Κοιτώνες κακά φωτισμένοι, κάτι παραπάνω από βρώμικα στρώματα, σε βρώμικα κρεβάτια
Για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των προσφυγόπουλων που μένουν στο κέντρο κράτησης της Αμυγδαλέζας κάνει λόγο σε νέο δημοσίευμα του ο βρετανικός Guardian, περιγράφοντας τις αξιοθρήνητες, όπως τις χαρακτήρισε, συνθήκες που επικρατούν.
«Κοιτώνες κακά φωτισμένοι, κάτι παραπάνω από βρώμικα στρώματα, σε βρώμικες βάσεις», περιγράφει μεταξύ άλλων η ανταποκρίτρια της βρετανικής εφημερίδας.
«Ακούς τη βαβούρα και δεν σκέφτεσαι ότι είσαι σε φυλακή.
Πιστεύεις ότι είσαι σε σχολείο.
Αλλά αυτό είναι η Αμυγδαλέζα: ένα κέντρο που δημιουργήθηκε αρχικά για να φιλοξενήσει μετανάστες δίχως έγγραφα, αλλά τώρα φιλοξενεί έως και 40 ασυνόδευτους ανήλικους ανά πάσα στιγμή», γράφει, σημειώνοντας ότι σε άλλες εποχές και άλλα μέρη, το κτίριο θα φαινόταν σαν αναμορφωτήριο.
Στην χτυπημένη από την κρίση Αθήνα όμως, συνεχίζει, είναι ένας χώρος για αθώους όπου οι συνθήκες, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είναι τόσο αξιοθρήνητες, που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν.
«Υπό το βλέμμα των φυλάκων, τα αγόρια από την Αλγερία, τη Συρία, την Τυνησία, το Πακιστάν και το Ιράκ που βρήκαμε στην επίσκεψή μας, προτιμούν να προσέχουν τα λόγια τους. Κανένας από αυτούς δεν ήθελε να είναι εκεί.
Ο καθένας λέει μία ιστορία για το πώς γλίτωσε από σφαίρες και ακόμη χειρότερες καταστάσεις για να φτάσει στην Ευρώπη, μία ουτοπία, το τέλος ενός ταξιδιού που ξεκίνησε από την ανάγκη να ξεφύγουν από τη φτώχεια και τον πόλεμο», αναφέρει το δημοσίευμα.
«Το ότι έφτασαν εδώ, σε συνθήκες που ακόμη και ενήλικες θα δυσκολεύονταν να επιβιώσουν, περνώντας από λαθροδιακινητές και συμμορίες, είναι από μόνη της μία ιστορία κουράγιου», σχολιάζει η συντάκτρια.
«Κανένας από εμάς δεν θέλει να είναι εδώ», της είπε ένας 14χρονος από τη Συρία.
«Και κάποιοι από εμάς είναι εδώ για πολύ καιρό.
Το φαγητό είναι πολύ κακό και υπάρχουν αρουραίοι», συμπληρώνει.
«Αν δεν ήταν χρεοκοπημένο το κράτος μας, αν είχαμε προετοιμαστεί σωστά, δεν θα ήταν εδώ», λέει από την πλευρά του ο Στάθης Σιδηρόπουλος, ο αστυνομικός που είναι επικεφαλής στην πτέρυγα των ανηλίκων στην Αμυγδαλέζα.
«Ολη την ημέρα δεν έχουν να κάνουν τίποτα.
Τα παιχνίδια θα βοηθούσαν, όπως και στρώματα, μαξιλάρια, σεντόνια και σαπούνι. Με λίγα λόγια, έχουμε ανάγκη από τα πάντα», προσθέτει.
Στην Αμυγδαλέζα, σε κέντρα κράτησης και κελιά σε όλη τη χώρα, αυτά τα παιδιά- οι πιο ευάλωτοι από τους πάνω από 1 εκατ. πρόσφυγες που έχουν περάσει τα ελληνικά σύνορα- είναι ξεχασμένα, αναφέρει το βρετανικό άρθρο.
«Για το ελληνικό κράτος οι ανήλικοι είναι ντροπή αλλά και πρόβλημα.
Τα κέντρα στα νησιά ξεχειλίζουν, τα καταφύγια είναι σχεδόν ανύπαρκτα, το σύστημα αναζήτησης ασύλου σε οριακό σημείο, η αντίδρασή του στην αντιμετώπιση των παιδιών είναι σαν να μην υπάρχουν», συνεχίζει το δημοσίευμα.
«Είναι ένας κύκλος βίας. Ξεκινούν για να ξεφύγουν από αυτόν, μετά τον βιώνουν και όταν φτάνουν εδώ, κάποια στιγμή τον εκφράζουν», λέει η Σοφία Κουβελάκη του Ιδρύματος Μποδοσάκη, μιλώντας στον Guardian.
«Ψυχολογικά αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα. Αυτοτραυματίζονται, χρησιμοποιούν τα χέρια τους σαν όπλα», συμπληρώνει από την πλευρά του ο Τζανέτος Αντύπας, της ανθρωπιστικής οργάνωσης «Πράξις».
Ο ίδιος μιλά για παιδιά που κρατούνται έως και για 100 ημέρες, τέσσερις φορές περισσότερο από ότι επιτρέπει ο νόμος, αναφερόμενος στο κέντρο της Λέσβου.
«Υπήρχαν κάποια, δεν αστειεύομαι, που τα μαλλιά τους είχαν ασπρίσει.
Όταν τα μεταφέραμε, προτίμησαν να μείνουν άπραγα στις σκηνές τους.
Μετά από τόσους μήνες εγκλεισμού σε αυτές τις συνθήκες, είχαν ξεχάσει πώς να περπατούν», περιγράφει.
«Κοιτώνες κακά φωτισμένοι, κάτι παραπάνω από βρώμικα στρώματα, σε βρώμικες βάσεις», περιγράφει μεταξύ άλλων η ανταποκρίτρια της βρετανικής εφημερίδας.
«Ακούς τη βαβούρα και δεν σκέφτεσαι ότι είσαι σε φυλακή.
Πιστεύεις ότι είσαι σε σχολείο.
Αλλά αυτό είναι η Αμυγδαλέζα: ένα κέντρο που δημιουργήθηκε αρχικά για να φιλοξενήσει μετανάστες δίχως έγγραφα, αλλά τώρα φιλοξενεί έως και 40 ασυνόδευτους ανήλικους ανά πάσα στιγμή», γράφει, σημειώνοντας ότι σε άλλες εποχές και άλλα μέρη, το κτίριο θα φαινόταν σαν αναμορφωτήριο.
Στην χτυπημένη από την κρίση Αθήνα όμως, συνεχίζει, είναι ένας χώρος για αθώους όπου οι συνθήκες, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είναι τόσο αξιοθρήνητες, που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν.
«Υπό το βλέμμα των φυλάκων, τα αγόρια από την Αλγερία, τη Συρία, την Τυνησία, το Πακιστάν και το Ιράκ που βρήκαμε στην επίσκεψή μας, προτιμούν να προσέχουν τα λόγια τους. Κανένας από αυτούς δεν ήθελε να είναι εκεί.
Ο καθένας λέει μία ιστορία για το πώς γλίτωσε από σφαίρες και ακόμη χειρότερες καταστάσεις για να φτάσει στην Ευρώπη, μία ουτοπία, το τέλος ενός ταξιδιού που ξεκίνησε από την ανάγκη να ξεφύγουν από τη φτώχεια και τον πόλεμο», αναφέρει το δημοσίευμα.
«Το ότι έφτασαν εδώ, σε συνθήκες που ακόμη και ενήλικες θα δυσκολεύονταν να επιβιώσουν, περνώντας από λαθροδιακινητές και συμμορίες, είναι από μόνη της μία ιστορία κουράγιου», σχολιάζει η συντάκτρια.
«Κανένας από εμάς δεν θέλει να είναι εδώ», της είπε ένας 14χρονος από τη Συρία.
«Και κάποιοι από εμάς είναι εδώ για πολύ καιρό.
Το φαγητό είναι πολύ κακό και υπάρχουν αρουραίοι», συμπληρώνει.
«Αν δεν ήταν χρεοκοπημένο το κράτος μας, αν είχαμε προετοιμαστεί σωστά, δεν θα ήταν εδώ», λέει από την πλευρά του ο Στάθης Σιδηρόπουλος, ο αστυνομικός που είναι επικεφαλής στην πτέρυγα των ανηλίκων στην Αμυγδαλέζα.
«Ολη την ημέρα δεν έχουν να κάνουν τίποτα.
Τα παιχνίδια θα βοηθούσαν, όπως και στρώματα, μαξιλάρια, σεντόνια και σαπούνι. Με λίγα λόγια, έχουμε ανάγκη από τα πάντα», προσθέτει.
Στην Αμυγδαλέζα, σε κέντρα κράτησης και κελιά σε όλη τη χώρα, αυτά τα παιδιά- οι πιο ευάλωτοι από τους πάνω από 1 εκατ. πρόσφυγες που έχουν περάσει τα ελληνικά σύνορα- είναι ξεχασμένα, αναφέρει το βρετανικό άρθρο.
«Για το ελληνικό κράτος οι ανήλικοι είναι ντροπή αλλά και πρόβλημα.
Τα κέντρα στα νησιά ξεχειλίζουν, τα καταφύγια είναι σχεδόν ανύπαρκτα, το σύστημα αναζήτησης ασύλου σε οριακό σημείο, η αντίδρασή του στην αντιμετώπιση των παιδιών είναι σαν να μην υπάρχουν», συνεχίζει το δημοσίευμα.
«Είναι ένας κύκλος βίας. Ξεκινούν για να ξεφύγουν από αυτόν, μετά τον βιώνουν και όταν φτάνουν εδώ, κάποια στιγμή τον εκφράζουν», λέει η Σοφία Κουβελάκη του Ιδρύματος Μποδοσάκη, μιλώντας στον Guardian.
«Ψυχολογικά αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα. Αυτοτραυματίζονται, χρησιμοποιούν τα χέρια τους σαν όπλα», συμπληρώνει από την πλευρά του ο Τζανέτος Αντύπας, της ανθρωπιστικής οργάνωσης «Πράξις».
Ο ίδιος μιλά για παιδιά που κρατούνται έως και για 100 ημέρες, τέσσερις φορές περισσότερο από ότι επιτρέπει ο νόμος, αναφερόμενος στο κέντρο της Λέσβου.
«Υπήρχαν κάποια, δεν αστειεύομαι, που τα μαλλιά τους είχαν ασπρίσει.
Όταν τα μεταφέραμε, προτίμησαν να μείνουν άπραγα στις σκηνές τους.
Μετά από τόσους μήνες εγκλεισμού σε αυτές τις συνθήκες, είχαν ξεχάσει πώς να περπατούν», περιγράφει.
Σχόλια αναγνωστών