O οίκος DBRS διατήρησε την πιστοληπτική αξιολόγηση ΒΒ (low) για την Ελλάδα, διατηρώντας σταθερό outlook
O καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS επιβεβαίωσε σήμερα 19 Μαρτίου 2021 την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας σε ΒΒ (low) διατηρώντας σταθερό outlook.
Όπως αναφέρει η DBRS η επιβεβαίωση της αξιολόγησης αντικατοπτρίζει την άποψη του οίκου αξιολόγησης ότι η Ελλάδα βρέθηκε στην τρέχουσα κρίση μετά από χρόνια δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, η οποία μαζί με τα μεγάλα ταμειακά διαθέσιμα παρέχουν στη χώρα κάποια δημοσιονομική ικανότητα να συμβάλει στην αντιμετώπιση του αντίκτυπου της κρίσης.
Η κρίση του κορωνοϊού έχει επιβαρύνει σημαντικά την ελληνική οικονομία, οδηγώντας σε απότομη συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 8,2% το 2020. Αυτό οφείλεται στα αυστηρά μέτρα περιορισμού (lockdown) για την αποτροπή της εξάπλωσης του ιού και τnς πτώσης του τουριστικού τομέα, που αποτελεί σημαντικό κλάδοι για την ελληνική οικονομία.
Σε απάντηση στην κρίση, η κυβέρνηση έχει εφαρμόσει στοχευμένα μέτρα για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων που πλήττονται από την κρίση.
Αυτό θα οδηγήσει σε σημαντικά υψηλότερο λόγο δημοσιονομικού ελλείμματος και δημόσιου χρέους.
Μεταρρυθμιστική ατζέντα
Από την εκλογή του τον Ιούλιο του 2019, η ελληνική κυβέρνηση επέδειξε ισχυρή δέσμευση στην υλοποίηση της μεταρρυθμιστικής ατζέντας σε συνεργασία με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Λόγω των διαρθρωτικών δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής, η Ελλάδα έχει διατηρήσει μια συνετή δημοσιονομική στάση, μέχρι την κρίση, με αποτέλεσμα πέντε χρόνια πρωτογενούς πλεονάσματος, υπερβαίνοντας τους δημοσιονομικούς στόχους της και οδηγώντας σε πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους.
Επιπλέον, η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο Πρόγραμμα Πανδημίας Αγοράς Έκτακτης Ανάγκης (PEPP) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (PEPP) διασφαλίζει την ικανότητα της Ελλάδας να έχει πρόσβαση στις αγορές με ιστορικά χαμηλό κόστος χρηματοδότησης.
Επωφελούμενοι από το ευνοϊκό χρηματοδοτικό περιβάλλον, η Ελλάδα προπλήρωσε 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ του ακριβότερου χρέους που οφείλονταν στο ΔΝΤ.
Το πιο σημαντικό, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει ένα σημαντικό ποσό επιχορηγήσεων από το χρηματοδοτικό μέσο της επόμενης γενιάς της ΕΕ που ανέρχεται περίπου στο 9% του ΑΕΠ του 2019, το οποίο πιθανώς θα υποστηρίξει την ανάκαμψη και θα βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Τα κονδύλια της ΕΕ και τα έκτακτα μέτρα θα υποστηρίξουν την ανάκαμψη μεσοπρόθεσμα
Η κρίση του κορωνοϊού διέκοψε απότομα την αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμάται ότι συρρικνώθηκε κατά 8,2% το 2020.
Τα αυστηρά μέτρα περιορισμού οδήγησαν σε σοβαρή οικονομική συρρίκνωση το δεύτερο τρίμηνο, ακολουθούμενη από συγκριτικά χαμηλή απόδοση σε σχέση με την ανάκαμψη της ζώνης του ευρώ το τρίτο τρίμηνο, λόγω του υψηλού εξάρτηση από τον τουρισμό.
Η τουριστική βιομηχανία, η οποία αντιπροσωπεύει μια σημαντική πηγή εισοδήματος και απασχόλησης για την ελληνική οικονομία υπέστη σημαντικές απώλειες, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το ήμισυ της πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας.
Παρά τους νέους περιορισμούς που επιβλήθηκαν τον Νοέμβριο, η ιδιωτική κατανάλωση, οι εξαγωγές αγαθών και οι επενδύσεις έδειξαν ανθεκτικότητα το τέταρτο τρίμηνο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά +3,5% το 2021 και κατά 5% το +2022, ωστόσο ο αντίκτυπος του σχεδίου ΕΕ επόμενης γενιάς δεν έχει ενσωματωθεί στις προβλέψεις και συνιστά ανοδικό παράγοντα.
Η αύξηση των κρουσμάτων το α’ τρίμηνο του 2021 και το lockdown θα καθυστερήσουν την ανάκαμψη
Η αύξηση των λοιμώξεων κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 και η αυστηρότερη εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων πιθανότατα θα καθυστερήσουν την ανάκαμψη.
Η υψηλή εξάρτηση από τον τουρισμό και ένα μεγάλο μερίδιο μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων θέτει πρόσθετες προκλήσεις στην ικανότητα της Ελλάδας να διευκολύνει την ταχεία οικονομική ανάκαμψη.
Ωστόσο, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην ενίσχυση των προοπτικών ανάπτυξης βελτιώνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και μειώνοντας τη γραφειοκρατία που στο παρελθόν μείωσε τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Επιπλέον, η Ελλάδα θα επωφεληθεί ουσιαστικά από το χρηματοδοτικό μέσο της επόμενης γενιάς της ΕΕ, καθώς η Ελλάδα θα λάβει περίπου 32 δισεκατομμύρια ευρώ (17% του ΑΕΠ 2019) σε επιχορηγήσεις και δάνεια έως το 2026.
Τον Νοέμβριο του 2020, η Ελλάδα ανακοίνωσε το σχέδιο έκδοσης της Εθνικής ανάκαμψης και σχέδιο ανθεκτικότητας.
Οι κύριοι πυλώνες του σχεδίου περιλαμβάνουν την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, την προώθηση της απασχόλησης, των δεξιοτήτων και της κοινωνικής συνοχής και των ιδιωτικών επενδύσεων και του οικονομικού και θεσμικού μετασχηματισμού.
Κατά την άποψη της DBRS Morningstar, η ικανότητα της Ελλάδας να βελτιώσει την ικανότητα απορρόφησής της, διατηρώντας παράλληλα την δυναμική των μεταρρυθμίσεων θα είναι καθοριστικής σημασίας για τον καθορισμό των προοπτικών ανάπτυξης.
Τα έκτακτα μέτρα θα οδηγήσουν σε υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα το 2021
Τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα για τη στήριξη της οικονομίας και τον μετριασμό των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας οδήγησαν σε υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα 9,9% το 2020.
Τα πακέτα στήριξης που ανακοινώθηκαν μέχρι στιγμής περιλαμβάνουν
(1) διατήρησης θέσεων εργασίας και οικονομική υποστήριξη στους αυτοαπασχολούμενους
(2) αυξημένες δαπάνες για υποστήριξη του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης
(3) μείωση του ΦΠΑ στα εμπορεύματα που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της εστίας και
(4) υποστήριξη ρευστότητας στις επιχειρήσεις μέσω εγγυήσεων δανείων και αναβαλλόμενων πληρωμών φόρων και κοινωνικών εισφορών.
Για να υποστηρίξει τα φορολογικά μέτρα που αντιμετωπίζουν τις συνέπειες του κορωνοϊού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμφώνησε ότι το 3,5% του πρωτογενούς δημοσιονομικού στόχου του ΑΕΠ για το 2021 δεν αποτελεί πλέον απαίτηση για την Ελλάδα.
Το Υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει ένα γενικό δημοσιονομικό έλλειμμα 6,7% του ΑΕΠ το 2021.
Εξωτερικές ανισορροπίες - επιδείνωση του τουρισμού που αντισταθμίζεται εν μέρει από πιθανές εισροές στην ΕΕ
Η επιδείνωση του ισοζυγίου υπηρεσιών είχε ως αποτέλεσμα έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 6,7% το 2020.
Οι διεθνείς αφίξεις και ταξιδιωτικά έσοδα μειώθηκαν κατά περίπου 76% σε σύγκριση με το 2019.
Η αργή ανάκαμψη των διεθνών ταξιδιωτικών ροών αναμένεται να επηρεάσει τον τρεχούμενο λογαριασμό επίσης το 2021, αλλά αναμένεται να αντισταθμιστεί εν μέρει από τις ροές κεφαλαίων της ΕΕ.
Το ΔΝΤ προβλέπει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών 4,5% το 2021.
Από την προοπτική των αποθεμάτων, οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις της Ελλάδας παραμένουν υψηλές στο 168,5% του ΑΕΠ το 2019, από 89% το 2011, αντανακλώντας κυρίως το εξωτερικό χρέος του δημόσιου τομέα.
Το επίπεδο αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα λόγω του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των ξένων επίσημων δανείων στον δημόσιο τομέα.
Ο λόγος χρέους είναι υψηλός, αλλά οι ελαφρυντικοί παράγοντες είναι σε ισχύ
Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αυξήθηκε το 2020 λόγω των μέτρων αντιμετώπισης της πολιτικής και της συρρίκνωσης της οικονομίας, φτάνοντας περίπου το 202,4% του ΑΕΠ από 181% το 2019.
Το δημόσιο χρέος παραμένει σε πολύ υψηλό επίπεδο, ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί μετριαστικοί παράγοντες.
Η Ελλάδα επωφελείται από μια ευνοϊκή δομή χρέους καθώς ο επίσημος τομέας κατέχει περίπου το 80% του δημόσιου χρέους με το μεγαλύτερο μέρος του να χρηματοδοτείται με πολύ χαμηλά επιτόκια.
Επιπλέον, το χρέος έχει πολύ μεγάλη σταθμισμένη μέση διάρκεια 20 ετών από τον Δεκέμβριο του 2020 με περισσότερο από το 90% του χρέους σε σταθερά επιτόκια, μετριάζοντας τους κινδύνους που απορρέουν από την αυξημένη αστάθεια της αγοράς.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο PEPP της ΕΚΤ συμβάλλει σε πιο ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης, όπως φαίνεται στις εκδόσεις ομολόγων με ιστορικά χαμηλές αποδόσεις.
Επωφελούμενοι από το περιβάλλον χαμηλού επιτοκίου, οι ελληνικές αρχές σχεδιάζουν επίσης να προπληρώσουν περίπου 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ σχετικά ακριβότερου χρέους που οφείλονται στο ΔΝΤ.
Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί το 2021 ελαφρώς κάτω από 200%.
Επίσης, το σημαντικό απόθεμα ρευστότητας που ανέρχεται συνολικά σε περίπου 31 δισεκατομμύρια ευρώ από τον Δεκέμβριο του 2020, στηρίζει τις προσπάθειες της Ελλάδας για ενίσχυση της εμπιστοσύνης μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά.
Ο Ηρακλής βοήθησε τις τράπεζες να τιτλοποιήσουν NPLs, αλλά η κρίση COVID-19 θα οδηγήσει σε νέα NPLs
Παρά την αυξημένη αβεβαιότητα και το επιδεινούμενο μακροοικονομικό περιβάλλον που σχετίζεται με την τρέχουσα κρίση, οι τράπεζες σημείωσαν περαιτέρω πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους (NPLs) κατά το 2020 κατά περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο δείκτης NPLs μειώθηκε από 40,6% στο τέλος του 2019 σε 35,8% στα τέλη Σεπτεμβρίου 2020.
Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στη χρήση του συστήματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων Hercules (HAPS) από την Eurobank για τιτλοποίηση NPEs 7,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Περαιτέρω μείωση αναμένεται τους επόμενους μήνες, καθώς έχουν ανακοινωθεί περισσότερες συναλλαγές από τις άλλες τρεις συστημικές τράπεζες, με τις περισσότερες από αυτές να έχουν δεσμευτική συμφωνία.
Εάν υποτεθεί ότι όλες οι εκκρεμείς συναλλαγές ολοκληρώνονται, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την πώληση NPLs περίπου 18 δισεκατομμυρίων ευρώ, μειώνοντας τον λόγο NPLs σε 25%.
Ωστόσο, η κρίση του κορωνοϊού είναι πιθανό να επηρεάσει την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, ενώ τα δάνεια υπό αναστολή ανέρχονται σε περίπου 21 δισεκατομμύρια ευρώ (ή 12% των συνολικών τραπεζικών δανείων) στα τέλη Νοεμβρίου 2020.
Ενώ οι προοπτικές για τη μελλοντική απόδοση αυτών των τραπεζών.... τα δάνεια παραμένουν ασαφή, θεωρούμε πιθανό ότι ένα μέρος αυτών των δανείων δεν θα επιστρέψει σε κατάσταση απόδοσης.
Ωστόσο, η επέκταση του συστήματος Ηρακλής και η εφαρμογή του νέου πλαισίου αφερεγγυότητας θα υποστηρίξει πιθανώς τις προσπάθειες των τραπεζών να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους.
Τέλος, η απόφαση της ΕΚΤ να διευκολύνει προσωρινά τους κανόνες ασφάλειας και να αποδεχτεί τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ως εξασφάλιση ενίσχυσε τη θέση ρευστότητας των τραπεζών και την ικανότητά τους να υποστηρίζουν νέο δανεισμό.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών