Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, Επενδυτική Στρατηγική και η Εκτίμηση της Συμβολής του στην Ανάπτυξη: H Ελληνική Οικονομία μετά το Εμβόλιο
Η πρόσφατη ανακοίνωση των εταιρειών Pfizer και BioNTech, σχετικά με την υψηλή αποτελεσματικότητα του εμβολίου που αναπτύσσουν κατά του COVID-19, είχε θετικό αντίκτυπο στα μεγαλύτερα χρηματιστήρια παγκοσμίως αλλά και στο Χρηματιστήριο Αθηνών (Γράφημα 1α).
Ουσιαστικά, οι αγορές προεξόφλησαν τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, από το επόμενο έτος, με αποτέλεσμα να μειωθεί η πολύ υψηλή αβεβαιότητα, στο μεσοχρόνιο ορίζοντα, σχετικά με την πορεία της πανδημίας COVID-19, αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της.
Επιπλέον, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας στο επίπεδο Ba3 από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s, στις αρχές Νοεμβρίου, είχε επίσης θετικό αποτύπωμα στην περαιτέρω υποχώρηση των αποδόσεων των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.
Ο οίκος υπογράμμισε το ευνοϊκότερο επενδυτικό περιβάλλον και τη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης που δημιουργείται από τη σημαντική ρευστότητα που θα διοχετευτεί στην ελληνική οικονομία, την επόμενη τριετία, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης (“Next Generation EU”) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η αποτελεσματική αξιοποίηση των κεφαλαίων αποτελεί μοναδική ευκαιρία για τη χώρα μας, όχι μόνο για να στηριχτεί η οικονομία μετά την τεράστια ζημία που προκάλεσε η πανδημική κρίση αλλά και για να προσαρμοστεί, με ταχύ ρυθμό, στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα (European Economic Forecast, Autumn 2020), το ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9% το 2020, ενώ θα ανακάμψει κατά 5% το 2021 και κατά 3,5% το 2022.
Αντίστοιχα, για την Ευρωζώνη, εκτιμάται ότι η οικονομική δραστηριότητα το 2020 θα σημειώσει πτώση κατά 7,8%, ενώ θα αυξηθεί το 2021 κατά 4,2% και το 2022 κατά 3%.
Η επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάκαμψη του ΑΕΠ το 2021 τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την ΕΕ-27, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οφείλεται στην ένταση του νέου πανδημικού κύματος και στην επακόλουθη υιοθέτηση μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας, με σκοπό την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκτιμάται ότι τα επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας των χωρών της Ευρωζώνης θα προσεγγίσουν το 2022 εκείνα του 2019. (Γράφημα 1β).
Στις εν λόγω προβλέψεις είναι πραγματικά δύσκολο να ενσωματωθεί και να κατανεμηθεί χρονικά το ύψος των θετικών επιδράσεων που αναμένεται να έχουν τα οικονομικά μέτρα που ανακοινώθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19.
Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την υιοθέτηση του προγράμματος “Next Generation EU”, ενός Αναπτυξιακού Ταμείου (ή Ταμείο Ανάκαμψης), ύψους Ευρώ 750 δισ. (σε σταθερές τιμές 2018), με σκοπό την ανάκαμψη και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας μετά την πανδημική κρίση.
Το εν λόγω πρόγραμμα αποτελεί μέρος του Προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2021-2027, οι λεπτομέρειες του οποίου συμφωνήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, μεταξύ των διαπραγματευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών-μελών.
Το πρόγραμμα “Next Generation EU” προβλέπει την παροχή επιχορηγήσεων και δανείων προς τα κράτη-μέλη που θα χρηματοδοτηθούν με την έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους και τα οποία εκτιμάται ότι θα προσθέσουν 2 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της ΕΕ-27, σε ετήσια βάση, καθ΄ όλη τη διάρκειά του (European Economic Forecast, Autumn 2020, Νοέμβριος 2020).
Ανάλογη είναι η εκτίμηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (Ομιλία στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών “Η Ελλάδα μετά την πανδημία”, 22.09.2020) για τις επιπτώσεις του Αναπτυξιακού Ταμείου στον ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας (1,9%).
Οι θετικές επιδράσεις του προγράμματος αναμένεται ότι θα είναι άμεσες (“direct”), οι οποίες θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των επενδύσεων που θα πραγματοποιηθούν αλλά και έμμεσες (“induced”), μέσω των πολλαπλασιαστών της κατανάλωσης αλλά και των επενδύσεων.
Επιπρόσθετα, αναμένονται και δευτερογενείς θετικές επιδράσεις (“spillover effects”), από την εν γένει τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και την αλληλεπίδραση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω των υφιστάμενων εμπορικών σχέσεων.
Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του “πακέτου βοήθειας” θα κατανεμηθεί στις χώρες υπό τη μορφή επιχορηγήσεων και συγκεκριμένα Ευρώ 312,5 δισ., μέσω του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (“European Recovery and Resilience Facility”-RRF), του οποίου κύριος στόχος είναι η στήριξη των οικονομιών της ΕΕ-27, μετά τις απώλειες που έχουν υποστεί εντός του τρέχοντος έτους, εξαιτίας της πανδημίας COVID-19.
Επιπρόσθετα, Ευρώ 71,9 δισ. επιχορηγήσεων θα εκταμιευτούν στο πλαίσιο υφιστάμενων προγραμμάτων, Ευρώ 360 δισ. αναμένεται να λάβουν τα κράτη-μέλη με τη μορφή δανείων, ενώ ένα μικρό μέρος μέχρι τη συμπλήρωση των Ευρώ 750 δισ. (περί τα Ευρώ 5,6 δισ.) θα δοθεί υπό τη μορφή εγγυήσεων.
Η εκταμίευση των ποσών στο πλαίσιο του προγράμματος “Next Generation EU”, προς τις χώρες της ΕΕ-27, αναμένεται να ξεκινήσει εντός του δευτέρου εξαμήνου του 2021, ενώ ο στόχος είναι το πρόγραμμα να είναι εμπροσθοβαρές.
Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι εκκρεμεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την έγκριση του προγράμματος, προκειμένου αυτό να τεθεί σε εφαρμογή.
Παράλληλα, τα κράτη-μέλη της ΕΕ-27 θα πρέπει να καταρτίσουν εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας για την απορρόφηση των διαθεσίμων κονδυλίων, στα οποία θα εκτίθεται η μεταρρυθμιστική και επενδυτική ατζέντα τους.
Τα εν λόγω σχέδια θα αξιολογηθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με βάση μια σειρά κριτηρίων, όπως οι ειδικές ανά χώρα συστάσεις, η ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού, η δημιουργία θέσεων εργασίας, η οικονομική και κοινωνική ανθεκτικότητα του κράτους-μέλους αλλά και η αποτελεσματική συμβολή στην πράσινη και στην ψηφιακή μετάβαση που θα πρέπει -σύμφωνα με τις οδηγίες της ΕΕ- να απορροφήσουν το 37% και το 20%, των πόρων του RRF, αντίστοιχα.
Στο Γράφημα 2 παρουσιάζεται μια εκτίμηση της κατανομής των επιχορηγήσεων του προγράμματος “Next Generation EU”, ως ποσοστό του εκτιμώμενου ΑΕΠ 2020, κάθε χώρας (Oliver Picek, “Spillover Effects from the Next Generation EU”, Leibniz Information Centre for Economics, Intereconomics, 5, 2020).
Πρόκειται για εκτίμηση, καθώς εκκρεμεί, όπως προαναφέρθηκε, τόσο η κατάθεση των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας από την πλευρά των κρατών-μελών, όσο και η έγκριση του προγράμματος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Όπως παρατηρείται στο γράφημα, το ποσοστό των επιχορηγήσεων ως προς το ΑΕΠ του τρέχοντος έτους (εκτίμηση), που θα λάβει η Ελλάδα, είναι το τρίτο υψηλότερο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών (10,3%), ενώ υπερβαίνει σημαντικά το μέσο όρο της ΕΕ-27 (3,1%).
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες αντιμετωπίζουν εντονότερα τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης και θεωρούνται πιο αδύναμες, αναμένεται να επιδοτηθούν περισσότερο, στο πλαίσιο του προγράμματος, τόσο σε όρους επιχορηγήσεων, όσο και σε όρους δανείων.
Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά στα δάνεια, μόνο οι νότιες και οι ανατολικές χώρες αναμένεται να λάβουν τη χρηματοδότηση, καθώς οι χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης είναι σε θέση να αντλήσουν ρευστότητα από τις αγορές (safe haven status).
Τα κριτήρια που έχουν ληφθεί υπόψη για την κατανομή των κονδυλίων ανά χώρα είναι, μεταξύ άλλων, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το ποσοστό της ανεργίας αλλά και η προβλεπόμενη πτώση του ΑΕΠ το 2020.
Στην ίδια δημοσίευση του Leibniz Information Centre for Economics, γίνεται, επιπλέον, μια πρώτη εκτίμηση της θετικής επίδρασης των επιχορηγήσεων που θα δοθούν στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, στο ΑΕΠ του κάθε κράτους-μέλους από το 2021.
Οι βασικές υποθέσεις της μελέτης παρατίθενται αναλυτικά στο τέλος του παρόντος Δελτίου.
Μεταξύ αυτών, είναι ότι τα προβλεπόμενα κονδύλια θα απορροφηθούν εξ ολοκλήρου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτό το πεδίο η χώρα μας έχει σημειώσει βελτίωση τα τελευταία χρόνια, καθώς το ετήσιο ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων του τελευταίου ΕΣΠΑ που εντάσσονται στα προγράμματα του Ταμείου Συνοχής και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης αυξήθηκε σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν.
Ως αποτέλεσμα, εκτιμάται - σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bruegel think tank – ότι η Ελλάδα επέτυχε την τρίτη καλύτερη επίδοση σωρευτικά στην προγραμματική περίοδο 2014-2020 απορροφώντας το 60% έναντι 49,5% του κοινοτικού μέσου (Γράφημα 3).
Σύμφωνα με την εκτίμηση της μελέτης (Ol. Picek, Intereconomics), η σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας που προβλέπεται για τα έτη 2021-2027, η οποία αναμένεται να προκύψει ως αποτέλεσμα των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, υπολογίζεται σε 22,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ 2020 (εκτίμηση που συμπεριλαμβάνει τις άμεσες, έμμεσες και δευτερεύουσες επιδράσεις).
Η εν λόγω εκτιμώμενη αύξηση αναμένεται να είναι η υψηλότερη μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27. Υπολογίζοντας την αναγωγή σε επίπεδο έτους, για το διάστημα 2021-2027, η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ στη χώρα μας, λόγω του NGEU, εκτιμάται, ceteris paribus, σε 3,2% του ΑΕΠ 2020 (Γράφημα 4).
Σημειώνεται ότι ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών της ΕΕ-27 προσεγγίζει την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μέση ετήσια αύξηση 2%, ενώ η εκτίμηση για την Ελλάδα είναι περισσότερο αισιόδοξη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης, η άνοδος του ΑΕΠ στις οικονομικά ασθενέστερες χώρες που αναμένεται να λάβουν και τις υψηλότερες επιχορηγήσεις (ως ποσοστό του ΑΕΠ) θα είναι συγκριτικά εντονότερη και θα προέλθει κυρίως από τις αναπτυξιακές δράσεις που θα υιοθετήσουν οι εν λόγω χώρες (άμεσες επιδράσεις).
Αντίθετα, στις πιο ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες που επιδοτούνται συγκριτικά λιγότερο στο πλαίσιο του προγράμματος, η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι σχετικά ηπιότερη, ενώ προβλέπεται να προέλθει, πρωτίστως, ως αποτέλεσμα των spillover effects, δηλαδή μέσω της ανόδου των εξαγωγών τους.
Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στο παραγωγικό μοντέλο των χωρών της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης, με τη ζήτηση για τα εξαγωγικά κεφαλαιουχικά αγαθά των χωρών αυτών να αναμένεται να είναι αυξημένη.
Η ταυτόχρονη ανάληψη αναπτυξιακών δράσεων από τις χώρες της ΕΕ-27 θα είναι καθοριστικής σημασίας καθώς τα οφέλη πολλαπλασιάζονται μέσω της αλληλεπίδρασης των οικονομιών.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το δυσμενέστερο σενάριο, το οποίο λαμβάνει υπόψη μόνο τις άμεσες επιδράσεις των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και όχι τις έμμεσες και τις δευτερεύουσες, η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας υπολογίζεται σε 7,7% συνολικά για την επταετία 2021-2027, ή 1,1% ετησίως (ποσοστό του ΑΕΠ 2020).
Ταμείο Ανάκαμψης και Επενδυτική Στρατηγική: Μία Ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη
Εκτός από την κοινή - σε ευρωπαϊκό επίπεδο - αντιμετώπιση των δυσμενών οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, στόχος του προγράμματος “Next Generation EU” είναι να γίνει, την επόμενη επταετία, ένα επιπρόσθετο βήμα προς τη σύγκλιση των οικονομιών της Ευρώπης.
Επιπλέον, το πρόγραμμα αποτελεί μια ευκαιρία για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων της ΕΕ-27, όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση.
Πιο αναλυτικά, η Επιτροπή ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν στα σχέδιά τους επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις στους ακόλουθους επτά άξονες:
• Ανάπτυξη διαχρονικά βιώσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών (future-proof clean technologies) και επιτάχυνση της ανάπτυξης και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (Power up)
• Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων (Renovate)
• Προώθηση διαχρονικά βιώσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών για την επιτάχυνση της χρήσης βιώσιμων και έξυπνων μεταφορών, σταθμών φόρτισης και ανεφοδιασμού και
επέκταση των δημόσιων μεταφορών (Recharge and Refuel)
• Ανάπτυξη ταχέων ευρυζωνικών υπηρεσιών σε όλες τις περιφέρειες και σε όλα τα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων οπτικών ινών και 5G (Connect)
• Ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και των δημόσιων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών συστημάτων και των συστημάτων υγείας (Modernise)
• Αύξηση των ικανοτήτων υπολογιστικού νέφους και δεδομένων και ανάπτυξη των πλέον ισχυρών και βιώσιμων επεξεργαστών (Scale-up)
• Προσαρμογή των εκπαιδευτικών συστημάτων για την υποστήριξη των ψηφιακών δεξιοτήτων, της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης για όλες τις ηλικίες (Reskill and upskill)
Οι επενδύσεις προς τις ανωτέρω κατευθύνσεις αναμένεται να ενισχύσουν την παραγωγικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών και, επομένως, να έχουν θετικές επιδράσεις στην οικονομική μεγέθυνση και μεσοπρόθεσμα.
Η επίτευξη βιώσιμης και ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης προϋποθέτει, επιπλέον, την εξασφάλιση υψηλής διεθνούς ανταγωνιστικότητας και δυναμικής ανάπτυξης των κλάδων που έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.
Η χώρα μας έχει την ευκαιρία να αξιοποιήσει τα κονδύλια που θα διοχετευτούν στην ελληνική οικονομία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, για να χρηματοδοτηθεί το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Κυβέρνησης, το οποίο θα ενδυναμώσει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας.
Οι τομείς στους οποίους θα πρέπει να κατευθυνθεί η χρηματοδότηση είναι, μεταξύ άλλων, ο ψηφιακός μετασχηματισμός του δημόσιου τομέα, γεγονός που θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη και στον ιδιωτικό τομέα.
Για παράδειγμα, η ανάπτυξη νέων συστημάτων ή η αναβάθμιση των υφιστάμενων ηλεκτρονικών συστημάτων θα βοηθήσει στην περαιτέρω:
• απλοποίηση των διαδικασιών ίδρυσης επιχείρησης,
• στις ταχύτερες διαδικασίες μεταβίβασης ακινήτων,
• στην ταχύτερη έκδοση οικοδομικών αδειών και στην απλοποίηση των διαδικασιών ηλεκτροδότησης,
• στη διευκόλυνση λήψης πιστώσεων,
• στη βελτιστοποίηση των διαδικασιών του διεθνούς εμπορίου και
• στην ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης.
www.bankingnews.gr
Ουσιαστικά, οι αγορές προεξόφλησαν τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, από το επόμενο έτος, με αποτέλεσμα να μειωθεί η πολύ υψηλή αβεβαιότητα, στο μεσοχρόνιο ορίζοντα, σχετικά με την πορεία της πανδημίας COVID-19, αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της.
Επιπλέον, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας στο επίπεδο Ba3 από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s, στις αρχές Νοεμβρίου, είχε επίσης θετικό αποτύπωμα στην περαιτέρω υποχώρηση των αποδόσεων των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.
Ο οίκος υπογράμμισε το ευνοϊκότερο επενδυτικό περιβάλλον και τη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης που δημιουργείται από τη σημαντική ρευστότητα που θα διοχετευτεί στην ελληνική οικονομία, την επόμενη τριετία, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης (“Next Generation EU”) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η αποτελεσματική αξιοποίηση των κεφαλαίων αποτελεί μοναδική ευκαιρία για τη χώρα μας, όχι μόνο για να στηριχτεί η οικονομία μετά την τεράστια ζημία που προκάλεσε η πανδημική κρίση αλλά και για να προσαρμοστεί, με ταχύ ρυθμό, στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα (European Economic Forecast, Autumn 2020), το ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9% το 2020, ενώ θα ανακάμψει κατά 5% το 2021 και κατά 3,5% το 2022.
Αντίστοιχα, για την Ευρωζώνη, εκτιμάται ότι η οικονομική δραστηριότητα το 2020 θα σημειώσει πτώση κατά 7,8%, ενώ θα αυξηθεί το 2021 κατά 4,2% και το 2022 κατά 3%.
Η επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάκαμψη του ΑΕΠ το 2021 τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την ΕΕ-27, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οφείλεται στην ένταση του νέου πανδημικού κύματος και στην επακόλουθη υιοθέτηση μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας, με σκοπό την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκτιμάται ότι τα επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας των χωρών της Ευρωζώνης θα προσεγγίσουν το 2022 εκείνα του 2019. (Γράφημα 1β).
Στις εν λόγω προβλέψεις είναι πραγματικά δύσκολο να ενσωματωθεί και να κατανεμηθεί χρονικά το ύψος των θετικών επιδράσεων που αναμένεται να έχουν τα οικονομικά μέτρα που ανακοινώθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19.
Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την υιοθέτηση του προγράμματος “Next Generation EU”, ενός Αναπτυξιακού Ταμείου (ή Ταμείο Ανάκαμψης), ύψους Ευρώ 750 δισ. (σε σταθερές τιμές 2018), με σκοπό την ανάκαμψη και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας μετά την πανδημική κρίση.
Το εν λόγω πρόγραμμα αποτελεί μέρος του Προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2021-2027, οι λεπτομέρειες του οποίου συμφωνήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, μεταξύ των διαπραγματευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών-μελών.
Το πρόγραμμα “Next Generation EU” προβλέπει την παροχή επιχορηγήσεων και δανείων προς τα κράτη-μέλη που θα χρηματοδοτηθούν με την έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους και τα οποία εκτιμάται ότι θα προσθέσουν 2 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της ΕΕ-27, σε ετήσια βάση, καθ΄ όλη τη διάρκειά του (European Economic Forecast, Autumn 2020, Νοέμβριος 2020).
Ανάλογη είναι η εκτίμηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (Ομιλία στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών “Η Ελλάδα μετά την πανδημία”, 22.09.2020) για τις επιπτώσεις του Αναπτυξιακού Ταμείου στον ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας (1,9%).
Οι θετικές επιδράσεις του προγράμματος αναμένεται ότι θα είναι άμεσες (“direct”), οι οποίες θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των επενδύσεων που θα πραγματοποιηθούν αλλά και έμμεσες (“induced”), μέσω των πολλαπλασιαστών της κατανάλωσης αλλά και των επενδύσεων.
Επιπρόσθετα, αναμένονται και δευτερογενείς θετικές επιδράσεις (“spillover effects”), από την εν γένει τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και την αλληλεπίδραση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω των υφιστάμενων εμπορικών σχέσεων.
Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του “πακέτου βοήθειας” θα κατανεμηθεί στις χώρες υπό τη μορφή επιχορηγήσεων και συγκεκριμένα Ευρώ 312,5 δισ., μέσω του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (“European Recovery and Resilience Facility”-RRF), του οποίου κύριος στόχος είναι η στήριξη των οικονομιών της ΕΕ-27, μετά τις απώλειες που έχουν υποστεί εντός του τρέχοντος έτους, εξαιτίας της πανδημίας COVID-19.
Επιπρόσθετα, Ευρώ 71,9 δισ. επιχορηγήσεων θα εκταμιευτούν στο πλαίσιο υφιστάμενων προγραμμάτων, Ευρώ 360 δισ. αναμένεται να λάβουν τα κράτη-μέλη με τη μορφή δανείων, ενώ ένα μικρό μέρος μέχρι τη συμπλήρωση των Ευρώ 750 δισ. (περί τα Ευρώ 5,6 δισ.) θα δοθεί υπό τη μορφή εγγυήσεων.
Η εκταμίευση των ποσών στο πλαίσιο του προγράμματος “Next Generation EU”, προς τις χώρες της ΕΕ-27, αναμένεται να ξεκινήσει εντός του δευτέρου εξαμήνου του 2021, ενώ ο στόχος είναι το πρόγραμμα να είναι εμπροσθοβαρές.
Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι εκκρεμεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την έγκριση του προγράμματος, προκειμένου αυτό να τεθεί σε εφαρμογή.
Παράλληλα, τα κράτη-μέλη της ΕΕ-27 θα πρέπει να καταρτίσουν εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας για την απορρόφηση των διαθεσίμων κονδυλίων, στα οποία θα εκτίθεται η μεταρρυθμιστική και επενδυτική ατζέντα τους.
Τα εν λόγω σχέδια θα αξιολογηθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με βάση μια σειρά κριτηρίων, όπως οι ειδικές ανά χώρα συστάσεις, η ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού, η δημιουργία θέσεων εργασίας, η οικονομική και κοινωνική ανθεκτικότητα του κράτους-μέλους αλλά και η αποτελεσματική συμβολή στην πράσινη και στην ψηφιακή μετάβαση που θα πρέπει -σύμφωνα με τις οδηγίες της ΕΕ- να απορροφήσουν το 37% και το 20%, των πόρων του RRF, αντίστοιχα.
Στο Γράφημα 2 παρουσιάζεται μια εκτίμηση της κατανομής των επιχορηγήσεων του προγράμματος “Next Generation EU”, ως ποσοστό του εκτιμώμενου ΑΕΠ 2020, κάθε χώρας (Oliver Picek, “Spillover Effects from the Next Generation EU”, Leibniz Information Centre for Economics, Intereconomics, 5, 2020).
Πρόκειται για εκτίμηση, καθώς εκκρεμεί, όπως προαναφέρθηκε, τόσο η κατάθεση των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας από την πλευρά των κρατών-μελών, όσο και η έγκριση του προγράμματος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Όπως παρατηρείται στο γράφημα, το ποσοστό των επιχορηγήσεων ως προς το ΑΕΠ του τρέχοντος έτους (εκτίμηση), που θα λάβει η Ελλάδα, είναι το τρίτο υψηλότερο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών (10,3%), ενώ υπερβαίνει σημαντικά το μέσο όρο της ΕΕ-27 (3,1%).
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες αντιμετωπίζουν εντονότερα τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης και θεωρούνται πιο αδύναμες, αναμένεται να επιδοτηθούν περισσότερο, στο πλαίσιο του προγράμματος, τόσο σε όρους επιχορηγήσεων, όσο και σε όρους δανείων.
Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά στα δάνεια, μόνο οι νότιες και οι ανατολικές χώρες αναμένεται να λάβουν τη χρηματοδότηση, καθώς οι χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης είναι σε θέση να αντλήσουν ρευστότητα από τις αγορές (safe haven status).
Τα κριτήρια που έχουν ληφθεί υπόψη για την κατανομή των κονδυλίων ανά χώρα είναι, μεταξύ άλλων, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το ποσοστό της ανεργίας αλλά και η προβλεπόμενη πτώση του ΑΕΠ το 2020.
Στην ίδια δημοσίευση του Leibniz Information Centre for Economics, γίνεται, επιπλέον, μια πρώτη εκτίμηση της θετικής επίδρασης των επιχορηγήσεων που θα δοθούν στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, στο ΑΕΠ του κάθε κράτους-μέλους από το 2021.
Οι βασικές υποθέσεις της μελέτης παρατίθενται αναλυτικά στο τέλος του παρόντος Δελτίου.
Μεταξύ αυτών, είναι ότι τα προβλεπόμενα κονδύλια θα απορροφηθούν εξ ολοκλήρου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτό το πεδίο η χώρα μας έχει σημειώσει βελτίωση τα τελευταία χρόνια, καθώς το ετήσιο ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων του τελευταίου ΕΣΠΑ που εντάσσονται στα προγράμματα του Ταμείου Συνοχής και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης αυξήθηκε σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν.
Ως αποτέλεσμα, εκτιμάται - σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bruegel think tank – ότι η Ελλάδα επέτυχε την τρίτη καλύτερη επίδοση σωρευτικά στην προγραμματική περίοδο 2014-2020 απορροφώντας το 60% έναντι 49,5% του κοινοτικού μέσου (Γράφημα 3).
Σύμφωνα με την εκτίμηση της μελέτης (Ol. Picek, Intereconomics), η σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας που προβλέπεται για τα έτη 2021-2027, η οποία αναμένεται να προκύψει ως αποτέλεσμα των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, υπολογίζεται σε 22,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ 2020 (εκτίμηση που συμπεριλαμβάνει τις άμεσες, έμμεσες και δευτερεύουσες επιδράσεις).
Η εν λόγω εκτιμώμενη αύξηση αναμένεται να είναι η υψηλότερη μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27. Υπολογίζοντας την αναγωγή σε επίπεδο έτους, για το διάστημα 2021-2027, η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ στη χώρα μας, λόγω του NGEU, εκτιμάται, ceteris paribus, σε 3,2% του ΑΕΠ 2020 (Γράφημα 4).
Σημειώνεται ότι ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών της ΕΕ-27 προσεγγίζει την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μέση ετήσια αύξηση 2%, ενώ η εκτίμηση για την Ελλάδα είναι περισσότερο αισιόδοξη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης, η άνοδος του ΑΕΠ στις οικονομικά ασθενέστερες χώρες που αναμένεται να λάβουν και τις υψηλότερες επιχορηγήσεις (ως ποσοστό του ΑΕΠ) θα είναι συγκριτικά εντονότερη και θα προέλθει κυρίως από τις αναπτυξιακές δράσεις που θα υιοθετήσουν οι εν λόγω χώρες (άμεσες επιδράσεις).
Αντίθετα, στις πιο ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες που επιδοτούνται συγκριτικά λιγότερο στο πλαίσιο του προγράμματος, η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι σχετικά ηπιότερη, ενώ προβλέπεται να προέλθει, πρωτίστως, ως αποτέλεσμα των spillover effects, δηλαδή μέσω της ανόδου των εξαγωγών τους.
Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στο παραγωγικό μοντέλο των χωρών της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης, με τη ζήτηση για τα εξαγωγικά κεφαλαιουχικά αγαθά των χωρών αυτών να αναμένεται να είναι αυξημένη.
Η ταυτόχρονη ανάληψη αναπτυξιακών δράσεων από τις χώρες της ΕΕ-27 θα είναι καθοριστικής σημασίας καθώς τα οφέλη πολλαπλασιάζονται μέσω της αλληλεπίδρασης των οικονομιών.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το δυσμενέστερο σενάριο, το οποίο λαμβάνει υπόψη μόνο τις άμεσες επιδράσεις των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και όχι τις έμμεσες και τις δευτερεύουσες, η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας υπολογίζεται σε 7,7% συνολικά για την επταετία 2021-2027, ή 1,1% ετησίως (ποσοστό του ΑΕΠ 2020).
Ταμείο Ανάκαμψης και Επενδυτική Στρατηγική: Μία Ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη
Εκτός από την κοινή - σε ευρωπαϊκό επίπεδο - αντιμετώπιση των δυσμενών οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, στόχος του προγράμματος “Next Generation EU” είναι να γίνει, την επόμενη επταετία, ένα επιπρόσθετο βήμα προς τη σύγκλιση των οικονομιών της Ευρώπης.
Επιπλέον, το πρόγραμμα αποτελεί μια ευκαιρία για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων της ΕΕ-27, όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση.
Πιο αναλυτικά, η Επιτροπή ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν στα σχέδιά τους επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις στους ακόλουθους επτά άξονες:
• Ανάπτυξη διαχρονικά βιώσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών (future-proof clean technologies) και επιτάχυνση της ανάπτυξης και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (Power up)
• Βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων (Renovate)
• Προώθηση διαχρονικά βιώσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών για την επιτάχυνση της χρήσης βιώσιμων και έξυπνων μεταφορών, σταθμών φόρτισης και ανεφοδιασμού και
επέκταση των δημόσιων μεταφορών (Recharge and Refuel)
• Ανάπτυξη ταχέων ευρυζωνικών υπηρεσιών σε όλες τις περιφέρειες και σε όλα τα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων οπτικών ινών και 5G (Connect)
• Ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και των δημόσιων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών συστημάτων και των συστημάτων υγείας (Modernise)
• Αύξηση των ικανοτήτων υπολογιστικού νέφους και δεδομένων και ανάπτυξη των πλέον ισχυρών και βιώσιμων επεξεργαστών (Scale-up)
• Προσαρμογή των εκπαιδευτικών συστημάτων για την υποστήριξη των ψηφιακών δεξιοτήτων, της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης για όλες τις ηλικίες (Reskill and upskill)
Οι επενδύσεις προς τις ανωτέρω κατευθύνσεις αναμένεται να ενισχύσουν την παραγωγικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών και, επομένως, να έχουν θετικές επιδράσεις στην οικονομική μεγέθυνση και μεσοπρόθεσμα.
Η επίτευξη βιώσιμης και ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης προϋποθέτει, επιπλέον, την εξασφάλιση υψηλής διεθνούς ανταγωνιστικότητας και δυναμικής ανάπτυξης των κλάδων που έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.
Η χώρα μας έχει την ευκαιρία να αξιοποιήσει τα κονδύλια που θα διοχετευτούν στην ελληνική οικονομία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, για να χρηματοδοτηθεί το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Κυβέρνησης, το οποίο θα ενδυναμώσει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας.
Οι τομείς στους οποίους θα πρέπει να κατευθυνθεί η χρηματοδότηση είναι, μεταξύ άλλων, ο ψηφιακός μετασχηματισμός του δημόσιου τομέα, γεγονός που θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη και στον ιδιωτικό τομέα.
Για παράδειγμα, η ανάπτυξη νέων συστημάτων ή η αναβάθμιση των υφιστάμενων ηλεκτρονικών συστημάτων θα βοηθήσει στην περαιτέρω:
• απλοποίηση των διαδικασιών ίδρυσης επιχείρησης,
• στις ταχύτερες διαδικασίες μεταβίβασης ακινήτων,
• στην ταχύτερη έκδοση οικοδομικών αδειών και στην απλοποίηση των διαδικασιών ηλεκτροδότησης,
• στη διευκόλυνση λήψης πιστώσεων,
• στη βελτιστοποίηση των διαδικασιών του διεθνούς εμπορίου και
• στην ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών