Μια βαθύτερη από το αναμενόμενο ύφεση στη ζώνη του ευρώ θα μπορούσε να επηρεάσει τις προοπτικές της Ελλάδας, λέει η Moody’s
Εύλογα δεν αναβάθμισε την ελληνική οικονομία ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody's, διατηρώντας σε «Ba3» τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, εκτιμώντας παράλληλα ως σταθερές τις προοπτικές επαναξιολόγησης 12μήνου (outlook).
Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης επικαλείται τις βελτιώσεις στα θεμελιώδη πιστωτικά μεγέθη της Ελλάδας τα τελευταία δύο χρόνια, ωστόσο, όπως επισημαίνει, μια παρατεταμένη περίοδος αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας θα ήταν πιστωτικά αρνητική.
Πιο αναλυτικά, όπως λέει η Moody’s, το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας υποστηρίζεται από σταθερό ιστορικό επίτευξης δημοσιονομικών στόχων, ισχυρή υποστήριξη από τους πιστωτές της στη ζώνη του ευρώ και επιταχυνόμενη μεταρρυθμιστική δυναμική από το 2019, η οποία οδήγησε σε ορατές βελτιώσεις στους θεσμούς και τη διακυβέρνηση και στον τραπεζικό τομέα.
Παρότι το δημόσιο χρέος είναι πολύ υψηλό, η Ελλάδα επωφελείται από μια ευνοϊκή δομή και μεγάλο απόθεμα μετρητών.
Η ελληνική οικονομία ανέκαμψε γρήγορα από το σοκ της πανδημίας και σημαντικά κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ, Aaa σταθερά) μαζί με ιδιωτικές επενδύσεις θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, το ολοένα και πιο δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη ενέχει κινδύνους.
Προοπτική αξιολόγησης
Οι προοπτικές για τις αξιολογήσεις της Ελλάδας είναι σταθερές (Ba3), καθώς αντικατοπτρίζουν τις βελτιώσεις στα θεμελιώδη πιστωτικά στοιχεία της Ελλάδας τα τελευταία δύο χρόνια έναντι των επίμονων προκλήσεων που υφίστανται, εν μέσω ενός ολοένα και πιο δυσμενούς μακροοικονομικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), γεγονός που επιτρέπει να δανείζουν.
Η οικονομία ανέκαμψε γρήγορα από το σοκ της πανδημίας…,
Σε αυτό το πλαίσιο, λέει η Moody’s, οι προοπτικές είναι καλές για τις επενδύσεις υπό το φως των εισρεόμενων κεφαλαίων της ΕΕ και των μελλούμενων άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ).
Την ίδια στιγμή, υπάρχει υψηλός κίνδυνος βαθιάς ύφεσης, επίμονος πληθωρισμός, διαταραχές στον ενεργειακό εφοδιασμό, έλλειψη ρευστότητας παγκοσμίως και άρση στήριξης εκ μέρους της ΕΚΤ.
Από την άλλη, επιβράδυνση της μεταρρυθμιστικής δυναμικής σε τομείς όπως η δικαιοσύνη, η εκπαίδευση, το επιχειρηματικό περιβάλλον και οι αγορές εργασίας μετά τις επικείμενες εκλογές θα επιβάρυνε την οικονομία και θα επηρεάσει αρνητικά την κρίση της Moody’s για τη θεσμική δύναμη και τη διακυβέρνηση της Ελλάδας.
Επιπλέον, αν και αναμένεται ισχυρή ανάπτυξη και το φθίνον πρωτογενές έλλειμμα θα οδηγήσει το δημόσιο χρέος κάτω από το 180% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2022, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χρέους παγκοσμίως και η βιωσιμότητά του εξαρτάται από τους πιστωτές.
Ως αποτέλεσμα, οποιεσδήποτε μελλοντικές βελτιώσεις και πλήρης επιστροφή στη χρηματοδότηση της αγοράς εξαρτώνται από τη διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στάσης από την κυβέρνηση τα επόμενα χρόνια
Περισσότερα σε λίγο...
Παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε αναβάθμιση
Η συνέχιση οικονομικών πολιτικών υπέρ ανάπτυξης, μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής εξυγίανσης, ανεξάρτητα από τον πιθανότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού μετά τις επόμενες γενικές εκλογές, θα υποστήριζαν μια θετική προοπτική.
Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα θα ήταν επίσης πιστωτικές θετικές.
Παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε υποβάθμιση
Μια παρατεταμένη περίοδος αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας που θα αντιστρέψει την πορεία που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, επιβαρύνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και τις ΑΞΕ, θα ήταν πιστωτικά αρνητική.
Ομοίως, μια βαθύτερη από το αναμενόμενο ύφεση στη ζώνη του ευρώ, με έντονο αντίκτυπο στην οικονομία της Ελλάδας και στα δημόσια οικονομικά, θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει τις προοπτικές χώρας αρνητικά.
Τέλος, μια διαρκής και ουσιώδης επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της χώρας, σε συνδυασμό με μια απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα πυροδοτούσαν μια αρνητική ενέργεια αξιολόγησης.
Λεπτομερείς πιστωτικές εκτιμήσεις
Στις 16 Σεπτεμβρίου, η Moody’s επιβεβαίωσε την αξιολόγηση Ba3 της Ελλάδας, διατηρώντας την προοπτική σταθερή.
Οι βασικοί παράγοντες ήταν:
(i) Η ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών είχε βελτιωθεί σημαντικά και ο υψηλός δείκτης NPEs.
(ii) H ισχυρή ανάπτυξης επισκιάζεται από τον υψηλό πληθωρισμό και την αναμενόμενη επιβράδυνση.
(iii) H μείωση και το ελκυστικό προφίλ του αντισταθμίζονται από τα πολύ υψηλά επίπεδά του.
Η Μοοdy’s αξιολόγησε την οικονομική ισχύ της Ελλάδας ως «baa2», κάτι που αντικατοπτρίζει τα σχετικά υψηλά επίπεδα πλούτου της χώρας, το μέτριο μέγεθος της οικονομίας, αλλά και το μέτριο επίπεδο οικονομικής διαφοροποίησης.
Αντικατοπτρίζοντας τη μακρά και βαθιά ύφεση της Ελλάδας μεταξύ 2009 και 2016, αλλά και την απότομη συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ το 2020, η αστάθεια της ήταν υψηλότερη από ό,τι για τα περισσότερα κράτη που αξιολογούμε.
Από διαρθρωτικής άποψης, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά εμπόδια για τη διαρκή ισχυρή ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων των διαρθρωτικά χαμηλών ποσοστών αποταμίευσης και επενδύσεων.
Η σημερινή κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένα ζητήματα - ιδίως εκείνα που συνδέονται με το χαμηλό επίπεδο επενδύσεων, μειώνοντας τους αυξημένους φορολογικούς συντελεστές, ελαστικοποιώντας τους επιχειρηματικούς κανονισμούς, βελτιώνοντας το πλαίσιο αδειοδότησης και προωθώντας ιδιωτικοποιήσεις.
Η αποτελεσματική απορρόφηση των κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση των επενδύσεων και της ανάπτυξης μακροπρόθεσμα.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης είναι αντιμέτωπη με εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ, το οποίο επιδεινώθηκε από τη μετανάστευση μεγάλου ποσοστού και μορφωμένων νέων κατά τα χρόνια της κρίσης.
Το ποσοστό του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας θα συρρικνωθεί σχεδόν κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Eurostat.
Αυτός είναι ο βασικός λόγος πίσω από τη αδύναμη δυνητική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα, την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΚ) προέβλεψε σε 1,2% για την περίοδο 2019 - 2070 στην Έκθεση για τη Γήρανση του 2021.
Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία δέκα χρόνια, αλλά παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, ιδίως για τους νέους και τις γυναίκες.
Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και, παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό.
Σε ό,τι αφορά τους θεσμούς και τη διακυβέρνηση της Ελλάδας, ο οίκος εξηγεί πως βαθμολογεί την ισχύ τους με «ba1», δύο βαθμίδες χαμηλότερα από την αρχική βαθμολογία του «baa2», με την καθοδική προσαρμογή να εξηγείται από την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους του ιδιωτικού τομέα το 2012.
Η συνολική βαθμολογία ενσωματώνει την εκτίμηση της Moody’s για την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής, καθώς και της νομισματικής και μακροοικονομικής πολιτικής.
Τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας έχουν τεθεί σε πολύ πιο σταθερή βάση τα τελευταία χρόνια, με σταθερά και αυξανόμενα πλεονάσματα του προϋπολογισμού μεταξύ 2016 και 2019 και πρωτογενή πλεονάσματα που υπερβαίνουν τους στόχους που έχουν θέσει οι πιστωτές της ευρωζώνης, με τoν οίκο να εκτιμά επίσης ότι η δέσμευση για συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι αξιόπιστη.
Η βαθμολογία «baa» για την ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών θεσμών αντικατοπτρίζει την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και συμμόρφωση.
Συνεχίζει να σημειώνεται πρόοδος όσον αφορά τις εκκρεμείς μεταρρυθμιστικές δεσμεύσεις που συμφωνήθηκαν μεταξύ της προηγούμενης κυβέρνησης και του Eurogroup τον Ιούνιο του 2018.
Ενώ θα χρειαστούν πολλά χρόνια δέσμευσης για να αποκομιστούν τα πλήρη οφέλη των θεσμικών αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη, για τη δημιουργία μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης, αυτές οι βελτιώσεις αρχίζουν να αντικατοπτρίζονται στους δείκτες διακυβέρνησης.
Η Moody’s αξιολογούμε τη δημοσιονομική ισχύ της Ελλάδας με «ba3».
Αυτή η βαθμολογία ενσωματώνει την προσδοκία για μείωση του δείκτη χρέους καθώς και τη βελτίωση της δομής.
Υπενθυμίζεται πως το χρέος είχε μειωθεί στο 193,3% του ΑΕΠ στο τέλος του 2021 από 206,3% το 2020 και προβλέπεται περαιτέρω μείωση τα επόμενα χρόνια, βοηθούμενη από την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και την επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023.
Ωστόσο, παρά την προβλεπόμενη μείωση του χρέους, η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3-5 χρόνια και η βιωσιμότητά του εξαρτάται από τη στήριξη από τους επίσημους πιστωτές.
Επίσης, η Ελλάδα έχει πολύ μεγάλες υποχρεώσεις, κυρίως από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Ως εκ τούτου, η Moody’s ορίζει την τελική βαθμολογία δύο βαθμίδες κάτω από την αρχική βαθμολογία «ba1».
Οι συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια περιορίζουν τις δημοσιονομικές επιπτώσεις του δυσμενούς δημογραφικού προφίλ, με το συνολικό κόστος της γήρανσης στην Ελλάδα να αναμένεται να μειωθεί κατά 3,7 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2019 και 2070 στο βασικό σενάριο της Έκθεσης Γήρανσης του 2021.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προβλεπόμενη πτώση στη ζώνη του ευρώ και στην ΕΕ.
H Μοοdy’s αξιολογεί την ευαισθησία της Ελλάδας στον κίνδυνο γεγονότων με «ba».
Αυτή η αξιολόγηση καθορίζονται από κινδύνους που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος, παρά τις σημαντικές βελτιώσεις –όπως αντικατοπτρίζεται στις θετικές προοπτικές του τραπεζικού μας τομέα–, συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από αδύναμη ποιότητα ενεργητικού, χαμηλή κερδοφορία και μεγάλο ποσοστό κεφαλαίων χαμηλότερης ποιότητας με τη μορφή των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων.
Μαζί με το σχετικά μεγάλο μέγεθος, δημιουργεί μια πιθανή υποχρέωση η οποία θα μπορούσε να αποκρυσταλλωθεί στον ισολογισμό της κυβέρνησης.
Η αξιολόγηση κινδύνου πολιτικών γεγονότων «baa» αντικατοπτρίζει μια σταθερή εσωτερική πολιτική κατάσταση μετά τις γενικές εκλογές του Ιουλίου 2019.
Για πρώτη φορά από το 2009, ένα μόνο κόμμα (η Νέα Δημοκρατία) έλαβε την απόλυτη πλειοψηφία.
Η βαθμολογία παραμένει υψηλότερη από ό,τι σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να αντικατοπτρίζει την ανάγκη των επόμενων κυβερνήσεων να ακολουθήσουν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και να εφαρμόσουν θεσμικές και διαρθρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως συμφωνήθηκε με τους πιστωτές, σε ένα περιβάλλον αδύναμης αλλά βελτιωμένης θεσμικής ικανότητας.
Ο σχηματισμός κυβέρνησης μετά τις επόμενες εκλογές - που πιθανότατα θα διεξαχθούν σε δύο γύρους γύρω στον Απρίλιο/Μάιο του 2023 - θα είναι δύσκολος, αν κρίνουμε από τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, γεγονός που ενέχει τον κίνδυνο επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής.
Σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο ρευστότητας, η αξιολόγηση της Ελλάδας είναι «a».
Αυτή αντανακλά το υψηλό επίπεδο των ταμειακών διαθεσίμων και τη μεγάλη μέση διάρκεια του χρέους.
Οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του ελληνικού δημόσιου είναι χαμηλές για τα επόμενα χρόνια ως αποτέλεσμα της δέσμευσης των πιστωτών της ζώνης του ευρώ να εξασφαλίσουν διαχειρίσιμες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες από μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα.
Θεωρείται δεδομένη η συνεχιζόμενη υποστήριξη από την ΕΚΤ, όπως απαιτείται.
Τέλος, αναφορικά με εξωτερικό κίνδυνο ευπάθειας, η Ελλάδα βαθμολογείται με «a».
Πριν από την πανδημία, είχε καταφέρει να μειώσει ουσιαστικά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της, από περίπου 15% του ΑΕΠ στην κορύφωση το 2008 σε έλλειμμα μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019.
Ωστόσο, το σοκ που προκλήθηκε από τον κορωνοϊό οδήγησε σε απότομη διεύρυνση (πάνω από 6% του ελλείμματος του ΑΕΠ το 2020) και οι υψηλές τιμές ενέργειας θα διατηρήσουν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε έλλειμμα τα επόμενα χρόνια, παρά τη βελτίωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Επιπλέον, η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδας συνεχίζει να παρουσιάζει μεγάλη και διευρυνόμενη αρνητική καθαρή θέση (liability position) άνω του 175% του ΑΕΠ τόσο το 2020 όσο και το 2021
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών