Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Η Ευρώπη οδεύει σε ύφεση - Θα χάσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της - Για την Ευρωζώνη ξεκινούν πραγματικά δύσκολες μέρες

Η Ευρώπη οδεύει σε ύφεση - Θα χάσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της - Για την Ευρωζώνη ξεκινούν πραγματικά δύσκολες μέρες

H Ευρωζώνη θα βιώσει τώρα την αρνητική πλευρά του θεμελιώδους οικονομικού της μοντέλου, ως οικονομία προσανατολισμένη στις εξαγωγές με μεγάλο βιομηχανικό τομέα και μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας

Σχετικά Άρθρα

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και κυρίως οι οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία θα προκαλέσουν πολύ μεγαλύτερες αλλαγές στην οικονομία και τις αγορές της Ευρώπης από τις προηγούμενες κρίσεις, όπως η πανδημία του κορωνοϊού, κατά την κοινή εκτίμηση που μοιράζονται πολλοί κορυφαίοι οικονομολόγοι.
Κατόπιν της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν θέσει σε εφαρμογή σχέδια για να μειώσουν την εξάρτησή τους από τη ρωσική ενέργεια.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητά μάλιστα, με ψήφισμά του, άμεσο και ολοκληρωτικό εμπάργκο σε όλους τους ενεργειακούς πόρους που προέρχονται από τη Ρωσία, πετρέλαιο, άνθρακα και φυσικό αέριο.
Ωστόσο, αυτή η επιθετική αποσύνδεση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια έχει μεγάλο τίμημα για την ευρωπαϊκή οικονομία, ανεβάζοντας τον ήδη υψηλό πληθωρισμό σε επίπεδα ρεκόρ και απειλώντας να υπονομεύσει την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που ξεκίνησε πέρυσι καθώς οι οικονομίες προσπάθησαν να επανέλθουν από την πανδημία του Covid-19.
Για αυτούς τους λόγους, ο επικεφαλής της Global Macro Research της ING Carsten Brzeski σημείωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Ευρώπη κινδυνεύει ιδιαίτερα να χάσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της ως αποτέλεσμα του πολέμου.
«Για την Ευρώπη, ο πόλεμος αλλάζει πολύ περισσότερο το παιχνίδι από ότι η πανδημία. Δεν μιλώ μόνο από την άποψη των πολιτικών ασφάλειας και άμυνας, αλλά κυρίως για την οικονομία στο σύνολό της», δήλωσε ο Brzeski.

David Roche

Ο κορυφαίος στρατηγικός αναλυτής David Roche εξηγεί, συν τοις άλλοις, ότι η Ευρώπη πιθανότατα οδεύει προς την ύφεση.
«Η Ευρωζώνη θα βιώσει τώρα την αρνητική πλευρά του θεμελιώδους οικονομικού της μοντέλου, ως οικονομία προσανατολισμένη στις εξαγωγές με μεγάλο βιομηχανικό τομέα και μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας».
Έχοντας ωφεληθεί από την παγκοσμιοποίηση και τον διεθνή καταμερισμό της εργασίας τις τελευταίες δεκαετίες, η Ευρωζώνη θα πρέπει τώρα να ενισχύσει την πράσινη μετάβαση και να επιδιώξει την ενεργειακή αυτονομία, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχύει τις δαπάνες για την άμυνα, την ψηφιοποίηση και την εκπαίδευση.
Ο Brzeski το χαρακτήρισε ως πρόκληση που «μπορεί και πρέπει πραγματικά να πετύχει».
«Εάν και όταν συμβεί, η Ευρώπη θα βρεθεί σε καλή θέση. Αλλά μέχρι να φτάσει εκεί η πίεση στα οικονομικά και τα εισοδήματα των νοικοκυριών θα παραμείνει τεράστια. Τα εταιρικά κέρδη, εν τω μεταξύ, θα παραμείνουν υψηλά», είπε.
«Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια ανθρωπιστική κρίση και μια σημαντική οικονομική μετάβαση. Ο πόλεμος λαμβάνει χώρα στο σιτοβολώνα της Ευρώπης, μια βασική περιοχή παραγωγής σιτηρών και καλαμποκιού. Οι τιμές των τροφίμων θα αυξηθούν σε πρωτοφανή επίπεδα. Ο υψηλότερος πληθωρισμός στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα μπορούσε να είναι θέμα ζωής και θανάτου για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες».
Ο Brzeski καταλήγει έληξε στο συμπέρασμα ότι «οι αγορές σφάλλουν» όταν οδηγούν τις ευρωπαϊκές μετοχές ψηλότερα, προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει επιστροφή σε κανενός είδους κανονικότητα αυτή τη στιγμή».

Ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους

Αυτή η τεκτονική αλλαγή πρωτίστως για την ευρωπαϊκή, δευτερευόντως για την παγκόσμια οικονομία, θα ασκήσει πρόσθετη πίεση στις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις που βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος, καθώς πρέπει να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό χωρίς να διακυβεύσουν τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, αναγνωρίζουν οι οικονομολόγοι.
Σε σημείωμά της, η BNP Paribas προέβλεψε ότι η επιτάχυνση των πολιτικών περιορισμού των αερίων του θερμοκηπίου, η αύξηση των κρατικών δαπανών και η αύξηση του δημοσίου χρέους, σε συνδυασμό με ένα κύμα αντιπαγκοσμιοποιητικών τάσεων και ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων θα αποτελούν για καιρό μόνιμα προβλήματα.
«Αυτό το σκηνικό προσδιορίζει ένα πιο απαιτητικό περιβάλλον εντός του οποίου οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να ασκήσουν πολιτική και να διατηρήσουν τον πληθωρισμό εντός στόχου, αλλά θα περιορίσει τις δυνατότητές τους να δεσμεύονται σε μια συγκεκριμένη πολιτική και θα κάνει πιθανότερα τα λάθη», δήλωσε ο ανώτερος οικονομολόγος επί ευρωπαϊκών θεμάτων της BNP Paribas, Σπύρος Ανδρεόπουλος.
«Αν και δεν συνιστά πηγή άμεσης ανησυχίας, επειδή οι κυβερνήσεις έχουν γενικά επιμηκύνει τη μέση ωρίμανση του χρέους τους στο προηγούμενο διάστημα των πολύ χαμηλών επιτοκίων, η αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσει αρνητικά και τα δημόσια οικονομικά. Τελικά, οι ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους θα ξαναέρθουν στην επιφάνεια», είπε ο Ανδρεόπουλος.
Ο χαμηλός πληθωρισμός σε όλη την πρόσφατη ιστορία της ευρωζώνης σήμαινε ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν αναγκάστηκε ποτέ να επιλέξει μεταξύ της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και της επιδίωξης των στόχων της για τον πληθωρισμό, καθώς ο χαμηλός πληθωρισμός επέτρεπε την άσκηση μιας χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής που ενίσχυε τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
«Πολιτικά, η ΕΚΤ μπόρεσε - πειστικά, κατά την άποψή μας - να αποκρούσει τις κατηγορίες ότι βοηθούσε τις κυβερνήσεις επικαλούμενη το ότι είχε καταφέρει να κρατά τον πληθωρισμό πολύ χαμηλά", είπε ο Ανδρεόπουλος.
«Αυτή τη φορά, όμως η ΕΚΤ πρέπει να σφίξει την πολιτική της για να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό στο πλαίσιο του ακόμη υψηλότερου δημόσιου χρέους, που έμεινε στα κράτη ως κληρονομιά της πανδημίας και των συνεχιζόμενων πιέσεων στα δημόσια ταμεία».

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης