Ο κίνδυνος για την ΕΚΤ είναι ότι θα πρέπει να ξεκινήσει εκ νέου ένα QE αμέσως μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει κάνει σαφές ότι σκοπεύει να τερματίσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) ύψους 2,5 τρισ. ευρώ τον Δεκέμβριο.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Mario Draghi, το ξεκαθάρισε τον Οκτώβριο.
Ωστόσο, τα πρόσφατα στοιχεία για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη ήταν πιο αδύναμα σε σχέση με το 2014 γράφει ο Mevlyn Krauss του Hoover Institution στους Financial Times.
Ο κίνδυνος για την ΕΚΤ είναι ότι θα πρέπει να ξεκινήσει εκ νέου ένα QE αμέσως μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.
Η Γερμανία και η Ιταλία είναι οι κύριοι υπαίτιοι για την κατάσταση αυτή.
Το τρίτο τρίμηνο του 2018, η γερμανική παραγωγή αυτοκινήτων και οι εξαγωγές ήταν απογοητευτικές, κυρίως λόγω του σκανδάλου των εκπομπών ρύπων.
Αυτό αναμένεται να είναι προσωρινό.
Ωστόσο, η εμπορική διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας, η οποία δεν πρόκειται να κοπάσει, έχει αντίκτυπο στις γερμανικές εξαγωγές.
Και με την ιταλική οικονομία σε στασιμότητα, ισχυροί και αδύναμοι «συνωμοτούν» για να καταστήσουν το QE τόσο σημαντικό όσο ποτέ για την υγεία της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ωστόσο, η ΕΚΤ σημειώνει ότι θέλει να τερματίσει το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων προτού δημοσιοποιηθούν τα αποτελέσματα του τέταρτου τριμήνου του 2018.
Σύμφωνα με αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, το QE εξαντλείται από «πυρομαχικά».
Το επιχείρημα αυτό ισχύει για όσο διάστημα οι αυτοεπιβαλλόμενοι κανόνες του συμβουλίου για την αγορά κρατικών τίτλων παραμένουν σε ισχύ.
Αλλά το διοικητικό συμβούλιο φέρεται απρόθυμο να αλλάξει τους κανόνες.
Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο την πρόσφατη ευνοϊκή απόφαση του γενικού εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Melchior Wathelet, ότι το QE δεν παραβίασε την απαγόρευση της άμεσης χρηματοδότησης του χρέους των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ.
Ευτυχώς για την ΕΚΤ, δεν χρειάζεται να αλλάξει τους κανόνες, ενώ αναμένει τα επόμενα οικονομικά αποτελέσματα.
Μπορεί απλά να δώσει μία παράταση, προκειμένου να διαπιστώσει πόσο μεταβατική είναι η οικονομική αδυναμία.
Η ΕΚΤ έχει σίγουρα βάσιμους λόγους να ανησυχεί για τη μελλοντική ενίσχυση των γερμανικών εξαγωγών με τον Αμερικανό πρόεδρο Donald Trump να απειλεί με δασμούς τις ευρωπαϊκές εισαγωγές αυτοκινήτων στις ΗΠΑ.
Όμως ο Trump έχει μόλις αναβάλει την απόφαση να «τραβήξει τη σκανδάλη» για τους δασμούς.
Πάντως θα υπάρχει μία καλύτερη εικόνα για τις μακροπρόθεσμες προθέσεις του σε λίγους μήνες.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο η ΕΚΤ μπορεί να βρει μια πρόφαση για την παράταση του QEείναι ότι αντιμετωπίζει μεγάλες αποφάσεις σχετικά με το ποιος θα διαδεχθεί τον Draghi ως πρόεδρο και τον Peter Praet ως επικεφαλής οικονομολόγο.
Τα δύο θέματα συνδέονται στενά.
Τα λιγότερο «επιθετικά» μέλη στο διοικητικό συμβούλιο γνωρίζουν ότι η Γερμανία είναι ενάντια στο QE και επίσης ασκεί σημαντική επιρροή σε όποιον καταλαμβάνει τις κορυφαίες θέσεις στην ΕΚΤ.
Εν πάση περιπτώσει, οι Γερμανοί αμφισβήτησαν τη συνταγματικότητα του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων.
Για να κερδίσουν την εύνοια της Γερμανίας, οι υποψήφιοι αξιωματούχοι ομνύουν στον τερματισμό του QE στα τέλη του 2018.
Στη γερμανική πολιτική σκηνή, η «κατάληψη» της ΕΚΤ και ο τερματισμός του QE θα ήταν χρήσιμα για την Angela Merkel, την καγκελάριο, καθώς αγωνίζεται να διατηρήσει την επιρροή στο κεντροδεξιό κόμμα της, το CDU, μετά την απόφασή της να αποχωρήσει στο τέλος της τρέχουσας θητείας της το 2021.
Η Merkel έχει δεχθεί ήδη κριτική από συντηρητικούς κύκλους για την παροχή χλιαρής στήριξης στον πρόεδρο της Bundesbank Jens Weidmann ως πιθανό διάδοχο του Draghi.
Υπάρχουν επίσης δημοσιεύματα ότι το Βερολίνο ότι θα υποστηρίξει τον Philip Lane, σημερινό επικεφαλής της ιρλανδικής κεντρικής τράπεζας, ως τον επόμενο κύριο οικονομολόγο της ΕΚΤ.
Η Merkel θα είναι σε θέση να απομακρύνει πιο εύκολα τις συντηρητικές επιθέσεις επιβάλλοντας ένα πρόωρο τέλος στo QE.
Αυτό θα μπορούσε και πρέπει να αλλάξει τώρα με την αύξηση των κινδύνων για την επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης.
Η ΕΚΤ πρέπει να επανέλθει στον παραδοσιακό τρόπο «περιμένετε για να δούμε».
Πρέπει να επεκτείνει το QE για άλλους τρεις μήνες, πριν αποφασίσει για μια πιο μόνιμη πορεία δράσης.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Mario Draghi, το ξεκαθάρισε τον Οκτώβριο.
Ωστόσο, τα πρόσφατα στοιχεία για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη ήταν πιο αδύναμα σε σχέση με το 2014 γράφει ο Mevlyn Krauss του Hoover Institution στους Financial Times.
Ο κίνδυνος για την ΕΚΤ είναι ότι θα πρέπει να ξεκινήσει εκ νέου ένα QE αμέσως μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.
Η Γερμανία και η Ιταλία είναι οι κύριοι υπαίτιοι για την κατάσταση αυτή.
Το τρίτο τρίμηνο του 2018, η γερμανική παραγωγή αυτοκινήτων και οι εξαγωγές ήταν απογοητευτικές, κυρίως λόγω του σκανδάλου των εκπομπών ρύπων.
Αυτό αναμένεται να είναι προσωρινό.
Ωστόσο, η εμπορική διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας, η οποία δεν πρόκειται να κοπάσει, έχει αντίκτυπο στις γερμανικές εξαγωγές.
Και με την ιταλική οικονομία σε στασιμότητα, ισχυροί και αδύναμοι «συνωμοτούν» για να καταστήσουν το QE τόσο σημαντικό όσο ποτέ για την υγεία της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ωστόσο, η ΕΚΤ σημειώνει ότι θέλει να τερματίσει το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων προτού δημοσιοποιηθούν τα αποτελέσματα του τέταρτου τριμήνου του 2018.
Σύμφωνα με αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, το QE εξαντλείται από «πυρομαχικά».
Το επιχείρημα αυτό ισχύει για όσο διάστημα οι αυτοεπιβαλλόμενοι κανόνες του συμβουλίου για την αγορά κρατικών τίτλων παραμένουν σε ισχύ.
Αλλά το διοικητικό συμβούλιο φέρεται απρόθυμο να αλλάξει τους κανόνες.
Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο την πρόσφατη ευνοϊκή απόφαση του γενικού εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Melchior Wathelet, ότι το QE δεν παραβίασε την απαγόρευση της άμεσης χρηματοδότησης του χρέους των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ.
Ευτυχώς για την ΕΚΤ, δεν χρειάζεται να αλλάξει τους κανόνες, ενώ αναμένει τα επόμενα οικονομικά αποτελέσματα.
Μπορεί απλά να δώσει μία παράταση, προκειμένου να διαπιστώσει πόσο μεταβατική είναι η οικονομική αδυναμία.
Η ΕΚΤ έχει σίγουρα βάσιμους λόγους να ανησυχεί για τη μελλοντική ενίσχυση των γερμανικών εξαγωγών με τον Αμερικανό πρόεδρο Donald Trump να απειλεί με δασμούς τις ευρωπαϊκές εισαγωγές αυτοκινήτων στις ΗΠΑ.
Όμως ο Trump έχει μόλις αναβάλει την απόφαση να «τραβήξει τη σκανδάλη» για τους δασμούς.
Πάντως θα υπάρχει μία καλύτερη εικόνα για τις μακροπρόθεσμες προθέσεις του σε λίγους μήνες.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο η ΕΚΤ μπορεί να βρει μια πρόφαση για την παράταση του QEείναι ότι αντιμετωπίζει μεγάλες αποφάσεις σχετικά με το ποιος θα διαδεχθεί τον Draghi ως πρόεδρο και τον Peter Praet ως επικεφαλής οικονομολόγο.
Τα δύο θέματα συνδέονται στενά.
Τα λιγότερο «επιθετικά» μέλη στο διοικητικό συμβούλιο γνωρίζουν ότι η Γερμανία είναι ενάντια στο QE και επίσης ασκεί σημαντική επιρροή σε όποιον καταλαμβάνει τις κορυφαίες θέσεις στην ΕΚΤ.
Εν πάση περιπτώσει, οι Γερμανοί αμφισβήτησαν τη συνταγματικότητα του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων.
Για να κερδίσουν την εύνοια της Γερμανίας, οι υποψήφιοι αξιωματούχοι ομνύουν στον τερματισμό του QE στα τέλη του 2018.
Στη γερμανική πολιτική σκηνή, η «κατάληψη» της ΕΚΤ και ο τερματισμός του QE θα ήταν χρήσιμα για την Angela Merkel, την καγκελάριο, καθώς αγωνίζεται να διατηρήσει την επιρροή στο κεντροδεξιό κόμμα της, το CDU, μετά την απόφασή της να αποχωρήσει στο τέλος της τρέχουσας θητείας της το 2021.
Η Merkel έχει δεχθεί ήδη κριτική από συντηρητικούς κύκλους για την παροχή χλιαρής στήριξης στον πρόεδρο της Bundesbank Jens Weidmann ως πιθανό διάδοχο του Draghi.
Υπάρχουν επίσης δημοσιεύματα ότι το Βερολίνο ότι θα υποστηρίξει τον Philip Lane, σημερινό επικεφαλής της ιρλανδικής κεντρικής τράπεζας, ως τον επόμενο κύριο οικονομολόγο της ΕΚΤ.
Η Merkel θα είναι σε θέση να απομακρύνει πιο εύκολα τις συντηρητικές επιθέσεις επιβάλλοντας ένα πρόωρο τέλος στo QE.
Αυτό θα μπορούσε και πρέπει να αλλάξει τώρα με την αύξηση των κινδύνων για την επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης.
Η ΕΚΤ πρέπει να επανέλθει στον παραδοσιακό τρόπο «περιμένετε για να δούμε».
Πρέπει να επεκτείνει το QE για άλλους τρεις μήνες, πριν αποφασίσει για μια πιο μόνιμη πορεία δράσης.
Σχόλια αναγνωστών