Το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται με πολύ σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις για τις ΗΠΑ
Το πιο επικίνδυνο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι η ταχεία αύξηση του ελλείμματος και του ομοσπονδιακού χρέους, σημειώνει στη Wall Street Journal o διεθνούς φήμης οικονομολόγος και καθηγητής στο Harvard, Martin Feldstein.
Σύμφωνα με το γραφείο προϋπολογισμού του Κογκρέσου, το έλλειμμα το 2019 θα είναι 900 δισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερο από το 4% του ΑΕΠ.
Θα υπερβεί το 1 τρισ. δολάρια το 2022.
Το ομοσπονδιακό χρέος είναι τώρα στο 78% του ΑΕΠ.
Μέχρι το 2028, προβλέπεται ότι θα είναι σχεδόν στο 100% του ΑΕΠ και θα εξακολουθήσει να αυξάνεται.
Όλα αυτά θα έχουν πολύ σοβαρές οικονομικές συνέπειες και το γραφείο προϋπολογισμού υποτιμά το πρόβλημα, επισημαίνει ο Feldstein.
Πρέπει να στηρίξει τις προβλέψεις τoυ στην ισχύουσα κατάσταση - στην περίπτωση αυτή, στα επίπεδα των δαπανών και στους μελλοντικούς φορολογικούς κανόνες.
Αυτά τα επίπεδα δεν ταιριάζουν με ρεαλιστικές προβλέψεις.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες προβλέψεις, οι αμυντικές δαπάνες θα μειωθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ, από το πολύ χαμηλό 3,1% τώρα στο 2,5% περίπου κατά τα επόμενα 10 χρόνια.
Κανένας από τους στρατιωτικούς και πολιτικούς αμυντικούς εμπειρογνώμονες δεν πιστεύει ότι αυτό θα συμβεί, δεδομένων των παγκόσμιων ευθυνών των ΗΠΑ και της ανάγκης εκσυγχρονισμού του στρατιωτικού εξοπλισμού τους.
Είναι πιο πιθανό οι αμυντικές δαπάνες να παραμείνουν γύρω στο 3% του ΑΕΠ ή ακόμη να αυξηθούν κατά την προσεχή δεκαετία.
Εάν η άμυνα και οι λοιπές δαπάνες παραμείνουν σταθερές ως ποσοστό του ΑΕΠ, το ετήσιο έλλειμμα θα αυξηθεί κατά περίπου 1% του ΑΕΠ από 4,2% του ΑΕΠ τώρα σε περίπου 5% του ΑΕΠ σε 10 χρόνια από τώρα.
Ταυτόχρονα το Κογκρέσο θα αντιμετωπίσει ισχυρή πολιτική πίεση για να αποφύγει μια λειτουργική αύξηση των φόρων ενώ ορισμένες από τις περικοπές, που έχουν εξαγγελθεί, ίσως να μην πραγματοποιηθούν.
Τι σημαίνει αυτό για τη μακροπρόθεσμη αναλογία του ομοσπονδιακού χρέους προς το ΑΕΠ;
Το ομοσπονδιακό χρέος θα ξεπεράσει κατά πάσα πιθανότητα το 100% πολύ νωρίτερα από το 2028. Εάν αυξηθούν οι δαπάνες, η αύξηση του χρέους θα υπερβεί το 100% ακόμα πιο γρήγορα.
Όταν οι πιστωτές των ΗΠΑ στο εσωτερικό και στο εξωτερικό το συνειδητοποιήσουν αυτό, θα αυξήσουν το επιτόκιο που καταβάλλει η αμερικανική κυβέρνηση για το χρέος της.
Αυτό θα σημαίνει ακόμα μεγαλύτερη αύξηση του χρέους. Μια αύξηση 1% του επιτοκίου που καταβάλλει η κυβέρνηση στο χρέος της θα ενισχύσει το ετήσιο έλλειμμα κατά περισσότερο από 1%.
Ο υψηλότερος μακροπρόθεσμος δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα «εξαφανίσει» τις επιχειρηματικές επενδύσεις και θα μειώσει σημαντικά τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.
Αυτό με τη σειρά του θα σημάνει χαμηλότερα πραγματικά εισοδήματα και λιγότερα φορολογικά έσοδα, γεγονός που θα οδηγούσε, μάλιστα, σε μια ακόμη μεγαλύτερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ.
Για να αποφευχθεί η οικονομική δυσπραγία, η κυβέρνηση πρέπει είτε να επιβάλει υψηλότερους φόρους είτε να μειώσει τις μελλοντικές δαπάνες.
Εφόσον η αύξηση των φόρων αποδυναμώνει τα κίνητρα και επιβραδύνει περαιτέρω την οικονομική ανάπτυξη - επιδεινώνει την αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ - η καλύτερη προσέγγιση είναι η επιβράδυνση της αύξησης των δημοσίων δαπανών.
Ειδικότερα, η κυβέρνηση πρέπει να συγκρατήσει την ανάπτυξη των προγραμμάτων Medicare, Medicaid και της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Οι ομοσπονδιακές δαπάνες για τα δύο μεγάλα προγράμματα υγείας αναμένεται να αυξηθούν από το σημερινό 5,5% του ΑΕΠ σε περισσότερο από 7,2% έως το 2029. Και θα συνεχίσει να αυξάνεται μετά από αυτό.
Η απλούστερη προσέγγιση είναι να αυξηθεί η ηλικία συνταξιοδότησης, όπως έκανε το Κογκρέσο το 1983.
Τα τελευταία χρόνια το μέσο προσδόκιμο των Αμερικανών έχει αυξηθεί κατά περίπου τρία χρόνια.
Θα ήταν σκόπιμο να αυξηθεί το όριο ηλικίας
Από τα 67 στα 70 έτη και να αναπροσαρμοστεί στο προσδόκιμο ζωής. Εξαιρέσεις θα μπορούσαν να γίνουν για συνταξιούχους με χαμηλό εισόδημα.
Οι βουλευτές δεν επιθυμούν να μειώσουν τις δαπάνες, αλλά πρέπει να κάνουν κάτι.
Διαφορετικά, το εκρηκτικό εθνικό χρέος θα είναι ένα αυξανόμενο βάρος για τα παιδιά, την οικονομική ανάπτυξη και το μελλοντικό βιοτικό επίπεδο στις ΗΠΑ, καταλήγει ο Feldstein.
Σύμφωνα με το γραφείο προϋπολογισμού του Κογκρέσου, το έλλειμμα το 2019 θα είναι 900 δισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερο από το 4% του ΑΕΠ.
Θα υπερβεί το 1 τρισ. δολάρια το 2022.
Το ομοσπονδιακό χρέος είναι τώρα στο 78% του ΑΕΠ.
Μέχρι το 2028, προβλέπεται ότι θα είναι σχεδόν στο 100% του ΑΕΠ και θα εξακολουθήσει να αυξάνεται.
Όλα αυτά θα έχουν πολύ σοβαρές οικονομικές συνέπειες και το γραφείο προϋπολογισμού υποτιμά το πρόβλημα, επισημαίνει ο Feldstein.
Πρέπει να στηρίξει τις προβλέψεις τoυ στην ισχύουσα κατάσταση - στην περίπτωση αυτή, στα επίπεδα των δαπανών και στους μελλοντικούς φορολογικούς κανόνες.
Αυτά τα επίπεδα δεν ταιριάζουν με ρεαλιστικές προβλέψεις.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες προβλέψεις, οι αμυντικές δαπάνες θα μειωθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ, από το πολύ χαμηλό 3,1% τώρα στο 2,5% περίπου κατά τα επόμενα 10 χρόνια.
Κανένας από τους στρατιωτικούς και πολιτικούς αμυντικούς εμπειρογνώμονες δεν πιστεύει ότι αυτό θα συμβεί, δεδομένων των παγκόσμιων ευθυνών των ΗΠΑ και της ανάγκης εκσυγχρονισμού του στρατιωτικού εξοπλισμού τους.
Είναι πιο πιθανό οι αμυντικές δαπάνες να παραμείνουν γύρω στο 3% του ΑΕΠ ή ακόμη να αυξηθούν κατά την προσεχή δεκαετία.
Εάν η άμυνα και οι λοιπές δαπάνες παραμείνουν σταθερές ως ποσοστό του ΑΕΠ, το ετήσιο έλλειμμα θα αυξηθεί κατά περίπου 1% του ΑΕΠ από 4,2% του ΑΕΠ τώρα σε περίπου 5% του ΑΕΠ σε 10 χρόνια από τώρα.
Ταυτόχρονα το Κογκρέσο θα αντιμετωπίσει ισχυρή πολιτική πίεση για να αποφύγει μια λειτουργική αύξηση των φόρων ενώ ορισμένες από τις περικοπές, που έχουν εξαγγελθεί, ίσως να μην πραγματοποιηθούν.
Τι σημαίνει αυτό για τη μακροπρόθεσμη αναλογία του ομοσπονδιακού χρέους προς το ΑΕΠ;
Το ομοσπονδιακό χρέος θα ξεπεράσει κατά πάσα πιθανότητα το 100% πολύ νωρίτερα από το 2028. Εάν αυξηθούν οι δαπάνες, η αύξηση του χρέους θα υπερβεί το 100% ακόμα πιο γρήγορα.
Όταν οι πιστωτές των ΗΠΑ στο εσωτερικό και στο εξωτερικό το συνειδητοποιήσουν αυτό, θα αυξήσουν το επιτόκιο που καταβάλλει η αμερικανική κυβέρνηση για το χρέος της.
Αυτό θα σημαίνει ακόμα μεγαλύτερη αύξηση του χρέους. Μια αύξηση 1% του επιτοκίου που καταβάλλει η κυβέρνηση στο χρέος της θα ενισχύσει το ετήσιο έλλειμμα κατά περισσότερο από 1%.
Ο υψηλότερος μακροπρόθεσμος δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα «εξαφανίσει» τις επιχειρηματικές επενδύσεις και θα μειώσει σημαντικά τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.
Αυτό με τη σειρά του θα σημάνει χαμηλότερα πραγματικά εισοδήματα και λιγότερα φορολογικά έσοδα, γεγονός που θα οδηγούσε, μάλιστα, σε μια ακόμη μεγαλύτερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ.
Για να αποφευχθεί η οικονομική δυσπραγία, η κυβέρνηση πρέπει είτε να επιβάλει υψηλότερους φόρους είτε να μειώσει τις μελλοντικές δαπάνες.
Εφόσον η αύξηση των φόρων αποδυναμώνει τα κίνητρα και επιβραδύνει περαιτέρω την οικονομική ανάπτυξη - επιδεινώνει την αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ - η καλύτερη προσέγγιση είναι η επιβράδυνση της αύξησης των δημοσίων δαπανών.
Ειδικότερα, η κυβέρνηση πρέπει να συγκρατήσει την ανάπτυξη των προγραμμάτων Medicare, Medicaid και της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Οι ομοσπονδιακές δαπάνες για τα δύο μεγάλα προγράμματα υγείας αναμένεται να αυξηθούν από το σημερινό 5,5% του ΑΕΠ σε περισσότερο από 7,2% έως το 2029. Και θα συνεχίσει να αυξάνεται μετά από αυτό.
Η απλούστερη προσέγγιση είναι να αυξηθεί η ηλικία συνταξιοδότησης, όπως έκανε το Κογκρέσο το 1983.
Τα τελευταία χρόνια το μέσο προσδόκιμο των Αμερικανών έχει αυξηθεί κατά περίπου τρία χρόνια.
Θα ήταν σκόπιμο να αυξηθεί το όριο ηλικίας
Από τα 67 στα 70 έτη και να αναπροσαρμοστεί στο προσδόκιμο ζωής. Εξαιρέσεις θα μπορούσαν να γίνουν για συνταξιούχους με χαμηλό εισόδημα.
Οι βουλευτές δεν επιθυμούν να μειώσουν τις δαπάνες, αλλά πρέπει να κάνουν κάτι.
Διαφορετικά, το εκρηκτικό εθνικό χρέος θα είναι ένα αυξανόμενο βάρος για τα παιδιά, την οικονομική ανάπτυξη και το μελλοντικό βιοτικό επίπεδο στις ΗΠΑ, καταλήγει ο Feldstein.
Σχόλια αναγνωστών