Η DBRS επικαλείται για τις εκτιμήσεις της τα πολύ υψηλά επίπεδα χρέους της χώρας, αλλά και τη γενικότερη πολιτική αβεβαιότητα που έχει προκύψει σχετικά με το οριστικό κλείσιμο της β' αξιολόγησης
Διαψεύδοντας τις αρχικές προδοκίες για αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS επιβεβαίωσε σε «CCC (high)» τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, διατηρηρώντας παράλληλα τις προοπτικές επαναξιολόγησης (trend) σταθερές, καθώς και σε «R-5» τη βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα.
Η DBRS επικαλείται για τις εκτιμήσεις της τα πολύ υψηλά επίπεδα χρέους της χώρας, αλλά και τη γενικότερη αβεβαιότητα που έχει προκύψει σχετικά με το οριστικό κλείσιμο της β' αξιολόγησης του γ' προγράμματος διάσωσης, ελέω των διαφωνιών μεταξύ των πιστωτών για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, παρά την προκαταρκτική τεχνική συμφωνία της 2ας Μαϊου 2017 μεταξύ Αθήνας και θεσμών.
Βέβαια, αναγνωρίζει πως η εν λόγω συμφωνία αποτελεί αναμφίβολα θετική εξέλιξη.
Ταυτόχρονα, μεγάλο «αγκάθι» για την ελληνική οικονομία αποτελεί και ο αδύναμος τραπεζικός κλάδος, ο οποίος υποφέρει από τον μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το σταθερό trend αντανακλά την άποψη της DBRS ότι το τρέχον πρόγραμμα στήριξης για την Ελλάδα έχει αυξήσει τη ρευστότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα και έχει σταθεροποιήσει την οικονομία.
Η β' αξιολόγηση, συνεχίζει ο οίκος, όταν ολοκληρωθεί, θα επιτρέψει την εκταμίευση κεφαλαίων ύψους 7,4 δισ. ευρώ προς την Αθήνα, αν όμως εφαρμοστούν τα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα.
Στα θετικά, η DBRS περιλαμβάνει και τα ισχυρά πιστωτικά περιθώρια της Ελλάδας, που απορρέουν από τη συμμετοχή στο μπλοκ της Ευρωζώνης.
«Από το 2009, η χώρα έχει εφαρμόσει σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή.
Το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές αποτέλεσμα βελτιώθηκε κατά 18% σε όρους ΑΕΠ, το διάστημα ΑΕΠ 2009-2016.
Επιπλέον, σημειώθηκε πρόοδος όσον αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των βελτιώσεων στην αγορά εργασίας, τη μεταρρύθμιση του φορολογικού κώδικα και τον εξορθολογισμό της δημόσιας διοίκησης.
Ο εξωτερικός τομέας έχει επίσης ενισχυθεί με τη μετατροπή του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε πλεονασματικό, κατά 0,1% το 2015, ενώ το 2016 σημειώθηκε μικρό έλλειμμα 0,6%».
Ωστόσο, οι πιστωτικές προκλήσεις είναι σημαντικές, καθώς ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ είναι εξαιρετικά υψηλός.
Οι τράπεζες της Ελλάδας έχουν υψηλά επίπεδα απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων και η σταθερή οικονομική ανάκαμψη δεν έχει ακόμη ξεκινήσει.
Η αντιμετώπιση των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του τρίτου προγράμματος από τους πολίτες, λόγω των κοινωνικών περιορισμών, εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση.
Τούτου λεχθέντος, η πρόσφατη συμφωνία με τους πιστωτές για φορολογικά και διαρθρωτικά μέτρα είναι ενθαρρυντική για την DBRS», αναφέρει ο οίκος.
Για τον τραπεζικό κλάδο ειδικότερα, σημειώνεται πως μετά την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση του 2015, οι ισολογισμοί των τραπεζών παραμένουν αδύναμοι και ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός.
Από την άλλη πλευρά, διευκρινίζει, η συνεχόμενη απόσυρση των τραπεζικών καταθέσεων, σταθεροποιήθηκε, αν και αυξήθηκε στις αρχές του 2017 λόγω ανησυχιών για τις καθυστερήσεις στη β' αξιολόγηση.
Επιπλέον, τα capital controls που εισήχθησαν τον Ιούνιο του 2015 έχουν εν μέρει χαλαρώσει.
Ωστόσο, η πίστωση στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα μειώνεται και η οικονομική ανάκαμψη έχει καθυστερήσει.
Τι έγραφε σχετικά το bankingnews...
Σε τροχιά αναβάθμισης βρίσκεται η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδος από τους οίκους αξιολόγησης.
Ο καναδικός οίκος DBRS στις 12 Μαίου του 2017 θα επαναξιολογήσει την ελληνική οικονομία με πιθανότητα αναβάθμισης από την κλίμακα CCC High της τρέχουσας περιόδου και ίσως και του outlook της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας που είναι ουδέτερη.
Το πιθανό σενάριο είναι ότι η DBRS θα αναγνωρίσει την σημαντική πρόοδο στις διαπραγματεύσεις και ότι είναι θετικό βήμα η τεχνική συμφωνία που επιτεύχθηκε ωστόσο υπάρχουν πιθανότητες αναβάθμισης κατά 1 κλίμακα στην κατηγορία Β-
O καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS στις 12 Μαΐου θα επαναξιολογήσει την ελληνική οικονομία και υπάρχει κάποια πιθανότητα να αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα από την κατηγορία CCC high.
Με όρους συγκρισιμότητας η κλίμακα CCC high της DBRS αντιστοιχεί στην κλίμακα CCC+ ή Caa1 των οίκων Standard and Poor’s, Fitch και Moody’s.
Οι αιτίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδος είναι:
1) η συνεχιζόμενη συνεργασία μεταξύ της Ελλάδας και των επίσημων πιστωτών της με στόχο δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις,
2) σαφέστερη εικόνα της χρηματοδότησης μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018
3) εκκαθάριση καθυστερούμενων οφειλών στο δημόσιο τομέα
4) οικονομική ανάκαμψη.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στις 23 Ιουνίου του 2017 αναμένεται η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody's και αναμένεται αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδος κατά 1 κλίμακα ή 2 κλίμακες από Caa3 σε Caa2 ή Caa1.
Με βάση εκτιμήσεις σε διάστημα 3 μηνών η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδος θα έχει αναβαθμιστεί κατά 2 κλίμακες με το ενδιαφέρον προφανώς να επικεντρώνεται στην Standard and Poor's καθώς βαθμολογεί την Ελλάδα στην υψηλότερη κλίμακα B-
Ως γνωστό για την ΕΚΤ και τους διεθνείς επενδυτές λαμβάνεται υπόψη η υψηλότερη βαθμολογία και της Standard and Poor's είναι Β- η υψηλότερη.
Η Moody's βαθμολογεί την Ελλάδα Caa3 και το μέγιστο μέσα στο 2017 είναι το Caa1 κάτω από την τωρινή βαθμολογία της S&P.
O οίκος Fitch βαθμολογεί την Ελλάδα στην κλίμακα CCC.
www.bankingnews.gr
Η DBRS επικαλείται για τις εκτιμήσεις της τα πολύ υψηλά επίπεδα χρέους της χώρας, αλλά και τη γενικότερη αβεβαιότητα που έχει προκύψει σχετικά με το οριστικό κλείσιμο της β' αξιολόγησης του γ' προγράμματος διάσωσης, ελέω των διαφωνιών μεταξύ των πιστωτών για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, παρά την προκαταρκτική τεχνική συμφωνία της 2ας Μαϊου 2017 μεταξύ Αθήνας και θεσμών.
Βέβαια, αναγνωρίζει πως η εν λόγω συμφωνία αποτελεί αναμφίβολα θετική εξέλιξη.
Ταυτόχρονα, μεγάλο «αγκάθι» για την ελληνική οικονομία αποτελεί και ο αδύναμος τραπεζικός κλάδος, ο οποίος υποφέρει από τον μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το σταθερό trend αντανακλά την άποψη της DBRS ότι το τρέχον πρόγραμμα στήριξης για την Ελλάδα έχει αυξήσει τη ρευστότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα και έχει σταθεροποιήσει την οικονομία.
Η β' αξιολόγηση, συνεχίζει ο οίκος, όταν ολοκληρωθεί, θα επιτρέψει την εκταμίευση κεφαλαίων ύψους 7,4 δισ. ευρώ προς την Αθήνα, αν όμως εφαρμοστούν τα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα.
Στα θετικά, η DBRS περιλαμβάνει και τα ισχυρά πιστωτικά περιθώρια της Ελλάδας, που απορρέουν από τη συμμετοχή στο μπλοκ της Ευρωζώνης.
«Από το 2009, η χώρα έχει εφαρμόσει σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή.
Το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές αποτέλεσμα βελτιώθηκε κατά 18% σε όρους ΑΕΠ, το διάστημα ΑΕΠ 2009-2016.
Επιπλέον, σημειώθηκε πρόοδος όσον αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των βελτιώσεων στην αγορά εργασίας, τη μεταρρύθμιση του φορολογικού κώδικα και τον εξορθολογισμό της δημόσιας διοίκησης.
Ο εξωτερικός τομέας έχει επίσης ενισχυθεί με τη μετατροπή του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε πλεονασματικό, κατά 0,1% το 2015, ενώ το 2016 σημειώθηκε μικρό έλλειμμα 0,6%».
Ωστόσο, οι πιστωτικές προκλήσεις είναι σημαντικές, καθώς ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ είναι εξαιρετικά υψηλός.
Οι τράπεζες της Ελλάδας έχουν υψηλά επίπεδα απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων και η σταθερή οικονομική ανάκαμψη δεν έχει ακόμη ξεκινήσει.
Η αντιμετώπιση των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του τρίτου προγράμματος από τους πολίτες, λόγω των κοινωνικών περιορισμών, εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση.
Τούτου λεχθέντος, η πρόσφατη συμφωνία με τους πιστωτές για φορολογικά και διαρθρωτικά μέτρα είναι ενθαρρυντική για την DBRS», αναφέρει ο οίκος.
Για τον τραπεζικό κλάδο ειδικότερα, σημειώνεται πως μετά την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση του 2015, οι ισολογισμοί των τραπεζών παραμένουν αδύναμοι και ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός.
Από την άλλη πλευρά, διευκρινίζει, η συνεχόμενη απόσυρση των τραπεζικών καταθέσεων, σταθεροποιήθηκε, αν και αυξήθηκε στις αρχές του 2017 λόγω ανησυχιών για τις καθυστερήσεις στη β' αξιολόγηση.
Επιπλέον, τα capital controls που εισήχθησαν τον Ιούνιο του 2015 έχουν εν μέρει χαλαρώσει.
Ωστόσο, η πίστωση στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα μειώνεται και η οικονομική ανάκαμψη έχει καθυστερήσει.
Τι έγραφε σχετικά το bankingnews...
Σε τροχιά αναβάθμισης βρίσκεται η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδος από τους οίκους αξιολόγησης.
Ο καναδικός οίκος DBRS στις 12 Μαίου του 2017 θα επαναξιολογήσει την ελληνική οικονομία με πιθανότητα αναβάθμισης από την κλίμακα CCC High της τρέχουσας περιόδου και ίσως και του outlook της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας που είναι ουδέτερη.
Το πιθανό σενάριο είναι ότι η DBRS θα αναγνωρίσει την σημαντική πρόοδο στις διαπραγματεύσεις και ότι είναι θετικό βήμα η τεχνική συμφωνία που επιτεύχθηκε ωστόσο υπάρχουν πιθανότητες αναβάθμισης κατά 1 κλίμακα στην κατηγορία Β-
O καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS στις 12 Μαΐου θα επαναξιολογήσει την ελληνική οικονομία και υπάρχει κάποια πιθανότητα να αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα από την κατηγορία CCC high.
Με όρους συγκρισιμότητας η κλίμακα CCC high της DBRS αντιστοιχεί στην κλίμακα CCC+ ή Caa1 των οίκων Standard and Poor’s, Fitch και Moody’s.
Οι αιτίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδος είναι:
1) η συνεχιζόμενη συνεργασία μεταξύ της Ελλάδας και των επίσημων πιστωτών της με στόχο δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις,
2) σαφέστερη εικόνα της χρηματοδότησης μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018
3) εκκαθάριση καθυστερούμενων οφειλών στο δημόσιο τομέα
4) οικονομική ανάκαμψη.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στις 23 Ιουνίου του 2017 αναμένεται η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody's και αναμένεται αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδος κατά 1 κλίμακα ή 2 κλίμακες από Caa3 σε Caa2 ή Caa1.
Με βάση εκτιμήσεις σε διάστημα 3 μηνών η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδος θα έχει αναβαθμιστεί κατά 2 κλίμακες με το ενδιαφέρον προφανώς να επικεντρώνεται στην Standard and Poor's καθώς βαθμολογεί την Ελλάδα στην υψηλότερη κλίμακα B-
Ως γνωστό για την ΕΚΤ και τους διεθνείς επενδυτές λαμβάνεται υπόψη η υψηλότερη βαθμολογία και της Standard and Poor's είναι Β- η υψηλότερη.
Η Moody's βαθμολογεί την Ελλάδα Caa3 και το μέγιστο μέσα στο 2017 είναι το Caa1 κάτω από την τωρινή βαθμολογία της S&P.
O οίκος Fitch βαθμολογεί την Ελλάδα στην κλίμακα CCC.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών