Γερμανία: Η μείωση των παραγγελιών στη βιομηχανία τον Αύγουστο του 2019 δείχνει ότι η οικονομία ωθείται στην ύφεση
Οι παραγγελίες στις γερμανικές βιομηχανίες μειώθηκαν περισσότερο από το αναμενόμενο τον Αύγουστο του 2019 λόγω της πιο αδύναμης εγχώριας ζήτησης, σύμφωνα με σημερινά (7/10) στοιχεία που ενισχύουν τις ενδείξεις ότι η πτώση του μεταποιητικού τομέα ωθεί τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία στην ύφεση.
Οι παραγγελίες για γερμανικά προϊόντα ήταν μειωμένες κατά 0,6% σε σχέση με ένα μήνα νωρίτερα, ενώ η ζήτηση για κεφαλαιουχικά αγαθά ήταν μειωμένη κατά 1,6%, ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών.
Η μέση πρόβλεψη σε έρευνα του Reuters ήταν για μείωση των παραγγελιών κατά 0,3%.
Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,1% στο δεύτερο τρίμηνο του 2019 και τα πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι συνεχίσθηκε και στο τρίτο τρίμηνο η αδυναμία του μεταποιητικού τομέα (οι περισσότεροι οικονομολόγοι ορίζουν την ύφεση ως δύο συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης).
«Η γερμανική οικονομία βρίσκεται στο μέσο μίας ύφεσης.
Τα σημερινά (7/10) στοιχεία καθιστούν ξεκάθαρο αυτό ξανά», δήλωσε οικονομολόγος του VP Bank Group.
«Η γερμανική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει πιθανότατα αυξανόμενη πίεση να σταματήσει την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική της», πρόσθεσε.
Η κυβέρνηση επιμένει έως τώρα στην πολιτική του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, παρά την πίεση από οικονομολόγους και άλλες κυβερνήσεις να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες για να ενισχύσει την παραπαίουσα ζήτηση.
Ο υπουργός Οικονομικών O. Scholz δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Γερμανία θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μία οικονομική κρίση, αλλά πρόσθεσε ότι δεν αναμένει μία τόσο μεγάλη ύφεση όπως το 2008/2009.
«Η αδυναμία της ζήτησης για βιομηχανικά προϊόντα συνεχίζεται», ανέφερε το υπουργείο Οικονομικών στην ανακοίνωσή του που συνοδεύει τα στοιχεία, προσθέτοντας ότι «ο βιομηχανικός τομέας παραμένει εξασθενημένος επί του παρόντος».
Οι γερμανικές βιομηχανίες, που στηρίζονται στις εξαγωγές, υποφέρουν από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και την επιχειρηματική αβεβαιότητα που σχετίζεται με την εμπορική διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας και την προγραμματισμένη έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, η οποία έχει καθυστερήσει.
Μία έρευνα, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Τρίτη, έδειξε ότι η ύφεση του μεταποιητικού τομέα εντάθηκε τον Σεπτέμβριο, με τα εργοστάσια να καταγράφουν την ασθενέστερη επίδοση από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση πριν από μία δεκαετία.
Την περασμένη Τετάρτη, κορυφαία οικονομικά ινστιτούτα «ψαλίδισαν» τις προβλέψεις τους για τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας για φέτος και το επόμενο έτος, αναφέροντας ως λόγους την εξασθένιση της παγκόσμιας ζήτησης για μεταποιητικά προϊόντα και την αυξημένη επιχειρηματική αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις εμπορικές διαμάχες.
Τα ινστιτούτα κάλεσαν, επίσης, την κυβέρνηση συνασπισμού της καγκελαρίου Merkel να εγκαταλείψει τη δημοσιονομική πολιτική μηδενικού νέου χρέους, εφόσον επιδεινωθούν οι προοπτικές, κάτι που έχει αρνηθεί να κάνει έως τώρα.
Η κυβέρνηση της Merkel κατόρθωσε να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες χωρίς νέο χρέος από το 2014, χάρη σε έναν ασυνήθιστα μεγάλο αναπτυξιακό κύκλο, την απασχόληση-ρεκόρ, τα αυξημένα φορολογικά έσοδα και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Με την οικονομία, όμως, να επιβραδύνεται, και τα φορολογικά έσοδα να ξεθυμαίνουν, ο δημοσιονομικός χώρος για την αντιμετώπιση μίας ύφεσης μειώνεται.
www.bannkingnews.gr
Οι παραγγελίες για γερμανικά προϊόντα ήταν μειωμένες κατά 0,6% σε σχέση με ένα μήνα νωρίτερα, ενώ η ζήτηση για κεφαλαιουχικά αγαθά ήταν μειωμένη κατά 1,6%, ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών.
Η μέση πρόβλεψη σε έρευνα του Reuters ήταν για μείωση των παραγγελιών κατά 0,3%.
Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,1% στο δεύτερο τρίμηνο του 2019 και τα πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι συνεχίσθηκε και στο τρίτο τρίμηνο η αδυναμία του μεταποιητικού τομέα (οι περισσότεροι οικονομολόγοι ορίζουν την ύφεση ως δύο συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης).
«Η γερμανική οικονομία βρίσκεται στο μέσο μίας ύφεσης.
Τα σημερινά (7/10) στοιχεία καθιστούν ξεκάθαρο αυτό ξανά», δήλωσε οικονομολόγος του VP Bank Group.
«Η γερμανική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει πιθανότατα αυξανόμενη πίεση να σταματήσει την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική της», πρόσθεσε.
Η κυβέρνηση επιμένει έως τώρα στην πολιτική του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, παρά την πίεση από οικονομολόγους και άλλες κυβερνήσεις να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες για να ενισχύσει την παραπαίουσα ζήτηση.
Ο υπουργός Οικονομικών O. Scholz δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Γερμανία θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μία οικονομική κρίση, αλλά πρόσθεσε ότι δεν αναμένει μία τόσο μεγάλη ύφεση όπως το 2008/2009.
«Η αδυναμία της ζήτησης για βιομηχανικά προϊόντα συνεχίζεται», ανέφερε το υπουργείο Οικονομικών στην ανακοίνωσή του που συνοδεύει τα στοιχεία, προσθέτοντας ότι «ο βιομηχανικός τομέας παραμένει εξασθενημένος επί του παρόντος».
Οι γερμανικές βιομηχανίες, που στηρίζονται στις εξαγωγές, υποφέρουν από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και την επιχειρηματική αβεβαιότητα που σχετίζεται με την εμπορική διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας και την προγραμματισμένη έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, η οποία έχει καθυστερήσει.
Μία έρευνα, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Τρίτη, έδειξε ότι η ύφεση του μεταποιητικού τομέα εντάθηκε τον Σεπτέμβριο, με τα εργοστάσια να καταγράφουν την ασθενέστερη επίδοση από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση πριν από μία δεκαετία.
Την περασμένη Τετάρτη, κορυφαία οικονομικά ινστιτούτα «ψαλίδισαν» τις προβλέψεις τους για τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας για φέτος και το επόμενο έτος, αναφέροντας ως λόγους την εξασθένιση της παγκόσμιας ζήτησης για μεταποιητικά προϊόντα και την αυξημένη επιχειρηματική αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις εμπορικές διαμάχες.
Τα ινστιτούτα κάλεσαν, επίσης, την κυβέρνηση συνασπισμού της καγκελαρίου Merkel να εγκαταλείψει τη δημοσιονομική πολιτική μηδενικού νέου χρέους, εφόσον επιδεινωθούν οι προοπτικές, κάτι που έχει αρνηθεί να κάνει έως τώρα.
Η κυβέρνηση της Merkel κατόρθωσε να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες χωρίς νέο χρέος από το 2014, χάρη σε έναν ασυνήθιστα μεγάλο αναπτυξιακό κύκλο, την απασχόληση-ρεκόρ, τα αυξημένα φορολογικά έσοδα και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Με την οικονομία, όμως, να επιβραδύνεται, και τα φορολογικά έσοδα να ξεθυμαίνουν, ο δημοσιονομικός χώρος για την αντιμετώπιση μίας ύφεσης μειώνεται.
www.bannkingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών