Εάν η ευρωζώνη δεν μεταρρυθμιστεί είναι πιθανό να ξεσπάσουν και άλλες κρίσεις σαν της Ιταλίας
Μια εβδομάδα πριν, η Ευρώπη βρέθηκε ένα βήμα πριν τη δεύτερη κρίση του ευρώ λόγω του κινδύνου για Italexit.
Τελικά, στο τέλος της εβδομάδας σχηματίστηκε κυβέρνηση και στις αγορές επικράτησε ενθουσιασμός.
Παρ' όλα αυτά όμως οι βασικές αιτίες που προκάλεσαν ταραχή την περασμένη εβδομάδα παραμένουν και μαζί με αυτές παραμένει και το ενδεχόμενο μιας νέας κρίσης του ευρώ.
«Τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας υπογραμμίζουν τα προβλήματα της λειτουργίας ενός ενιαίου νομίσματος σε διαφορετικά, κυρίαρχα έθνη» αναφέρεται σε ανάλυση του Ian Stewart επικεφαλής οικονομολόγος της Deloitte.
Σε αυτές τις χώρες περιλαμβάνονται κάποιες από τις πιο πλούσιες αλλά και κάποιες από τις πιο φτωχιές.
Για παράδειγμα το ΑΕΠ της Δανίας είναι τρεις φορές υψηλότερο από της Ελλάδας, ενώ το ποσοστό ανεργίας της Δανίας είναι το 1/6 του ελληνικού.
«Τέτοιες διαφορές σημαίνει ότι το ενιαίο επιτόκια και η συναλλαγματική ισοτιμία δεν θα είναι η σωστή για όλα τα κράτη-μέλη όλη την ώρα.
Έτσι, στις αρχές του 2011 η ελληνική οικονομία ήταν κατά 10% μικρότερη από ό,τι πριν από ένα χρόνο, ενώ η γερμανική οικονομία σημείωνε άνοδο με ετήσια αύξηση άνω του 5%.
Οι ανάγκες των ελληνικών και γερμανικών οικονομιών ήταν τελείως διαφορετικές.
Αντίθετα, είχαν το ίδιο επιτόκιο και συναλλαγματική ισοτιμία και, θεωρητικά, τους ίδιους κανόνες για τον έλεγχο του κρατικού δανεισμού» επισημαίνει ο ίδιος.
Η ελληνική έδειξε πόσο η οικονομική αδυναμία σε μια χώρα-μέλος τροφοδοτεί τις εντάσεις με την ευρωζώνη και την κυρίαρχη Γερμανία.
Αυτές οι εντάσεις εκδηλώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, με το πρόεδρο της Κομισιόν, Jean Claude Juncker, να κατηγορεί την Ιταλία ότι χρειάζεται περισσότερη δουλειά, λιγότερη διαφθορά, σοβαρότητα…
Δεν παίζουμε αυτό το παιχνίδι μετατόπισης των ευθυνών στην ΕΕ».
Σύμφωνα με τον Stewart, η περίοδος παραμονής στην ευρωζώνη ήταν καλή για τη Γερμανία και λιγότερο για την Ιταλία.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Deloitte, μετά τη δημιουργία του ενιαίου νομίσματος το 1999, η οικονομία της Γερμανίας επεκτάθηκε κατά 30% και της Γερμανίας κατά 8%.
Οι επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας βοήθησαν τη Γερμανία να μεταβεί από την 14η θέση στην 5η θέση στον πίνακα ανταγωνισμού του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ.
Στον αντίποδα, η Ιταλία υποχώρησε από την 39η στην 43η θέση.
Η ανεργία στη Γερμανία έχει μειωθεί κατά το ήμισυ, σε μόλις 3,6%, από το 1999, ενώ στην Ιταλία παραμένει στο 10,9%, το ποσοστό με το οποίο εισήλθε η Ιταλία στο ενιαίο νόμισμα.
Παρά την έντονη επιτάχυνση της ανάπτυξης στην ευρωζώνη, η ανεργία των νέων στην Ιταλία ανέρχεται στο 32%.
Το χρέος αντιπροσωπεύει το 60% του ΑΕΠ της Γερμανίας, ποσοστό που παραμένει αμετάβλητο από το 1999.
Στον αντίποδα, το χρέος της Ιταλίας ενισχύθηκε στο 130% και είναι το τρίτο υψηλότερο, μετά την Ιαπωνία και την Ελλάδα, μεταξύ 34 οικονομιών του ΟΟΣΑ.
«Οι γερμανικές και ιταλικές θέσεις είναι πολύ διαφορετικές, όπως και οι εμπειρίες τους στο ευρώ.
Τι συμβαίνει λοιπόν;
Εάν η νέα κυβέρνηση στην Ιταλία εφαρμόσει τις δεσμεύσεις της, οι κρατικές δαπάνες και το χρέος θα εκτοξευθούν.
Η Ιταλία έχει ήδη δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ 130%, δηλαδή πάνω από το ανώτατο όριο του 60% που προβλέπεται από τους κανόνες της ευρωζώνης.
Ωστόσο, εάν τα επίπεδα του ιταλικού χρέους ενισχυθούν, οι πιέσεις από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, και όχι η δράση επιβολής από την ΕΕ και την ΕΚΤ, είναι πιθανό να την αναγκάσουν να συμμορφωθεί με τους κανόνες.
Η Γερμανία και η Ιταλία επιθυμούν να παραμείνει η Ιταλία στο ενιαίο νόμισμα.
Ωστόσο, έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της ευρωζώνης.
Η γερμανική απάντηση στις προτάσεις του προέδρου Macron για μεγαλύτερη ενοποίηση και επιμερισμό του κινδύνου στην ευρωζώνη ήταν στη ζώνη του ευρώ μέχρι στιγμής ήταν επιφυλακτική.
«Χωρίς μια πιο συνεκτική ευρωζώνη θα υπάρξουν περισσότερα σκαμπανεβάσματα σαν αυτό που είδαμε στην Ιταλία την περασμένη εβδομάδα» αναφέρεται στην ίδια ανάλυση.
www.bankingnews.gr
Τελικά, στο τέλος της εβδομάδας σχηματίστηκε κυβέρνηση και στις αγορές επικράτησε ενθουσιασμός.
Παρ' όλα αυτά όμως οι βασικές αιτίες που προκάλεσαν ταραχή την περασμένη εβδομάδα παραμένουν και μαζί με αυτές παραμένει και το ενδεχόμενο μιας νέας κρίσης του ευρώ.
«Τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας υπογραμμίζουν τα προβλήματα της λειτουργίας ενός ενιαίου νομίσματος σε διαφορετικά, κυρίαρχα έθνη» αναφέρεται σε ανάλυση του Ian Stewart επικεφαλής οικονομολόγος της Deloitte.
Σε αυτές τις χώρες περιλαμβάνονται κάποιες από τις πιο πλούσιες αλλά και κάποιες από τις πιο φτωχιές.
Για παράδειγμα το ΑΕΠ της Δανίας είναι τρεις φορές υψηλότερο από της Ελλάδας, ενώ το ποσοστό ανεργίας της Δανίας είναι το 1/6 του ελληνικού.
«Τέτοιες διαφορές σημαίνει ότι το ενιαίο επιτόκια και η συναλλαγματική ισοτιμία δεν θα είναι η σωστή για όλα τα κράτη-μέλη όλη την ώρα.
Έτσι, στις αρχές του 2011 η ελληνική οικονομία ήταν κατά 10% μικρότερη από ό,τι πριν από ένα χρόνο, ενώ η γερμανική οικονομία σημείωνε άνοδο με ετήσια αύξηση άνω του 5%.
Οι ανάγκες των ελληνικών και γερμανικών οικονομιών ήταν τελείως διαφορετικές.
Αντίθετα, είχαν το ίδιο επιτόκιο και συναλλαγματική ισοτιμία και, θεωρητικά, τους ίδιους κανόνες για τον έλεγχο του κρατικού δανεισμού» επισημαίνει ο ίδιος.
Η ελληνική έδειξε πόσο η οικονομική αδυναμία σε μια χώρα-μέλος τροφοδοτεί τις εντάσεις με την ευρωζώνη και την κυρίαρχη Γερμανία.
Αυτές οι εντάσεις εκδηλώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, με το πρόεδρο της Κομισιόν, Jean Claude Juncker, να κατηγορεί την Ιταλία ότι χρειάζεται περισσότερη δουλειά, λιγότερη διαφθορά, σοβαρότητα…
Δεν παίζουμε αυτό το παιχνίδι μετατόπισης των ευθυνών στην ΕΕ».
Σύμφωνα με τον Stewart, η περίοδος παραμονής στην ευρωζώνη ήταν καλή για τη Γερμανία και λιγότερο για την Ιταλία.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Deloitte, μετά τη δημιουργία του ενιαίου νομίσματος το 1999, η οικονομία της Γερμανίας επεκτάθηκε κατά 30% και της Γερμανίας κατά 8%.
Οι επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας βοήθησαν τη Γερμανία να μεταβεί από την 14η θέση στην 5η θέση στον πίνακα ανταγωνισμού του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ.
Στον αντίποδα, η Ιταλία υποχώρησε από την 39η στην 43η θέση.
Η ανεργία στη Γερμανία έχει μειωθεί κατά το ήμισυ, σε μόλις 3,6%, από το 1999, ενώ στην Ιταλία παραμένει στο 10,9%, το ποσοστό με το οποίο εισήλθε η Ιταλία στο ενιαίο νόμισμα.
Παρά την έντονη επιτάχυνση της ανάπτυξης στην ευρωζώνη, η ανεργία των νέων στην Ιταλία ανέρχεται στο 32%.
Το χρέος αντιπροσωπεύει το 60% του ΑΕΠ της Γερμανίας, ποσοστό που παραμένει αμετάβλητο από το 1999.
Στον αντίποδα, το χρέος της Ιταλίας ενισχύθηκε στο 130% και είναι το τρίτο υψηλότερο, μετά την Ιαπωνία και την Ελλάδα, μεταξύ 34 οικονομιών του ΟΟΣΑ.
«Οι γερμανικές και ιταλικές θέσεις είναι πολύ διαφορετικές, όπως και οι εμπειρίες τους στο ευρώ.
Τι συμβαίνει λοιπόν;
Εάν η νέα κυβέρνηση στην Ιταλία εφαρμόσει τις δεσμεύσεις της, οι κρατικές δαπάνες και το χρέος θα εκτοξευθούν.
Η Ιταλία έχει ήδη δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ 130%, δηλαδή πάνω από το ανώτατο όριο του 60% που προβλέπεται από τους κανόνες της ευρωζώνης.
Ωστόσο, εάν τα επίπεδα του ιταλικού χρέους ενισχυθούν, οι πιέσεις από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, και όχι η δράση επιβολής από την ΕΕ και την ΕΚΤ, είναι πιθανό να την αναγκάσουν να συμμορφωθεί με τους κανόνες.
Η Γερμανία και η Ιταλία επιθυμούν να παραμείνει η Ιταλία στο ενιαίο νόμισμα.
Ωστόσο, έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της ευρωζώνης.
Η γερμανική απάντηση στις προτάσεις του προέδρου Macron για μεγαλύτερη ενοποίηση και επιμερισμό του κινδύνου στην ευρωζώνη ήταν στη ζώνη του ευρώ μέχρι στιγμής ήταν επιφυλακτική.
«Χωρίς μια πιο συνεκτική ευρωζώνη θα υπάρξουν περισσότερα σκαμπανεβάσματα σαν αυτό που είδαμε στην Ιταλία την περασμένη εβδομάδα» αναφέρεται στην ίδια ανάλυση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών