Προ των πυλών τα αρνητικά επιτόκια στις ΗΠΑ
Αντίστροφα μετρά ο κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ, Jerome Powel, για την περαιτέρω περικοπή του βασικού επιτοκίου, σύμφωνα με την ολλανδική τράπεζα Rabobank.
Και ενώ τα αρνητικά πρόσημα φαίνονται να είναι προ των πυλών, εγείρονται πολλά ζητήματα.
Οι επενδυτές απέτυχαν να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους στις ασιατικές αγορές, καθώς η άρση των περιοριστικών μέτρων έφερε νέο κύμα κρουσμάτων του κορωνοϊού.
Έξι μολύνσεις αναφέρθηκαν στη Wuhan της Κίνας, το αρχικό επίκεντρο της νόσου, γεγονός που οδήγησε τις αρχές να υποχρεώσουν και τους 11 εκατομμύρια κατοίκους να υποβληθούν σε διαγνωστικά τεστ.
Στη Νότιο Κορέα, η οποία είχε υπάρξει υποδειγματική σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του ιού, υπήρχε νέα αναζωπύρωση, ενώ το άνοιγμα των σχολείων πήρε παράταση για άλλη μία εβδομάδα.
Στη Ρωσία, η αύξηση των κρουσμάτων εκτίναξε τον συνολικό αριθμό των νέων λοιμώξεων.
Παρ’ όλα αυτά, ο Πρόεδρος Putin ανακοίνωσε ότι από την ερχόμενη Τρίτη τα περιοριστικά μέτρα θα χαλαρώσουν.
Η προσπάθεια της ρωσικής κυβέρνησης για την επανεκκίνηση της οικονομίας μοιάζει με την απεγνωσμένη προσπάθεια της κυβέρνησης Trump να άρει τους περιορισμούς και τα απαγορευτικά ώστε να ξαναλειτουργήσουν οι επιχειρήσεις.
Εν προκειμένω, αξίζει να σημειωθεί πως, παρότι η ρωσική πρωτεύουσα Μόσχα και, γενικά, τα μεγάλα αστικά κέντρα υποφέρουν από τον COVID-19, η υπόλοιπη χώρα δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πρωθυπουργός Boris Johnson εκμεταλλεύτηκε τη Δευτέρα 11 Μαΐου την ευκαιρία να υπερασπιστεί την πολιτική του σε ό,τι αφορά τον κορωνοϊό.
Η κυβέρνηση συμβούλευσε τους πολίτες να φοράνε μάσκες προσώπου, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, θα μπορούσε να επιβληθεί εκ νέου lockdown.
Τα συνδικάτα χαιρέτισαν τη νέα οδηγία για την ασφάλεια στην εργασία.
Τούτου λεχθέντος, ο φόβος για τα ελλιπή μέτρα προστασίας έχει κρατήσει πολλούς χώρους εργασίας κλειστούς στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η βρετανική κυβέρνηση ήδη δέχεται τα πυρά επειδή άργησε να πάρει μέτρα, προσπαθώντας να εφαρμόσει τη θεωρία για ανοσία της αγέλης.
Για τους επενδυτές το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί πραγματική πρόοδος στις τελευταίες συνομιλίες μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ για τη μετά το Brexit περίοδο αποτελεί επίσης πηγή ανησυχίας, δεδομένου ότι η μεταβατική περίοδος φτάνει στο τέλος της.
Καμία πρόοδος δεν έχει σημειωθεί ούτε στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί απεγνωσμένα να λάβει κάτι θετικό από τις διαπραγματεύσεις, για να ενισχύσει τους εμπορικούς της δεσμούς εκτός ΕΕ.
Από την άλλη, οι Βρετανοί καταναλωτές απογοητεύονται στην ιδέα και μόνο ότι μια εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να επηρεάσει τη γεωργική παραγωγή και τον φαρμακευτικό κλάδο.
Υπάρχουν επίσης αναφορές ότι η Ουάσιγκτον θέλει να εισαγάγει μια ρήτρα σε οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία που θα της επέτρεπε να θέσει βέτο σε oποιαδήποτε προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου να συνάψει συμφωνία με οικονομίες «εκτός αγοράς», όπως με την Κίνα.
Αυτή την εβδομάδα, ο Πρόεδρος Trump απειλεί να εμποδίσει ένα αμερικανικό ταμείο συνταξιοδότησης να επενδύσει σε κινεζικές μετοχές για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Παρόλο που ένα τηλεφωνικό τηλεφώνημα μεταξύ Αμερικανών και Κινέζων αξιωματούχων την Πέμπτη το βράδυ φάνηκε να μειώνει την ένταση, είναι σαφές ότι η σχέση μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου θα επιδεινωθεί πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ δεν είναι η μοναδική χώρα με μια δύσκολη σχέση με την Κίνα.
Η Αυστραλία επίσης έχει κλιμακώσει την ένταση λόγω των δασμών που έχουν επιβάλει οι δύο χώρες στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές.
Τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών μπορούν να χωριστούν σε τρεις ομάδες κατά την αξιολόγηση της απόδοσής τους από τις αρχές Απριλίου:
Αυτή που υπεραποδίδει (ρουπία Ινδονησίας, πέσο Χιλής, ρωσικό ρούβλι).
Αυτή που έχει τις πλέον χαμηλότερες επιδόσεις (π.χ. λίρα Τουρκίας)
Αυτή που είναι σχετικά σταθερή (π.χ. πέσο Φιλιππίνων).
Αυτή η διαφοροποίηση μπορεί να αποδοθεί σε συγκεκριμένους παράγοντες που καθιστούν τα νομίσματα περισσότερο ή λιγότερο ελκυστικά για τους επενδυτές.
Ωστόσο, ακόμα και οι πλέον προνοητικοί επενδυτές δυσκολεύονται να διατηρήσουν τα κέρδη τους, εν μέσω της ανησυχίας για ένα δεύτερο κύμα κρουσμάτων του κορωνοϊού.
Ακόμα όμως και αν υποτεθεί ότι ο κίνδυνος ενός δεύτερου κύματος της επιδημίας είναι εξαιρετικά χαμηλός και ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις θα αποδειχθούν επαρκή για να δημιουργήσουν οικονομική ανάκαμψη σε σχήμα V, οι αναλυτές της Rabobank εμφανίζονται εξαιρετικά απρόθυμοι να υιοθετήσουν μια σύσταση «buy» για τη συντριπτική πλειονότητα των νομισμάτων των αναδυόμενων αγορών.
Ο λόγος είναι η επιδείνωση της σχέσης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Εξελίξεις σε ό,τι αφορά το δολάριο αναμένονται εντός της ημέρας, με το θέμα των αρνητικών επιτοκίων να είναι στην ατζέντα της Fed – τουλάχιστον για σύντομο χρονικό διάστημα.
Την περασμένη εβδομάδα οι επενδυτές είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν την αγορά futures για να στοιχηματίσουν σε αρνητικά επιτόκια μέχρι το τέλος του έτους.
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί πως ο πρόεδρος της Fed του Saint Luis, Bullard, δεν είναι θιασώτης των αρνητικών επιτοκίων, καθώς πιστεύει ότι θα προκαλέσουν περισσότερα προβλήματα από ό,τι θα λύσουν.
Στην Ευρώπη, η συζήτηση για την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου και το τελεσίγραφο που έδωσε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν λέει να κοπάσει.
Αν μη τι άλλο, μια θεσμική κρίση έχει ήδη χτυπήσει την πόρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
www.bankingnews.gr
Και ενώ τα αρνητικά πρόσημα φαίνονται να είναι προ των πυλών, εγείρονται πολλά ζητήματα.
Οι επενδυτές απέτυχαν να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους στις ασιατικές αγορές, καθώς η άρση των περιοριστικών μέτρων έφερε νέο κύμα κρουσμάτων του κορωνοϊού.
Έξι μολύνσεις αναφέρθηκαν στη Wuhan της Κίνας, το αρχικό επίκεντρο της νόσου, γεγονός που οδήγησε τις αρχές να υποχρεώσουν και τους 11 εκατομμύρια κατοίκους να υποβληθούν σε διαγνωστικά τεστ.
Στη Νότιο Κορέα, η οποία είχε υπάρξει υποδειγματική σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του ιού, υπήρχε νέα αναζωπύρωση, ενώ το άνοιγμα των σχολείων πήρε παράταση για άλλη μία εβδομάδα.
Στη Ρωσία, η αύξηση των κρουσμάτων εκτίναξε τον συνολικό αριθμό των νέων λοιμώξεων.
Παρ’ όλα αυτά, ο Πρόεδρος Putin ανακοίνωσε ότι από την ερχόμενη Τρίτη τα περιοριστικά μέτρα θα χαλαρώσουν.
Η προσπάθεια της ρωσικής κυβέρνησης για την επανεκκίνηση της οικονομίας μοιάζει με την απεγνωσμένη προσπάθεια της κυβέρνησης Trump να άρει τους περιορισμούς και τα απαγορευτικά ώστε να ξαναλειτουργήσουν οι επιχειρήσεις.
Εν προκειμένω, αξίζει να σημειωθεί πως, παρότι η ρωσική πρωτεύουσα Μόσχα και, γενικά, τα μεγάλα αστικά κέντρα υποφέρουν από τον COVID-19, η υπόλοιπη χώρα δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πρωθυπουργός Boris Johnson εκμεταλλεύτηκε τη Δευτέρα 11 Μαΐου την ευκαιρία να υπερασπιστεί την πολιτική του σε ό,τι αφορά τον κορωνοϊό.
Η κυβέρνηση συμβούλευσε τους πολίτες να φοράνε μάσκες προσώπου, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, θα μπορούσε να επιβληθεί εκ νέου lockdown.
Τα συνδικάτα χαιρέτισαν τη νέα οδηγία για την ασφάλεια στην εργασία.
Τούτου λεχθέντος, ο φόβος για τα ελλιπή μέτρα προστασίας έχει κρατήσει πολλούς χώρους εργασίας κλειστούς στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η βρετανική κυβέρνηση ήδη δέχεται τα πυρά επειδή άργησε να πάρει μέτρα, προσπαθώντας να εφαρμόσει τη θεωρία για ανοσία της αγέλης.
Για τους επενδυτές το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί πραγματική πρόοδος στις τελευταίες συνομιλίες μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ για τη μετά το Brexit περίοδο αποτελεί επίσης πηγή ανησυχίας, δεδομένου ότι η μεταβατική περίοδος φτάνει στο τέλος της.
Καμία πρόοδος δεν έχει σημειωθεί ούτε στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί απεγνωσμένα να λάβει κάτι θετικό από τις διαπραγματεύσεις, για να ενισχύσει τους εμπορικούς της δεσμούς εκτός ΕΕ.
Από την άλλη, οι Βρετανοί καταναλωτές απογοητεύονται στην ιδέα και μόνο ότι μια εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να επηρεάσει τη γεωργική παραγωγή και τον φαρμακευτικό κλάδο.
Υπάρχουν επίσης αναφορές ότι η Ουάσιγκτον θέλει να εισαγάγει μια ρήτρα σε οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία που θα της επέτρεπε να θέσει βέτο σε oποιαδήποτε προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου να συνάψει συμφωνία με οικονομίες «εκτός αγοράς», όπως με την Κίνα.
Αυτή την εβδομάδα, ο Πρόεδρος Trump απειλεί να εμποδίσει ένα αμερικανικό ταμείο συνταξιοδότησης να επενδύσει σε κινεζικές μετοχές για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Παρόλο που ένα τηλεφωνικό τηλεφώνημα μεταξύ Αμερικανών και Κινέζων αξιωματούχων την Πέμπτη το βράδυ φάνηκε να μειώνει την ένταση, είναι σαφές ότι η σχέση μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου θα επιδεινωθεί πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ δεν είναι η μοναδική χώρα με μια δύσκολη σχέση με την Κίνα.
Η Αυστραλία επίσης έχει κλιμακώσει την ένταση λόγω των δασμών που έχουν επιβάλει οι δύο χώρες στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές.
Τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών μπορούν να χωριστούν σε τρεις ομάδες κατά την αξιολόγηση της απόδοσής τους από τις αρχές Απριλίου:
Αυτή που υπεραποδίδει (ρουπία Ινδονησίας, πέσο Χιλής, ρωσικό ρούβλι).
Αυτή που έχει τις πλέον χαμηλότερες επιδόσεις (π.χ. λίρα Τουρκίας)
Αυτή που είναι σχετικά σταθερή (π.χ. πέσο Φιλιππίνων).
Αυτή η διαφοροποίηση μπορεί να αποδοθεί σε συγκεκριμένους παράγοντες που καθιστούν τα νομίσματα περισσότερο ή λιγότερο ελκυστικά για τους επενδυτές.
Ωστόσο, ακόμα και οι πλέον προνοητικοί επενδυτές δυσκολεύονται να διατηρήσουν τα κέρδη τους, εν μέσω της ανησυχίας για ένα δεύτερο κύμα κρουσμάτων του κορωνοϊού.
Ακόμα όμως και αν υποτεθεί ότι ο κίνδυνος ενός δεύτερου κύματος της επιδημίας είναι εξαιρετικά χαμηλός και ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις θα αποδειχθούν επαρκή για να δημιουργήσουν οικονομική ανάκαμψη σε σχήμα V, οι αναλυτές της Rabobank εμφανίζονται εξαιρετικά απρόθυμοι να υιοθετήσουν μια σύσταση «buy» για τη συντριπτική πλειονότητα των νομισμάτων των αναδυόμενων αγορών.
Ο λόγος είναι η επιδείνωση της σχέσης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Εξελίξεις σε ό,τι αφορά το δολάριο αναμένονται εντός της ημέρας, με το θέμα των αρνητικών επιτοκίων να είναι στην ατζέντα της Fed – τουλάχιστον για σύντομο χρονικό διάστημα.
Την περασμένη εβδομάδα οι επενδυτές είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν την αγορά futures για να στοιχηματίσουν σε αρνητικά επιτόκια μέχρι το τέλος του έτους.
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί πως ο πρόεδρος της Fed του Saint Luis, Bullard, δεν είναι θιασώτης των αρνητικών επιτοκίων, καθώς πιστεύει ότι θα προκαλέσουν περισσότερα προβλήματα από ό,τι θα λύσουν.
Στην Ευρώπη, η συζήτηση για την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου και το τελεσίγραφο που έδωσε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν λέει να κοπάσει.
Αν μη τι άλλο, μια θεσμική κρίση έχει ήδη χτυπήσει την πόρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών