Η Credit Suisse συστήνει στους πελάτες της να κρίνουν κάθε ευρωπαϊκή τραπεζική μετοχή ως μια ξεχωριστή περίπτωση, ιδιαίτερα μέσα από το πρίσμα της ισχυρής/ασθενούς κεφαλαιακής επάρκειας
Υπό έλεγχο βρίσκεται ο συστημικός κίνδυνος και ο κίνδυνος ρευστότητας που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες μετά την επικράτηση του Brexit στο μοιραίο βρετανικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016, όπως αναφέρει σε ανάλυσή της η Credit Suisse.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διαθέτει πληθώρα νομισματικών εργαλείων παροχής επιπλέν ρευστότητας στις εμπορικές τράπεζες της ευρωζώνης (MRO, TLTRO II, ELA), που είχαν δημιουργηθεί από διαφορετικές αιτίες και για διαφορετικούς λόγους, όμως μπορούν πρακτικά να λειτουργήσουν θετικά υπό τις τρέχουσες συνθήκες.
Σύμφωνα με την Credit Suisse, οι τράπεζες της ευρωζώνης διαθέτουν περίπου 3,8 τρισ. ευρώ σε διαθέσιμα και επιλέξιμα (από την ΕΚΤ) στοιχεία ενεργητικού για την αναχρηματοδότησή τους, αξία που αντιστοιχεί στο 14% του συνολικού ενεργητικού τους.
Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρει η ελβετική τράπεζα, αν χρειαστεί η ΕΚΤ θα μπορούσε να περιλάβει και επιλέξιμα στεγαστικά δάνεια στις πράξεις τετραετούς αναχρηματοδότησης με μηδενικό κόστος του προγράμματος TLTRO II.
Στη βάση αναλύσεων που είχε εγκαίρως διεξάγει η Credit Suisse για τις επιπτώσεις που θα είχε στις ευρωπαϊκές τράπεζες το Brexit στο βρετανικό δημοψήφισμα, αυτές αναμένεται τώρα να υποστούν πτώση έως 200 μονάδων βάσης (έως 2 εκατοστιαίων μονάδων) στην αποδοτικότητα των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) τους, ενώ αρνητικά αναμένεται να επηρεαστούν τα αποτελέσματά τους για το δεύτερο εξάμηνο του 2016 λόγω των αναταράξεων στις κεφαλαιαγορές, του ακριβότερου χρήματος και της αποκλιμάκωσης κάποιων τραπεζικών δραστηριοτήτων.
Τελικά, η Credit Suisse συστήνει στους πελάτες της να κρίνουν κάθε ευρωπαϊκή τραπεζική μετοχή ως μια ξεχωριστή περίπτωση, ιδιαίτερα μέσα από το πρίσμα της ισχυρής/ασθενούς κεφαλαιακής επάρκειας, ισχυρής/ασθενούς οικονομίας στην οποία δραστηριοποιείται, έκθεσης/μη έκθεσης στην Ε.Ε..
Η ελβετική τράπεζα προκρίνει την αγορά τραπεζικών μετοχών με ισχυρή κεφαλαιοποίηση και μείγμα δραστηριοτήτων που εκτείνεται πέραν της ευρωζώνης, γεγονός που παραπέμπει ακόμα και σε βρετανικές ή και ασιατικές τράπεζες και σε τράπεζες με δολαριακά έσοδα που διαθέτουν ισχυρές διεθνείς δραστηριότητες.
Λιγότερο φέρονται να επηρεάζονται από τις εξελίξεις οι σκανδιναβικές τράπεζες και εντός ευρωζώνης οι τράπεζες του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου (BeNeLux).
www.bankingnews.gr
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διαθέτει πληθώρα νομισματικών εργαλείων παροχής επιπλέν ρευστότητας στις εμπορικές τράπεζες της ευρωζώνης (MRO, TLTRO II, ELA), που είχαν δημιουργηθεί από διαφορετικές αιτίες και για διαφορετικούς λόγους, όμως μπορούν πρακτικά να λειτουργήσουν θετικά υπό τις τρέχουσες συνθήκες.
Σύμφωνα με την Credit Suisse, οι τράπεζες της ευρωζώνης διαθέτουν περίπου 3,8 τρισ. ευρώ σε διαθέσιμα και επιλέξιμα (από την ΕΚΤ) στοιχεία ενεργητικού για την αναχρηματοδότησή τους, αξία που αντιστοιχεί στο 14% του συνολικού ενεργητικού τους.
Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρει η ελβετική τράπεζα, αν χρειαστεί η ΕΚΤ θα μπορούσε να περιλάβει και επιλέξιμα στεγαστικά δάνεια στις πράξεις τετραετούς αναχρηματοδότησης με μηδενικό κόστος του προγράμματος TLTRO II.
Στη βάση αναλύσεων που είχε εγκαίρως διεξάγει η Credit Suisse για τις επιπτώσεις που θα είχε στις ευρωπαϊκές τράπεζες το Brexit στο βρετανικό δημοψήφισμα, αυτές αναμένεται τώρα να υποστούν πτώση έως 200 μονάδων βάσης (έως 2 εκατοστιαίων μονάδων) στην αποδοτικότητα των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) τους, ενώ αρνητικά αναμένεται να επηρεαστούν τα αποτελέσματά τους για το δεύτερο εξάμηνο του 2016 λόγω των αναταράξεων στις κεφαλαιαγορές, του ακριβότερου χρήματος και της αποκλιμάκωσης κάποιων τραπεζικών δραστηριοτήτων.
Τελικά, η Credit Suisse συστήνει στους πελάτες της να κρίνουν κάθε ευρωπαϊκή τραπεζική μετοχή ως μια ξεχωριστή περίπτωση, ιδιαίτερα μέσα από το πρίσμα της ισχυρής/ασθενούς κεφαλαιακής επάρκειας, ισχυρής/ασθενούς οικονομίας στην οποία δραστηριοποιείται, έκθεσης/μη έκθεσης στην Ε.Ε..
Η ελβετική τράπεζα προκρίνει την αγορά τραπεζικών μετοχών με ισχυρή κεφαλαιοποίηση και μείγμα δραστηριοτήτων που εκτείνεται πέραν της ευρωζώνης, γεγονός που παραπέμπει ακόμα και σε βρετανικές ή και ασιατικές τράπεζες και σε τράπεζες με δολαριακά έσοδα που διαθέτουν ισχυρές διεθνείς δραστηριότητες.
Λιγότερο φέρονται να επηρεάζονται από τις εξελίξεις οι σκανδιναβικές τράπεζες και εντός ευρωζώνης οι τράπεζες του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου (BeNeLux).
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών