Υποχώρηση της ανάπτυξης, αδυναμία των κεντρικών τραπεζών να ελέγξουν την οικονομία, καθιστούν όλο και πιο ανήσυχους τους αναλυτές
Zοφερές είναι εκθέσεις των κορυφαίων επενδυτικών οίκων παγκοσμίως, αναφορικά με το τι μέλλει γενέσθαι σε οικονομίες και αγορές το 2023.
Μάλιστα, το εντυπωσιακό είναι ότι σε αυτές τις προειδοποιήσεις δεν εμφανίζονται κάποιοι οίκοι ή αναλυτές που έχουν χαρακτηρισθεί ως «παραδοσιακές αρκούδες και απαισιόδοξοι» αλλά ορισμένα από τα κορυφαία ονόματα της Wall Street, όπως η Goldman Sachs, η JP Morgan, η BlackRock κ.λπ.
Κοινός παρανομαστής είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες θα ωθήσουν τις οικονομίες σε ύφεση…
Το Bankingnews συνέλεξε τις απόψεις και τις εκτιμήσεις τους, και σας τις παρουσιάζει…
Goldman Sachs: Παγκόσμια ανάπτυξη μόλις 1,8%
Η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνθηκε το 2022 λόγω της δημοσιονομικής και νομισματικής σύσφιξης, των περιορισμών λόγω Covid στην Κίνα, της ύφεσης στην αγορά ακινήτων και του πολέμου Ρωσίας - Ουκρανίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, για το 2023, η επενδυτική τράπεζα αναμένει παγκόσμια ανάπτυξη μόλις 1,8%, με την ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας να έρχεται σε αντιπαραβολή με την ευρωπαϊκή ύφεση και το ανώμαλο «άνοιγμα» στην Κίνα.
Οι ΗΠΑ θα αποφύγουν στο παρά «ένα» την ύφεση καθώς ο δομικός πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί από 5% σε 3% στα τέλη του 2023.
Παράλληλα, η ανεργία θα αυξηθεί κατά 0,5%.
Σε ό,τι αφορά τη νομισματική σύσφιξη, η Fed θα αυξήσει το επιτόκιο αναφοράς κατά 125 μονάδες βάσης, στο επίπεδο του 5-5,25%.
Όπως λέει η Goldman Sachs, αυτός ο κύκλος είναι διαφορετικός από προηγούμενες περιόδους, διότι α) η αγορά εργασίας έχει υπερθερμανθεί, β) ο αποπληθωριστικός αντίκτυπος της πρόσφατης εξομάλυνσης στις αλυσίδες εφοδιασμού και τις αγορές ενοικίασης κατοικιών έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει και γ) οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμένουν καλά αγκυρωμένες.
Επίσης, η ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται πιθανώς σε ύφεση, κυρίως λόγω του πραγματικού εισοδήματος που έχει πληγεί από την αύξηση των λογαριασμών ενέργειας.
Από την άλλη, αναμένεται ήπια συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς η Ευρώπη έχει ήδη καταφέρει να περικόψει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου χωρίς να επηρεαστεί πολύ η ανάπτυξη.
Δεδομένων των κινδύνων ύφεσης και του πληθωρισμού, αναμένονται τώρα αυξήσεις επιτοκίων ως τον Μάιο από την ΕΚΤ μέχρι τα επίπεδα του 3%.
Η Κίνα είναι πιθανό να αναπτυχθεί αργά το α’ λόγω των κρουσμάτων Covid.
JP Morgan: Ο πληθωρισμός θα πρέπει να αρχίσει να μετριάζεται
Παρά το γεγονός ότι παραμένει πάνω από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών, ο πληθωρισμός θα αρχίσει να υποχωρεί καθώς η οικονομία επιβραδύνεται, η αγορά εργασίας αποδυναμώνεται, οι πιέσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού συνεχίζουν να αμβλύνονται και η Ευρώπη διαφοροποιεί τον ενεργειακό της εφοδιασμό.
Στο βασικό του σενάριο, ο επενδυτικός οίκος προβλέπει ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες θα καταγράψουν ήπια ύφεση το 2023.
Από την άλλη, τόσο οι μετοχές όσο και τα ομόλογα έχουν προεξοφλήσει τα μακροοικονομικά προβλήματα που πρόκειται να εκδηλωθούν το 2023 και φαίνονται ολοένα και πιο ελκυστικά, «και είμαστε πιο ενθουσιασμένοι με τα ομόλογα από ό,τι ήμασταν εδώ και μια δεκαετία.
Το sell-off που σημειώθηκε στις αγορές «άφησε» ορισμένες μετοχές με ισχυρές δυνατότητες κερδοφορίας σε πολύ χαμηλές αποτιμήσεις.
Πιστεύουμε ότι υπάρχουν ευκαιρίες σε μετοχές που σχετίζονται με το κλίμα και στις αναδυόμενες αγορές».
Για την Ευρώπη, ο βασικός κίνδυνος αφορά λιγότερο την κατάρρευση στην αγορά κατοικίας και περισσότερο τον ενεργειακό εφοδιασμό, δεδομένου ότι η Ρωσία – ο πρώην προμηθευτής του 40% του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου – διέκοψε το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών της αυτό το καλοκαίρι.
Αν δεν αλλάξουν οι θερμοκρασίες και αντιμετωπίσουμε τσουχτερό κρύο τους πρώτους μήνες του 2023, η Ευρώπη φαίνεται όλο και πιο πιθανό να περάσει αυτόν τον χειμώνα χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στην επιβολή δελτίου.
Morgan Stanley: Επιβαρυμένες οι προοπτικές…
Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, μια συρροή πρωτοφανών γεγονότων το 2022 αποδυνάμωσε τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων σε όλες τις αγορές.
Η αναταραχή του 2022 επιβαρύνει πλέον, σε μεγάλο βαθμό, τις επενδυτικές προοπτικές για το 2023, με επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη, τον πληθωρισμό, την πολιτική των κεντρικών τραπεζών και των επιτοκίων, την πιστωτική ποιότητα, τα κέρδη, τις αποτιμήσεις, το επενδυτικό κλίμα και άλλους βασικούς δείκτες.
Η οικονομική εξισορρόπηση μπορεί να είναι δύσκολη…
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να σταθμίσουν προσεκτικά τις επιλογές τους καθώς προσπαθούν να καταστείλουν τον πληθωρισμό χωρίς να βλάψουν την οικονομία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι προκλήσεις της αγοράς εργασίας και της ενέργειας δεν θα διευκολύνουν την ομαλή πορεία – αν και η Ευρώπη προς το παρόν φαίνεται ασφαλής.
Η οικονομία των ΗΠΑ, πιο ευέλικτη και ενεργειακά ανεξάρτητη, έχει ένα ελαφρύ πλεονέκτημα στο να χαλαρώσει τις ανισορροπίες της.
«Συνολικά, αναμένουμε ότι τα περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος (π.χ. ομόλογα) θα έχουν καλύτερη απόδοση από τις μετοχές το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Τελικά, το φάσμα των πιθανών μακροοικονομικών σεναρίων είναι ευρύ και εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο προχωρούν οι κεντρικές τράπεζες, ιδιαίτερα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ.
Αναμένουμε να δούμε μια ρηχή ύφεση και μια μέτρια, αλλά σε μεγάλο βαθμό περιοριστική νομισματική πολιτική.
Κατά την άποψή μας, οι δρόμοι για την επανεξισορρόπηση, και όχι μόνο τα μακροοικονομικά αποτελέσματα, θα έχουν σημασία για τις αγορές το 2023» καταλήγει η Morgan Stanley.
BlackRock: Νέο καθεστώς…
Σύμφωνα με την BlackRock, το 2023 τα περιουσιακά στοιχεία που ενέχουν κίνδυνου, δηλαδή τα ομόλογα και οι μετοχές, θα παραμείνουν υπό πίεση…
Οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν θα προστρέξουν προς διάσωση και η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί, με την αυστηροποίηση σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής να προοιωνίζεται ύφεση…
«Αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί αλλά θα παραμείνει επίμονα υψηλότερος από τους στόχους της κεντρικής τράπεζας του 2%.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία, πιστεύουμε, είναι πόση από την οικονομική ζημιά αντανακλάται ήδη σε ό,τι προεξοφλεί η αγορά.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η προεξόφληση της ζημίας είναι το πρώτο επενδυτικό μας θέμα για το 2023.
Θα γίνουμε bullish στις μετοχές όταν πιστέψουμε ότι η ζημιά προεξοφλείται ή όταν αλλάξει η άποψή μας για τον κίνδυνο αγοράς.
Ωστόσο, δεν θα το δούμε αυτό ως προοίμιο για άλλη μια δεκαετή bull market σε μετοχές και ομόλογα.
Είμαστε θετικοί απέναντι στα ομόλογα, αλλά, από την άλλη πλευρά, πιστεύουμε ότι τα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα δεν θα παίξουν τον παραδοσιακό τους ρόλο ως διαφοροποιητών χαρτοφυλακίου, λόγω του επίμονου πληθωρισμού.
Άλλωστε, βλέπουμε τους να απαιτούν υψηλότερη αποζημίωση για τη διακράτησή τους, καθώς οι κεντρικές τράπεζες αυστηροποιούν τη νομισματική πολιτική τους, σε μια περίοδο με τη συσσώρευση χρέους να αγγίζουν παγκοσμίως ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Το συμπέρασμα μας: Το νέο καθεστώς απαιτεί ένα νέο επενδυτικό playbook» καταλήγει η BlackRock.
Barclays: Μακρά, σκληρή βραδιά
Η επόμενη χρονιά θα είναι μια μακρά, σκληρή βραδιά… αναφέρει η Barclays.
Το 2023 μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί ένα έτος με τη μεγαλύτερη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τη βρετανική τράπεζα, ο κόσμος θα αναπτυχθεί κατά 1,7% το επόμενο έτος - μια μεγάλη επιβράδυνση από την ανάπτυξη +6% του 2021 και μια σημαντική πτώση από την ανάπτυξη +3,2% για το 2022.
Ο πληθωρισμός πιθανότατα θα μειωθεί σταδιακά, με τις τιμές καταναλωτή παγκοσμίως να αυξάνονται σε 4,6% κατά μέσο όρο το επόμενο έτος.
Οι προηγμένες οικονομίες οδεύουν σε ύφεση, με επικεφαλής τη ζώνη του ευρώ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Από την άλλη, οι ΗΠΑ πιθανότατα θα συρρικνωθούν και το 2023, καθώς οι επιπτώσεις των επιτοκιακών αυξήσεων θα συνεχίσουν να πλήττουν την οικονομία.
Οι αναλυτές της Βarclays προβλέπουν ανάπτυξη κάτω από τη συναίνεση (3,8%) στην Κίνα, δεδομένης της αργής άρσης των πολιτικών μηδενικής COVID και του υποτονικού τομέα ακινήτων.
Τέλος, ο οίκος είναι bearish στα περιουσιακά στοιχεία κινδύνου, για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο.
Παρά την υποχώρηση του 2022, οι αναλυτές μας πιστεύουν ότι οι παγκόσμιες αγορές μετοχών έχουν περιθώρια περαιτέρω πτώσης.
Μάλιστα, οι αμερικανικές μετοχές τείνουν να υποχωρήσουν 30-35% κάτω από το ανώτατο όριο στη μέση μιας ύφεσης.
Αυτό υποδηλώνει πως η εύλογη αξία για τον δείκτη S&P 500 για το α’ εξάμηνο του 2023 είναι οι 3.200 μονάδες.
Οι ευρωπαϊκές αποτιμήσεις φαίνονται πιο λογικές, αλλά αυτό αντισταθμίζεται από μια σημαντικά χειρότερη μακροοικονομική προοπτική από ό,τι στις ΗΠΑ.
«Τα ομόλογα έχουν υποαποδώσει σε μεγάλο βαθμό τις μετοχές το 2022 και οι αναλυτές μας βλέπουν τώρα περιορισμένη πτώση.
Εάν αναγκαζόταν κάποιος να επιλέξει μεταξύ μετοχών και ομολόγων, θα δίναμε σύσταση Overweight στο σταθερό εισόδημα έναντι των μετοχών.
Ωστόσο, τα μετρητά θα πρέπει να είναι ο πραγματικός νικητής του 2023, με τις αποδόσεις του front-end των ΗΠΑ να είναι πιθανό να ανέλθουν στο 4,5% ή υψηλότερο και να παραμείνουν εκεί για αρκετά τρίμηνα.
Η ικανότητα να κερδίζετε πάνω από 4% χωρίς να αναλαμβάνετε ουσιαστικά κανένα ρίσκο είναι ένας παράγοντας που θα επηρεάσει τόσο τις αγορές μετοχών όσο και των ομολόγων το επόμενο έτος» καταλήγει η Barclays.
Citi: Αστάθεια…
Σύμφωνα με τη Citigroup, το 2022 σημειώθηκαν μια σειρά από αρνητικές πρωτιές. Ο πόλεμος στην Ουκρανία τάραξε σε μεγάλο βαθμό τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων και ενέργειας, διεύρυνε το χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Η Fed προκάλεσε το ταχύτερο σύνολο αυξήσεων των επιτοκίων στην Ιστορία, για να περιορίσει τις πληθωριστικές πιέσεις, το ασφαλές καταφύγιο του αμερικανικού δολαρίου ενισχύθηκε και τα αγαθά σχεδόν παντού έγιναν πιο ακριβά, ενισχύοντας τις πιέσεις.
Όλα αυτά είναι πηγές αστάθειας.
Σε αυτό το περιβάλλον, οι μετοχές και τα ομόλογα υποχώρησαν, με τις κοινές απώλειες να ξεπερνούν το 20% (στα χαμηλά).
Τα μετρητά ξεπέρασαν σχεδόν κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων.
«Καθώς κοιτάμε μπροστά, ωστόσο, πρέπει να θυμόμαστε ότι οι αγορές οδηγούν τις οικονομίες.
Η κακή απόδοση των αγορών του 2022 προεξοφλεί την οικονομική αδυναμία που περιμένουμε το 2023: Οι αγορές προηγούνται, η οικονομία ακολουθεί.
Πιστεύουμε ότι οι αυξήσεις επιτοκίων της Fed και το συρρικνούμενο χαρτοφυλάκιο ομολόγων ήταν αρκετά αυστηρά ώστε να προκαλέσουν οικονομική συρρίκνωση εντός του 2023.
Και αν η Fed δεν σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων μέχρι να δει τη συρρίκνωση, μπορεί να ακολουθήσει βαθύτερη ύφεση.
Τα πιο πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό και τα πρακτικά της Fed υποδηλώνουν ότι η Fed γνωρίζει αυτούς τους κινδύνους.
«Μεταξύ Δεκεμβρίου 2019 και Νοεμβρίου 2022, ο δείκτης S&P 500 αυξήθηκε 25% και ο MSCI World κατά 15,4%.
Για το 2023, επαναλαμβάνουμε τη θεμελιώδη σοφία της διατήρησης των πλήρως επενδυμένων χαρτοφυλακίων.
Θυμηθείτε, η παγκόσμια οικονομία είναι ιδιαίτερα προσαρμοστική και ανθεκτική.
Το ίδιο και οι αγορές
Οι αγορές το 2023 θα οδηγήσουν την οικονομική ανάκαμψη που προβλέπουμε για το 2024.
Ως εκ τούτου, αναμένουμε ότι το 2023 μπορεί τελικά να προσφέρει μια σειρά σημαντικών ευκαιριών για επενδυτές.
Πρώτα, όμως, πρέπει να ξεπεράσουμε μια ύφεση στις ΗΠΑ που δεν έχει ξεκινήσει ακόμη.
Ο δανεισμός των νοικοκυριών συντηρεί την ανάπτυξη επί του παρόντος, αλλά αυτή η αποταμίευση είναι πιθανότατα μη βιώσιμη, δεδομένου του αποπληθωρισμού των τιμών των χρηματοπιστωτικών αγορών και των ακινήτων.
Επίσης, όταν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια είναι υψηλότερα, υπάρχει μια φυσική προκατάληψη για αναβολή αγορών.
Υπενθυμίζουμε στους επενδυτές ότι τα τελευταία 100 χρόνια, καμία bear market που σχετίζεται με ύφεση δεν έχει σταματήσει πριν καν ξεκινήσει η ύφεση. (Φυσικά, υπάρχει μια πρώτη φορά για όλα.)
Πιστεύουμε ότι το τρέχον bear market ράλι βασίζεται σε πρόωρες ελπίδες ότι η ύφεση δεν θα συμβεί – χάρη στο λεγόμενο «soft landing» – και ότι δεν θα υπάρξει ουσιαστική μείωση των εταιρικών κερδών.
Δεύτερον, πρέπει να δούμε μια βαθύτερη ύφεση στην Ευρώπη που παλεύει μεταξύ ενεργειακής λειψυδρίας και πληθωρισμού.
Πρέπει επίσης να δούμε μια διαρκή οικονομική ανάκαμψη στην Κίνα, της οποίας οι προηγούμενες πολιτικές και οι τρέχουσες πολιτικές για την COVID περιορίζουν την εγχώρια ανάπτυξη.
Τρίτον, πρέπει να δούμε τη Fed να αλλάζει και να χαλαρώνει.
Κατά ειρωνικό τρόπο, όταν η Fed θα μειώσει τα επιτόκια για πρώτη φορά το 2023 – ένα γεγονός που αναμένουμε μετά από αρκετές αρνητικές αναφορές για την απασχόληση – θα το κάνει σε μια εποχή που η οικονομία ήδη θα αποδυναμώνεται» καταλήγει η Citi.
BNP Paribas: Αβέβαιες εποχές – Το χαρτοφυλάκιο 60/40
«Έχουμε συνηθίσει σε αβέβαιες εποχές» αναφέρει σε ενημερωτικό σημείωμά της η γαλλική BNP Paribas και συνεχίζει: «Το 2022 ήταν μια εξαιρετικά απαιτητική χρονιά για τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Η επενδυτική λογική για το κλασικό χαρτοφυλάκιο 60% μετοχών / 40% ομολόγων λέει ότι θα προσφέρει σταθερές, αν όχι θεαματικές αποδόσεις.
Από τον Οκτώβριο, το χαρτοφυλάκιο 60/40 βρισκόταν… σε καλό δρόμο για να… γράψει τη χειρότερη χρονιά από άποψη απόδοσης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η απότομη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων ήταν ένας βασικός λόγος.
Πέρα από το 60/40, είδαμε μεγάλες εναλλαγές στο στυλ, με τις μετοχές αξίας να αντιστρέφουν την τάση των τελευταίων ετών και να υπερβαίνουν τις μετοχές ανάπτυξης.
Στις αγορές συναλλάγματος, το δολάριο ΗΠΑ εκτινάχθηκε ενώ το γεν χτυπήθηκε χωρίς έλεος.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν καταστεί μεγάλος κίνδυνος για τους επενδυτές.
Η σύγκρουση στην Ουκρανία είχε βαθύ αντίκτυπο στις τιμές των εμπορευμάτων, ενισχύοντας τον πληθωρισμό και αναγκάζοντας την ΕΕ να επανεξετάσει τις ενεργειακές της πολιτικές.
Αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δομή της βιομηχανίας και στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών τα επόμενα χρόνια.
Εν τω μεταξύ, οι αγορές παρακολουθούν στενά τις σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ, φοβούμενοι ότι οι εντάσεις για την Ταϊβάν θα μπορούσαν να κλιμακωθούν.
Χωρίς αμφιβολία το 2023 θα φέρει νέες πηγές αστάθειας.
Αλλά αυτή η αστάθεια θα πρέπει να θεωρηθεί ευκαιρία».
Lazard: Περίπλοκο το τοπίο
Κατά την άποψη της Lazard, τα κρίσιμα ζητήματα των τελευταίων 12 μηνών -πληθωρισμός, νομισματική πολιτική και κίνδυνος ύφεσης- είναι πιθανό να παραμείνουν στο επίκεντρο - αν και σε διαφορετική μορφή το 2023.
«Οι πληθωριστικές πιέσεις, που κυριάρχησαν στις αγορές το 2022, κατά την άποψή μας, πιθανότατα κορυφώθηκαν στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες.
Ωστόσο, η ισχύς της οικονομίας των ΗΠΑ και η φύση των αυξήσεων των τιμών στην Ευρώπη καθιστούν απίθανη τη μείωση του πληθωρισμού στο εύρος στόχου των κεντρικών τραπεζών (2%) – κάτι που για την ομάδα μας μπορεί να σημαίνει περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων το 2023.
Το επιτόκιο κεφαλαίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ θα μπορούσε να φτάσει το 5%–6%, πολύ πάνω από τις προσδοκίες της αγοράς, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ωθήσει τα επιτόκια στο 2,5%–3%, με αποτέλεσμα σύντομες και ρηχές υφέσεις και στις δύο περιοχές κατά τη διάρκεια του έτους.
Ενώ η στροφή προς υψηλότερο πληθωρισμό και υψηλότερα επιτόκια που ξεκίνησε το 2021 και το 2022 μπορεί να είναι διαφορετική, είναι μια επιστροφή σε κάποια κανονικότητα ύστερα από μια δεκαετία αποπληθωρισμού και εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων, μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση το 2008.
Στην πραγματικότητα, πιστεύουμε ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε μια περίοδο διαρθρωτικά υψηλότερου πληθωρισμού: μια πιο μακροπρόθεσμη μετατόπιση που απορρέει εν μέρει από το αυξημένο κόστος που σχετίζεται με την αναδιάρθρωση των αλυσίδων εφοδιασμού -την on-shoring ή την "shoring-shoring" της παραγωγής- και εν μέρει από τις αυξημένες δαπάνες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή τα επόμενα χρόνια.
Το συμπέρασμα: Τι σκαμπανεβάσματα μπορεί να επιφυλάσσει η αγορά;
Η απάντηση δεν είναι απλή, γιατί τα περίπλοκα ζητήματα και οι κίνδυνοι το 2022 δεν έχουν εξαφανιστεί.
Ωστόσο, μετά από ένα έτος που χαρακτηρίζεται από κραδασμούς, εκπλήξεις και την έναρξη δραματικών, μακροπρόθεσμων αλλαγών, οι επενδυτές μπορεί να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι ώστε να προσεγγίσουν το επόμενο έτος, δίνοντας έμφαση στη διαφοροποίηση και τη θεμελιώδη ανάλυση όταν πρόκειται για επενδύσεις.
Οι επενδυτές αξίας είχαν ένα ισχυρό 12μηνο, αλλά πιστεύουμε ότι η εναλλαγή της αξίας έχει κάποιο περιθώριο να τρέξει, ιδιαίτερα για όσους τοποθετούνται βάσει θεμελιωδών μεγεθών».
Fidelity: Σκληρή προσγείωση
Σύμφωνα με τη Fidelity, Οι αγορές θέλουν να πιστεύουν ότι οι κεντρικές τράπεζες θα αλλάξουν κατεύθυνση, προκειμένου οι οικονομίες να βιώσουν αυτό το οποίο ονομάζουν «ήπια προσγείωση».
«Όμως, κατά την άποψή μας, η σκληρή προσγείωση παραμένει το πιο πιθανό αποτέλεσμα το 2023
Ο προηγούμενος κανόνας παρέμβασης της κεντρικής τράπεζας “ό,τι χρειαστεί” κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της πανδημίας έχει ξεχαστεί
Μέχρι να το αντιληφθούν πλήρως οι αγορές, μπορεί να δούμε απότομα ράλι στην πλάτη της αναμενόμενης δράσης της Fed.
Τα επιτόκια τελικά θα αυξηθούν και άλλο, αλλά εάν ο πληθωρισμός παραμείνει σταθερός πάνω από το 2%, είναι απίθανο να μειωθούν γρήγορα - ακόμα κι αν οι τράπεζες λάβουν άλλα μέτρα για τη διατήρηση της ρευστότητας και τη διαχείριση της ολοένα μεγαλύτερης συσσώρευσης χρέους.
Ένας βασικός παράγοντας που πρέπει να προσέξετε είναι πού πηγαίνει το δολάριο.
Το 2022, το ισχυρό δολάριο απέδειξε ότι είναι μια σφαίρα καταστροφής για άλλες οικονομίες, τόσο για τον ανεπτυγμένο κόσμο όσο και για τις αναδυόμενες χώρες που έχουν χρέος σε σκληρό νόμισμα.
Εάν η Fed συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, ένα ακόμη ισχυρότερο δολάριο θα μπορούσε να πυροδοτήσει υφέσεις παντού.
Αντίθετα, μια αξιοσημείωτη αλλαγή στην κατεύθυνση του δολαρίου θα μπορούσε να προσφέρει ευρεία ανακούφιση και να αυξήσει τη συνολική ρευστότητα στις οικονομίες.
Τέλος, καθώς οι αποδόσεις στα ομόλογα αυξάνονται, οι επενδυτές καλό είναι να αναζητούν ιδιότυπα στοιχεία στα χαρτοφυλάκιά τους αντί να βασίζονται σε ολόκληρες κινήσεις της αγοράς για να δημιουργήσουν αποδόσεις» καταλήγει η Fidelity.
www.bankingnews.gr
Μάλιστα, το εντυπωσιακό είναι ότι σε αυτές τις προειδοποιήσεις δεν εμφανίζονται κάποιοι οίκοι ή αναλυτές που έχουν χαρακτηρισθεί ως «παραδοσιακές αρκούδες και απαισιόδοξοι» αλλά ορισμένα από τα κορυφαία ονόματα της Wall Street, όπως η Goldman Sachs, η JP Morgan, η BlackRock κ.λπ.
Κοινός παρανομαστής είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες θα ωθήσουν τις οικονομίες σε ύφεση…
Το Bankingnews συνέλεξε τις απόψεις και τις εκτιμήσεις τους, και σας τις παρουσιάζει…
Goldman Sachs: Παγκόσμια ανάπτυξη μόλις 1,8%
Η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνθηκε το 2022 λόγω της δημοσιονομικής και νομισματικής σύσφιξης, των περιορισμών λόγω Covid στην Κίνα, της ύφεσης στην αγορά ακινήτων και του πολέμου Ρωσίας - Ουκρανίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, για το 2023, η επενδυτική τράπεζα αναμένει παγκόσμια ανάπτυξη μόλις 1,8%, με την ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας να έρχεται σε αντιπαραβολή με την ευρωπαϊκή ύφεση και το ανώμαλο «άνοιγμα» στην Κίνα.
Οι ΗΠΑ θα αποφύγουν στο παρά «ένα» την ύφεση καθώς ο δομικός πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί από 5% σε 3% στα τέλη του 2023.
Παράλληλα, η ανεργία θα αυξηθεί κατά 0,5%.
Σε ό,τι αφορά τη νομισματική σύσφιξη, η Fed θα αυξήσει το επιτόκιο αναφοράς κατά 125 μονάδες βάσης, στο επίπεδο του 5-5,25%.
Όπως λέει η Goldman Sachs, αυτός ο κύκλος είναι διαφορετικός από προηγούμενες περιόδους, διότι α) η αγορά εργασίας έχει υπερθερμανθεί, β) ο αποπληθωριστικός αντίκτυπος της πρόσφατης εξομάλυνσης στις αλυσίδες εφοδιασμού και τις αγορές ενοικίασης κατοικιών έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει και γ) οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμένουν καλά αγκυρωμένες.
Επίσης, η ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται πιθανώς σε ύφεση, κυρίως λόγω του πραγματικού εισοδήματος που έχει πληγεί από την αύξηση των λογαριασμών ενέργειας.
Από την άλλη, αναμένεται ήπια συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς η Ευρώπη έχει ήδη καταφέρει να περικόψει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου χωρίς να επηρεαστεί πολύ η ανάπτυξη.
Δεδομένων των κινδύνων ύφεσης και του πληθωρισμού, αναμένονται τώρα αυξήσεις επιτοκίων ως τον Μάιο από την ΕΚΤ μέχρι τα επίπεδα του 3%.
Η Κίνα είναι πιθανό να αναπτυχθεί αργά το α’ λόγω των κρουσμάτων Covid.
JP Morgan: Ο πληθωρισμός θα πρέπει να αρχίσει να μετριάζεται
Παρά το γεγονός ότι παραμένει πάνω από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών, ο πληθωρισμός θα αρχίσει να υποχωρεί καθώς η οικονομία επιβραδύνεται, η αγορά εργασίας αποδυναμώνεται, οι πιέσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού συνεχίζουν να αμβλύνονται και η Ευρώπη διαφοροποιεί τον ενεργειακό της εφοδιασμό.
Στο βασικό του σενάριο, ο επενδυτικός οίκος προβλέπει ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες θα καταγράψουν ήπια ύφεση το 2023.
Από την άλλη, τόσο οι μετοχές όσο και τα ομόλογα έχουν προεξοφλήσει τα μακροοικονομικά προβλήματα που πρόκειται να εκδηλωθούν το 2023 και φαίνονται ολοένα και πιο ελκυστικά, «και είμαστε πιο ενθουσιασμένοι με τα ομόλογα από ό,τι ήμασταν εδώ και μια δεκαετία.
Το sell-off που σημειώθηκε στις αγορές «άφησε» ορισμένες μετοχές με ισχυρές δυνατότητες κερδοφορίας σε πολύ χαμηλές αποτιμήσεις.
Πιστεύουμε ότι υπάρχουν ευκαιρίες σε μετοχές που σχετίζονται με το κλίμα και στις αναδυόμενες αγορές».
Για την Ευρώπη, ο βασικός κίνδυνος αφορά λιγότερο την κατάρρευση στην αγορά κατοικίας και περισσότερο τον ενεργειακό εφοδιασμό, δεδομένου ότι η Ρωσία – ο πρώην προμηθευτής του 40% του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου – διέκοψε το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών της αυτό το καλοκαίρι.
Αν δεν αλλάξουν οι θερμοκρασίες και αντιμετωπίσουμε τσουχτερό κρύο τους πρώτους μήνες του 2023, η Ευρώπη φαίνεται όλο και πιο πιθανό να περάσει αυτόν τον χειμώνα χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στην επιβολή δελτίου.
Morgan Stanley: Επιβαρυμένες οι προοπτικές…
Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, μια συρροή πρωτοφανών γεγονότων το 2022 αποδυνάμωσε τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων σε όλες τις αγορές.
Η αναταραχή του 2022 επιβαρύνει πλέον, σε μεγάλο βαθμό, τις επενδυτικές προοπτικές για το 2023, με επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη, τον πληθωρισμό, την πολιτική των κεντρικών τραπεζών και των επιτοκίων, την πιστωτική ποιότητα, τα κέρδη, τις αποτιμήσεις, το επενδυτικό κλίμα και άλλους βασικούς δείκτες.
Η οικονομική εξισορρόπηση μπορεί να είναι δύσκολη…
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να σταθμίσουν προσεκτικά τις επιλογές τους καθώς προσπαθούν να καταστείλουν τον πληθωρισμό χωρίς να βλάψουν την οικονομία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι προκλήσεις της αγοράς εργασίας και της ενέργειας δεν θα διευκολύνουν την ομαλή πορεία – αν και η Ευρώπη προς το παρόν φαίνεται ασφαλής.
Η οικονομία των ΗΠΑ, πιο ευέλικτη και ενεργειακά ανεξάρτητη, έχει ένα ελαφρύ πλεονέκτημα στο να χαλαρώσει τις ανισορροπίες της.
«Συνολικά, αναμένουμε ότι τα περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος (π.χ. ομόλογα) θα έχουν καλύτερη απόδοση από τις μετοχές το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Τελικά, το φάσμα των πιθανών μακροοικονομικών σεναρίων είναι ευρύ και εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο προχωρούν οι κεντρικές τράπεζες, ιδιαίτερα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ.
Αναμένουμε να δούμε μια ρηχή ύφεση και μια μέτρια, αλλά σε μεγάλο βαθμό περιοριστική νομισματική πολιτική.
Κατά την άποψή μας, οι δρόμοι για την επανεξισορρόπηση, και όχι μόνο τα μακροοικονομικά αποτελέσματα, θα έχουν σημασία για τις αγορές το 2023» καταλήγει η Morgan Stanley.
BlackRock: Νέο καθεστώς…
Σύμφωνα με την BlackRock, το 2023 τα περιουσιακά στοιχεία που ενέχουν κίνδυνου, δηλαδή τα ομόλογα και οι μετοχές, θα παραμείνουν υπό πίεση…
Οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν θα προστρέξουν προς διάσωση και η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί, με την αυστηροποίηση σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής να προοιωνίζεται ύφεση…
«Αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί αλλά θα παραμείνει επίμονα υψηλότερος από τους στόχους της κεντρικής τράπεζας του 2%.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία, πιστεύουμε, είναι πόση από την οικονομική ζημιά αντανακλάται ήδη σε ό,τι προεξοφλεί η αγορά.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η προεξόφληση της ζημίας είναι το πρώτο επενδυτικό μας θέμα για το 2023.
Θα γίνουμε bullish στις μετοχές όταν πιστέψουμε ότι η ζημιά προεξοφλείται ή όταν αλλάξει η άποψή μας για τον κίνδυνο αγοράς.
Ωστόσο, δεν θα το δούμε αυτό ως προοίμιο για άλλη μια δεκαετή bull market σε μετοχές και ομόλογα.
Είμαστε θετικοί απέναντι στα ομόλογα, αλλά, από την άλλη πλευρά, πιστεύουμε ότι τα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα δεν θα παίξουν τον παραδοσιακό τους ρόλο ως διαφοροποιητών χαρτοφυλακίου, λόγω του επίμονου πληθωρισμού.
Άλλωστε, βλέπουμε τους να απαιτούν υψηλότερη αποζημίωση για τη διακράτησή τους, καθώς οι κεντρικές τράπεζες αυστηροποιούν τη νομισματική πολιτική τους, σε μια περίοδο με τη συσσώρευση χρέους να αγγίζουν παγκοσμίως ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Το συμπέρασμα μας: Το νέο καθεστώς απαιτεί ένα νέο επενδυτικό playbook» καταλήγει η BlackRock.
Barclays: Μακρά, σκληρή βραδιά
Η επόμενη χρονιά θα είναι μια μακρά, σκληρή βραδιά… αναφέρει η Barclays.
Το 2023 μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί ένα έτος με τη μεγαλύτερη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τη βρετανική τράπεζα, ο κόσμος θα αναπτυχθεί κατά 1,7% το επόμενο έτος - μια μεγάλη επιβράδυνση από την ανάπτυξη +6% του 2021 και μια σημαντική πτώση από την ανάπτυξη +3,2% για το 2022.
Ο πληθωρισμός πιθανότατα θα μειωθεί σταδιακά, με τις τιμές καταναλωτή παγκοσμίως να αυξάνονται σε 4,6% κατά μέσο όρο το επόμενο έτος.
Οι προηγμένες οικονομίες οδεύουν σε ύφεση, με επικεφαλής τη ζώνη του ευρώ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Από την άλλη, οι ΗΠΑ πιθανότατα θα συρρικνωθούν και το 2023, καθώς οι επιπτώσεις των επιτοκιακών αυξήσεων θα συνεχίσουν να πλήττουν την οικονομία.
Οι αναλυτές της Βarclays προβλέπουν ανάπτυξη κάτω από τη συναίνεση (3,8%) στην Κίνα, δεδομένης της αργής άρσης των πολιτικών μηδενικής COVID και του υποτονικού τομέα ακινήτων.
Τέλος, ο οίκος είναι bearish στα περιουσιακά στοιχεία κινδύνου, για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο.
Παρά την υποχώρηση του 2022, οι αναλυτές μας πιστεύουν ότι οι παγκόσμιες αγορές μετοχών έχουν περιθώρια περαιτέρω πτώσης.
Μάλιστα, οι αμερικανικές μετοχές τείνουν να υποχωρήσουν 30-35% κάτω από το ανώτατο όριο στη μέση μιας ύφεσης.
Αυτό υποδηλώνει πως η εύλογη αξία για τον δείκτη S&P 500 για το α’ εξάμηνο του 2023 είναι οι 3.200 μονάδες.
Οι ευρωπαϊκές αποτιμήσεις φαίνονται πιο λογικές, αλλά αυτό αντισταθμίζεται από μια σημαντικά χειρότερη μακροοικονομική προοπτική από ό,τι στις ΗΠΑ.
«Τα ομόλογα έχουν υποαποδώσει σε μεγάλο βαθμό τις μετοχές το 2022 και οι αναλυτές μας βλέπουν τώρα περιορισμένη πτώση.
Εάν αναγκαζόταν κάποιος να επιλέξει μεταξύ μετοχών και ομολόγων, θα δίναμε σύσταση Overweight στο σταθερό εισόδημα έναντι των μετοχών.
Ωστόσο, τα μετρητά θα πρέπει να είναι ο πραγματικός νικητής του 2023, με τις αποδόσεις του front-end των ΗΠΑ να είναι πιθανό να ανέλθουν στο 4,5% ή υψηλότερο και να παραμείνουν εκεί για αρκετά τρίμηνα.
Η ικανότητα να κερδίζετε πάνω από 4% χωρίς να αναλαμβάνετε ουσιαστικά κανένα ρίσκο είναι ένας παράγοντας που θα επηρεάσει τόσο τις αγορές μετοχών όσο και των ομολόγων το επόμενο έτος» καταλήγει η Barclays.
Citi: Αστάθεια…
Σύμφωνα με τη Citigroup, το 2022 σημειώθηκαν μια σειρά από αρνητικές πρωτιές. Ο πόλεμος στην Ουκρανία τάραξε σε μεγάλο βαθμό τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων και ενέργειας, διεύρυνε το χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Η Fed προκάλεσε το ταχύτερο σύνολο αυξήσεων των επιτοκίων στην Ιστορία, για να περιορίσει τις πληθωριστικές πιέσεις, το ασφαλές καταφύγιο του αμερικανικού δολαρίου ενισχύθηκε και τα αγαθά σχεδόν παντού έγιναν πιο ακριβά, ενισχύοντας τις πιέσεις.
Όλα αυτά είναι πηγές αστάθειας.
Σε αυτό το περιβάλλον, οι μετοχές και τα ομόλογα υποχώρησαν, με τις κοινές απώλειες να ξεπερνούν το 20% (στα χαμηλά).
Τα μετρητά ξεπέρασαν σχεδόν κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων.
«Καθώς κοιτάμε μπροστά, ωστόσο, πρέπει να θυμόμαστε ότι οι αγορές οδηγούν τις οικονομίες.
Η κακή απόδοση των αγορών του 2022 προεξοφλεί την οικονομική αδυναμία που περιμένουμε το 2023: Οι αγορές προηγούνται, η οικονομία ακολουθεί.
Πιστεύουμε ότι οι αυξήσεις επιτοκίων της Fed και το συρρικνούμενο χαρτοφυλάκιο ομολόγων ήταν αρκετά αυστηρά ώστε να προκαλέσουν οικονομική συρρίκνωση εντός του 2023.
Και αν η Fed δεν σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων μέχρι να δει τη συρρίκνωση, μπορεί να ακολουθήσει βαθύτερη ύφεση.
Τα πιο πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό και τα πρακτικά της Fed υποδηλώνουν ότι η Fed γνωρίζει αυτούς τους κινδύνους.
«Μεταξύ Δεκεμβρίου 2019 και Νοεμβρίου 2022, ο δείκτης S&P 500 αυξήθηκε 25% και ο MSCI World κατά 15,4%.
Για το 2023, επαναλαμβάνουμε τη θεμελιώδη σοφία της διατήρησης των πλήρως επενδυμένων χαρτοφυλακίων.
Θυμηθείτε, η παγκόσμια οικονομία είναι ιδιαίτερα προσαρμοστική και ανθεκτική.
Το ίδιο και οι αγορές
Οι αγορές το 2023 θα οδηγήσουν την οικονομική ανάκαμψη που προβλέπουμε για το 2024.
Ως εκ τούτου, αναμένουμε ότι το 2023 μπορεί τελικά να προσφέρει μια σειρά σημαντικών ευκαιριών για επενδυτές.
Πρώτα, όμως, πρέπει να ξεπεράσουμε μια ύφεση στις ΗΠΑ που δεν έχει ξεκινήσει ακόμη.
Ο δανεισμός των νοικοκυριών συντηρεί την ανάπτυξη επί του παρόντος, αλλά αυτή η αποταμίευση είναι πιθανότατα μη βιώσιμη, δεδομένου του αποπληθωρισμού των τιμών των χρηματοπιστωτικών αγορών και των ακινήτων.
Επίσης, όταν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια είναι υψηλότερα, υπάρχει μια φυσική προκατάληψη για αναβολή αγορών.
Υπενθυμίζουμε στους επενδυτές ότι τα τελευταία 100 χρόνια, καμία bear market που σχετίζεται με ύφεση δεν έχει σταματήσει πριν καν ξεκινήσει η ύφεση. (Φυσικά, υπάρχει μια πρώτη φορά για όλα.)
Πιστεύουμε ότι το τρέχον bear market ράλι βασίζεται σε πρόωρες ελπίδες ότι η ύφεση δεν θα συμβεί – χάρη στο λεγόμενο «soft landing» – και ότι δεν θα υπάρξει ουσιαστική μείωση των εταιρικών κερδών.
Δεύτερον, πρέπει να δούμε μια βαθύτερη ύφεση στην Ευρώπη που παλεύει μεταξύ ενεργειακής λειψυδρίας και πληθωρισμού.
Πρέπει επίσης να δούμε μια διαρκή οικονομική ανάκαμψη στην Κίνα, της οποίας οι προηγούμενες πολιτικές και οι τρέχουσες πολιτικές για την COVID περιορίζουν την εγχώρια ανάπτυξη.
Τρίτον, πρέπει να δούμε τη Fed να αλλάζει και να χαλαρώνει.
Κατά ειρωνικό τρόπο, όταν η Fed θα μειώσει τα επιτόκια για πρώτη φορά το 2023 – ένα γεγονός που αναμένουμε μετά από αρκετές αρνητικές αναφορές για την απασχόληση – θα το κάνει σε μια εποχή που η οικονομία ήδη θα αποδυναμώνεται» καταλήγει η Citi.
BNP Paribas: Αβέβαιες εποχές – Το χαρτοφυλάκιο 60/40
«Έχουμε συνηθίσει σε αβέβαιες εποχές» αναφέρει σε ενημερωτικό σημείωμά της η γαλλική BNP Paribas και συνεχίζει: «Το 2022 ήταν μια εξαιρετικά απαιτητική χρονιά για τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Η επενδυτική λογική για το κλασικό χαρτοφυλάκιο 60% μετοχών / 40% ομολόγων λέει ότι θα προσφέρει σταθερές, αν όχι θεαματικές αποδόσεις.
Από τον Οκτώβριο, το χαρτοφυλάκιο 60/40 βρισκόταν… σε καλό δρόμο για να… γράψει τη χειρότερη χρονιά από άποψη απόδοσης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η απότομη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων ήταν ένας βασικός λόγος.
Πέρα από το 60/40, είδαμε μεγάλες εναλλαγές στο στυλ, με τις μετοχές αξίας να αντιστρέφουν την τάση των τελευταίων ετών και να υπερβαίνουν τις μετοχές ανάπτυξης.
Στις αγορές συναλλάγματος, το δολάριο ΗΠΑ εκτινάχθηκε ενώ το γεν χτυπήθηκε χωρίς έλεος.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν καταστεί μεγάλος κίνδυνος για τους επενδυτές.
Η σύγκρουση στην Ουκρανία είχε βαθύ αντίκτυπο στις τιμές των εμπορευμάτων, ενισχύοντας τον πληθωρισμό και αναγκάζοντας την ΕΕ να επανεξετάσει τις ενεργειακές της πολιτικές.
Αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δομή της βιομηχανίας και στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών τα επόμενα χρόνια.
Εν τω μεταξύ, οι αγορές παρακολουθούν στενά τις σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ, φοβούμενοι ότι οι εντάσεις για την Ταϊβάν θα μπορούσαν να κλιμακωθούν.
Χωρίς αμφιβολία το 2023 θα φέρει νέες πηγές αστάθειας.
Αλλά αυτή η αστάθεια θα πρέπει να θεωρηθεί ευκαιρία».
Lazard: Περίπλοκο το τοπίο
Κατά την άποψη της Lazard, τα κρίσιμα ζητήματα των τελευταίων 12 μηνών -πληθωρισμός, νομισματική πολιτική και κίνδυνος ύφεσης- είναι πιθανό να παραμείνουν στο επίκεντρο - αν και σε διαφορετική μορφή το 2023.
«Οι πληθωριστικές πιέσεις, που κυριάρχησαν στις αγορές το 2022, κατά την άποψή μας, πιθανότατα κορυφώθηκαν στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες.
Ωστόσο, η ισχύς της οικονομίας των ΗΠΑ και η φύση των αυξήσεων των τιμών στην Ευρώπη καθιστούν απίθανη τη μείωση του πληθωρισμού στο εύρος στόχου των κεντρικών τραπεζών (2%) – κάτι που για την ομάδα μας μπορεί να σημαίνει περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων το 2023.
Το επιτόκιο κεφαλαίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ θα μπορούσε να φτάσει το 5%–6%, πολύ πάνω από τις προσδοκίες της αγοράς, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ωθήσει τα επιτόκια στο 2,5%–3%, με αποτέλεσμα σύντομες και ρηχές υφέσεις και στις δύο περιοχές κατά τη διάρκεια του έτους.
Ενώ η στροφή προς υψηλότερο πληθωρισμό και υψηλότερα επιτόκια που ξεκίνησε το 2021 και το 2022 μπορεί να είναι διαφορετική, είναι μια επιστροφή σε κάποια κανονικότητα ύστερα από μια δεκαετία αποπληθωρισμού και εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων, μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση το 2008.
Στην πραγματικότητα, πιστεύουμε ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε μια περίοδο διαρθρωτικά υψηλότερου πληθωρισμού: μια πιο μακροπρόθεσμη μετατόπιση που απορρέει εν μέρει από το αυξημένο κόστος που σχετίζεται με την αναδιάρθρωση των αλυσίδων εφοδιασμού -την on-shoring ή την "shoring-shoring" της παραγωγής- και εν μέρει από τις αυξημένες δαπάνες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή τα επόμενα χρόνια.
Το συμπέρασμα: Τι σκαμπανεβάσματα μπορεί να επιφυλάσσει η αγορά;
Η απάντηση δεν είναι απλή, γιατί τα περίπλοκα ζητήματα και οι κίνδυνοι το 2022 δεν έχουν εξαφανιστεί.
Ωστόσο, μετά από ένα έτος που χαρακτηρίζεται από κραδασμούς, εκπλήξεις και την έναρξη δραματικών, μακροπρόθεσμων αλλαγών, οι επενδυτές μπορεί να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι ώστε να προσεγγίσουν το επόμενο έτος, δίνοντας έμφαση στη διαφοροποίηση και τη θεμελιώδη ανάλυση όταν πρόκειται για επενδύσεις.
Οι επενδυτές αξίας είχαν ένα ισχυρό 12μηνο, αλλά πιστεύουμε ότι η εναλλαγή της αξίας έχει κάποιο περιθώριο να τρέξει, ιδιαίτερα για όσους τοποθετούνται βάσει θεμελιωδών μεγεθών».
Fidelity: Σκληρή προσγείωση
Σύμφωνα με τη Fidelity, Οι αγορές θέλουν να πιστεύουν ότι οι κεντρικές τράπεζες θα αλλάξουν κατεύθυνση, προκειμένου οι οικονομίες να βιώσουν αυτό το οποίο ονομάζουν «ήπια προσγείωση».
«Όμως, κατά την άποψή μας, η σκληρή προσγείωση παραμένει το πιο πιθανό αποτέλεσμα το 2023
Ο προηγούμενος κανόνας παρέμβασης της κεντρικής τράπεζας “ό,τι χρειαστεί” κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της πανδημίας έχει ξεχαστεί
Μέχρι να το αντιληφθούν πλήρως οι αγορές, μπορεί να δούμε απότομα ράλι στην πλάτη της αναμενόμενης δράσης της Fed.
Τα επιτόκια τελικά θα αυξηθούν και άλλο, αλλά εάν ο πληθωρισμός παραμείνει σταθερός πάνω από το 2%, είναι απίθανο να μειωθούν γρήγορα - ακόμα κι αν οι τράπεζες λάβουν άλλα μέτρα για τη διατήρηση της ρευστότητας και τη διαχείριση της ολοένα μεγαλύτερης συσσώρευσης χρέους.
Ένας βασικός παράγοντας που πρέπει να προσέξετε είναι πού πηγαίνει το δολάριο.
Το 2022, το ισχυρό δολάριο απέδειξε ότι είναι μια σφαίρα καταστροφής για άλλες οικονομίες, τόσο για τον ανεπτυγμένο κόσμο όσο και για τις αναδυόμενες χώρες που έχουν χρέος σε σκληρό νόμισμα.
Εάν η Fed συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, ένα ακόμη ισχυρότερο δολάριο θα μπορούσε να πυροδοτήσει υφέσεις παντού.
Αντίθετα, μια αξιοσημείωτη αλλαγή στην κατεύθυνση του δολαρίου θα μπορούσε να προσφέρει ευρεία ανακούφιση και να αυξήσει τη συνολική ρευστότητα στις οικονομίες.
Τέλος, καθώς οι αποδόσεις στα ομόλογα αυξάνονται, οι επενδυτές καλό είναι να αναζητούν ιδιότυπα στοιχεία στα χαρτοφυλάκιά τους αντί να βασίζονται σε ολόκληρες κινήσεις της αγοράς για να δημιουργήσουν αποδόσεις» καταλήγει η Fidelity.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών