Σε αντίθετο κλίμα, θετικά αποτιμάται η εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, αλλά και η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων
Η εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει αδύναμη, εκτιμά σε έκθεσή της για την Ελλάδα ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings, σημειώνοντας πως την ίδια στιγμή αρνητικά για την εγχώρια οικονομία επιδρά και η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, του γ’ προγράμματος διάσωσης.
Παράλληλα, συνεχίζει η Fitch, αρνητικό παράγοντα αποτελεί και η αβεβαιότητα που υπάρχει για την ενδεχόμενη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Σε αντίθετο κλίμα, θετικά αποτιμάται η εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, αλλά και η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2017, η Fitch άφησε αμετάβλητη στο «CCC» την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας.
Ειδικότερα, ο αμερικανικός οίκος διατήρησε αμετάβλητη σε «CCC» την μακροπρόθεσμη αξιολόγηση των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αλλά και το ανώτατο όριο αξιολόγησης (country ceiling) σε «Β-».
Η αξιολόγηση αντικατοπτρίζει τις εξής παραμέτρους:
Η ελληνική κυβέρνηση συμμορφώνεται σε μεγάλο βαθμός με τους όρους του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (European Stability Mechanism - ESM) ύψους 86 δισ. ευρώ.
Η β’ αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος παραμένει ανολοκλήρωτη και υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσα στους Ευρωπαίους πιστωτές της Ελλάδας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ως προς τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης αυξάνει τον κίνδυνο η πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη να υπονομευτεί από ένα πλήγμα στην εμπιστοσύνη ή από την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της ελληνικής κυβέρνησης προς τους ιδιώτες, με σκοπό τη διατήρηση της ρευστότητας.
Η ελληνική κυβέρνηση συμφωνεί με το ΔΝΤ ότι απαιτείται περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ωστόσο απορρίπτει την απαίτηση του Ταμείου να προ-νομοθετήσει συγκεκριμένα μέτρα δημοσιονομικής συμμόρφωσης, σε περίπτωση που στο μέλλον αποτύχει στους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ακόμα και έτσι, το παρόν αδιέξοδο φαίνεται ότι οφείλεται στη διαφωνία μεταξύ των πιστωτών της χώρας.
Οι σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους επίσημους πιστωτές παραμένουν σε στερεή βάση, από όταν συμφωνήθηκε το τρέχον πρόγραμμα του ESM.
Η συμμόρφωση της Ελλάδας στους όρους του προγράμματος είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Fitch εκτιμά πως οι Ευρωπαίοι πιστωτές της χώρας θα πρέπει να είναι έτοιμοι να προχωρήσουν και να εκταμιεύσουν κονδύλια χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Ένας δεύτερος λόγος είναι η επιθυμία να αποφευχθεί μια ελληνική πολιτική κρίση, κατά τη διάρκεια ενός έτους, στο οποίο ήδη είναι προγραμματισμένες πολλές εκλογές σε ευρωπαϊκά κράτη.
Εντούτοις, οι αρνητικοί κίνδυνοι παραμένουν και ένα το ενδεχόμενο αρνητικού σοκ, ως προς την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης και την εκταμίευση της επόμενης δόσης, δε μπορεί να αποκλειστεί.
Βασικό σενάριο του Fitch είναι, πάντως, ότι θα υπάρξει συμφωνία.
Αυτό υποδηλώνει ότι η ελληνική κυβέρνηση ενδεχομένως θα νομοθετήσει ορισμένα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρων εκλογών, δεδομένης της ισχνής κυβερνητικής πλειοψηφίας (153 έδρες), που καθιστά δυσκολότερη την επαρκή στήριξη αντιλαϊκών μέτρων.
Ο βαθμός στον οποίο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα συνεχίσει να βασίζεται στις ψήφους των κεντρώων κομμάτων είναι ασαφής.
Σε κάθε περίπτωση, οι πρόωρες εκλογές δεν αποτελούν βασικό σενάριο του Fitch.
Κατά την άποψη του οίκου, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα προσπαθήσει να αποφύγει τις εκλογές: με βάση τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες πίσω από το κεντροδεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο έχει λιγότερες ιδεολογικές διαφορές σε κάποια από τα μέτρα του προγράμματος, αλλά υποστηρίζει την ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης για τους δημοσιονομικούς στόχους.
Οι πρόωρες εκλογές θα αποτελούσαν μια πρόσθετη πηγή αβεβαιότητας και πιθανώς να υπονόμευαν την πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη.
Το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 0,3% το 2016, εν μέσω βελτίωσης της επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αλλά και της καταγεγραμμένης προόδου στο ζήτημα των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα.
Ο Fitch προχωρά σε ανοδική αναβάθμιση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη του ΑΕΠ σε 2,5% και 3% το 2017 και το 2018 αντίστοιχα, από 1,8% και 2,2% προηγουμένως.
Η συσσωρευμένη ζήτηση για επενδύσεις, η μείωση του ποσοστού ανεργίας και η συνεχιζόμενη εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της κυβέρνησης πρόκειται να στηρίξουν την εγχώρια ζήτηση.
Η ανθεκτική οικονομική ανάκαμψη της Ευρωζώνης αναμένεται να είναι ικανή να στηρίξει την εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας.
Ο Fitch εκτιμά πως η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ το 2016, υπερβαίνοντας τον στόχο του 0,5% που έχει τεθεί από τον ESM, λόγω των εσόδων, που ήταν υψηλότερα από ό,τι είχε εκτιμηθεί στον προϋπολογισμό.
Η αύξηση των εσόδων προκύπτει κυρίως από την ισχυρότερη αύξηση των έμμεσων φόρων και των φόρων εισοδήματος νομικών προσώπων.
Η εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2016 αναμένεται να κάνει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% το 2017 ευκολότερο να επιτευχθεί.
Ωστόσο, ο στόχος του 3,5% για το 2018 παραμένει μία πρόκληση.
Οι Ευρωπαίοι πιστωτές έχουν εκτιμήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2018 στα 700 εκατ. ευρώ (0,4% του ΑΕΠ).
Η κυβέρνηση έχει ήδη νομοθετήσει προαπαιτούμενα μέτρα που αναμένεται να αποδώσουν 3% του ΑΕΠ έως το 2018, από τα οποία ένα ποσοστό λίγο μεγαλύτερο του 65% προέρχεται από τις μεταρρυθμίσεις σε συνταξιοδοτικό και φορολογικό.
Η σχετικά ισχνή ιδιοκτησία των μέτρων του προγράμματος καθιστά δύσκολη την πλήρη υλοποίησή τους και την επίτευξη του στόχου για το 2018.
Εντούτοις, υπάρχει ένας δημοσιονομικός κανονισμός που πυροδοτεί αναδρομικά την υλοποίηση περαιτέρω μέτρων εάν χαθούν οι στόχοι και οι μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση, η συνέχιση των οποίων είναι πιο αβέβαιη.
Η εμπιστοσύνη στον τραπεζικό τομέα παραμένει εύθραυστη.
Η καταθετική βάση είναι επιρρεπής σε μεταβλητότητα.
Μετά την πτώση κατά 27% το διάστημα Σεπτεμβρίου 2014 - Ιουλίου 2015, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν ανακάμψει οριακά.
Μετά τη χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls) τον Ιούλιο του 2016, οι εισροές καταθέσεων έχουν παραμείνει αδύναμες.
Οι καθυστερήσεις στην αξιολόγηση του προγράμματος αναμένεται να πιέσουν περαιτέρω την εμπιστοσύνη των καταθετών, αν και τα capital controls θα περιορίσουν λογικά την επιδείνωση στη ρευστότητα των τραπεζών.
Πρόκληση-κλειδί για τον τραπεζικό τομέα είναι η διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), που παραμένουν σε επίμονα στο επίμονα υψηλό επίπεδο του 45,2% των ακαθάριστων δανείων.
Το θεσμικό πλαίσιο έχει ενισχυθεί, όπως και οι προσπάθειες των τραπεζών για αναδιαρθρώσεις, με περιορισμένα όμως αποτελέσματα στα NPEs μέχρι στιγμής.
Αναλυτικότητα, τα ευρήματα της σημερινής έκθεσης:
www.bankingnews.gr
Παράλληλα, συνεχίζει η Fitch, αρνητικό παράγοντα αποτελεί και η αβεβαιότητα που υπάρχει για την ενδεχόμενη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Σε αντίθετο κλίμα, θετικά αποτιμάται η εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, αλλά και η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2017, η Fitch άφησε αμετάβλητη στο «CCC» την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας.
Ειδικότερα, ο αμερικανικός οίκος διατήρησε αμετάβλητη σε «CCC» την μακροπρόθεσμη αξιολόγηση των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αλλά και το ανώτατο όριο αξιολόγησης (country ceiling) σε «Β-».
Η αξιολόγηση αντικατοπτρίζει τις εξής παραμέτρους:
Η ελληνική κυβέρνηση συμμορφώνεται σε μεγάλο βαθμός με τους όρους του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (European Stability Mechanism - ESM) ύψους 86 δισ. ευρώ.
Η β’ αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος παραμένει ανολοκλήρωτη και υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσα στους Ευρωπαίους πιστωτές της Ελλάδας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ως προς τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης αυξάνει τον κίνδυνο η πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη να υπονομευτεί από ένα πλήγμα στην εμπιστοσύνη ή από την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της ελληνικής κυβέρνησης προς τους ιδιώτες, με σκοπό τη διατήρηση της ρευστότητας.
Η ελληνική κυβέρνηση συμφωνεί με το ΔΝΤ ότι απαιτείται περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ωστόσο απορρίπτει την απαίτηση του Ταμείου να προ-νομοθετήσει συγκεκριμένα μέτρα δημοσιονομικής συμμόρφωσης, σε περίπτωση που στο μέλλον αποτύχει στους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ακόμα και έτσι, το παρόν αδιέξοδο φαίνεται ότι οφείλεται στη διαφωνία μεταξύ των πιστωτών της χώρας.
Οι σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους επίσημους πιστωτές παραμένουν σε στερεή βάση, από όταν συμφωνήθηκε το τρέχον πρόγραμμα του ESM.
Η συμμόρφωση της Ελλάδας στους όρους του προγράμματος είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Fitch εκτιμά πως οι Ευρωπαίοι πιστωτές της χώρας θα πρέπει να είναι έτοιμοι να προχωρήσουν και να εκταμιεύσουν κονδύλια χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Ένας δεύτερος λόγος είναι η επιθυμία να αποφευχθεί μια ελληνική πολιτική κρίση, κατά τη διάρκεια ενός έτους, στο οποίο ήδη είναι προγραμματισμένες πολλές εκλογές σε ευρωπαϊκά κράτη.
Εντούτοις, οι αρνητικοί κίνδυνοι παραμένουν και ένα το ενδεχόμενο αρνητικού σοκ, ως προς την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης και την εκταμίευση της επόμενης δόσης, δε μπορεί να αποκλειστεί.
Βασικό σενάριο του Fitch είναι, πάντως, ότι θα υπάρξει συμφωνία.
Αυτό υποδηλώνει ότι η ελληνική κυβέρνηση ενδεχομένως θα νομοθετήσει ορισμένα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρων εκλογών, δεδομένης της ισχνής κυβερνητικής πλειοψηφίας (153 έδρες), που καθιστά δυσκολότερη την επαρκή στήριξη αντιλαϊκών μέτρων.
Ο βαθμός στον οποίο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα συνεχίσει να βασίζεται στις ψήφους των κεντρώων κομμάτων είναι ασαφής.
Σε κάθε περίπτωση, οι πρόωρες εκλογές δεν αποτελούν βασικό σενάριο του Fitch.
Κατά την άποψη του οίκου, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα προσπαθήσει να αποφύγει τις εκλογές: με βάση τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες πίσω από το κεντροδεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο έχει λιγότερες ιδεολογικές διαφορές σε κάποια από τα μέτρα του προγράμματος, αλλά υποστηρίζει την ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης για τους δημοσιονομικούς στόχους.
Οι πρόωρες εκλογές θα αποτελούσαν μια πρόσθετη πηγή αβεβαιότητας και πιθανώς να υπονόμευαν την πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη.
Το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 0,3% το 2016, εν μέσω βελτίωσης της επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αλλά και της καταγεγραμμένης προόδου στο ζήτημα των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα.
Ο Fitch προχωρά σε ανοδική αναβάθμιση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη του ΑΕΠ σε 2,5% και 3% το 2017 και το 2018 αντίστοιχα, από 1,8% και 2,2% προηγουμένως.
Η συσσωρευμένη ζήτηση για επενδύσεις, η μείωση του ποσοστού ανεργίας και η συνεχιζόμενη εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της κυβέρνησης πρόκειται να στηρίξουν την εγχώρια ζήτηση.
Η ανθεκτική οικονομική ανάκαμψη της Ευρωζώνης αναμένεται να είναι ικανή να στηρίξει την εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας.
Ο Fitch εκτιμά πως η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ το 2016, υπερβαίνοντας τον στόχο του 0,5% που έχει τεθεί από τον ESM, λόγω των εσόδων, που ήταν υψηλότερα από ό,τι είχε εκτιμηθεί στον προϋπολογισμό.
Η αύξηση των εσόδων προκύπτει κυρίως από την ισχυρότερη αύξηση των έμμεσων φόρων και των φόρων εισοδήματος νομικών προσώπων.
Η εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2016 αναμένεται να κάνει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% το 2017 ευκολότερο να επιτευχθεί.
Ωστόσο, ο στόχος του 3,5% για το 2018 παραμένει μία πρόκληση.
Οι Ευρωπαίοι πιστωτές έχουν εκτιμήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2018 στα 700 εκατ. ευρώ (0,4% του ΑΕΠ).
Η κυβέρνηση έχει ήδη νομοθετήσει προαπαιτούμενα μέτρα που αναμένεται να αποδώσουν 3% του ΑΕΠ έως το 2018, από τα οποία ένα ποσοστό λίγο μεγαλύτερο του 65% προέρχεται από τις μεταρρυθμίσεις σε συνταξιοδοτικό και φορολογικό.
Η σχετικά ισχνή ιδιοκτησία των μέτρων του προγράμματος καθιστά δύσκολη την πλήρη υλοποίησή τους και την επίτευξη του στόχου για το 2018.
Εντούτοις, υπάρχει ένας δημοσιονομικός κανονισμός που πυροδοτεί αναδρομικά την υλοποίηση περαιτέρω μέτρων εάν χαθούν οι στόχοι και οι μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση, η συνέχιση των οποίων είναι πιο αβέβαιη.
Η εμπιστοσύνη στον τραπεζικό τομέα παραμένει εύθραυστη.
Η καταθετική βάση είναι επιρρεπής σε μεταβλητότητα.
Μετά την πτώση κατά 27% το διάστημα Σεπτεμβρίου 2014 - Ιουλίου 2015, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν ανακάμψει οριακά.
Μετά τη χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls) τον Ιούλιο του 2016, οι εισροές καταθέσεων έχουν παραμείνει αδύναμες.
Οι καθυστερήσεις στην αξιολόγηση του προγράμματος αναμένεται να πιέσουν περαιτέρω την εμπιστοσύνη των καταθετών, αν και τα capital controls θα περιορίσουν λογικά την επιδείνωση στη ρευστότητα των τραπεζών.
Πρόκληση-κλειδί για τον τραπεζικό τομέα είναι η διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), που παραμένουν σε επίμονα στο επίμονα υψηλό επίπεδο του 45,2% των ακαθάριστων δανείων.
Το θεσμικό πλαίσιο έχει ενισχυθεί, όπως και οι προσπάθειες των τραπεζών για αναδιαρθρώσεις, με περιορισμένα όμως αποτελέσματα στα NPEs μέχρι στιγμής.
Αναλυτικότητα, τα ευρήματα της σημερινής έκθεσης:
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών