Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 υποτίθεται ότι έμαθε στον κόσμο τους κινδύνους του υπερβολικού χρέους, γράφει ο Hugo Dixon, γνωστός οικονομικός αναλυτής του πρακτορείου Reuters.
Αλλά ο δανεισμός έχει αυξηθεί περαιτέρω από τότε.
Το χρέος των κρατών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών το 2007 ήταν στο 195% του παγκόσμιου ΑΕΠ, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Μέχρι το τέλος του 2020 είχε φτάσει στο 256%.
Αυτά τα τεράστια χρέη θα είναι πιο δύσκολο να τα αντέξουμε, επειδή αυξάνονται τα επιτόκια για να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός, επειδή η πανδημία του Covid-19 και η ενεργειακή κρίση έχουν επιβαρύνει την ανάπτυξη και επειδή οι επενδυτές αποστρέφονται περισσότερο τον κίνδυνο.
Όλα αυτά θα οδηγήσουν σε μεγάλες οικονομικές πιέσεις, ειδικά στην Ευρώπη, την Κίνα και τον Παγκόσμιο Νότο, δηλητηριάζοντας την εσωτερικές πολιτικές και τη γεωπολιτική.
Γιατί αυξήθηκε το χρέος
Το χρέος έχει αυξηθεί για τρεις βασικούς λόγους.
Αρχικά, οι κυβερνήσεις διέσωσαν το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Στη συνέχεια στήριξαν νοικοκυριά και εταιρείες κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Τώρα επιχειρούν να μετριάσουν το πλήγμα των εκρηκτικών αυξήσεων στις τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Το φτηνό χρήμα επέτρεψε όλες αυτές τις υπερβολές.
Στη Δύση, το φτηνό χρήμα ήρθε με τη μορφή της ποσοτικής χαλάρωσης (QE), όπου οι κεντρικές τράπεζες αγόραζαν κρατικά ομόλογα και άλλα περιουσιακά στοιχεία.
Και ναι μεν έπραξαν σωστά όταν προχώρησαν σε ποσοτική χαλάρωση για να αποτρέψουν μια οικονομική ύφεση, ωστόσο το φθηνό χρήμα λειτούργησε απλά ως παυσίπονο.
Πολλά κράτη έπαψαν να ανησυχούν για την ισορροπία των δημοσιονομικών τους.
Οι εταιρείες και οι αναδυόμενες αγορές αύξησαν πολύ τη μόχλευσή τους.
Αν οι δανειολήπτες είχαν χρησιμοποιήσει τα χρήματα για να χρηματοδοτήσουν παραγωγικές επενδύσεις, δεν θα υπήρχε πρόβλημα.
Τι θα φέρει η υπερχρέωση της Κίνας
Αντίθετα, ξόδεψαν μεγάλο μέρος του φτηνού χρήματος σε μη παραγωγικές επενδύσεις ή στην κατανάλωση.
Οι υπερβολές στην κατασκευή ακινήτων της Κίνας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μη παραγωγικών επενδύσεων.
Το χρέος της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει διπλασιαστεί από το 2007, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Το μεγάλο χρέος στραγγαλίζει πλέον την οικονομία της Κίνας και είναι ένας από τους λόγους που η Παγκόσμια Τράπεζα μόλις μείωσε τις προβλέψεις ανάπτυξης για την Κίνα φέτος από 5% σε μόλις 2,8%.
Ευάλωτη η Ευρώπη
Εν τω μεταξύ, η μαζική στήριξη που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις παρείχαν σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης αποτελούν ένα κλασικό παράδειγμα δανεισμού για τη χρηματοδότηση της κατανάλωσης.
Οι πολιτικοί δεν προσπάθησαν να κατευθύνουν αυτές τις επιδοτήσεις στοχευμένα στους πιο ευάλωτους.
Η χαμηλή παραγωγικότητα αυτού του δανεισμού φαίνεται στα οικονομικά στοιχεία.
Την τελευταία δεκαετία, το παγκόσμιο χρέος έχει αυξηθεί κατά 90 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το ΑΕΠ έχει αυξηθεί μόνο κατά 20 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τη Sonja Gibbs, η οποία ηγείται του τμήματος πολιτικών χρέους του Ινστιτούτου Διεθνών Χρηματοοικονομικών (IIF).
Το τεχνητά φθηνό χρήμα έχει επίσης ενθαρρύνει τις επικίνδυνες συμπεριφορές.
Οι επενδυτές χρησιμοποιούν το δανεισμό για να κυνηγήσουν υψηλότερες αποδόσεις, ενώ χρηματοδοτούν την αγορά μακροπρόθεσμων περιουσιακών στοιχείων με βραχυπρόθεσμο δανεισμό.
Ο κλάδος των συνταξιοδοτικών ταμείων του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος ουσιαστικά διασώθηκε από την Τράπεζα της Αγγλίας την περασμένη εβδομάδα, είναι ένα καλό παράδειγμα της πρώτης περίπτωσης.
Η βρετανική συνήθεια χρηματοδότησης της αγοράς μιας κατοικίας με στεγαστικό δάνειο του οποίου το επιτόκιο είναι κυμαινόμενο ή σταθερό για σύντομες περιδους είναι ένα παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης.
Άλλα προβλήματα είναι βέβαιο ότι θα εμφανιστούν τώρα η εποχή του φθηνού χρήματος τελειώνει.
Ξυπνούν οι «εκδικητές των αγορών ομολόγων»: Βρετανία, Ελλάδα, Ιταλία
Δεν είναι μόνο οι κεντρικές τράπεζες που αυξάνουν τα επιτόκια σε μια καθυστερημένη προσπάθεια να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό.
Είναι και οι λεγόμενοι «εκδικητές των αγορών ομολόγων» – οι επενδυτές χρέους που επιβάλλουν πειθαρχία στους σπάταλους δανειολήπτες – οι οποίοι ξυπνούν από τον μακρύ τους λήθαργο.
Η απότομη πτώση των βρετανικών κρατικών ομολόγων την περασμένη εβδομάδα πριν παρέμβει η BoE είναι το πρώτο μεγάλο σημάδι της εμφάνισης των εκδικητών των αγορών ομολόγων στις πλούσιες χώρες.
Οι επενδυτές έχασαν την εμπιστοσύνη τους στη Liz Truss, τη νέα πρωθυπουργό της Βρετανίας, επειδή επέλεξε να δανειστεί για να μειώσει τους φόρους καθώς και να προστατέψει τους καταναλωτές από τις υψηλές τιμές ενέργειας αλλά και επειδή το Brexit είχε ήδη βλάψει τις οικονομικές προοπτικές της χώρας.
Αλλά η ευκολία με την οποία η Truss είναι έτοιμη να αναλάβει ένα τέτοιο ρίσκο μας δείχνει ότι υπάρχει μια γενιά πολιτικών που μεγάλωσαν πιστεύοντας ότι υπάρχουν λίγες συνέπειες από την αύξηση του χρέους.
Που φοβούνται ότι οι ψηφοφόροι θα τους αποπέμψουν αν επιχειρήσουν να διατηρήσουν τη δημοσιονομική ισορροπία.
Δεν είναι όμως μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο που κινδυνεύει.
Η Ιταλία και η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευάλωτες λόγω των υψηλών αναλογιών του δημόσιου χρέους τους προς ΑΕΠ.
Εάν οι επενδυτές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι τα δημόσια χρέη των δύο αυτών χωρών δεν είναι βιώσιμα, το ευρώ μπορεί να υποστεί νέες πιέσεις.
ΗΠΑ: Το δολάριο είναι το δικό μας νόμισμα αλλά το δικό σας πρόβλημα
Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κάποια προστασία από αυτό το πρόβλημα.
Τα αποθέματα σχιστολιθικού αερίου τις καθιστούν μια σχετική νικήτρια της ενεργειακής κρίσης.
Και η άνοδος του δολαρίου θα τις βοηθήσει να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό πιο γρήγορα από άλλες χώρες.
Όμως, το ισχυρό δολάριο κάνει τη ζωή πιο δύσκολη για όλους σχεδόν τους άλλους.
Αυξάνει τον πληθωρισμό στον υπόλοιπο κόσμο και ενισχύει την πίεση για όσους έχουν δανειστεί σε δολάρια.
Έχουν περάσει περισσότερα από 50 χρόνια από τότε που ένας Αμερικανός υπουργός Οικονομικών είπε στους ομολόγους του των άλλων χωρών ότι «το δολάριο είναι το δική μας νόμισμα, αλλά το δικό σας πρόβλημα».
Το ρητό είναι και πάλι επίκαιρο σήμερα.
Βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια μιας νέας κρίσης χρέους που ενδεχομένως να σαρώσει τον Παγκόσμιο Νότο.
Οι φτωχές χώρες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις υψηλές τιμές των τροφίμων και της ενέργειας.
Η αυξημένη αποστροφή του κινδύνου των επενδυτών τις πλήττει ανελέητα.
Τα σπρεντ του δολαριακού χρέους υψηλών αποδόσεων του Παγκόσμιου Νότου έναντι των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου ξεπερνά πλέον το 10% – και είναι περίπου διπλάσιο από τα επίπεδα όπου βρίσκονταν το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, σύμφωνα με το IIF.
Η κρίση θα πλήξει χώρες που δεν συμμετείχαν στο «πάρτι» του δωρεάν χρήματος
Η Σρι Λάνκα, η Γκάνα, η Αίγυπτος και το Πακιστάν έχουν ήδη ζητήσει βοήθεια από το ΔΝΤ για τα χρέη τους.
Περίπου το 60% των χωρών χαμηλού εισοδήματος αντιμετωπίζουν προβλήματα χρέους ή κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν, αναφέρει έκθεση του ΔΝΤ.
Μέχρι στιγμής, τα προβλήματα αυτά δεν έχουν προσλάβει τις εκρηκτικές διαστάσεις που είχε προσλάβει η καταστροφική κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής κατά τη δεκαετία του 1980, η οποία έπληξε επίσης την Αφρική, ή η κρίση χρέους της Ανατολικής Ασίας στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η οποία απλώθηκε στη Ρωσία και τη Βραζιλία.
Επιπλέον, οι μεγάλες δυτικές τράπεζες έχουν μικρότερη έκθεση στις αναδυόμενες αγορές σε σχέση με τη δεκαετία του 1980.
Από την άλλη μεριά όμως σήμερα, το χρέος κατανέμεται μεταξύ πολλών επενδυτών ομολόγων και η Κίνα είναι ένας τεράστιος δανειστής.
Αυτή η κατακερματισμένη βάση πιστωτών καθιστά δυσκολότερη την αναδιάρθρωση του δανεισμού των χωρών: κανένας δανειστής δεν θέλει να πάρει μεγάλες ζημιές αν δεν είναι σίγουρος ότι και οι άλλοι θα μοιραστούν τον πόνο.
Οι φτωχές χώρες ενδέχεται να εκραγούν από θυμό, καθώς θα αισθάνονται ότι είναι θύματα των ενεργειών των πλουσιότερων χωρών.
Δεν πλημμύρισαν αυτές τον κόσμο με φθηνό χρήμα, δεν πήραν αυτές άπειρα εμβόλια για να αντιμετωπίσουν στην πανδημία, δεν προκάλεσαν αυτές τις κρίσεις στα τρόφιμα και στην ενέργεια – και σίγουρα δεν φταίνε αυτές για την κλιματική κρίση που τις πλήττει με ιδιαίτερα βαρύ τρόπο.
Ωστόσο, όπως και στην Ευρώπη και την Κίνα, τα προβλήματα που προκαλούνται από μια δεκαετία φαινομενικά δωρεάν χρήματος θα γυρίσουν μπούμερανγκ.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών