Αμετάβλητες οι αξιολογήσεις της Ελλάδας από την Standard and Poor's....
Σε «ΒΒ-» επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Standard and Poor's, χωρίς παράλληλα να μεταβάλει τις προοπτικές επαναξιολόγησης 12μήνου (outlook) που διατηρήθηκαν σταθερές επιβεβαιώνοντας σχετικές πληροφορίες του bankingnews.gr.
Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την άποψη μας ότι οι σημαντικοί οικονομικοί πόροι της ελληνικής δημοσιονομικής πολιτικής αντισταθμίζουν τους κινδύνους για την πιστοληπτική της ικανότητα που απορρέουν από τις δυσμενείς οικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.
Ο οίκος θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις αξιολογήσεις εάν η οικονομική ανάπτυξη είναι σημαντικά ασθενέστερη από ότι περιμένουμε, διαβρώνοντας τα δημοσιονομικά αποθεματικά της κυβέρνησης και οδηγώντας σε σημαντική απόκλιση από τις τρέχουσες δημοσιονομικές προβλέψεις.
Θα μπορούσε να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις για την Ελλάδα εάν μειωθεί ο αντίκτυπος της πανδημίας στις οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας και αντιστραφεί η σχετική διάβρωση των δημοσιονομικών επιδόσεων.
Θα μπορούσε επίσης να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις εάν τα NPEs στο εξασθενημένο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας συρρικνωθούν σημαντικά, πράγμα που, κατά την άποψη του οίκου, θα ωφελήσει τη νομισματική μετάδοση.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας επωφελείται από τα σημαντικά δημοσιονομικά αποθεματικά της κυβέρνησης που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια, χάρη στην πολύ ισχυρή δημοσιονομική του απόδοση, τη διατήρηση σημαντικών αποθεμάτων ρευστότητας στον ισολογισμό της κυβέρνησης την ευνοϊκή δομή δημόσιου χρέους.
Η θέση χρηματοδότησης της κυβέρνησης ενισχύθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια του 2020 λόγω του προγράμματος PEPP της ΕΚΤ, ενώ η Ελλάδα αναμένεται να λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης 32 δισεκ. ευρώ (17% του ΑΕΠ του 2019), εκ των οποίων 19,3 δισεκ. ευρώ (10% του ΑΕΠ του 2019) σε επιχορηγήσεις.
Όσον αφορά τη λήξη και το μέσο κόστος των τόκων, η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο θετικά προφίλ χρέους όλων των κρατών.
Οι αξιολογήσεις περιορίζονται από το υψηλό εξωτερικό χρέος και το δημόσιο χρέος της χώρας και αμφισβητούν τη νομισματική μετάδοση, δεδομένων των μεγάλων NPEs στον τραπεζικό τομέα.
Θεσμικό και οικονομικό προφίλ
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει την ύφεση με αρκετά δημοσιονομικά αποθεματικά και μέτρα νομισματικής πολιτικής.
Η πανδημία και οι επιπτώσεις της στην οικονομική δραστηριότητα θα οδηγήσουν σε απότομη κάμψη φέτος, με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται κατά περίπου 9% πριν από την ανάκαμψη το 2021.
Ο κίνδυνος που απορρέει από την εξέλιξη της πανδημίας παραμένει, ειδικά στον μεγάλο τουριστικό τομέα της Ελλάδας, απειλώντας έτσι τον ρυθμό της οικονομικής ανάκαμψης.
Για να αντιμετωπίσει τις δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα αρκετά μεγάλο δημοσιονομικό πακέτο, το οποίο βοήθησε από το ουσιαστικό απόθεμα ρευστότητας, τη συμφωνία για το NGEU.
Η πανδημία έχει περιορίσει τις καταναλωτικές δαπάνες και την οικονομική δραστηριότητα γενικότερα, παρά την πρόωρη επιτυχία στον περιορισμό της μετάδοσης κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος.
Ξεκίνησε μια ανάκαμψη δραστηριότητας σε σχήμα U, μετά την απόσυρση των περιορισμών, με τη βιομηχανική παραγωγή να ανακάμπτει τον Ιούλιο του 2020 στο επίπεδο του 2019, ενώ η κατασκευαστική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 21,5% το πρώτο εξάμηνο του 2020 σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2019.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι για τον ρυθμό ανάκαμψης εξακολουθούν να υφίστανται, δεδομένης της εμφάνισης ενός δεύτερου κύματος κορωνοϊού στην Ελλάδα και των κύριων εμπορικών εταίρων της και πιθανών περαιτέρω κυβερνητικών περιορισμών.
Η ύφεση στην Ελλάδα έχει προκληθεί από συρρίκνωση σε όλα τα στοιχεία της συνολικής ζήτησης, δεδομένης της ταυτόχρονης επίδρασης της πανδημίας στην εξωτερική και την εγχώρια ζήτηση.
Ο οίκος αναμένει οι επενδύσεις και οι εξαγωγές να συρρικνωθούν σημαντικά φέτος, με ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στον σημαντικό τουριστικό τομέα της χώρας.
Ανάκαμψη από το 2021
Ο αμερικανικός οίκος Standard and Poor's, σημειώνει ότι η ελληνική οικονομία να ωφεληθεί ουσιαστικά τα επόμενα χρόνια από τους πόρους στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η Ελλάδα πρόκειται να λάβει επιχορηγήσεις 19,3 δισεκ. ευρώ έως το 2026 και είναι επιλέξιμη για δάνεια έως 12,7 δισεκ. ευρώ, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα διαθέσιμα δάνεια μέσω του ταμείου SURE.
Εάν χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά, αυτά τα κεφάλαια θα μπορούσαν να επιτα-χύνουν τη διαρθρωτική αλλαγή στην οικονομία και θα συμβάλουν στην αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης, υπογραμμίζεται.
Το 2021 αναμένεται οικονομική ανάκαμψη, το μέγεθος της οποίας θα εξαρτηθεί κυρίως από την αποκατάσταση της τουριστικής δραστηριότητας.
Τα επόμενα τρία χρόνια, αναμένεται η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας να ξεπερά-σει τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένου του πραγματικού κατά κε-φαλήν ΑΕΠ.
Οι οικονομικές επιδόσεις θα παραμείνουν ισορροπημένες, τροφοδοτούμενες κυρίως από την εγχώρια ζήτηση και τις εξαγωγές, αν και δεν αναμένεται οι εισπράξεις του τουρισμού από το 2021 να ανακάμψουν σε επίπεδα 2019.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένουμε μια σταθερή αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης εν μέσω υψηλότερης απασχόλησης, μετά την πτώση του 2020. Τα δημοσιονομικά μέτρα της κυβέρνησης που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό 2020, όπως η μείωση του φόρου προσωπικού εισοδήματος για άτομα με χαμηλό εισόδημα, η μείωση του φόρου ιδιοκτησίας και το αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα για την πληρωμή καθυστερούμενων φόρων, θα πρέπει να υποστηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η επενδυτική δραστηριότητα μειώθηκε το 2020, λόγω της πανδημίας και των αντιμέ-τρων και των επιπτώσεών τους στη ζήτηση και στα κέρδη των εταιρειών, αλλά αναμένεται να βελτιωθεί το 2021 παράλληλα με την αύξηση των καθαρών άμεσων ξένων επενδύσεων.
Παρά την οικονομική ύφεση, η κυβέρνηση εμμένει στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεών της, διευκολύνοντας τα προγραμματισμένα έργα του ιδιωτικού τομέα, όπως η ανακατασκευή του χώρου όπου βρισκόταν στο παρελθόν το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών.
Τα περιουσιακά στοιχεία που θα ιδιωτικοποιηθούν περιλαμβάνουν το 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, το μερίδιο της Hellenic Petroleum, τη ΔΕΠΑ (τη δημόσια εταιρεία φυσικού αερίου), τις παραχωρήσεις στον αυτοκινητόδρομο Εγνατία και περιφερειακά λιμάνια.
Δεδομένης της πανδημίας, η πρόοδος στην ατζέντα ιδιωτικοποιήσεων έχει επιβραδυνθεί, αλλά αναμένεται να επιταχυνθεί τους επόμενους μήνες και το 2021.
Οι αδύναμες τράπεζες
Κατά την Standard and Poor's,, ένα από τα κλειδιά για μια ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη είναι η πτώση των NPEs των τραπεζών, η οποία θα ωθούσε τις πιστώσεις του ιδιωτικού τομέα.
O θετικός αντίκτυπος προηγούμενων μεταρρυθμίσεων, όπως στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, είναι απίθανο να εμφανιστεί σε συνθήκες ύφεσης ή χαμηλής ανάπτυξης.
Χωρίς πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης, ο τομέας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων - ο μεγαλύτερος εργοδότης της οικονομίας - παραμένει υπό σοβαρό κίνδυνο.
Η αθέτηση υποχρεώσεων του ιδιωτικού τομέα εξακολουθεί να είναι ευρέως διαδεδομένη, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικής οφειλής.
Η έναρξη της ύφεσης θα περιπλέξει περαιτέρω τις προσπάθειες μείωσης του μεγάλου αποθέματος NPEs, δεδομένης της επίδρασής της στους εταιρικούς ισολογισμούς.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατα ανακοινωμένη πρόταση για νέα διευκόλυνση μείωσης των NPEs από την Τράπεζα της Ελλάδος, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση και αναμένεται να αναπτυχθεί το 2021.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει πρόοδο στη μείωση των NPEs, συνολικού ύψους 59,7 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2020, μειωμένα από περίπου 68 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2019 (εξαιρουμένων των στοιχείων εκτός ισολογισμού) και σχεδόν το ήμισυ από τα 107,2 δισεκ. ευρώ τον Μάρτιο του 2016.
Οι ελληνικές αρχές έχουν ξεκινήσει ένα σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων που ονομάζεται «Ηρακλής».
Ο οίκος εκτιμά ότι τέτοια μέτρα θα βοηθήσουν στην επισκευή του νομισματικού μηχανισμού μετάδοσης και θα επιταχύνουν την οικονομική ανάκαμψη.
Ωστόσο, ως αποτέλεσμα της πανδημίας, αναμένεται μια αντιστροφή στη θετική τάση μείωσης των NPEs.
Σε αυτό το περιβάλλον, η πρόσφατη εφαρμογή του Ηρακλής είναι επίσης απίθανο να επιταχύνει τον αναμενόμενο ρυθμό της διάθεσης προβληματικών περιουσιακών στοιχείων.
Ωστόσο, η απόφαση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού να δώσει στις τράπεζες μεγαλύτερη ευελιξία στα NPEs θα οδηγήσει σε μικρότερη πίεση στις αναφερόμενες μετρήσεις ποιότητας περιουσιακών στοιχείων.
Παρομοίως, τα έκτακτα μέτρα της ΕΚΤ, καθώς και υποστήριξη ρευστότητας σε περίπτωση ανάγκης, ανακουφίζουν σε κάποιο βαθμό τους κινδύνους για τα συνολικά προφίλ χρηματοοικονομικού κινδύνου των ελληνικών τραπεζών.
Η ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια.
Τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διατηρούν την πρόσβαση στις γραμμές μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, ενώ οι ελληνικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που είναι πιο εκτεθειμένες στην πανδημία, ιδίως στον τουρισμό, έχουν πρόσβαση σε ειδικές στοχευμένες γραμμές μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO III) με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους.
Αυτό θα προστατεύσει την ελληνική οικονομία από έντονες εξωτερικές πιέσεις ρευστότητας.
Είναι σημαντικό, μετά την απόφαση της ΕΚΤ τον Μάρτιο του 2020, οι τράπεζες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε τακτική χρηματοδότηση από την ΕΚΤ χρησιμοποιώντας ως εγγύηση τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.
Η ισχυρή δημοσιονομική απόδοση διακόπτεται από την πανδημία
Ο οίκος προβλέπει δημοσιονομικό έλλειμμα 8,8% του ΑΕΠ το 2020 και 3,8% του ΑΕΠ το 2021.
Το ήδη μεγάλο χρέος θα αυξηθεί προσωρινά το 2020, αλλά η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την πανδημία με ένα μεγάλο απόθεμα μετρητών και ένα ευρύ φάσμα επιλογών χρηματοδότησης που δεν θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Η πανδημία διέκοψε το πρόσφατα ισχυρό ιστορικό της Ελλάδας για υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων, μετά από μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του 2010.
Εκτός από τα μέτρα για τον μετριασμό του αντίκτυπου του COVID-19, ο προϋπολογισμός του 2020 περιελάμβανε μια σειρά μέτρων για τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για την οικονομία.
Ο οίκος αναμένει ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις του 2021 θα συνεχίσουν να επηρεάζονται από τις οικονομικές και δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, αν και η πλειονότητα των κυβερνητικών μέτρων σχεδιάζεται να αποσυρθεί, υπό την επιφύλαξη της εξέλιξης της πανδημίας.
Η απότομη επιδείνωση του ισοζυγίου γενικής κυβέρνησης το 2020 θα οδηγήσει σε αύξηση του ακαθάριστου χρέους σε περίπου 198% του ΑΕΠ το 2020, από περίπου 177% πέρυσι, πριν μειωθεί ξανά το 2021.
Χωρίς τα ταμειακά διαθέσιμα, το καθαρό γενικό δημόσιο χρέος θα αυξηθεί το 2020 σε περίπου 183% του ΑΕΠ, πριν μειωθεί στη συνέχεια.
Παρά τη σημαντική επιδείνωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου και του δημόσιου χρέους το 2020, η Ελλάδα εισήλθε στην πανδημία με σημαντικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Παρά το μεγάλο μέγεθος του χρέους της Ελλάδας, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της ήταν κατά μέσο όρο περίπου 1,5% στα τέλη του 2019, σημαντικά χαμηλότερο από το μέσο κόστος αναχρηματοδότησης για την πλειονότητα των κρατών στην κατηγορία «BB».
Η σταθμισμένη μέση εναπομένουσα διάρκεια του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε στα 20,2 έτη από τις 30 Ιουνίου 2020.
Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την άποψη μας ότι οι σημαντικοί οικονομικοί πόροι της ελληνικής δημοσιονομικής πολιτικής αντισταθμίζουν τους κινδύνους για την πιστοληπτική της ικανότητα που απορρέουν από τις δυσμενείς οικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.
Ο οίκος θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις αξιολογήσεις εάν η οικονομική ανάπτυξη είναι σημαντικά ασθενέστερη από ότι περιμένουμε, διαβρώνοντας τα δημοσιονομικά αποθεματικά της κυβέρνησης και οδηγώντας σε σημαντική απόκλιση από τις τρέχουσες δημοσιονομικές προβλέψεις.
Θα μπορούσε να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις για την Ελλάδα εάν μειωθεί ο αντίκτυπος της πανδημίας στις οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας και αντιστραφεί η σχετική διάβρωση των δημοσιονομικών επιδόσεων.
Θα μπορούσε επίσης να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις εάν τα NPEs στο εξασθενημένο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας συρρικνωθούν σημαντικά, πράγμα που, κατά την άποψη του οίκου, θα ωφελήσει τη νομισματική μετάδοση.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας επωφελείται από τα σημαντικά δημοσιονομικά αποθεματικά της κυβέρνησης που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια, χάρη στην πολύ ισχυρή δημοσιονομική του απόδοση, τη διατήρηση σημαντικών αποθεμάτων ρευστότητας στον ισολογισμό της κυβέρνησης την ευνοϊκή δομή δημόσιου χρέους.
Η θέση χρηματοδότησης της κυβέρνησης ενισχύθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια του 2020 λόγω του προγράμματος PEPP της ΕΚΤ, ενώ η Ελλάδα αναμένεται να λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης 32 δισεκ. ευρώ (17% του ΑΕΠ του 2019), εκ των οποίων 19,3 δισεκ. ευρώ (10% του ΑΕΠ του 2019) σε επιχορηγήσεις.
Όσον αφορά τη λήξη και το μέσο κόστος των τόκων, η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο θετικά προφίλ χρέους όλων των κρατών.
Οι αξιολογήσεις περιορίζονται από το υψηλό εξωτερικό χρέος και το δημόσιο χρέος της χώρας και αμφισβητούν τη νομισματική μετάδοση, δεδομένων των μεγάλων NPEs στον τραπεζικό τομέα.
Θεσμικό και οικονομικό προφίλ
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει την ύφεση με αρκετά δημοσιονομικά αποθεματικά και μέτρα νομισματικής πολιτικής.
Η πανδημία και οι επιπτώσεις της στην οικονομική δραστηριότητα θα οδηγήσουν σε απότομη κάμψη φέτος, με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται κατά περίπου 9% πριν από την ανάκαμψη το 2021.
Ο κίνδυνος που απορρέει από την εξέλιξη της πανδημίας παραμένει, ειδικά στον μεγάλο τουριστικό τομέα της Ελλάδας, απειλώντας έτσι τον ρυθμό της οικονομικής ανάκαμψης.
Για να αντιμετωπίσει τις δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα αρκετά μεγάλο δημοσιονομικό πακέτο, το οποίο βοήθησε από το ουσιαστικό απόθεμα ρευστότητας, τη συμφωνία για το NGEU.
Η πανδημία έχει περιορίσει τις καταναλωτικές δαπάνες και την οικονομική δραστηριότητα γενικότερα, παρά την πρόωρη επιτυχία στον περιορισμό της μετάδοσης κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος.
Ξεκίνησε μια ανάκαμψη δραστηριότητας σε σχήμα U, μετά την απόσυρση των περιορισμών, με τη βιομηχανική παραγωγή να ανακάμπτει τον Ιούλιο του 2020 στο επίπεδο του 2019, ενώ η κατασκευαστική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 21,5% το πρώτο εξάμηνο του 2020 σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2019.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι για τον ρυθμό ανάκαμψης εξακολουθούν να υφίστανται, δεδομένης της εμφάνισης ενός δεύτερου κύματος κορωνοϊού στην Ελλάδα και των κύριων εμπορικών εταίρων της και πιθανών περαιτέρω κυβερνητικών περιορισμών.
Η ύφεση στην Ελλάδα έχει προκληθεί από συρρίκνωση σε όλα τα στοιχεία της συνολικής ζήτησης, δεδομένης της ταυτόχρονης επίδρασης της πανδημίας στην εξωτερική και την εγχώρια ζήτηση.
Ο οίκος αναμένει οι επενδύσεις και οι εξαγωγές να συρρικνωθούν σημαντικά φέτος, με ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στον σημαντικό τουριστικό τομέα της χώρας.
Ανάκαμψη από το 2021
Ο αμερικανικός οίκος Standard and Poor's, σημειώνει ότι η ελληνική οικονομία να ωφεληθεί ουσιαστικά τα επόμενα χρόνια από τους πόρους στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η Ελλάδα πρόκειται να λάβει επιχορηγήσεις 19,3 δισεκ. ευρώ έως το 2026 και είναι επιλέξιμη για δάνεια έως 12,7 δισεκ. ευρώ, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα διαθέσιμα δάνεια μέσω του ταμείου SURE.
Εάν χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά, αυτά τα κεφάλαια θα μπορούσαν να επιτα-χύνουν τη διαρθρωτική αλλαγή στην οικονομία και θα συμβάλουν στην αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης, υπογραμμίζεται.
Το 2021 αναμένεται οικονομική ανάκαμψη, το μέγεθος της οποίας θα εξαρτηθεί κυρίως από την αποκατάσταση της τουριστικής δραστηριότητας.
Τα επόμενα τρία χρόνια, αναμένεται η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας να ξεπερά-σει τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένου του πραγματικού κατά κε-φαλήν ΑΕΠ.
Οι οικονομικές επιδόσεις θα παραμείνουν ισορροπημένες, τροφοδοτούμενες κυρίως από την εγχώρια ζήτηση και τις εξαγωγές, αν και δεν αναμένεται οι εισπράξεις του τουρισμού από το 2021 να ανακάμψουν σε επίπεδα 2019.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένουμε μια σταθερή αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης εν μέσω υψηλότερης απασχόλησης, μετά την πτώση του 2020. Τα δημοσιονομικά μέτρα της κυβέρνησης που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό 2020, όπως η μείωση του φόρου προσωπικού εισοδήματος για άτομα με χαμηλό εισόδημα, η μείωση του φόρου ιδιοκτησίας και το αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα για την πληρωμή καθυστερούμενων φόρων, θα πρέπει να υποστηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η επενδυτική δραστηριότητα μειώθηκε το 2020, λόγω της πανδημίας και των αντιμέ-τρων και των επιπτώσεών τους στη ζήτηση και στα κέρδη των εταιρειών, αλλά αναμένεται να βελτιωθεί το 2021 παράλληλα με την αύξηση των καθαρών άμεσων ξένων επενδύσεων.
Παρά την οικονομική ύφεση, η κυβέρνηση εμμένει στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεών της, διευκολύνοντας τα προγραμματισμένα έργα του ιδιωτικού τομέα, όπως η ανακατασκευή του χώρου όπου βρισκόταν στο παρελθόν το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών.
Τα περιουσιακά στοιχεία που θα ιδιωτικοποιηθούν περιλαμβάνουν το 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, το μερίδιο της Hellenic Petroleum, τη ΔΕΠΑ (τη δημόσια εταιρεία φυσικού αερίου), τις παραχωρήσεις στον αυτοκινητόδρομο Εγνατία και περιφερειακά λιμάνια.
Δεδομένης της πανδημίας, η πρόοδος στην ατζέντα ιδιωτικοποιήσεων έχει επιβραδυνθεί, αλλά αναμένεται να επιταχυνθεί τους επόμενους μήνες και το 2021.
Οι αδύναμες τράπεζες
Κατά την Standard and Poor's,, ένα από τα κλειδιά για μια ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη είναι η πτώση των NPEs των τραπεζών, η οποία θα ωθούσε τις πιστώσεις του ιδιωτικού τομέα.
O θετικός αντίκτυπος προηγούμενων μεταρρυθμίσεων, όπως στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, είναι απίθανο να εμφανιστεί σε συνθήκες ύφεσης ή χαμηλής ανάπτυξης.
Χωρίς πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης, ο τομέας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων - ο μεγαλύτερος εργοδότης της οικονομίας - παραμένει υπό σοβαρό κίνδυνο.
Η αθέτηση υποχρεώσεων του ιδιωτικού τομέα εξακολουθεί να είναι ευρέως διαδεδομένη, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικής οφειλής.
Η έναρξη της ύφεσης θα περιπλέξει περαιτέρω τις προσπάθειες μείωσης του μεγάλου αποθέματος NPEs, δεδομένης της επίδρασής της στους εταιρικούς ισολογισμούς.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατα ανακοινωμένη πρόταση για νέα διευκόλυνση μείωσης των NPEs από την Τράπεζα της Ελλάδος, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση και αναμένεται να αναπτυχθεί το 2021.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει πρόοδο στη μείωση των NPEs, συνολικού ύψους 59,7 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2020, μειωμένα από περίπου 68 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2019 (εξαιρουμένων των στοιχείων εκτός ισολογισμού) και σχεδόν το ήμισυ από τα 107,2 δισεκ. ευρώ τον Μάρτιο του 2016.
Οι ελληνικές αρχές έχουν ξεκινήσει ένα σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων που ονομάζεται «Ηρακλής».
Ο οίκος εκτιμά ότι τέτοια μέτρα θα βοηθήσουν στην επισκευή του νομισματικού μηχανισμού μετάδοσης και θα επιταχύνουν την οικονομική ανάκαμψη.
Ωστόσο, ως αποτέλεσμα της πανδημίας, αναμένεται μια αντιστροφή στη θετική τάση μείωσης των NPEs.
Σε αυτό το περιβάλλον, η πρόσφατη εφαρμογή του Ηρακλής είναι επίσης απίθανο να επιταχύνει τον αναμενόμενο ρυθμό της διάθεσης προβληματικών περιουσιακών στοιχείων.
Ωστόσο, η απόφαση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού να δώσει στις τράπεζες μεγαλύτερη ευελιξία στα NPEs θα οδηγήσει σε μικρότερη πίεση στις αναφερόμενες μετρήσεις ποιότητας περιουσιακών στοιχείων.
Παρομοίως, τα έκτακτα μέτρα της ΕΚΤ, καθώς και υποστήριξη ρευστότητας σε περίπτωση ανάγκης, ανακουφίζουν σε κάποιο βαθμό τους κινδύνους για τα συνολικά προφίλ χρηματοοικονομικού κινδύνου των ελληνικών τραπεζών.
Η ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια.
Τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διατηρούν την πρόσβαση στις γραμμές μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, ενώ οι ελληνικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που είναι πιο εκτεθειμένες στην πανδημία, ιδίως στον τουρισμό, έχουν πρόσβαση σε ειδικές στοχευμένες γραμμές μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO III) με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους.
Αυτό θα προστατεύσει την ελληνική οικονομία από έντονες εξωτερικές πιέσεις ρευστότητας.
Είναι σημαντικό, μετά την απόφαση της ΕΚΤ τον Μάρτιο του 2020, οι τράπεζες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε τακτική χρηματοδότηση από την ΕΚΤ χρησιμοποιώντας ως εγγύηση τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.
Η ισχυρή δημοσιονομική απόδοση διακόπτεται από την πανδημία
Ο οίκος προβλέπει δημοσιονομικό έλλειμμα 8,8% του ΑΕΠ το 2020 και 3,8% του ΑΕΠ το 2021.
Το ήδη μεγάλο χρέος θα αυξηθεί προσωρινά το 2020, αλλά η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την πανδημία με ένα μεγάλο απόθεμα μετρητών και ένα ευρύ φάσμα επιλογών χρηματοδότησης που δεν θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Η πανδημία διέκοψε το πρόσφατα ισχυρό ιστορικό της Ελλάδας για υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων, μετά από μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του 2010.
Εκτός από τα μέτρα για τον μετριασμό του αντίκτυπου του COVID-19, ο προϋπολογισμός του 2020 περιελάμβανε μια σειρά μέτρων για τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για την οικονομία.
Ο οίκος αναμένει ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις του 2021 θα συνεχίσουν να επηρεάζονται από τις οικονομικές και δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, αν και η πλειονότητα των κυβερνητικών μέτρων σχεδιάζεται να αποσυρθεί, υπό την επιφύλαξη της εξέλιξης της πανδημίας.
Η απότομη επιδείνωση του ισοζυγίου γενικής κυβέρνησης το 2020 θα οδηγήσει σε αύξηση του ακαθάριστου χρέους σε περίπου 198% του ΑΕΠ το 2020, από περίπου 177% πέρυσι, πριν μειωθεί ξανά το 2021.
Χωρίς τα ταμειακά διαθέσιμα, το καθαρό γενικό δημόσιο χρέος θα αυξηθεί το 2020 σε περίπου 183% του ΑΕΠ, πριν μειωθεί στη συνέχεια.
Παρά τη σημαντική επιδείνωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου και του δημόσιου χρέους το 2020, η Ελλάδα εισήλθε στην πανδημία με σημαντικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Παρά το μεγάλο μέγεθος του χρέους της Ελλάδας, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της ήταν κατά μέσο όρο περίπου 1,5% στα τέλη του 2019, σημαντικά χαμηλότερο από το μέσο κόστος αναχρηματοδότησης για την πλειονότητα των κρατών στην κατηγορία «BB».
Η σταθμισμένη μέση εναπομένουσα διάρκεια του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε στα 20,2 έτη από τις 30 Ιουνίου 2020.
Οι οικονομικές προβλέψεις του οίκου για την Ελλάδα:
www.bankingnews.gr
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών