 2015 απέρριψε την «πολιτική θέσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για να αναγκάσει τους οίκους εκκαθαρίσεων να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε ευρώ από το Λονδίνο στην ευρωζώνη.
Η πρόσβαση και η προστασία θα εξαφανιστούν αν το Ηνωμένο Βασίλειο αποφάσιζε να αποσυρθεί από την εσωτερική αγορά.
Τα περισσότερα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν έδρα στη Μεγάλη Βρετανία εργάζονται εντατικά, καταστρώνοντας τα σχέδιά τους για μετά το δημοψήφισμα και εξετάζουν την πιθανότητα μίας νίκης του Brexit πολύ σοβαρά.
Για ευνόητους λόγους δεν ενημερώνουν σχετικά με αυτό το σχεδιασμό τους και τα συμπεράσματά τους.
Αλλά οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν ότι οι κινήσεις τους μετά από μια ψήφο υπέρ του «Φεύγουμε» θα μπορούσαν να είναι γρήγορες και σημαντικές, δεδομένης της πιθανότητας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα εισέλθει σε παρατεταμένη περίοδο υψηλής αβεβαιότητας.
Η μεταφορά του 1/3 των δραστηριοτήτων εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου δεν φαίνεται μία παρατραβηγμένη πιθανότητα.
Ποιος θα κερδίσει;
Η επόμενη προφανής ερώτηση είναι για το ποιος θα κερδίσει τις επιχειρήσεις που θα χάσει το Λονδίνο.
Στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορισμένοι έχουν προσδοκίες ότι, δεδομένου ότι η Γερμανία και η Γαλλία θα είναι πλέον οι μεγαλύτερες εναπομείνασες χώρες εντός της Ε.Ε., η Φρανκφούρτη και το Παρίσι θα είναι σε καλύτερη θέση για να επωφεληθούν.
Αλλά αυτή η άποψη αγνοεί τα κίνητρα που παρέχονται στις χρηματοπιστωτικές εταιρείες να πάνε στις πιο φιλικές για τις ίδιες χώρες και υπάρχουν μια σειρά από τέτοιες στην Ευρώπη.
Ένας γενικός κανόνας της φιλικότητας για τις επιχειρήσεις παρέχεται από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, την υιοθέτηση του οποίου εξετάζει μόνο μια μειοψηφία των κρατών-μελών της Ε.Ε.
Εκείνοι που αμφισβητούν αυτό το φόρο, όπως η Δανία, η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία, είναι πιο πιθανό να προσελκύσουν τις επιχειρήσεις από το Λονδίνο από ότι εκείνοι που στηρίζουν το μέτρο, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, ή το Βέλγιο.
Αλλά ακόμη μεγαλύτερες μεταφορές θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όπως και να το δει κανείς, το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη είναι μακράν τα δύο μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά κέντρα του κόσμου.
Οι αρχές των ΗΠΑ έχουν αναγνωρίσει το Λονδίνο ως προτιμώμενο σημείο εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις αμερικανικές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και έχουν δημιουργήσει ισχυρές σχέσεις εργασίας με τις οικονομικές ρυθμιστικές αρχές στο Ηνωμένο Βασίλειο με τα χρόνια.
Αλλά μόλις η διμερής σχέση με το Λονδίνο δεν είναι πλέον μέρος της ευρύτερης σχέσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να αναμένει κανείς μια πιο ανταγωνιστική θέση να ευνοήσει τη Νέα Υόρκη ως το καλύτερο μέρος για τις διεθνείς χρηματοοικονομικές δραστηριότητες οποιασδήποτε εταιρείας.
Ακόμη πιο δύσκολο να εκτιμηθεί, αλλά αναμφισβήτητα ακόμη πιο σημαντικό, είναι το κόστος ευκαιρίας ενός Brexit.
Το Λονδίνο θα έχει πολλά να κερδίσει με το να συνεχίσει να αποτελεί μέρος της οικονομικής ολοκλήρωσης της Ε.Ε.
Η Τραπεζική Ένωση, ακόμα και στη σημερινή της μορφή, στα μισά του δρόμου, θα οδηγήσει στο άνοιγμα περισσότερων εργασιών στο διασυνοριακό ανταγωνισμό σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ίδιο θα λειτουργούσαν οι συγκεκριμένες κινήσεις προς την κατεύθυνση του οράματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ένωση της Κεφαλαιαγοράς.
Αλλά αν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν θα είναι σε θέση να αποκομίσει οποιοδήποτε πλεονέκτημα από αυτές τις μελλοντικές εξελίξεις, όπως έχει κάνει στα προηγούμενα βήματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών