Ένας πρόσθετος παράγοντας παίζει σημαντικό ρόλο: η διαρθρωτική μετάβαση στην πράσινη ενέργεια. Φυσικά, τον λογαριασμό θα τον πληρώσουν οι καταναλωτές…
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα, oι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έχουν κυριολεκτικά εκραγεί.
Μοιραία, αυτή η κατάσταση θα δώσει περαιτέρω ώθηση στα ήδη υψηλά ποσοστά πληθωρισμού, ενώ μεγάλο θα είναι το πλήγμα στην ανάπτυξη εντός ευρωζώνης – και όχι μόνο.
Αυτή η κατάσταση θέτει μια σειρά από διλήμματα τόσο για τις κεντρικές τράπεζες όσο και για τις κυβερνήσεις.
Η κατάσταση λοιπόν, σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα, έχει ως εξής:
Μέχρι στιγμής φέτος, οι τιμές της ενέργειας έχουν μόνο μία κατεύθυνση, προς τα πάνω.
Η τιμή του πετρελαίου σημειώνει αύξηση πάνω από 60% από τις αρχές του έτους.
Το άλμα στην τιμή του φυσικού αερίου είναι ακόμα πιο δραματικό…
Στην Ευρώπη έχει υπερδιπλασιαστεί.
Ωστόσο, ακόμη παραμένει θολό το τι ακριβώς συμβαίνει…
Από τη μία πλευρά, φαίνεται ότι υπάρχει μια δυναμική στις αγορές ενέργειας, όπως και σε άλλες αγορές.
Μετά την ύφεση που προκάλεσε στην παγκόσμια οικονομία ο κορωνοϊός, εκτιμήθηκε πως θα υπάρξει απότομη ανάκαμψη.
Από την άλλη, ωστόσο, δεν συνυπολογίστηκαν οι συνέπειες από τη συνεπακόλουθη έκρηξη της ζήτησης.
Η ζήτηση ενέργειας αυξήθηκε γρηγορότερα από το αναμενόμενο.
Η προσφορά δεν μπορούσε να αυξηθεί κατ’ αντιστοιχία, ξανά, αρκετά γρήγορα, για διάφορους λόγους.
Το δράμα στην αγορά φυσικού αερίου
Το σοκ που προκλήθηκε από πλευράς προσφοράς είχε δραματικές συνέπειες για το φυσικό αέριο.
Η πτώση της ζήτησης πέρυσι οδήγησε σε σημαντική μείωση στις εξορύξεις.
Eύλογα, λοιπόν, τώρα η αγορά αντιμετωπίζει μια μάλλον ανελαστική προσφορά - επειδή υπήρξε αναποτελεσματικότητα στην παραγωγή αερίου στη Νορβηγία και στις Κάτω Χώρες.
Εν προκειμένω αξίζει να σημειωθεί πως οι Αμερικανοί έχουν αυξήσει αισθητά τις εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά δεν μπορούν να προβούν σε ισχυρότερες αυξήσεις, λόγω των περιορισμένων δυνατοτήτων των εγκαταστάσεων υγροποίησης.
Επίσης, ο χειμώνας στη Βρετανία, που αποδείχθηκε βαρύτερος από το αναμενόμενο, αύξησε την κατανάλωση στη χώρα.
Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τη μείωση στην παραγωγή αιολικής ενέργειας, απαίτησε αυξημένη χρήση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο.
Στην Ευρώπη, αυτό οδήγησε στην εξάντληση των αποθεμάτων φυσικού αερίου, το επίπεδο των οποίων ήταν αρκετά κάτω από το κανονικό λίγο πριν από την έναρξη της χειμερινής περιόδου.
Ο άνθρακας και το παράδειγμα της Κίνας
Και, φυσικά, όλα είναι αλληλένδετα: Ο άνθρακας γίνεται επίσης πιο ακριβός...
Στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, το φυσικό αέριο και ο άνθρακας είναι υποκατάστατα.
Συνεπώς, μια μαζική αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου καθιστά αρχικά τον άνθρακα πιο ελκυστικό.
Ωστόσο, η αυξανόμενη ζήτηση οδηγεί –και πάλι– σε υψηλότερες τιμές.
Στην Κίνα, μακράν τον πιο σημαντικό καταναλωτή άνθρακα, υπάρχουν επίσης μερικοί ειδικοί παράγοντες.
Για πολιτικούς λόγους, η κινεζική κυβέρνηση μείωσε την εισαγωγή αυστραλιανού άνθρακα - η Αυστραλία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής άνθρακα της Xώρας του Δράκου.
Επιπλέον, έχουν ληφθεί αυστηρά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος ενώ παράλληλα υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες στην εγχώρια εξόρυξη.
Αυτό οδηγεί σε δυσχέρειες στον εφοδιασμό των σταθμών παραγωγής ενέργειας.
Δεδομένου ότι οι τιμές του ηλεκτρικού καθορίζονται διοικητικά στην Κίνα, η αύξηση της τιμής του άνθρακα προκάλεσε οικονομικά προβλήματα στους προμηθευτές.
Επιπλέον, οι τιμές ρεύματος για τη βιομηχανία έχουν μειωθεί κατά 25% από το 2018 για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά τους.
Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας έχουν ελάχιστο κίνητρο να προμηθεύσουν τη βιομηχανία περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε περικοπές παραγωγής.
Την ίδια στιγμή, οι αρχές ενέκριναν αύξηση περίπου 20% και διέταξαν ενίσχυση της παραγωγής άνθρακα.
Ωστόσο, η επιβάρυνση κόστους για τη βιομηχανία είναι πιθανό να δυσκολέψει περισσότερο τους Κινέζους εξαγωγείς.
Σε αυτό το πλαίσιο, μοιραία η Κίνα θα μπορούσε να εξάγει, εκτός από προϊόντα, και πληθωρισμό.
Δεν υπάρχει πετρέλαιο…
Η αγορά πετρελαίου υποφέρει επίσης...
Οι απρογραμμάτιστες διακοπές παραγωγής, για παράδειγμα στον Κόλπο του Μεξικού, σήμαιναν ότι η προσφορά υπολείπεται της ταχείας εξομάλυνσης της ζήτησης.
Επιπλέον, ο OPEC + μέχρι στιγμής αρνείται να αυξήσει επαρκώς την παραγωγή ενώ οι Αμερικανοί παραγωγοί πετρελαίου - σε αντίθεση με πριν από μερικά χρόνια - δεν αντέδρασαν αμέσως στις αυξανόμενες τιμές με επέκταση της παραγωγής.
Το αποτέλεσμα είναι ένα «έλλειμμα» στην αγορά πετρελαίου, το οποίο πιθανότατα θα αντισταθμιστεί κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους.
Σε κάθε περίπτωση, οι τιμές είναι τόσο υψηλές και θα περάσει καιρός μέχρι να εξομαλυνθεί η κατάσταση.
Στο βάθος, ένας πρόσθετος μακροπρόθεσμος παράγοντας παίζει σημαντικό ρόλο: η διαρθρωτική-μεταβατική αλλαγή στον κλάδο της ενέργειας που επιταχύνεται με πολιτικές αποφάσεις.
Φυσικά, τον λογαριασμό θα τον πληρώσουν οι καταναλωτές.
Στη ζώνη του ευρώ, το αυξημένο κόστος για ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση και καύσιμα μείωσε την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών κατά 1,5 % τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους.
Τα βάρη, βέβαια, διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα.
Οι τιμές για μη ενεργειακά αγαθά είναι επίσης πιθανό να αυξηθούν, αφού οι εταιρείες μετακυλίουν το κόστος.
Από την άλλη, ορισμένοι έμποροι ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που έχουν αναλάβει μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις παράδοσης με εγγυήσεις τιμών μπορεί να αντιμετωπίσουν προβλήματα.
Για αυτούς, οι υψηλότερες τιμές αγοράς μειώνουν τα κέρδη τους.
Στασιμοπληθωρισμός;
Η απίσχναση της αγοραστικής δύναμης δεν θα αφήσει ανέγγιχτη την ιδιωτική κατανάλωση στις ανεπτυγμένες χώρες.
Σύμφωνα με την Commerzbank, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι τα νοικοκυριά χρηματοδοτήσουν μέρος του πρόσθετου κόστους καταφεύγοντας στις αποταμιεύσεις που είχαν σωρεύσει από την περίοδο του lockdown, η κατανάλωση είναι πιθανό να χάσει αισθητά τη δυναμική της στα επόμενα τρίμηνα.
Ταυτόχρονα, ο ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού θα μπορούσε να αποδειχθεί υψηλότερος από ό, τι αναμενόταν.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε προτάσεις την Τετάρτη σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να καλυφθούν τα πρόσθετα βάρη.
Οι κυβερνήσεις στην Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα έχουν ήδη ανακοινώσει ότι θα βοηθήσουν τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος να πληρώσουν τους λογαριασμούς ενέργειας.
Ωστόσο, αυτό θα δημιουργήσει νέες τρύπες στους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Μεγάλα είναι τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν και οι κεντρικές τράπεζες, με την ΕΚΤ να μη σκέφτεται προς το παρόν αλλαγή πολιτικής.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών