Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Scope Ratings: Aναβάθμισε την Ελλάδα σε ΒΒ+, σταθερό το outlook - Ανάπτυξη +8,6%, έλλειμμα -10% και χρέος 199,1% το 2021

Scope Ratings: Aναβάθμισε την Ελλάδα σε ΒΒ+, σταθερό το outlook - Ανάπτυξη +8,6%, έλλειμμα -10% και χρέος 199,1% το 2021
H Scope Ratings αναβάθμισε την ελληνική οικονομία
Σχετικά Άρθρα

Σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας σε ΒΒ+ από ΒΒ (αναβάθμιση κατά μια κλίμακα) με σταθερές προοπτικές προέβη στις 10/9 ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings, με την ανάπτυξη για το 2021 να εκτιμάται στο +8,6%. 
Παράλληλα, το έλλειμμα θα φτάσει το -10%, ενώ το χρέος θα βρεθεί στα δυσθεώρητα ύψη του 199,1% επί του ΑΕΠ.
Σημειώνεται πως αυτή είναι η τρίτη φορά εν μέσω πανδημικής κρίσης που ο οίκος δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στη χώρα μας, η οποία πλέον θέλει ακόμη μια αξιολόγηση για να «κατακτήσει» την επενδυτική βαθμίδα.
Η αναβάθμιση των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων της Ελλάδας σε BB+, από BB, αντικατοπτρίζει τους ακόλουθους παράγοντες:
1)Την ευρωπαϊκή υποστήριξη που δίνεται στο πλαίσιο της κρίσης της Covid-19, με τη μορφή μέτρων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής.
Αυτή περιλαμβάνει τα προγράμματα αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και το γεγονός ότι τα ελληνικά ομόλογα κρίθηκαν επιλέξιμα παρότι δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα.
Αυτά τα μέτρα, μαζί με την πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη από την ΕΕ, στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας, ύψους 30,5 δισ. ευρώ, ενισχύουν την πρόσβαση της χώρας στις αγορές, δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για επενδύσεις. 
2)Το ισχυρό προφίλ του δημόσιου χρέους που προκύπτει από τα υποστηρικτικά μέτρα των πιστωτών της ζώνης του ευρώ, από το χαμηλό επιτοκιακό περιβάλλον παγκοσμίως και από την προληπτική διαχείριση του δημόσιου χρέους.
3)Τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιόρισαν τους υψηλούς δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) και βελτίωσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος παράλληλα με την κινητοποίηση επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα. 
Ωστόσο, οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας παραμένουν υπό περιορισμό λόγω:
α)του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους, που αντικατοπτρίζει τον κίνδυνο που υπάρχει σε περίπτωση που οι αγορές προβούν σε επανεκτιμήσεις σε ό,τι αφορά τα υπερχρεωμένα κράτη της ζώνης του ευρώ
β)των δυσκολιών τις οποίες αντιμετωπίζει ο τραπεζικός τομέας και οι οποίες συνδέονται με τους υψηλούς δείκτες NPL στους ισολογισμούς των εγχώριων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
γ) των διαρθρωτικών αδυναμιών που επηρεάζουν δυσμενώς την ήδη ασθενή δυναμική ανάπτυξης και σχετίζονται με το ποσοστό ανεργίας, την οικονομική διαφοροποίηση, τις δυσκαμψίες στην αγορά εργασίας και την έλλειψη σημαντικών άμεσων ξένων επενδύσεων.  
Το σταθερό outlook αντανακλά την εκτίμηση της Scope ότι οι κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία θα είναι ισορροπημένοι για τους επόμενους 12-18 μήνες. 

Η αλλαγή πολιτική της ΕΚΤ ενίσχυσε την ελληνική οικονομία

Ειδικότερα, ο πρώτος παράγοντας για την αναβάθμιση της Ελλάδας, σύμφωνα με τη Scope Ratings, είναι η αλλαγή στην πολιτική της ΕΚΤ ως απάντηση στην πανδημική κρίση.
Μια βασική καινοτομία κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης ήταν η ευελιξία των αγορών της ΕΚΤ σε κατηγορίες δικαιοδοσίας, χρόνου και περιουσιακών στοιχείων.
Οι αγορές ομολόγων εκ μέρους της ΕΚΤ έχουν σταθεροποιήσει τις συνθήκες χρηματοδότησης των χωρών μελών.
Η Scope αναμένει ότι αυτή η προσαρμογή των παραμέτρων των αγορών θα αποδειχθεί ανθεκτική και τέτοιες στοχευμένες προσαρμογές θα είναι διαθέσιμες για επανεισαγωγή σε μελλοντικές κρίσεις. 
Ενώ η Scope αναμένει ότι τα διδάγματα της τρέχουσας κρίσης θα επανεκτιμηθούν προς αξιοποίηση στο ενδεχόμενο μιας μελλοντικής παγκόσμιας ή/και περιφερειακής κρίσης, αναμένονται βήματα εξομάλυνσης των έκτακτων πολιτικών καθώς η κρίση Covid σιγά σιγά εξασθενεί και οι οικονομίες παρουσιάζουν ισχυρή ανάκαμψη.
Το Πανδημικό Πρόγραμμα, στο πλαίσιο του οποίου τα ελληνικά ομόλογα είναι επιλέξιμα προς αγορά από την ΕΚΤ, αναμένεται να καταργηθεί σταδιακά το 2022, ίσως μετά από μια σύντομη τεχνική παράταση τον Μάρτιο του 2022.
Ωστόσο, η Scope αναμένει ότι το παράλληλο πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) θα προσαρμοστεί αναλόγως.
Ενδεχομένως να υπάρξει αύξηση του ρυθμού ή/και αύξηση των αγορών ομολόγων στο πλαίσιο του APP.
Αυτά τα βήματα φαίνεται να σηματοδοτούν την αυξανόμενη υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Επίσης, μέχρι το τέλος του 2021, πάνω από το 10% του χρέους της ελληνικής γενικής κυβέρνησης αναμένεται να διατηρηθεί από το Ευρωσύστημα, από περίπου 3% πριν από την κρίση.
Σύμφωνα με τη Scope, αυτή η μετατόπιση χρέους είναι πιστωτικά θετική, αφού αυξάνει το ποσοστό χρέους που η κυβέρνηση οφείλει στον εαυτό της - μέσω συμμετοχών της Τράπεζας της Ελλάδος.
Παράλληλα με τα μέτρα στήριξης της ΕΚΤ, οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας επωφελούνται από τη δημοσιονομική στήριξη της ΕΕ.
Στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (NGEU), η Ελλάδα πρόκειται να λάβει σημαντικά κεφάλαια, ύψους 30,5 δισ. ευρώ (15,8% του μέσου ΑΕΠ 2021-26-ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ), με την πλειοψηφία τους (17,8 δισ. ευρώ) να είναι επιχορηγήσεις και τα υπόλοιπα δάνεια με προνομιακούς όρους.
Η χρηματοδότηση αυτή συνδέεται με την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν να κάνουν με τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και την προσαρμογή στην κλιματική πρόκληση.
Επιπλέον, η Ελλάδα επωφελήθηκε από το πρόγραμμα SURE για την απασχόληση, με 5,3 δισ. ευρώ (3,2% του ΑΕΠ).
Σημειωτέον, παράλληλα με τη χρηματοδότηση της ΕΕ NGEU, το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, «Ελλάδα 2.0» 6, επιδιώκει την κινητοποίηση πρόσθετων 26 δισ. ευρώ σε επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα και σκιαγραφεί μεταρρυθμίσεις σε τέσσερις τομείς:

  • πράσινη μετάβαση
  • ψηφιακή μετάβαση
  • απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή
  • ιδιωτικές επενδύσεις και οικονομικός μετασχηματισμός


Ο δεύτερος παράγοντας για την αναβάθμιση της Ελλάδας σε BB+ είναι το ισχυρό προφίλ χρέους της κυβέρνησης, όπως προκύπτει από τα υποστηρικτικά μέτρα των πιστωτών της ζώνης του ευρώ, το χαμηλό επιτοκιακό περιβάλλον παγκοσμίως και τις πολιτικές διαχείρισης του δημόσιου χρέους.
Πιο συγκεκριμένα, το μέσο σταθμισμένο κόστος τόκων του χρέους θα μειωθεί στο 1,4% το 2021, από 4,6% το 2011.
Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων ανέρχονται στο 0,8%, παραμένοντας κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, παρά την αύξηση του Αυγούστου.
Επίσης, διευκολυντικά επιδρούν οι μακρές λήξεις των ελληνικών ομολόγων
Σημειώνεται πως ο επίσημος τομέας κατέχει πάνω από το 85% του ελληνικού δημόσιου χρέους, συμπεριλαμβανομένων των ελληνικών ομολόγων που διατηρούνται στην ΕΚΤ.
Έτσι, οι χρηματοδοτικοί κίνδυνοι της Ελλάδας μετριάζονται, με τα ταμειακά διαθέσιμα να είναι λίγο πάνω από τα 32 δισ. ευρώ (18% του ΑΕΠ του 2021) τον Ιούνιο.

Ο τρίτος μοχλός για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας
είναι οι πολιτικές διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που βοήθησαν στην αντιμετώπιση των ευπαθειών του τραπεζικού συστήματος και η κινητοποίηση επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα, με στόχο την αντιμετώπιση των διαρθρωτικά χαμηλών επιδόσεων σε αυτό το επίπεδο.
Μείζων μεταρρύθμιση ήταν το τραπεζικό πρόγραμμα «Ηρακλής». 

Οικονομία

Οι αρχές της χώρας αναμένουν ότι η Ελλάδα θα αυξήσει την παραγωγή της κατά 4,3% έως το 2026, ενώ, σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η παραγωγή θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 6,9% έως το 2026.
Συγκριτικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά τον αντίκτυπο του NGEU στην ανάπτυξη (χωρίς να συμπεριλαμβάνεται ο αντίκτυπος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων) +0,3 - +0,5 μονάδες βάσης ετησίως από το 2021 έως το 2026.
Μετά από συρρίκνωση 8,2% το 2020, η Scope αναμένει ανάπτυξη +8,6% το 2021, με την οικονομία να έχει ανακάμψει, σε επίπεδα παραγωγής, στα προ κρίσης επίπεδα το β' τρίμηνο του 2021.
Για το 2022 η Scope αναμένει ανάπτυξη περίπου 3,5%, υποστηριζόμενη από την αύξηση της εγχώριας ζήτησης, καθώς οι αναγκαστικές λόγω lockdown αποταμιεύσεις των νοικοκυριών θα διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία μετά την επαναλειτουργία της, ενώ παράλληλα θα υπάρξει πρόσθετη ενίσχυση  από νομισματικά και δημοσιονομικά μέτρα.
Η πρώτη δόση από το πρόγραμμα NGEU ύψους 4 δισ. ευρώ (13% της κατανομής) δόθηκε τον Αύγουστο.
Τα αυξημένα ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης κατά τον προβλεπόμενο χρονικό ορίζοντα 2021-26 συνάδουν με τη χρηματοδότηση της ΕΕ.
Επισημαίνεται πως Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση μεταξύ των «27» της ΕΕ σε ό,τι αφορά την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Παρά τις πιστωτικές αυτές δυνάμεις, οι αξιολογήσεις της Ελλάδας παραμένουν υπό καθεστώς... περιορισμού λόγω σημαντικών αδυναμιών.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι πολύ αυξημένο.
Οι δαπάνες για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης στην οικονομία και τη δημόσια υγεία, αλλά και για την ενίσχυση της μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης, αναμένεται να οδηγήσουν το ονομαστικό έλλειμμα του 2021 περίπου 10% του ΑΕΠ, μετά από έλλειμμα του 9,7% του ΑΕΠ το 2020.
Ο λόγος χρέους της γενικής κυβέρνησης  αναμένεται στο 199,1% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2021, κάτω από το ιστορικό υψηλό που έφτασε το 2020, στο 205,6%.
Παρ' όλα αυτά, παραμένει αυξημένο σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα (180,5% του ΑΕΠ το 2019).
Η Scope Ratings αναμένει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα παρουσιάσει μείωση του ελλείμματος το 2022, με την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων έως το 2024- 2026.
Το δημόσιο χρέος θεωρείται ότι θα μετριαστεί έως το 2026, στο 186,3% του ΑΕΠ. 

Υψηλά τα NPEs 

Το τραπεζικό σύστημα έχει να αντιμετωπίσει υψηλό δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων της ζώνης του ευρώ.
Τα αυξημένα NPLs επιβαρύνουν την κερδοφορία των τραπεζών και την ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις και να υποστηρίξουν την ανάκαμψη.
Αν και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η Τράπεζα Πειραιώς και η Alpha Bank έχουν προβεί σε ενέργειες αύξησης κεφαλαίου για την κάλυψη του κόστους των επικείμενων τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη σταδιακή κατάργηση των μεταβατικών ρυθμίσεων προληπτικής εποπτείας, οι κεφαλαιακοί δείκτες tier 1 έχουν υποχωρήσει στο 13,8% επί των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων του α' τριμήνου του 2021, από 16,4% πριν από την κρίση το τέταρτο τρίμηνο του 2019.
Αυτό αντικατοπτρίζει, επιπλέον, τη χαμηλή κερδοφορία και την κακή των ποιότητα περιουσιακών στοιχείων, το τελευταίο περιλαμβάνει υψηλό μερίδιο χαμηλότερης ποιότητας κεφαλαίου σε αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις και συναφείς επιπτώσεις στην αναγνώριση NPL μετά τη λήξη στο τέλος -2020 των περισσότερων μορατόριουμ για δανειολήπτες νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Επιπλέον, οι κίνδυνοι εξακολουθούν να υφίστανται.
Αυτό θα μπορούσε να συνεπάγεται υψηλότερες κεφαλαιακές ανάγκες από αυτές που έχουν παρατηρηθεί μέχρι τώρα.
Τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες παρουσίασαν μείωση στους δείκτες κεφαλαίου στο 8% ή χαμηλότερα υπό το δυσμενές σενάριο του stress test της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για το 2021.
Το υψηλό ποσοστό των αναβαλλόμενων φορολογικών αξιώσεων (DTC), η αύξηση των εγχώριων ομολόγων των τραπεζών, τα ποσοστά ιδίων κεφαλαίων που διατηρεί ο δημόσιος τομέας και οι κρατικές εγγυήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής» συνεπάγονται ισχυρότερη σχέση κράτους - τραπεζών, κάτι που αυξάνει τους κινδύνους για το δημόσιο.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης