Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, το επενδυτικό κενό σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο στη Δύση έχει φτάσει τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως
Αναλυτικότερα ο Daniel Lacalle γράφει:
Υπάρχουν πάρα πολλά λάθη στην πρωτοβουλία της G7 να επιβάλλει πλαφόν ανώτατης τιμής στο ρωσικό πετρέλαιο.
Το πρώτο λάθος είναι ότι η συγκεκριμένη κίνηση δεν βλάπτει σε τίποτα τη Ρωσία.
Αυτό συμβαίνει διότι το συμφωνηθέν πλαφόν, τα 60 δολάρια το βαρέλι, είναι υψηλότερο όχι μόνο από την τρέχουσα τιμή του ρωσικού πετρελαίου, αλλά και πάνω από τον μέσο όρο της τιμής του κατά την τελεταία πενταετία αλλά και υψηλότερο από τη μέση τιμή στην οποία πουλάει πετρέλαιο η Rosneft.
Επιδότηση προς την Κίνα
Σύμφωνα με το Reuters, «η επιβολή πλαφόν από τη G7 θα επιτρέψει σε χώρες εκτός ΕΕ να συνεχίσουν να εισάγουν ρωσικό αργό δια θαλάσσης, αλλά θα απαγορεύει στις ναυτιλιακές, ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες να διακινούν φορτία ρωσικού αργού σε όλο τον κόσμο, εκτός εάν πωλείται σε τιμή χαμηλότερη των 60 δολαρίων το βαρέλι».
Αυτό όμως σημαίνει ότι η Κίνα θα είναι σε θέση να αγοράζει περισσότερο ρωσικό πετρέλαιο με μεγάλη έκπτωση, ενώ ο ρωσικός κρατικός πετρελαϊκός γίγαντας θα συνεχίσει να έχει μια πολύ υγιή απόδοση 16% επί του μέσου όρου του απασχολούμενου κεφαλαίου (ROACE) και περισσότερα από 8,8 δισεκατομμύρια ρούβλια σε έσοδα.
Για το λόγο αυτό η επιβολή του συγκεκριμένου πλαφόν αποτελεί επιδότηση προς την Κίνα και εγγυάται ότι η Rosneft θα διατηρήσει την κερδοφορία της και θα συνεχίσει να αποδίδει δισεκατομμύρια δολάρια στο ρωσικό κράτος σε φόρους.
Τα 60 ευρώ πλέον θα είναι ο πάτος του πετρελαίου, ακόμη κι αν μειωθεί η ζήτηση
Επιπλέον η επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο είναι μεγάλο λάθος αν θέλουμε να δούμε χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου.
Επιβάλλοντας πλαφόν, η G7 δημιουργούν έναν περιττό και τεχνητό πάτο στις τιμές του πετρελαίου.
Οι G7 δεν έχουν καταλάβει γιατί οι τιμές του πετρελαίου έχουν εκτοξευθεί το 2022.
Ορίζοντας πλαφόν στα 60 δολάρια το βαρέλι, το οποίο είναι η χαμηλότερη τιμή στην οποία μπορεί να πουληθεί το πετρέλαιο σήμερα, οι G7 καθιστούν αδύνατο να πέσουν οι τιμές σε χαμηλότερο επίπεδο αν υπάρχει κρίση ζήτησης.
Έτσι η G7, με τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς της έχει αφαιρέσει από την παγκόσμια προσφορά 4,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, από τις εκτιμώμενες ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου για το 2023, και επιπλέον έχει κάνει τον ΟΠΕΚ πιο πρόθυμο να μειώσει την προσφορά για να αυξήσει τις τιμές.
Η Κίνα πρέπει να είναι εξαιρετικά ευτυχισμένη.
Ο ασιατικός κολοσσός θα εξασφαλίσει μακροπρόθεσμα όσο πετρέλαιο χρειάζεται σε μια άκρως ελκυστική τιμή από τη Ρωσία και θα πουλάει ραφιναρισμένα προϊόντα παγκοσμίως με υψηλότερα περιθώρια κέρδους.
Η Sinopec και η Petrochina θα βρουν αρκετές ευκαιρίες στην παγκόσμια αγορά για να εξασφαλίσουν καλύτερα περιθώρια κέρδους για τα διυλισμένα προϊόντα τους, ενώ θα επωφελούνται από την προνομιακή τους πρόσβαση στην προσφορά της Ρωσίας, όσο κι αν περιοριστεί η παγκόσμια προσφορά.
H G7 βάζουν εμπόδια στην έρευνα και ανάπτυξη της εξόρυξης πετρελαίου στη Δύση
Εάν η G7 ήθελε πραγματικά να βλάψει τα οικονομικά συμφέροντα και τις εξαγωγές της Ρωσίας, ο μόνος τρόπος να το κάνει ήταν να ενθαρρύνει μεγάλες επενδύσεις σε εναλλακτικές και πιο ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας. Ωστόσο, κάνει ακριβώς το αντίθετο.
Οι κυβερνήσεις της G7 συνεχίζουν να επιβάλλουν φραγμούς στις επενδύσεις στην έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου, και θέτουν ρυθμιστικά και λανθασμένα αποκαλούμενα περιβαλλοντικά βάρη που καθιστούν ακόμη πιο δύσκολη την εγγύηση της διαφοροποίησης και της ασφάλειας του εφοδιασμού.
Το γεγονός που έβαλε τέλος στην πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970 ήταν η εκπληκτική άνοδος των επενδύσεων σε άλλες πετρελαιοπαραγωγικές περιοχές.
Σήμερα όμως ο ενεργειακός τομέας υποφέρει από ανησυχητικά επίπεδα υποεπένδυσης.
Η υποεπένδυση της Δύσης σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο
Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, το επενδυτικό κενό σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο έχει φτάσει τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Η επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο δίνει κίνητρο στους παραγωγούς να πουλήσουν ό,τι μπορούν και να επενδύσουν όσο το δυνατόν λιγότερα, και αυτό μπορεί να συνεπάγεται πολύ υψηλότερες τιμές πετρελαίου στο μέλλον.
Η Κίνα και η Ρωσία γνωρίζουν επίσης ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και άλλες εναλλακτικές λύσεις δεν είναι στην πραγματικότητα μια ευρέως διαθέσιμη εναλλακτική και ότι, ούτως ή άλλως, για να αντικαταστήσουν τους υδρογονάνθρακες, απαιτούνται επενδύσεις τρισεκατομμυρίων δολαρίων στην εξόρυξη χαλκού, κοβαλτίου και σπάνιων γαιών.
Επιβάλλοντας το λεγόμενο ανώτατο όριο στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου, μετά από τα πλήθος εμπόδια στην ανάπτυξη εγχώριων πόρων που εδώ και χρόνια έχουν εισάγει, οι κυβερνήσεις της G7 ενδέχεται να φυτεύουν τους σπόρους ενός μεγάλου κύκλου εκρηκτικής αύξησης στις τιμές των εμπορευμάτων, κατά την οποία η εξάρτηση της Δύσης από τον ΟΠΕΚ και τη Ρωσία θα αυξάνεται αντί να μειώνεται.
Επαναλαμβάνω αυτό που λέω εδώ και μήνες, καταλήγει ο Lacalle.
Οι κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών, με τις επιλογές τους, αντί να σπάνε την εξάρτηση της Δύσης από τη Ρωσία την ενισχύουν, και συνάμα ενισχύσουν και την εξάρτησή τους από την Κίνα.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών