Η DBRS Morningstar δεν μεταβάλλει τις αξιολογήσεις των ΗΠΑ
Σε «ΑΑΑ» (ανώτατη αξιολόγηση) επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών η DBRS Morningstar, διατηρώντας σε σταθερές τις προοπτικές (trend).
Σύμφωνα με τον καναδικό οίκο, η πανδημία COVID-19 και ο σχετικός αντίκτυπος στη δημόσια υγεία έχουν εξαπολύσει μία από τις μεγαλύτερες οικονομικές πιέσεις στην ιστορία των ΗΠΑ.
Παρά το δύσκολο αυτό περιβάλλον, το σταθερό trend αντικατοπτρίζει την άποψη της DBRS Morningstar ότι η ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας, των θεσμών και των χρηματοπιστωτικών αγορών, θα συνεχίσει να παρέχει υποστήριξη στην αξιολόγηση.
«Αν και εν μέσω μιας άνευ προηγουμένου παγκόσμιας ύφεσης, η ευελιξία, η διαφοροποίηση και η ανθεκτικότητα της οικονομίας των ΗΠΑ παραμένει βασική πιστωτική δύναμη.
Ο ρόλος του δολαρίου στις διεθνείς αγορές πηγάζει από το μεγάλο μέγεθος της οικονομίας των ΗΠΑ και τη δύναμη των κυβερνητικών θεσμών της.
Ένα σημαντικό διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα δεν έχει εξαλειφθεί το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας και το σοκ του κορωνοϊού θα προκαλέσει περαιτέρω επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών. (…)
Με μακροπρόθεσμα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα, ιδιαίτερα σε πραγματικούς όρους, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει επιπλέον χρόνο για να μειώσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού χωρίς να προκαλέσει πτωτική πίεση στην αξιολόγηση των ΗΠΑ.
Αν και η κατάσταση ποικίλλει σε ένταση σε διάφορα μέρη της χώρας, σημειώθηκε σαφής πρόοδος στην επιβράδυνση της εξάπλωσης του ιού μέσω κοινωνικών αποστάσεων και σχετικών μέτρων.
Υπάρχουν μερικές πρώτες ενδείξεις στις πιο πληγείσες πολιτείες ότι οι εισαγωγές στο νοσοκομείο και ο αριθμός των νέων περιπτώσεων αρχίζουν να μειώνονται», σχολιάζεται.
Η βραχυπρόθεσμη πίεση στην αξιολόγηση των ΗΠΑ φαίνεται απίθανη.
Ωστόσο, οι αιτίες για πιθανή υποβάθμιση περιλαμβάνουν:
(1) την αποτυχία μείωσης των προβλεπόμενων ελλειμμάτων μεσοπρόθεσμα, που θα μπορούσε να περιορίσει τη δημοσιονομική ευελιξία στις μελλοντικές μειώσεις
(2) σημαντική επιδείνωση της οικονομικής και χρηματοοικονομικής ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένων πιθανών μόνιμων ουλών από την τρέχουσα πανδημία και της σχετικής πολιτικής απάντησης
(3) χρήση του ανώτατου ορίου χρέους ως μέσου πίεσης των πολιτικών αντιπάλων, η οποία θα μπορούσε να εγείρει ερωτήματα σχετικά με την προθυμία της κυβέρνησης των ΗΠΑ να πληρώσει εγκαίρως και πλήρως τις υποχρεώσεις της.
Επισημαίνεται πως το ΔΝΤ αναμένει ύφεση 5,9% στις ΗΠΑ το 2020, ακολουθούμενη από ισχυρή ανάκαμψη το 2021 (4,7%).
Το σενάριο της DBRS Morningstar βασίζεται σε μια πιο αισιόδοξη υπόθεση για ύφεση 3,5% το 2020 ,αλλά ενσωματώνει επίσης μια ασθενέστερη ανάκαμψη το 2021 (3%).
«Πολλά θα εξαρτηθούν από την ταχύτητα με την οποία το κράτος και οι τοπικές κυβερνήσεις είναι σε θέση να ανοίξουν ξανά τις οικονομίες τους χωρίς ανεξέλεγκτη αναζωπύρωση σε περιπτώσεις.
Οι ενέργειες της Federal Reserve συνέβαλαν στη μείωση των χρηματοοικονομικών πιέσεων και θα στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη», σημειώνεται.
www.bankingnews.gr
Σύμφωνα με τον καναδικό οίκο, η πανδημία COVID-19 και ο σχετικός αντίκτυπος στη δημόσια υγεία έχουν εξαπολύσει μία από τις μεγαλύτερες οικονομικές πιέσεις στην ιστορία των ΗΠΑ.
Παρά το δύσκολο αυτό περιβάλλον, το σταθερό trend αντικατοπτρίζει την άποψη της DBRS Morningstar ότι η ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας, των θεσμών και των χρηματοπιστωτικών αγορών, θα συνεχίσει να παρέχει υποστήριξη στην αξιολόγηση.
«Αν και εν μέσω μιας άνευ προηγουμένου παγκόσμιας ύφεσης, η ευελιξία, η διαφοροποίηση και η ανθεκτικότητα της οικονομίας των ΗΠΑ παραμένει βασική πιστωτική δύναμη.
Ο ρόλος του δολαρίου στις διεθνείς αγορές πηγάζει από το μεγάλο μέγεθος της οικονομίας των ΗΠΑ και τη δύναμη των κυβερνητικών θεσμών της.
Ένα σημαντικό διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα δεν έχει εξαλειφθεί το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας και το σοκ του κορωνοϊού θα προκαλέσει περαιτέρω επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών. (…)
Με μακροπρόθεσμα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα, ιδιαίτερα σε πραγματικούς όρους, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει επιπλέον χρόνο για να μειώσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού χωρίς να προκαλέσει πτωτική πίεση στην αξιολόγηση των ΗΠΑ.
Αν και η κατάσταση ποικίλλει σε ένταση σε διάφορα μέρη της χώρας, σημειώθηκε σαφής πρόοδος στην επιβράδυνση της εξάπλωσης του ιού μέσω κοινωνικών αποστάσεων και σχετικών μέτρων.
Υπάρχουν μερικές πρώτες ενδείξεις στις πιο πληγείσες πολιτείες ότι οι εισαγωγές στο νοσοκομείο και ο αριθμός των νέων περιπτώσεων αρχίζουν να μειώνονται», σχολιάζεται.
Η βραχυπρόθεσμη πίεση στην αξιολόγηση των ΗΠΑ φαίνεται απίθανη.
Ωστόσο, οι αιτίες για πιθανή υποβάθμιση περιλαμβάνουν:
(1) την αποτυχία μείωσης των προβλεπόμενων ελλειμμάτων μεσοπρόθεσμα, που θα μπορούσε να περιορίσει τη δημοσιονομική ευελιξία στις μελλοντικές μειώσεις
(2) σημαντική επιδείνωση της οικονομικής και χρηματοοικονομικής ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένων πιθανών μόνιμων ουλών από την τρέχουσα πανδημία και της σχετικής πολιτικής απάντησης
(3) χρήση του ανώτατου ορίου χρέους ως μέσου πίεσης των πολιτικών αντιπάλων, η οποία θα μπορούσε να εγείρει ερωτήματα σχετικά με την προθυμία της κυβέρνησης των ΗΠΑ να πληρώσει εγκαίρως και πλήρως τις υποχρεώσεις της.
Επισημαίνεται πως το ΔΝΤ αναμένει ύφεση 5,9% στις ΗΠΑ το 2020, ακολουθούμενη από ισχυρή ανάκαμψη το 2021 (4,7%).
Το σενάριο της DBRS Morningstar βασίζεται σε μια πιο αισιόδοξη υπόθεση για ύφεση 3,5% το 2020 ,αλλά ενσωματώνει επίσης μια ασθενέστερη ανάκαμψη το 2021 (3%).
«Πολλά θα εξαρτηθούν από την ταχύτητα με την οποία το κράτος και οι τοπικές κυβερνήσεις είναι σε θέση να ανοίξουν ξανά τις οικονομίες τους χωρίς ανεξέλεγκτη αναζωπύρωση σε περιπτώσεις.
Οι ενέργειες της Federal Reserve συνέβαλαν στη μείωση των χρηματοοικονομικών πιέσεων και θα στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη», σημειώνεται.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών