Στο συμπέρασμα ότι το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης έχει βελτιώσει σε γενικές γραμμές την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας καταλήγει έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) που δημοσιεύεται σήμερα.
Στην εν λόγω έκθεση ο ESM αξιολογεί το «βαθμό ευπάθειας» όλων των χωρών που έχουν περάσει από πρόγραμμα στήριξης.
Τα αποτελέσματα συνοψίζονται σε μια συνολική βαθμολογία ευπάθειας που κυμαίνεται από το 1 (πολύ ευάλωτη) έως 4 (πολύ ανθεκτική).
Συνολικά, η Ελλάδα το 2009 είχε βαθμό ευπάθειας 1,7 (σε σχέση με μέσο όρο 2,4 στην ευρωζώνη).
Το 2016 ο βαθμός αυτός βελτιώθηκε ελαφρά στο 1,8 (ΜΟ ευρωζώνης 2,7).
Σύμφωνα με τον ESM, πριν από τις παρεμβάσεις των προγραμμάτων η ανθεκτικότητα και των πέντε χωρών που εφάρμοσαν μνημόνια έβαινε μειούμενη.
Αντίθετα μετά την εφαρμογή των προγραμμάτων βελτιώθηκαν όλοι οι δείκτες ευπάθειας, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η εξαίρεση που αφορά την Ελλάδα σχετίζεται με τον πρώτο δείκτη, που αξιολογεί τις συνθήκες δανεισμού της χώρας.
Από βαθμό 2,3 το 2009, η Ελλάδα έπεσε στο 1,5 το 2016. Σύμφωνα με την έκθεση, αυτή η πτώση οφείλεται στην «αύξηση του βραχυπρόθεσμου χρέους, η οποία δεν αντισταθμίστηκε από τη μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων».
Συγχρόνως, στον ίδιο δείκτη, μειώθηκε ελαφρά και ο μέσος όρος της βαθμολογίας των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης (εκτός προγραμμάτων) και από 2,8 έπεσε στο 2,7.
Στο δείκτη που αφορά την οικονομική ισχύ, το 2016 η Ελλάδα απέσπασε βαθμολογία 2 σε σχέση με 1,5 το 2009 (ο μέσος όρος της ευρωζώνης είναι 2,6 και 2,2 αντίστοιχα).
Επιπλέον, η δημοσιονομική της θέση βελτιώθηκε σημαντικά και, από βαθμολογία 1,2 το 2009, ανέβηκε στο 2,4 το 2016 (ο μέσος όρος της ευρωζώνης είναι 2,2 και 2,8 αντίστοιχα).
Αναφορικά με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η βαθμολογία της Ελλάδας αυξήθηκε από 1,7 στο 1,8 και της ευρωζώνης από 2,5 στο 2,9, κατά την ίδια περίοδο.
Στις θεσμικές παραμέτρους, οι επιδόσεις της Ελλάδας βελτιώθηκαν από 1,2 στο 1,3 και της ευρωζώνης από 2,4 σε 2,7.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη μόχλευση του ιδιωτικού τομέα, τα δάνεια και τον τομέα ακινήτων, η βαθμολογία της Ελλάδας παρέμεινε σταθερή στο 2,1, ενώ της ευρωζώνης μειώθηκε ελαφρά από 2,4 σε 2,3.
Στόχος της εργασίας αυτής είναι να συμβάλει στη δυνατότητα του ESM να παρακολουθεί και να εντοπίζει εγκαίρως τα ευάλωτα σημεία των οικονομιών των εν λόγω χωρών που ενδέχεται να απειλήσουν την ικανότητά τους να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται σε ένα σύνολο δεικτών που περιλαμβάνουν:
(i) τις ανάγκες δανεισμού του Δημοσίου, τις συνθήκες και τη δομή του χρέους,
(ii) την οικονομική της ισχύ,
(iii) τη δημοσιονομική της θέση,
(iv) τον χρηματοπιστωτικό τομέα και άλλες ενδεχόμενες υποχρεώσεις,
(v) θεσμικές παραμέτρους, και, τέλος,
(vi) τη μόχλευση του ιδιωτικού τομέα, τη ροή δανείων και την κατάσταση του τομέα ακινήτων.
www.bankingnews.gr
Στην εν λόγω έκθεση ο ESM αξιολογεί το «βαθμό ευπάθειας» όλων των χωρών που έχουν περάσει από πρόγραμμα στήριξης.
Τα αποτελέσματα συνοψίζονται σε μια συνολική βαθμολογία ευπάθειας που κυμαίνεται από το 1 (πολύ ευάλωτη) έως 4 (πολύ ανθεκτική).
Συνολικά, η Ελλάδα το 2009 είχε βαθμό ευπάθειας 1,7 (σε σχέση με μέσο όρο 2,4 στην ευρωζώνη).
Το 2016 ο βαθμός αυτός βελτιώθηκε ελαφρά στο 1,8 (ΜΟ ευρωζώνης 2,7).
Σύμφωνα με τον ESM, πριν από τις παρεμβάσεις των προγραμμάτων η ανθεκτικότητα και των πέντε χωρών που εφάρμοσαν μνημόνια έβαινε μειούμενη.
Αντίθετα μετά την εφαρμογή των προγραμμάτων βελτιώθηκαν όλοι οι δείκτες ευπάθειας, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η εξαίρεση που αφορά την Ελλάδα σχετίζεται με τον πρώτο δείκτη, που αξιολογεί τις συνθήκες δανεισμού της χώρας.
Από βαθμό 2,3 το 2009, η Ελλάδα έπεσε στο 1,5 το 2016. Σύμφωνα με την έκθεση, αυτή η πτώση οφείλεται στην «αύξηση του βραχυπρόθεσμου χρέους, η οποία δεν αντισταθμίστηκε από τη μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων».
Συγχρόνως, στον ίδιο δείκτη, μειώθηκε ελαφρά και ο μέσος όρος της βαθμολογίας των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης (εκτός προγραμμάτων) και από 2,8 έπεσε στο 2,7.
Στο δείκτη που αφορά την οικονομική ισχύ, το 2016 η Ελλάδα απέσπασε βαθμολογία 2 σε σχέση με 1,5 το 2009 (ο μέσος όρος της ευρωζώνης είναι 2,6 και 2,2 αντίστοιχα).
Επιπλέον, η δημοσιονομική της θέση βελτιώθηκε σημαντικά και, από βαθμολογία 1,2 το 2009, ανέβηκε στο 2,4 το 2016 (ο μέσος όρος της ευρωζώνης είναι 2,2 και 2,8 αντίστοιχα).
Αναφορικά με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η βαθμολογία της Ελλάδας αυξήθηκε από 1,7 στο 1,8 και της ευρωζώνης από 2,5 στο 2,9, κατά την ίδια περίοδο.
Στις θεσμικές παραμέτρους, οι επιδόσεις της Ελλάδας βελτιώθηκαν από 1,2 στο 1,3 και της ευρωζώνης από 2,4 σε 2,7.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη μόχλευση του ιδιωτικού τομέα, τα δάνεια και τον τομέα ακινήτων, η βαθμολογία της Ελλάδας παρέμεινε σταθερή στο 2,1, ενώ της ευρωζώνης μειώθηκε ελαφρά από 2,4 σε 2,3.
Στόχος της εργασίας αυτής είναι να συμβάλει στη δυνατότητα του ESM να παρακολουθεί και να εντοπίζει εγκαίρως τα ευάλωτα σημεία των οικονομιών των εν λόγω χωρών που ενδέχεται να απειλήσουν την ικανότητά τους να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται σε ένα σύνολο δεικτών που περιλαμβάνουν:
(i) τις ανάγκες δανεισμού του Δημοσίου, τις συνθήκες και τη δομή του χρέους,
(ii) την οικονομική της ισχύ,
(iii) τη δημοσιονομική της θέση,
(iv) τον χρηματοπιστωτικό τομέα και άλλες ενδεχόμενες υποχρεώσεις,
(v) θεσμικές παραμέτρους, και, τέλος,
(vi) τη μόχλευση του ιδιωτικού τομέα, τη ροή δανείων και την κατάσταση του τομέα ακινήτων.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών