Το 2022, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δαπάνησε 6 τρισεκατομμύρια δολάρια, που ισοδυναμεί με σχεδόν το 20% του συνολικού ονομαστικού ΑΕΠ της χώρας
Παρότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν το αχαλίνωτο πάρτι δαπανών, με τη λογική πως όσο περισσότερες δαπάνες τόσο καλύτερα, τα χρέη και τα ελλείμματα αρχίζουν να σφίγγουν την οικονομία τους.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα τον αντίκτυπο του χρέους και των ελλειμμάτων στην οικονομική ανάπτυξη, πρέπει να γνωρίζουμε από πού προερχόμαστε…
Το παρακάτω διάγραμμα δείχνει τον 10ετές ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας σε βάθος χρόνου.
Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι το ότι ο μέσος 10ετής ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης ήταν περίπου 8%, με εξαίρεση την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, από το 1900 έως το 1990.
Έκτοτε υπήρξε μια αξιοσημείωτη πτώση της οικονομικής ανάπτυξης.
Το ερώτημα είναι γιατί; Φυσικά, αυτό το ζήτημα αποτελεί αντικείμενο έντονων διαφωνιών τα τελευταία χρόνια, καθώς τα επίπεδα χρέους και ελλείμματος στις ΗΠΑ έχουν εκτοξευθεί.
Αιτία; Ή συσχέτιση;
Σύμφωνα με τους RealInvestmentAdvice, η αύξηση του χρέους σε δυσθεώρητα ύψη είναι η αιτία για την επιβράδυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, πρέπει να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας με την κεϋνσιανή θεωρία, η οποία υπήρξε ο κύριος μοχλός της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής τα τελευταία 30 χρόνια.
Σύμφωνα με τον Keynes, «όταν η συνολική ζήτηση αποδεικνυόταν ανεπαρκής, θα έκανε την εμφάνισή της μια γενική υπερβολή, οδηγώντας σε οικονομική ύφεση, με αποτέλεσμα απώλειες δυνητικού προϊόντος λόγω αδικαιολόγητα υψηλής ανεργίας, που θα προκύψει από τις αμυντικές αποφάσεις των παραγωγών».
Σε μια τέτοια κατάσταση, τα κεϋνσιανά οικονομικά υπονοούν ότι οι κυβερνητικές πολιτικές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αύξηση της συνολικής ζήτησης, αυξάνοντας τη δραστηριότητα και μειώνοντας την ανεργία και τον αποπληθωρισμό.
Οι δημόσιες επενδύσεις εισάγουν εισόδημα, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα περισσότερες δαπάνες, που με τη σειρά τους τονώνουν την παραγωγή και τις επενδύσεις, οι οποίες συνεπάγονται ακόμη περισσότερα έσοδα και δαπάνες.
Η αρχική τόνωση ξεκινά έναν καταρράκτη γεγονότων, δεδομένου ότι η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας είναι πολλαπλάσιο της αρχικής επένδυσης (πολλαπλασιαστής δαπανών)».
Ο Keynes είχε δίκιο στη θεωρία του.
Για να είναι αποτελεσματικές οι δαπάνες του ελλείμματος, η «απόσβεση» από τις επενδύσεις πρέπει να αποφέρει υψηλότερο ποσοστό απόδοσης από το χρέος που χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότησή τους.
Το διττό πρόβλημα
Το πρόβλημα υπάρχει ένα διττό πρόβλημα…
Πρώτον, οι «ελλειμματικές δαπάνες» πρέπει να γίνουν κατά τη διάρκεια ύφεσης και να αντιστρέφονται σε πλεόνασμα κατά την επακόλουθη επέκταση.
Ωστόσο, ξεκινώντας από τις αρχές της δεκαετίας του '80, όσοι ήταν στην εξουσία τήρησαν μόνο το «μέρος των ελλειμματικών δαπανών».
Σε τελική ανάλυση, «αν μια μικρή ελλειμματική δαπάνη είναι καλή, οι πολλές θα πρέπει να είναι καλύτερες», σωστά;
Δεύτερον, οι δαπάνες που προκαλούν ελλείμματα μετατοπίστηκαν από τις παραγωγικές επενδύσεις, που δημιουργούν θέσεις εργασίας (υποδομές και ανάπτυξη), κυρίως στην κοινωνική πρόνοια και στην εξυπηρέτηση του χρέους.
Τα χρήματα που χρησιμοποιούνται με αυτόν τον τρόπο έχουν αρνητικό ποσοστό απόδοσης.
Σύμφωνα με το Center On Budget & Policy Priorities, περίπου το 88% κάθε φορολογικού δολαρίου πηγαίνει σε μη παραγωγικές δαπάνες.
Το 2022, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δαπάνησε 6 τρισεκατομμύρια δολάρια, που ισοδυναμεί με σχεδόν το 20% του συνολικού ονομαστικού ΑΕΠ της χώρας (19,74% για την ακρίβεια).
Με άλλα λόγια, εάν το 88% όλων των δαπανών είναι κοινωνική πρόνοια και τόκοι για το χρέος, αυτές οι πληρωμές απαιτούν 5,3 τρισεκατομμύρια δολάρια από τα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια (ή το 105%) των εσόδων.
Βλέπετε το πρόβλημα εδώ;
(Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όταν δανείζεστε από άλλους για να πληρώσετε υποχρεώσεις που δεν μπορείτε να αντέξετε οικονομικά, είναι γνωστό ως «σύστημα Ponzi».)
Το χρέος είναι η αιτία, όχι η θεραπεία
Αυτό είναι ένα από τα ζητήματα με τη MMT (Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία), βάσει της οποίας θεωρείται ότι «τα χρέη και τα ελλείμματα δεν έχουν σημασία» εφόσον δεν υπάρχει πληθωρισμός.
Ωστόσο, η υπόθεση αποτυγχάνει όταν κάποιος δίνει προσοχή στις τάσεις του χρέους και της οικονομικής ανάπτυξης.
Όπως έχει συζητηθεί, «Η λέξη έλλειμμα δεν έχει πραγματική σημασία».
O Δρ. Brock χρησιμοποίησε το ακόλουθο παράδειγμα για διαφορετικές χώρες.
«Η χώρα Α ξοδεύει 4 τρισεκατομμύρια δολάρια με εισπράξεις 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό αφήνει τη χώρα Α με έλλειμμα 1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Προκειμένου να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ δαπανών και εσόδων, το Υπουργείο Οικονομικών πρέπει να εκδώσει νέο χρέος 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων.
Αυτό το νέο χρέος χρησιμοποιείται για την κάλυψη των πλεοναζουσών δαπανών, αλλά δεν δημιουργεί εισόδημα δημιουργώντας μια τρύπα που πρέπει να καλυφθεί.
Η χώρα Β ξοδεύει 4 τρισεκατομμύρια δολάρια και λαμβάνει εισόδημα 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ωστόσο, το πλεόνασμα του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων, που χρηματοδοτήθηκε από χρέος, επενδύθηκε σε έργα, υποδομές, που παρήγαγαν θετικό ποσοστό απόδοσης.
Δεν υπάρχει έλλειμμα καθώς το ποσοστό απόδοσης των επενδυτικών κεφαλαίων είναι το διαχρονικό έλλειμμα.
Δεν υπάρχει διαφωνία για την ανάγκη κρατικών δαπανών.
Η διαφωνία έγκειται στην κατάχρηση και τη σπατάλη».
Οι ΗΠΑ είναι η Χώρα Α
Η αύξηση του εθνικού χρέους στις ΗΠΑ έχει οδηγήσει σε σπατάλες…
Κεφάλαια έχουν σπαταληθεί στα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, με αποτέλεσμα σε υψηλότερες ανάγκες εξυπηρέτηση του χρέους και αρνητική απόδοση της επένδυσης.
Επομένως, όσο μεγαλύτερο είναι το υπόλοιπο του χρέους, τόσο πιο καταστροφικό είναι οικονομικά, λόγω εκτροπής αυξανόμενων ποσών από παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία στην εξυπηρέτησή του.
Η σχέση του χρέους με την οικονομική ανάπτυξη είναι εμφανής στη συνέχεια…
Από το 1980, η συνολική αύξηση του χρέους έχει εκτιναχθεί σε επίπεδα που σφετερίζονται επί του παρόντος το σύνολο της οικονομικής ανάπτυξης.
Με τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης τώρα στα χαμηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί, η αλλαγή του χρέους συνεχίζει να εκτρέπει περισσότερα φορολογικά δολάρια από τις παραγωγικές επενδύσεις στην υπηρεσία του χρέους και της κοινωνικής πρόνοιας.
Η ειρωνεία είναι ότι η καθοδηγούμενη από το χρέος οικονομική ανάπτυξη απαιτεί σταθερά περισσότερο χρέος για τη χρηματοδότηση ενός μειωμένου ρυθμού απόδοσης σε ό,τι αφορά τη μελλοντική ανάπτυξη.
Τώρα απαιτεί χρέος 3,02 δολ. για να δημιουργήσει 1 δολ. πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο το ομοσπονδιακό χρέος που είναι το πρόβλημα.
Όλα είναι χρέη.
Όσον αφορά τα νοικοκυριά, είναι υπεύθυνα για τα 2/3 περίπου της οικονομικής ανάπτυξης μέσω των προσωπικών καταναλωτικών δαπανών.
Το χρέος χρησιμοποιήθηκε για τη διατήρηση ενός βιοτικού επιπέδου πολύ πέρα από αυτό που θα μπορούσε να υποστηρίξει η αύξηση του εισοδήματος και των μισθών.
Τελικά, το χρέος φτάνει σε επίπεδα όπου η οικονομικά παραγωγική κατανάλωση διαβρώνεται.
Για 30 χρόνια, από το 1952 έως το 1982, η οικονομική ανάπτυξη χωρίς χρέη παρουσίαζε πλεόνασμα.
Ωστόσο, από τις αρχές της δεκαετίας του '80, η συνολική αύξηση του χρέους της αγοράς πιστωτικών καρτών επισκίασε την οικονομική ανάπτυξη.
Σήμερα υπάρχει συσσωρευμένο οικονομικό έλλειμμα άνω των 74 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όταν το πρόβλημα τεθεί προοπτικά, μπορεί κανείς να αρχίσει να κατανοεί τη σημασία του για την ανάπτυξη.
Το παιχνίδι… του αδιεξόδου
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι κεϋνσιανές πολιτικές απέτυχαν να τονώσουν την οικονομική ανάπτυξη.
Αυτές οι δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές, από το TARP έως το QE, έως τις φορολογικές περικοπές, καθυστέρησαν μόνο την τελική διαδικασία εκκαθάρισης.
Δυστυχώς, η καθυστέρηση δημιούργησε μόνο μεγαλύτερο πρόβλημα.
Π.χ. «Το IIF επεσήμανε το προφανές, δηλαδή ότι το χαμηλότερο κόστος δανεισμού χάρη στη νομισματική χαλάρωση των κεντρικών τραπεζών ενθάρρυνε τις χώρες να αναλάβουν νέο χρέος.
Περιέργως, με αυτόν τον τρόπο, καθίσταται ακόμη πιο αδύνατη η αύξηση των επιτοκίων, καθώς ο κόσμος μετά βίας μπορεί να υποστηρίξει χρέος προς ΑΕΠ στο 100% - πόσο μάλλον το τριπλάσιο επίπεδο, στο οποίο βρισκόμαστε τώρα».
Τελικά, η διαδικασία εκκαθάρισης θα είναι πολύ ουσιαστική.
Μια επαναφορά, ένα Great Reset, σε ένα διαρθρωτικά διαχειρίσιμο επίπεδο χρέους θα απαιτούσε μείωση σχεδόν 50 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τα τρέχοντα επίπεδα.
Αυτή είναι η «μεγάλη επαναφορά» ή αλλιώς Great Reset, που πολλοί έχουν προβλέψει ότι θα είναι το «τελικό παιχνίδι».
Η οικονομική οπισθοδρόμηση από μια τέτοια μείωση του χρέους θα ήταν μια καταστροφική διαδικασία.
Την τελευταία φορά που συνέβη μια τέτοια αναστροφή ήταν στη «Μεγάλη Ύφεση» του 1930.
Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους η οικονομική ανάπτυξη θα συνεχίσει να κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Αυτά υποδηλώνουν ότι θα είμαστε μάρτυρες μιας οικονομίας:
Με κρίσεις ύφεσης, χαμηλότερες αποδόσεις στην αγορά μετοχών και στασιμοπληθωριστικό περιβάλλον, καθώς η αύξηση των μισθών παραμένει κατασταλμένη ενώ το κόστος ζωής αυξάνεται.
Οι αλλαγές στην απασχόληση, τα δημογραφικά στοιχεία και οι αποπληθωριστικές πιέσεις που προκύπτουν από τις αλλαγές στην παραγωγικότητα θα μεγεθύνουν αυτά τα προβλήματα.
Συσχέτιση ή αιτιότητα;
Εσείς αποφασίζετε, αλλά τα 32 τρισεκατομμύρια δολάρια χρέους στις ΗΠΑ πιθανότατα έχουν μεγαλύτερη σημασία από όσο νομίζετε.
www.bankingnews.gr
Για να κατανοήσουμε καλύτερα τον αντίκτυπο του χρέους και των ελλειμμάτων στην οικονομική ανάπτυξη, πρέπει να γνωρίζουμε από πού προερχόμαστε…
Το παρακάτω διάγραμμα δείχνει τον 10ετές ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας σε βάθος χρόνου.
Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι το ότι ο μέσος 10ετής ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης ήταν περίπου 8%, με εξαίρεση την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, από το 1900 έως το 1990.
Έκτοτε υπήρξε μια αξιοσημείωτη πτώση της οικονομικής ανάπτυξης.
Το ερώτημα είναι γιατί; Φυσικά, αυτό το ζήτημα αποτελεί αντικείμενο έντονων διαφωνιών τα τελευταία χρόνια, καθώς τα επίπεδα χρέους και ελλείμματος στις ΗΠΑ έχουν εκτοξευθεί.
Αιτία; Ή συσχέτιση;
Σύμφωνα με τους RealInvestmentAdvice, η αύξηση του χρέους σε δυσθεώρητα ύψη είναι η αιτία για την επιβράδυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, πρέπει να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας με την κεϋνσιανή θεωρία, η οποία υπήρξε ο κύριος μοχλός της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής τα τελευταία 30 χρόνια.
Σύμφωνα με τον Keynes, «όταν η συνολική ζήτηση αποδεικνυόταν ανεπαρκής, θα έκανε την εμφάνισή της μια γενική υπερβολή, οδηγώντας σε οικονομική ύφεση, με αποτέλεσμα απώλειες δυνητικού προϊόντος λόγω αδικαιολόγητα υψηλής ανεργίας, που θα προκύψει από τις αμυντικές αποφάσεις των παραγωγών».
Σε μια τέτοια κατάσταση, τα κεϋνσιανά οικονομικά υπονοούν ότι οι κυβερνητικές πολιτικές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αύξηση της συνολικής ζήτησης, αυξάνοντας τη δραστηριότητα και μειώνοντας την ανεργία και τον αποπληθωρισμό.
Οι δημόσιες επενδύσεις εισάγουν εισόδημα, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα περισσότερες δαπάνες, που με τη σειρά τους τονώνουν την παραγωγή και τις επενδύσεις, οι οποίες συνεπάγονται ακόμη περισσότερα έσοδα και δαπάνες.
Η αρχική τόνωση ξεκινά έναν καταρράκτη γεγονότων, δεδομένου ότι η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας είναι πολλαπλάσιο της αρχικής επένδυσης (πολλαπλασιαστής δαπανών)».
Ο Keynes είχε δίκιο στη θεωρία του.
Για να είναι αποτελεσματικές οι δαπάνες του ελλείμματος, η «απόσβεση» από τις επενδύσεις πρέπει να αποφέρει υψηλότερο ποσοστό απόδοσης από το χρέος που χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότησή τους.
Το διττό πρόβλημα
Το πρόβλημα υπάρχει ένα διττό πρόβλημα…
Πρώτον, οι «ελλειμματικές δαπάνες» πρέπει να γίνουν κατά τη διάρκεια ύφεσης και να αντιστρέφονται σε πλεόνασμα κατά την επακόλουθη επέκταση.
Ωστόσο, ξεκινώντας από τις αρχές της δεκαετίας του '80, όσοι ήταν στην εξουσία τήρησαν μόνο το «μέρος των ελλειμματικών δαπανών».
Σε τελική ανάλυση, «αν μια μικρή ελλειμματική δαπάνη είναι καλή, οι πολλές θα πρέπει να είναι καλύτερες», σωστά;
Δεύτερον, οι δαπάνες που προκαλούν ελλείμματα μετατοπίστηκαν από τις παραγωγικές επενδύσεις, που δημιουργούν θέσεις εργασίας (υποδομές και ανάπτυξη), κυρίως στην κοινωνική πρόνοια και στην εξυπηρέτηση του χρέους.
Τα χρήματα που χρησιμοποιούνται με αυτόν τον τρόπο έχουν αρνητικό ποσοστό απόδοσης.
Σύμφωνα με το Center On Budget & Policy Priorities, περίπου το 88% κάθε φορολογικού δολαρίου πηγαίνει σε μη παραγωγικές δαπάνες.
Το 2022, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δαπάνησε 6 τρισεκατομμύρια δολάρια, που ισοδυναμεί με σχεδόν το 20% του συνολικού ονομαστικού ΑΕΠ της χώρας (19,74% για την ακρίβεια).
Με άλλα λόγια, εάν το 88% όλων των δαπανών είναι κοινωνική πρόνοια και τόκοι για το χρέος, αυτές οι πληρωμές απαιτούν 5,3 τρισεκατομμύρια δολάρια από τα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια (ή το 105%) των εσόδων.
Βλέπετε το πρόβλημα εδώ;
(Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όταν δανείζεστε από άλλους για να πληρώσετε υποχρεώσεις που δεν μπορείτε να αντέξετε οικονομικά, είναι γνωστό ως «σύστημα Ponzi».)
Το χρέος είναι η αιτία, όχι η θεραπεία
Αυτό είναι ένα από τα ζητήματα με τη MMT (Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία), βάσει της οποίας θεωρείται ότι «τα χρέη και τα ελλείμματα δεν έχουν σημασία» εφόσον δεν υπάρχει πληθωρισμός.
Ωστόσο, η υπόθεση αποτυγχάνει όταν κάποιος δίνει προσοχή στις τάσεις του χρέους και της οικονομικής ανάπτυξης.
Όπως έχει συζητηθεί, «Η λέξη έλλειμμα δεν έχει πραγματική σημασία».
O Δρ. Brock χρησιμοποίησε το ακόλουθο παράδειγμα για διαφορετικές χώρες.
«Η χώρα Α ξοδεύει 4 τρισεκατομμύρια δολάρια με εισπράξεις 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό αφήνει τη χώρα Α με έλλειμμα 1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Προκειμένου να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ δαπανών και εσόδων, το Υπουργείο Οικονομικών πρέπει να εκδώσει νέο χρέος 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων.
Αυτό το νέο χρέος χρησιμοποιείται για την κάλυψη των πλεοναζουσών δαπανών, αλλά δεν δημιουργεί εισόδημα δημιουργώντας μια τρύπα που πρέπει να καλυφθεί.
Η χώρα Β ξοδεύει 4 τρισεκατομμύρια δολάρια και λαμβάνει εισόδημα 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ωστόσο, το πλεόνασμα του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων, που χρηματοδοτήθηκε από χρέος, επενδύθηκε σε έργα, υποδομές, που παρήγαγαν θετικό ποσοστό απόδοσης.
Δεν υπάρχει έλλειμμα καθώς το ποσοστό απόδοσης των επενδυτικών κεφαλαίων είναι το διαχρονικό έλλειμμα.
Δεν υπάρχει διαφωνία για την ανάγκη κρατικών δαπανών.
Η διαφωνία έγκειται στην κατάχρηση και τη σπατάλη».
Οι ΗΠΑ είναι η Χώρα Α
Η αύξηση του εθνικού χρέους στις ΗΠΑ έχει οδηγήσει σε σπατάλες…
Κεφάλαια έχουν σπαταληθεί στα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, με αποτέλεσμα σε υψηλότερες ανάγκες εξυπηρέτηση του χρέους και αρνητική απόδοση της επένδυσης.
Επομένως, όσο μεγαλύτερο είναι το υπόλοιπο του χρέους, τόσο πιο καταστροφικό είναι οικονομικά, λόγω εκτροπής αυξανόμενων ποσών από παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία στην εξυπηρέτησή του.
Η σχέση του χρέους με την οικονομική ανάπτυξη είναι εμφανής στη συνέχεια…
Από το 1980, η συνολική αύξηση του χρέους έχει εκτιναχθεί σε επίπεδα που σφετερίζονται επί του παρόντος το σύνολο της οικονομικής ανάπτυξης.
Με τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης τώρα στα χαμηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί, η αλλαγή του χρέους συνεχίζει να εκτρέπει περισσότερα φορολογικά δολάρια από τις παραγωγικές επενδύσεις στην υπηρεσία του χρέους και της κοινωνικής πρόνοιας.
Η ειρωνεία είναι ότι η καθοδηγούμενη από το χρέος οικονομική ανάπτυξη απαιτεί σταθερά περισσότερο χρέος για τη χρηματοδότηση ενός μειωμένου ρυθμού απόδοσης σε ό,τι αφορά τη μελλοντική ανάπτυξη.
Τώρα απαιτεί χρέος 3,02 δολ. για να δημιουργήσει 1 δολ. πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο το ομοσπονδιακό χρέος που είναι το πρόβλημα.
Όλα είναι χρέη.
Όσον αφορά τα νοικοκυριά, είναι υπεύθυνα για τα 2/3 περίπου της οικονομικής ανάπτυξης μέσω των προσωπικών καταναλωτικών δαπανών.
Το χρέος χρησιμοποιήθηκε για τη διατήρηση ενός βιοτικού επιπέδου πολύ πέρα από αυτό που θα μπορούσε να υποστηρίξει η αύξηση του εισοδήματος και των μισθών.
Τελικά, το χρέος φτάνει σε επίπεδα όπου η οικονομικά παραγωγική κατανάλωση διαβρώνεται.
Για 30 χρόνια, από το 1952 έως το 1982, η οικονομική ανάπτυξη χωρίς χρέη παρουσίαζε πλεόνασμα.
Ωστόσο, από τις αρχές της δεκαετίας του '80, η συνολική αύξηση του χρέους της αγοράς πιστωτικών καρτών επισκίασε την οικονομική ανάπτυξη.
Σήμερα υπάρχει συσσωρευμένο οικονομικό έλλειμμα άνω των 74 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όταν το πρόβλημα τεθεί προοπτικά, μπορεί κανείς να αρχίσει να κατανοεί τη σημασία του για την ανάπτυξη.
Το παιχνίδι… του αδιεξόδου
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι κεϋνσιανές πολιτικές απέτυχαν να τονώσουν την οικονομική ανάπτυξη.
Αυτές οι δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές, από το TARP έως το QE, έως τις φορολογικές περικοπές, καθυστέρησαν μόνο την τελική διαδικασία εκκαθάρισης.
Δυστυχώς, η καθυστέρηση δημιούργησε μόνο μεγαλύτερο πρόβλημα.
Π.χ. «Το IIF επεσήμανε το προφανές, δηλαδή ότι το χαμηλότερο κόστος δανεισμού χάρη στη νομισματική χαλάρωση των κεντρικών τραπεζών ενθάρρυνε τις χώρες να αναλάβουν νέο χρέος.
Περιέργως, με αυτόν τον τρόπο, καθίσταται ακόμη πιο αδύνατη η αύξηση των επιτοκίων, καθώς ο κόσμος μετά βίας μπορεί να υποστηρίξει χρέος προς ΑΕΠ στο 100% - πόσο μάλλον το τριπλάσιο επίπεδο, στο οποίο βρισκόμαστε τώρα».
Τελικά, η διαδικασία εκκαθάρισης θα είναι πολύ ουσιαστική.
Μια επαναφορά, ένα Great Reset, σε ένα διαρθρωτικά διαχειρίσιμο επίπεδο χρέους θα απαιτούσε μείωση σχεδόν 50 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τα τρέχοντα επίπεδα.
Αυτή είναι η «μεγάλη επαναφορά» ή αλλιώς Great Reset, που πολλοί έχουν προβλέψει ότι θα είναι το «τελικό παιχνίδι».
Η οικονομική οπισθοδρόμηση από μια τέτοια μείωση του χρέους θα ήταν μια καταστροφική διαδικασία.
Την τελευταία φορά που συνέβη μια τέτοια αναστροφή ήταν στη «Μεγάλη Ύφεση» του 1930.
Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους η οικονομική ανάπτυξη θα συνεχίσει να κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Αυτά υποδηλώνουν ότι θα είμαστε μάρτυρες μιας οικονομίας:
Με κρίσεις ύφεσης, χαμηλότερες αποδόσεις στην αγορά μετοχών και στασιμοπληθωριστικό περιβάλλον, καθώς η αύξηση των μισθών παραμένει κατασταλμένη ενώ το κόστος ζωής αυξάνεται.
Οι αλλαγές στην απασχόληση, τα δημογραφικά στοιχεία και οι αποπληθωριστικές πιέσεις που προκύπτουν από τις αλλαγές στην παραγωγικότητα θα μεγεθύνουν αυτά τα προβλήματα.
Συσχέτιση ή αιτιότητα;
Εσείς αποφασίζετε, αλλά τα 32 τρισεκατομμύρια δολάρια χρέους στις ΗΠΑ πιθανότατα έχουν μεγαλύτερη σημασία από όσο νομίζετε.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών