Περιορισμένος αλλά υπαρκτός είναι ο κίνδυνος εκτίναξης του ελληνικού χρέους εξαιτίας της αύξησης στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, σύμφωνα με την Goldman Sachs, με το Ταμείο Ανάκαμψης να αποτελεί ασπίδα προστασίας - όμως μέχρι το 2027.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, τo Tαμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφέρει μια μεγάλη ευκαιρία σταθεροποίησης στις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης, αλλά και στο ευρύτερο μακροοικονομικό περιβάλλον.
Όπως ευαγγελίζονται από καιρού εις καιρόν διάφοροι αξιωματούχοι, το πρόγραμμα δίνει έμφαση στην ενίσχυση της ανάπτυξης σε όλη τη Γηραιά Ήπειρο.
Επίσης, τα ευρωπαϊκά κεφάλαια θα προσφέρουν στα κράτη μέλη φθηνότερη χρηματοδότηση.
Ως γνωστόν, η Νότιος Ευρώπη είναι η κύρια ωφελούμενη του προγράμματος.
Προς το παρόν, βέβαια, μόνο η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν μεγιστοποιήσει τη διαθέσιμη δανειακή ικανότητα μέσω του προγράμματος (6,8% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος), ενώ άλλες χώρες, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Πολωνία, αναμένεται να ξεκινήσουν ή να κλιμακώσουν τις δεσμεύσεις τους στο μέλλον.
Η Ιταλία, ειδικότερα, θα πληρώσει σημαντικά μειωμένη απόδοση δανεισμού για τα δάνεια που θα λάβει, συμβάλλοντας στη διατήρηση υπό έλεγχο των πληρωμών τόκων (πάνω από 130 μ.β. με τα τρέχοντα επιτόκια της αγοράς).
Από την άλλη, η Ελλάδα έχει καταρτίσει ένα υπερφιλόδοξο εθνικό σχέδιο, για την υποστήριξη της ανάκαμψης και την ενίσχυση της μεγέθυνσης πέρα από το 2026.
Και ενώ το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης στοχεύει να εμβαθύνει το απόθεμα κεφαλαίου και να υποστηρίξει την παραγωγικότητα, η Goldman Sachs αξιολογεί τη συνάφεια με τις προοπτικές χρέους και το προφίλ ανάπτυξης της χώρας μας.
Ως εκ τούτου, διαπιστώνεται ότι, κατά μέσο όρο, μια αύξηση 0,5 π.μ. στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη θα μειώσει τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ κατά περίπου 7 π.μ. έως το 2030.
Από την άλλη, όπως επισημαίνει η αμερικανική τράπεζα, η αύξηση στις αποδόσεις των ομολόγων, ως αποτέλεσμα της πρόθεσης της ΕΚΤ να εξομαλύνει την πολιτική της, έχει αρχίσει να επιβαρύνει το ελληνικό δημόσιο χρέος.
Πρόγραμμα PEPP
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, το α’ τρίμηνο του 2022, η ΕΚΤ σκοπεύει να πραγματοποιήσει αγορές καθαρών περιουσιακών στοιχείων μέσω του PEPP με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι το δ’ τρίμηνο του 2021 και θα διακόψει τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων στο τέλος Μαρτίου 2022.
Το Διοικητικό Συμβούλιο δήλωσε ότι, υπό συνθήκες οικονομικής πίεσης, η ευελιξία θα παραμείνει στοιχείο της νομισματικής πολιτικής σε περιπτώσεις απειλών για τον στόχο της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό 2%.
Για παράδειγμα, σε περίπτωση επιπλοκών, οι επανεπενδύσεις των ελληνικών ομολόγων θα προσαρμοστούν προϊόντος του χρόνου.
Αυτή η προσαρμογή θα μπορούσε να περιλαμβάνει αγορές ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, προκειμένου να αποφευχθεί διακοπή πρόσβασης στις αγορές, η οποία θα μπορούσε να είναι επιζήμια για την ελληνική οικονομία.
Οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP μπορούν επίσης να επαναληφθούν για την εξουδετέρωση των αρνητικών σοκ που σχετίζονται με την πανδημία, εάν είναι απαραίτητο.
To ιταλικό παράδειγμα
Σε αυτό το πλαίσιο, η Goldman Sachs, προκειμένου να μετρήσει καλύτερα τους κινδύνους που εγκυμονεί το χρέος του Νότου εν μέσω μιας επιταχυνόμενης πορείας, οικοδομεί ένα αρνητικό αλλά ρεαλιστικό σενάριο βάσει του οποίου η καμπύλη αποδόσεων του ιταλικού χρέους αυξάνεται σημαντικά πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα.
Αναλόγως, λέει, επηρεάζονται και τα ελληνικά ομόλογα.
Αυτή λοιπόν η μετατόπιση οφείλεται όχι μόνο στην αύξηση του Bund, αλλά και στα spreads BTP-Bund που προσομοιάζουν στη συμπεριφορά η οποία παρατηρήθηκε κατά την αναζωπύρωση του πολιτικού κινδύνου το 2018.
Η γενική ανησυχία σχετικά με την άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων είναι ότι αυξάνει την πιθανότητα το χρέος των χωρών της περιφέρειας να κινηθεί έντονα ανοδικά.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με το βασικό σενάριο της GS:
1 Τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης θα αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 4% του συνολικού ιταλικού χρέους έως το 2030, όμως θα μπορούσαν να μειώσουν την αύξηση του πραγματικού επιτοκίου δανεισμού του ιταλικού Δημοσίου πάνω από 10%.
Παρότι η αύξηση της ετήσιας απορρόφησης φαίνεται να προσφέρει μόνο μια αναλογική βελτίωση των συνθηκών κρατικού δανεισμού, ο προεφοδιασμός φθηνού δανεισμού της ΕΕ, ακόμη και αν εις βάρος της μεταγενέστερης στήριξης, έχει ποσοτικά ισχυρότερο αντίκτυπο και ποιοτικά μπορεί να αντιστρέψει τον αντίκτυπο των αυξανόμενων αποδόσεων των χωρών σχετικά με το πραγματικό κρατικό επιτόκιο δανεισμού.
2 Μειώνοντας το πραγματικό κρατικό επιτόκιο δανεισμού, τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης θα μειώσουν την αύξηση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ κατά περίπου 0,5 π.μ.
Αυτό το αρκετά περιορισμένο αποτέλεσμα δεν προκαλεί έκπληξη, δεδομένου του αντίκτυπου των διαφορετικών σεναρίων στο πραγματικό επιτόκιο.
3 Η γενική ανησυχία σχετικά με την άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων σχετίζεται με το ότι αυξάνει την πιθανότητα το περιφερειακό χρέος να επιταχυνθεί ανοδικά έως το 2027.
Όμως η Ιταλία θα μπορούσε να επωφεληθεί από τον εμπροσθοβαρή δανεισμό της ΕΕ (στο βασικό σενάριο η GS μειώνει την πιθανότητα το χρέος να κινηθεί σε επιταχυνόμενη πορεία κατά 3% από 26%).
Ως εκ τούτου, με αφορμή την ιταλική περίπτωση, ο αμερικανικός οίκος εξάγει το συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας είναι συγκρατημένος, αλλά υπαρκτός.
Σε περίπτωση αυξανόμενου κινδύνου χρέους, ο χρόνος στήριξης πιθανότατα θα έπαιζε σημαντικότερο ρόλο από το μέγεθός της.
www.bankingnews.gr
Goldman Sachs: Ο κίνδυνος εκτίναξης του ελληνικού χρέους είναι υπαρκτός - Ανάχωμα το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά ως το 2027
Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, τo Tαμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφέρει μια μεγάλη ευκαιρία σταθεροποίησης στις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης
Σχόλια αναγνωστών