Μετά από την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση του 2015, οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιούμενη κεφαλαιακή επάρκεια
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, λόγω της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά κυρίως λόγω της ελληνικής κρίσης σημειώθηκε μια εις βάθος αναδιάρθρωση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, με τη συνεπακόλουθη δραστική μείωση του αριθμού των τραπεζών που ασκούν δραστηριότητα στην Ελλάδα, αναφέρει στη σχετική της έκθεση η Ελληνική Ένωση Τραπεζών.
Η ΕΕΤ καταθέτει οκτώ προτάσεις για την περαιτέρω άρση των περιορισμών στις τραπεζικές συναλλαγές.
Ειδικότερα, όπως διαπιστώνεται, την περίοδο Δεκέμβριος 2007 - Δεκέμβριος 2016, οι εν λειτουργία τράπεζες, μέσω συγχωνεύσεων, εξαγορών και εξυγιάνσεων, μειώθηκαν από 64 σε 39 ενώ αποχώρησε σχεδόν το σύνολο των ξένων τραπεζών με δίκτυα εξυπηρέτησης της πελατείας, εκτός της HSBC.
Σήμερα, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες και η Attica Bank ξεπερνούν πλέον αθροιστικά το 95% του ελληνικού τραπεζικού συστήματος (σε όρους ενεργητικού) από 67,7% στο τέλος του 2007.
Παρουσία έχουν, επίσης, η Επενδυτική Τράπεζα Ελλάδος, η Aegean Baltic Bank, η Credicom Consumer Finance, εννέα (9) συνεταιριστικές τράπεζες, καθώς και τα υποκαταστήματα ή γραφεία αντιπροσωπείας τριάντα (30) αλλοδαπών τραπεζών (ενδεικτικά, Citibank, HSBC, Deutsche Bank, Unicredit, Bank of America, J.P.Morgan Chase Bank, DnB Bank ASA, ABN AMRO Bank).
Βασικά στοιχεία για τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα
Σημειώθηκε σημαντική συρρίκνωση του ενεργητικού, λόγω απομόχλευσης και πώλησης συμμετοχών και περιουσιακών στοιχείων, κυρίως όμως καταθέσεων, λόγω της κρίσης και των αβεβαιοτήτων που δημιουργήθηκαν:
I. σύνολο ενεργητικού: 312,4 δισ. ευρώ, από 358,1 δισ. το 2008
II. σύνολο καταθέσεων: 132,1 δισ. ευρώ
III. καταθέσεις εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων: 121,4 δισ., από 227,6 δισ. το 2008
IV. δάνεια εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων: 195,2 δισ. ευρώ
V. δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET 1): 18.1%
VI. αριθμός καταστημάτων: 2.343
VII. προσωπικό: 46.615
VIII. κέρδη προ φόρων: 249 εκατ. ευρώ
IX. μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) 107,6 δισ. ευρώ (45,2%) και δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) 38%
X. απόθεμα προβλέψεων: 57,1 δισ. ευρώ
XI. ΑΤΜ: 6.820
XII. POS: 410.000
Σε άλλο σημείο της έκθεσης σημειώνεται ότι το απασχολούμενο στις τράπεζες προσωπικό μειώθηκε κατά 19.067 άτομα, ήτοι κατά 29%, κυρίως μέσω προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου του προσωπικού, τα οποία συνεχίσθηκαν και κατά τη διάρκεια του 2016, ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός των τραπεζικών καταστημάτων μειώθηκε κατά 1.736 ή
42,5%.
Μετά την θέσπιση περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων τον Ιούνιο του 2015, επιχειρήσεις και καταναλωτές έχουν προσαρμοστεί σε ευρεία κλίμακα στη διενέργεια πληρωμών χωρίς τη χρήση μετρητών.
Στο πλαίσιο αυτό, οι συναλλαγές διενεργούνται μέσω της χρήσης:
(i) καρτών πληρωμών (χρεωστικών, πιστωτικών, προπληρωμένων),
(ii) υπηρεσιών μεταφοράς πιστώσεων, και
(iii) υπηρεσιών άμεσων χρεώσεων.
Επίσης, έχει αυξηθεί κατακόρυφα η αξιοποίηση των εναλλακτικών καναλιών εξυπηρέτησης της πελατείας των τραπεζών (internet, mobile, phone banking, ΑΤΜ, APS) έναντι των τραπεζικών καταστημάτων. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕΤ από τις τράπεζες μέλη της:
(i) Ο αριθμός και η αξία συναλλαγών μέσω internet banking αυξήθηκε, σε ετήσια
βάση, κατά 40% και 29% αντίστοιχα.
(ii) Ο αριθμός και η αξία συναλλαγών μέσω mobile banking αυξήθηκε, σε ετήσια βάση, κατά 142% και 82% αντίστοιχα.
Καταθέσεις
Από το 2009 έως το τέλος του 2016, οι καταθέσεις των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 116,1 δισ. ευρώ (-49%).
Ενθαρρυντικό για τη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι το γεγονός πως τους τελευταίους έξι μήνες του 2016 παρατηρείται διαρκής μηνιαία αύξηση των καταθέσεων, της τάξης των 770 εκ. ευρώ κατά μέσο όρο.
Στα στοιχεία του Δεκεμβρίου 2016 που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος για τις καταθέσεις ιδιωτών, δεν περιλαμβάνονται σε αυτές οι καταθέσεις στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και οι καταθέσεις του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, οι οποίες λόγω αναταξινόμησης εμφανίζονται στις καταθέσεις της Γενικής Κυβέρνησης.
Για το λόγο αυτό, τα υπόλοιπα καταθέσεων στο τέλος του 2016 εμφανίζονται μειωμένα, ενώ στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια του 2016 οι
καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 4,2 δισ. ευρώ.
Κερδοφορία
Την περίοδο 2010-2015 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν ζημιές προ φόρων συνολικού ποσού 70,3 δισ. ευρώ.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα δεν διανεμήθηκαν μερίσματα στους μετόχους των ελληνικών τραπεζών, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2016 οι συσσωρευμένες προβλέψεις των ελληνικών τραπεζών ανέρχονταν σε 52 δισ. ευρώ σε ατομική βάση και σε 57,1 δισ. ευρώ σε ενοποιημένη βάση.
• Το 2016 οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι εμφάνισαν κέρδη προ φόρων, μετά από μια σειρά ζημιογόνων χρήσεων.
Μετά από αρκετά τρίμηνα, τα καθαρά έσοδα διαμορφώθηκαν σε επίπεδο, έστω οριακά, υψηλότερο εκείνου του σχηματισμού προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.
• Τα κέρδη προ φόρων των ελληνικών τραπεζικών ομίλων σε επίπεδο εννεαμήνου
ανέρχονται στα 249 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000 το ελληνικό σύστημα υπήρξε κερδοφόρο.
Είναι ενδεικτικό ότι η δεύτερη μεγαλύτερη κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, καταγράφηκε το 2008 (2,5 δισ. ευρώ), δηλαδή μερικούς μήνες μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers (15.9.2008), κατά τη διάρκεια της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Ακόμα και το 2009, στην κορύφωση της κρίσης, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παρέμεινε κερδοφόρο (0,7 δισ. ευρώ περίπου) αφού η έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε τιτλοποιημένα προϊόντα των Αμερικανικών τραπεζών ήταν
σχεδόν μηδενική.
Μετά από την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση του 2015, στην οποία υπήρξε αυξημένη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών, οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιούμενη κεφαλαιακή επάρκεια.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του 2016, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών ενισχύθηκε, ως αποτέλεσμα της επιστροφής τους σε κερδοφορία και της μείωσης του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού τους.
Εν προκειμένω:
• ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1 ratio) αυξήθηκε σε 18,1% (Σεπτέμβριος 2016) από 17,8% (Ιούνιος 2016),
• ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (total capital ratio) ενισχύθηκε σε 18,2% (Σεπτέμβριος 2016) από 18% (Ιούνιος 2016).
Τον Σεπτέμβριο του 2016, ο fully loaded δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1) ανήλθε στο 17%.
Επισημαίνεται ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA) ανάμεσα στα επαρκώς κεφαλαιοποιημένα τραπεζικά συστήματα της ΕΕ.
Οι ελληνικές τράπεζες λόγω της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών συμμετείχαν σε μια σειρά αξιολογήσεων της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού τους (AQR) και σε ασκήσεις προσομοιώσεως ακραίων καταστάσεων (stress-tests) από τους εποπτικούς μηχανισμούς με στόχο τον ποσοτικό προσδιορισμό των κεφαλαιακών αναγκών, συνεκτιμώντας τις χρηματοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε χρονική
περίοδο.
Συνολικά, οι ελληνικές τράπεζες συμμετείχαν σε τέσσερις (4) τέτοιες ασκήσεις από το 2012 έως το 2015, με τις συνολικές κεφαλαιακές τους ανάγκες να προσδιορίζονται σε 47,7 δισ. ευρώ.
Στο ίδιο διάστημα οι τράπεζες άντλησαν κεφάλαια ύψους 51,7 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 19,7 δισ. ή περίπου 40% προήλθαν από ιδιώτες επενδυτές ενώ τα υπόλοιπα κεφάλαια καλύφθηκαν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Ένας σημαντικός παράγοντας των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών είναι οι αναβαλλόμενες -οριστικές- φορολογικές απαιτήσεις (DTC), οι οποίες δημιουργήθηκαν από τις ζημιογόνες χρήσεις των προηγουμένων ετών.
Αυτές ανέρχονται περίπου στο 52%3 του κεφαλαίου CET 1 κεφαλαίων των τεσσάρων (4) συστημικών τραπεζών και στόχος είναι μέσω της υλοποίησης των σχεδίων αναδιαρθρώσεως, το ποσοστό αυτό να βαίνει μειούμενο.
Οι προτάσεις της ΕΕΤ για την περαιτέρω άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και στις αναλήψεις μετρητών
Στις 28 Ιανουαρίου 2017 έκλεισαν δεκαεννέα (19) μήνες από την έναρξη της τραπεζικής αργίας βραχείας διάρκειας και την, από 18 Ιουλίου 2015, επιβολή περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών και στις μεταφορές κεφαλαίων.
Έκτοτε, οι καταθέσεις στις τράπεζες της χώρας μας έχουν σταδιακά αυξηθεί ενώ η χρήση του μηχανισμού έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) μειώθηκε κατά 49%.
Λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, η ΕΕΤ, ήδη από το τέλος Νοεμβρίου 2016, κατέθεσε οκτώ (8) συγκεκριμένες προτάσεις για την περαιτέρω σταδιακή άρση των περιορισμών
προκειμένου:
1. Μετρητά που δεν αναλήφθηκαν κάποια ημέρα ή ημέρες να μπορούν να αναληφθούν σωρευτικά έως του ποσού των δυο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε χρονικό διάστημα ενός ημερολογιακού μήνα (από 840 ευρώ ανά δυο εβδομάδες που ισχύει σήμερα).
2. Να επιτραπεί: α) να ανοίγονται νέοι λογαριασμοί όψεως ή καταθετικοί και να προστίθενται συνδικαιούχοι στους ήδη υφιστάμενους ακόμα και εάν δημιουργείται νέος κωδικός πελάτη (Customer ID) από την τράπεζα, και β) να ενεργοποιούνται αδρανείς, κατά την έννοια του Ν. 4151/2013 (Α΄ 103), λογαριασμοί.
3. Να επιτραπεί η ανάληψη μετρητών έως ποσοστού του 60% συνολικά (από 30% σήμερα) από χρηματικά ποσά τα οποία, μετά την έναρξη ισχύος της σχετικής τροποποίησης, θα πιστώνονται με μεταφορά πίστωσης από τράπεζα που λειτουργεί στο εξωτερικό, σε τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων νομικών και φυσικών προσώπων.
4. Να συμπεριληφθούν ρητώς στις ισχύουσες διατάξεις του στοιχείου στ) της παρ. 11 του άρθρου πρώτου της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως αυτή τροποποιήθηκε επανειλημμένα και ισχύει, και τα μεταφερόμενα από την αλλοδαπή χρηματικά ποσά που πιστώνονται σε λογαριασμούς που τηρούνται σε τράπεζα που λειτουργεί στην Ελλάδα και συνιστούν αποτέλεσμα εκκαθάρισης συναλλαγών
καρτών πληρωμών (χρεωστικών, πιστωτικών και προπληρωμένων) που έχουν εκδοθεί από φορέα παροχής υπηρεσιών πληρωμών του εξωτερικού (κάρτες πληρωμών εξωτερικού).
Η μη ρητή συμπερίληψη των συγκεκριμένων συναλλαγών στα «ελεύθερα» κεφάλαια μιας ελληνικής επιχείρησης έχει οδηγήσει πολλές από αυτές (τουριστικές, ξενοδοχειακές, αεροπορικές, κ.λπ) στην υπογραφή νέων ή στην ενεργοποίηση υφιστάμενων, πριν την 18/7/2015, συμβάσεων αποδοχής καρτών πληρωμών με φορείς αποδοχής συναλλαγών καρτών του εξωτερικού, δημιουργώντας σαφές
ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις τράπεζες και τους λοιπούς φορείς αποδοχής συναλλαγών καρτών πληρωμών που λειτουργούν στη χώρα μας.
5. Να επιτραπεί η αποδοχή και εκτέλεση εντολών μεταφοράς κεφαλαίων προς το εξωτερικό από τράπεζες έως του ποσού των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ ανά κωδικό πελάτη (Customer ID) και ανά ημερολογιακό μήνα με ταυτόχρονo διπλασιασμό του υφιστάμενου μηνιαίου ορίου εγκρίσεων (στα 106 εκατ. ευρώ έναντι 53 εκατ. ευρώ σήμερα).
6. Να επιτραπεί η μεταφορά θεματοφυλακής στο εξωτερικό για υφιστάμενους πελάτες.
7. Να διεκπεραιώνονται απευθείας από το δίκτυο των καταστημάτων των τραπεζών συναλλαγές νομικών προσώπων ή επιτηδευματιών προς το εξωτερικό στο πλαίσιο των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, που δεν υπερβαίνουν τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ η καθεμία, ανά πελάτη, ανά ημέρα, χωρίς την υποχρέωση προσκόμισης σε κατάστημα τράπεζας των σχετικών τιμολογίων και λοιπών
παραστατικών και δικαιολογητικών.
Με αυτήν την πρόταση θα περιοριστεί το διαχειριστικό κόστος των τραπεζών και θα μειωθούν οι προμήθειες προς μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες για τη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών
έναντι παραστατικών.
8. Να τροποποιηθεί το σημείο iv. του στοιχείου β) της παραγράφου 2 του άρθρου 6 της υπ’ αριθμ. 6/27.7.2016 απόφασης της Επιτροπής Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 9/22.9.2016 απόφαση της Επιτροπής
Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών ως ακολούθως: «iv. το ποσό της αιτούμενης μεταφοράς κεφαλαίων στο εξωτερικό, συναθροιζόμενο με το ποσό που ήδη έχει εγκριθεί εντός του μήνα από το σύνολο του τραπεζικού συστήματος της χώρας δεν υπερβαίνει σωρευτικά για τον ίδιο μήνα το 180% της μέγιστης μηνιαίας αξίας των εισαγωγών/ενδοκοινοτικών αποκτήσεων της περιόδου 01/01/2015-31/12/2016».
Με το ισχύον καθεστώς, όσες επιχειρήσεις είναι νεοσύστατες (έναρξη μετά την 1η Οκτωβρίου 2014) μπορούν να εκτελέσουν μεταφορές κεφαλαίων στο εξωτερικό χωρίς να ισχύει το στοιχείο της ιστορικότητας του 140%. Αντίθετα, όσες επιχειρήσεις
δεν είναι νεοσύστατες και είχαν χαμηλές εισαγωγές το περασμένο διάστημα, αναγκάζονται συχνά να καθυστερούν τις πληρωμές τους καθώς δεν πληρούν το κριτήριο της ιστορικότητας του 140%. Αυτό όμως δεν ευνοεί την προσπάθειά τους
να αναπτυχθούν.
www.bankingnews.gr
Η ΕΕΤ καταθέτει οκτώ προτάσεις για την περαιτέρω άρση των περιορισμών στις τραπεζικές συναλλαγές.
Ειδικότερα, όπως διαπιστώνεται, την περίοδο Δεκέμβριος 2007 - Δεκέμβριος 2016, οι εν λειτουργία τράπεζες, μέσω συγχωνεύσεων, εξαγορών και εξυγιάνσεων, μειώθηκαν από 64 σε 39 ενώ αποχώρησε σχεδόν το σύνολο των ξένων τραπεζών με δίκτυα εξυπηρέτησης της πελατείας, εκτός της HSBC.
Σήμερα, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες και η Attica Bank ξεπερνούν πλέον αθροιστικά το 95% του ελληνικού τραπεζικού συστήματος (σε όρους ενεργητικού) από 67,7% στο τέλος του 2007.
Παρουσία έχουν, επίσης, η Επενδυτική Τράπεζα Ελλάδος, η Aegean Baltic Bank, η Credicom Consumer Finance, εννέα (9) συνεταιριστικές τράπεζες, καθώς και τα υποκαταστήματα ή γραφεία αντιπροσωπείας τριάντα (30) αλλοδαπών τραπεζών (ενδεικτικά, Citibank, HSBC, Deutsche Bank, Unicredit, Bank of America, J.P.Morgan Chase Bank, DnB Bank ASA, ABN AMRO Bank).
Βασικά στοιχεία για τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα
Σημειώθηκε σημαντική συρρίκνωση του ενεργητικού, λόγω απομόχλευσης και πώλησης συμμετοχών και περιουσιακών στοιχείων, κυρίως όμως καταθέσεων, λόγω της κρίσης και των αβεβαιοτήτων που δημιουργήθηκαν:
I. σύνολο ενεργητικού: 312,4 δισ. ευρώ, από 358,1 δισ. το 2008
II. σύνολο καταθέσεων: 132,1 δισ. ευρώ
III. καταθέσεις εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων: 121,4 δισ., από 227,6 δισ. το 2008
IV. δάνεια εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων: 195,2 δισ. ευρώ
V. δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET 1): 18.1%
VI. αριθμός καταστημάτων: 2.343
VII. προσωπικό: 46.615
VIII. κέρδη προ φόρων: 249 εκατ. ευρώ
IX. μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) 107,6 δισ. ευρώ (45,2%) και δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) 38%
X. απόθεμα προβλέψεων: 57,1 δισ. ευρώ
XI. ΑΤΜ: 6.820
XII. POS: 410.000
Σε άλλο σημείο της έκθεσης σημειώνεται ότι το απασχολούμενο στις τράπεζες προσωπικό μειώθηκε κατά 19.067 άτομα, ήτοι κατά 29%, κυρίως μέσω προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου του προσωπικού, τα οποία συνεχίσθηκαν και κατά τη διάρκεια του 2016, ενώ ταυτόχρονα ο αριθμός των τραπεζικών καταστημάτων μειώθηκε κατά 1.736 ή
42,5%.
Μετά την θέσπιση περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων τον Ιούνιο του 2015, επιχειρήσεις και καταναλωτές έχουν προσαρμοστεί σε ευρεία κλίμακα στη διενέργεια πληρωμών χωρίς τη χρήση μετρητών.
Στο πλαίσιο αυτό, οι συναλλαγές διενεργούνται μέσω της χρήσης:
(i) καρτών πληρωμών (χρεωστικών, πιστωτικών, προπληρωμένων),
(ii) υπηρεσιών μεταφοράς πιστώσεων, και
(iii) υπηρεσιών άμεσων χρεώσεων.
Επίσης, έχει αυξηθεί κατακόρυφα η αξιοποίηση των εναλλακτικών καναλιών εξυπηρέτησης της πελατείας των τραπεζών (internet, mobile, phone banking, ΑΤΜ, APS) έναντι των τραπεζικών καταστημάτων. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕΤ από τις τράπεζες μέλη της:
(i) Ο αριθμός και η αξία συναλλαγών μέσω internet banking αυξήθηκε, σε ετήσια
βάση, κατά 40% και 29% αντίστοιχα.
(ii) Ο αριθμός και η αξία συναλλαγών μέσω mobile banking αυξήθηκε, σε ετήσια βάση, κατά 142% και 82% αντίστοιχα.
Καταθέσεις
Από το 2009 έως το τέλος του 2016, οι καταθέσεις των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 116,1 δισ. ευρώ (-49%).
Ενθαρρυντικό για τη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι το γεγονός πως τους τελευταίους έξι μήνες του 2016 παρατηρείται διαρκής μηνιαία αύξηση των καταθέσεων, της τάξης των 770 εκ. ευρώ κατά μέσο όρο.
Στα στοιχεία του Δεκεμβρίου 2016 που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος για τις καταθέσεις ιδιωτών, δεν περιλαμβάνονται σε αυτές οι καταθέσεις στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και οι καταθέσεις του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, οι οποίες λόγω αναταξινόμησης εμφανίζονται στις καταθέσεις της Γενικής Κυβέρνησης.
Για το λόγο αυτό, τα υπόλοιπα καταθέσεων στο τέλος του 2016 εμφανίζονται μειωμένα, ενώ στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια του 2016 οι
καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 4,2 δισ. ευρώ.
Κερδοφορία
Την περίοδο 2010-2015 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν ζημιές προ φόρων συνολικού ποσού 70,3 δισ. ευρώ.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα δεν διανεμήθηκαν μερίσματα στους μετόχους των ελληνικών τραπεζών, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2016 οι συσσωρευμένες προβλέψεις των ελληνικών τραπεζών ανέρχονταν σε 52 δισ. ευρώ σε ατομική βάση και σε 57,1 δισ. ευρώ σε ενοποιημένη βάση.
• Το 2016 οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι εμφάνισαν κέρδη προ φόρων, μετά από μια σειρά ζημιογόνων χρήσεων.
Μετά από αρκετά τρίμηνα, τα καθαρά έσοδα διαμορφώθηκαν σε επίπεδο, έστω οριακά, υψηλότερο εκείνου του σχηματισμού προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.
• Τα κέρδη προ φόρων των ελληνικών τραπεζικών ομίλων σε επίπεδο εννεαμήνου
ανέρχονται στα 249 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000 το ελληνικό σύστημα υπήρξε κερδοφόρο.
Είναι ενδεικτικό ότι η δεύτερη μεγαλύτερη κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, καταγράφηκε το 2008 (2,5 δισ. ευρώ), δηλαδή μερικούς μήνες μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers (15.9.2008), κατά τη διάρκεια της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Ακόμα και το 2009, στην κορύφωση της κρίσης, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παρέμεινε κερδοφόρο (0,7 δισ. ευρώ περίπου) αφού η έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε τιτλοποιημένα προϊόντα των Αμερικανικών τραπεζών ήταν
σχεδόν μηδενική.
Μετά από την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση του 2015, στην οποία υπήρξε αυξημένη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών, οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιούμενη κεφαλαιακή επάρκεια.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του 2016, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών ενισχύθηκε, ως αποτέλεσμα της επιστροφής τους σε κερδοφορία και της μείωσης του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού τους.
Εν προκειμένω:
• ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1 ratio) αυξήθηκε σε 18,1% (Σεπτέμβριος 2016) από 17,8% (Ιούνιος 2016),
• ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (total capital ratio) ενισχύθηκε σε 18,2% (Σεπτέμβριος 2016) από 18% (Ιούνιος 2016).
Τον Σεπτέμβριο του 2016, ο fully loaded δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1) ανήλθε στο 17%.
Επισημαίνεται ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA) ανάμεσα στα επαρκώς κεφαλαιοποιημένα τραπεζικά συστήματα της ΕΕ.
Οι ελληνικές τράπεζες λόγω της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών συμμετείχαν σε μια σειρά αξιολογήσεων της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού τους (AQR) και σε ασκήσεις προσομοιώσεως ακραίων καταστάσεων (stress-tests) από τους εποπτικούς μηχανισμούς με στόχο τον ποσοτικό προσδιορισμό των κεφαλαιακών αναγκών, συνεκτιμώντας τις χρηματοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε χρονική
περίοδο.
Συνολικά, οι ελληνικές τράπεζες συμμετείχαν σε τέσσερις (4) τέτοιες ασκήσεις από το 2012 έως το 2015, με τις συνολικές κεφαλαιακές τους ανάγκες να προσδιορίζονται σε 47,7 δισ. ευρώ.
Στο ίδιο διάστημα οι τράπεζες άντλησαν κεφάλαια ύψους 51,7 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 19,7 δισ. ή περίπου 40% προήλθαν από ιδιώτες επενδυτές ενώ τα υπόλοιπα κεφάλαια καλύφθηκαν από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Ένας σημαντικός παράγοντας των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών είναι οι αναβαλλόμενες -οριστικές- φορολογικές απαιτήσεις (DTC), οι οποίες δημιουργήθηκαν από τις ζημιογόνες χρήσεις των προηγουμένων ετών.
Αυτές ανέρχονται περίπου στο 52%3 του κεφαλαίου CET 1 κεφαλαίων των τεσσάρων (4) συστημικών τραπεζών και στόχος είναι μέσω της υλοποίησης των σχεδίων αναδιαρθρώσεως, το ποσοστό αυτό να βαίνει μειούμενο.
Οι προτάσεις της ΕΕΤ για την περαιτέρω άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και στις αναλήψεις μετρητών
Στις 28 Ιανουαρίου 2017 έκλεισαν δεκαεννέα (19) μήνες από την έναρξη της τραπεζικής αργίας βραχείας διάρκειας και την, από 18 Ιουλίου 2015, επιβολή περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών και στις μεταφορές κεφαλαίων.
Έκτοτε, οι καταθέσεις στις τράπεζες της χώρας μας έχουν σταδιακά αυξηθεί ενώ η χρήση του μηχανισμού έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) μειώθηκε κατά 49%.
Λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, η ΕΕΤ, ήδη από το τέλος Νοεμβρίου 2016, κατέθεσε οκτώ (8) συγκεκριμένες προτάσεις για την περαιτέρω σταδιακή άρση των περιορισμών
προκειμένου:
1. Μετρητά που δεν αναλήφθηκαν κάποια ημέρα ή ημέρες να μπορούν να αναληφθούν σωρευτικά έως του ποσού των δυο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε χρονικό διάστημα ενός ημερολογιακού μήνα (από 840 ευρώ ανά δυο εβδομάδες που ισχύει σήμερα).
2. Να επιτραπεί: α) να ανοίγονται νέοι λογαριασμοί όψεως ή καταθετικοί και να προστίθενται συνδικαιούχοι στους ήδη υφιστάμενους ακόμα και εάν δημιουργείται νέος κωδικός πελάτη (Customer ID) από την τράπεζα, και β) να ενεργοποιούνται αδρανείς, κατά την έννοια του Ν. 4151/2013 (Α΄ 103), λογαριασμοί.
3. Να επιτραπεί η ανάληψη μετρητών έως ποσοστού του 60% συνολικά (από 30% σήμερα) από χρηματικά ποσά τα οποία, μετά την έναρξη ισχύος της σχετικής τροποποίησης, θα πιστώνονται με μεταφορά πίστωσης από τράπεζα που λειτουργεί στο εξωτερικό, σε τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων νομικών και φυσικών προσώπων.
4. Να συμπεριληφθούν ρητώς στις ισχύουσες διατάξεις του στοιχείου στ) της παρ. 11 του άρθρου πρώτου της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως αυτή τροποποιήθηκε επανειλημμένα και ισχύει, και τα μεταφερόμενα από την αλλοδαπή χρηματικά ποσά που πιστώνονται σε λογαριασμούς που τηρούνται σε τράπεζα που λειτουργεί στην Ελλάδα και συνιστούν αποτέλεσμα εκκαθάρισης συναλλαγών
καρτών πληρωμών (χρεωστικών, πιστωτικών και προπληρωμένων) που έχουν εκδοθεί από φορέα παροχής υπηρεσιών πληρωμών του εξωτερικού (κάρτες πληρωμών εξωτερικού).
Η μη ρητή συμπερίληψη των συγκεκριμένων συναλλαγών στα «ελεύθερα» κεφάλαια μιας ελληνικής επιχείρησης έχει οδηγήσει πολλές από αυτές (τουριστικές, ξενοδοχειακές, αεροπορικές, κ.λπ) στην υπογραφή νέων ή στην ενεργοποίηση υφιστάμενων, πριν την 18/7/2015, συμβάσεων αποδοχής καρτών πληρωμών με φορείς αποδοχής συναλλαγών καρτών του εξωτερικού, δημιουργώντας σαφές
ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις τράπεζες και τους λοιπούς φορείς αποδοχής συναλλαγών καρτών πληρωμών που λειτουργούν στη χώρα μας.
5. Να επιτραπεί η αποδοχή και εκτέλεση εντολών μεταφοράς κεφαλαίων προς το εξωτερικό από τράπεζες έως του ποσού των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ ανά κωδικό πελάτη (Customer ID) και ανά ημερολογιακό μήνα με ταυτόχρονo διπλασιασμό του υφιστάμενου μηνιαίου ορίου εγκρίσεων (στα 106 εκατ. ευρώ έναντι 53 εκατ. ευρώ σήμερα).
6. Να επιτραπεί η μεταφορά θεματοφυλακής στο εξωτερικό για υφιστάμενους πελάτες.
7. Να διεκπεραιώνονται απευθείας από το δίκτυο των καταστημάτων των τραπεζών συναλλαγές νομικών προσώπων ή επιτηδευματιών προς το εξωτερικό στο πλαίσιο των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, που δεν υπερβαίνουν τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ η καθεμία, ανά πελάτη, ανά ημέρα, χωρίς την υποχρέωση προσκόμισης σε κατάστημα τράπεζας των σχετικών τιμολογίων και λοιπών
παραστατικών και δικαιολογητικών.
Με αυτήν την πρόταση θα περιοριστεί το διαχειριστικό κόστος των τραπεζών και θα μειωθούν οι προμήθειες προς μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες για τη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών
έναντι παραστατικών.
8. Να τροποποιηθεί το σημείο iv. του στοιχείου β) της παραγράφου 2 του άρθρου 6 της υπ’ αριθμ. 6/27.7.2016 απόφασης της Επιτροπής Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 9/22.9.2016 απόφαση της Επιτροπής
Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών ως ακολούθως: «iv. το ποσό της αιτούμενης μεταφοράς κεφαλαίων στο εξωτερικό, συναθροιζόμενο με το ποσό που ήδη έχει εγκριθεί εντός του μήνα από το σύνολο του τραπεζικού συστήματος της χώρας δεν υπερβαίνει σωρευτικά για τον ίδιο μήνα το 180% της μέγιστης μηνιαίας αξίας των εισαγωγών/ενδοκοινοτικών αποκτήσεων της περιόδου 01/01/2015-31/12/2016».
Με το ισχύον καθεστώς, όσες επιχειρήσεις είναι νεοσύστατες (έναρξη μετά την 1η Οκτωβρίου 2014) μπορούν να εκτελέσουν μεταφορές κεφαλαίων στο εξωτερικό χωρίς να ισχύει το στοιχείο της ιστορικότητας του 140%. Αντίθετα, όσες επιχειρήσεις
δεν είναι νεοσύστατες και είχαν χαμηλές εισαγωγές το περασμένο διάστημα, αναγκάζονται συχνά να καθυστερούν τις πληρωμές τους καθώς δεν πληρούν το κριτήριο της ιστορικότητας του 140%. Αυτό όμως δεν ευνοεί την προσπάθειά τους
να αναπτυχθούν.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών