Αμετάβλητες οι αξιολογήσεις της Γερμανίας από τη DBRS Ratings
Σε «ΑΑΑ» και «R-1 (high)» -ανώτατες αξιολογήσεις- επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη και βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα -αντίστοιχα- της Γερμανίας η DBRS Ratings, διατηρώντας σε σταθερές τις προοπτικές (trend).
Όπως αναφέρει ο καναδικός οίκος, οι αξιολογήσεις υποστηρίζονται από τη μεγάλη, ανταγωνιστική και διαφοροποιημένη οικονομία της χώρας, τα υγιή δημόσια οικονομικά, το ισχυρό και αξιόπιστο δημοσιονομικό πλαίσιο, την ισχυρή διεθνής θέση της Γερμανίας και τα άφθονα αποθεματικά για την απορρόφηση σοκ.
Βέβαια, παρά τα πλεονεκτήματα, η χώρα αντιμετωπίζει προκλήσεις που απορρέουν από τις υποκείμενες δημογραφικές τάσεις.
Η προβλεπόμενη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας σε μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη βάση, δημιουργεί σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά το δυναμικό ανάπτυξης και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις που απορρέουν από το χρηματοπιστωτικό σύστημα ή η μεγαλύτερη κατανομή των δημοσιονομικών επιβαρύνσεων στο πλαίσιο της νομισματικής ένωσης, αναμένεται να ασκήσουν πίεση τα δημόσια οικονομικά στο μέλλον.
Σε ό,τι αφορά στη συνεχιζόμενη ανοδική τάση στην αγορά ακινήτων, η DBRS δεν βλέπει κίνδυνο «φούσκας».
Στον τραπεζικό κλάδο, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (CET1) ενισχύθηκε στο 19,1% το β' τρίμηνο 2018.
«Η κερδοφορία εξακολουθεί να αποτελεί βασική πρόκληση, εν μέσω χαμηλών επιτοκίων.
Η χαμηλή ισχύς των εσόδων ήταν ο κύριος παράγοντας που οδήγησε στη σημαντική υποβάθμιση κεφαλαίου για τις γερμανικές τράπεζες στα stress tests, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει ορισμένες τράπεζες στο να ενισχύσουν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαίων τους.
Επιπλέον, αν και πολιτικά προκλητικές, οι προσπάθειες αναδιάρθρωσης στο χώρο της Landesbanken θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα, την αποτελεσματικότητα και να μειώσουν τους κινδύνους στο σύστημα», σχολιάζεται.
Η DBRS εκτιμά στο 1,7% και 1,8% την οικονομική ανάπτυξη τα έτη 2018 και 2019, αντίστοιχα, από 2,2% το περασμένο έτος.
Το δημοσιονομικό πλεόνασμα υπολογίζεται σε 1,6% και 1,2% την επόμενη διετία, από 1% το 2017.
Τέλος, το δημόσιο χρέος θα υποχωρήσει κάτω από το όριο του Μάαστριχτ, στο 56,7% το 2019, από 60,1% και 63,9% το 2018 και 2017, αντίστοιχα.
www.bankingnews.gr
Όπως αναφέρει ο καναδικός οίκος, οι αξιολογήσεις υποστηρίζονται από τη μεγάλη, ανταγωνιστική και διαφοροποιημένη οικονομία της χώρας, τα υγιή δημόσια οικονομικά, το ισχυρό και αξιόπιστο δημοσιονομικό πλαίσιο, την ισχυρή διεθνής θέση της Γερμανίας και τα άφθονα αποθεματικά για την απορρόφηση σοκ.
Βέβαια, παρά τα πλεονεκτήματα, η χώρα αντιμετωπίζει προκλήσεις που απορρέουν από τις υποκείμενες δημογραφικές τάσεις.
Η προβλεπόμενη μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας σε μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη βάση, δημιουργεί σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά το δυναμικό ανάπτυξης και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις που απορρέουν από το χρηματοπιστωτικό σύστημα ή η μεγαλύτερη κατανομή των δημοσιονομικών επιβαρύνσεων στο πλαίσιο της νομισματικής ένωσης, αναμένεται να ασκήσουν πίεση τα δημόσια οικονομικά στο μέλλον.
Σε ό,τι αφορά στη συνεχιζόμενη ανοδική τάση στην αγορά ακινήτων, η DBRS δεν βλέπει κίνδυνο «φούσκας».
Στον τραπεζικό κλάδο, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (CET1) ενισχύθηκε στο 19,1% το β' τρίμηνο 2018.
«Η κερδοφορία εξακολουθεί να αποτελεί βασική πρόκληση, εν μέσω χαμηλών επιτοκίων.
Η χαμηλή ισχύς των εσόδων ήταν ο κύριος παράγοντας που οδήγησε στη σημαντική υποβάθμιση κεφαλαίου για τις γερμανικές τράπεζες στα stress tests, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει ορισμένες τράπεζες στο να ενισχύσουν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαίων τους.
Επιπλέον, αν και πολιτικά προκλητικές, οι προσπάθειες αναδιάρθρωσης στο χώρο της Landesbanken θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα, την αποτελεσματικότητα και να μειώσουν τους κινδύνους στο σύστημα», σχολιάζεται.
Η DBRS εκτιμά στο 1,7% και 1,8% την οικονομική ανάπτυξη τα έτη 2018 και 2019, αντίστοιχα, από 2,2% το περασμένο έτος.
Το δημοσιονομικό πλεόνασμα υπολογίζεται σε 1,6% και 1,2% την επόμενη διετία, από 1% το 2017.
Τέλος, το δημόσιο χρέος θα υποχωρήσει κάτω από το όριο του Μάαστριχτ, στο 56,7% το 2019, από 60,1% και 63,9% το 2018 και 2017, αντίστοιχα.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών