σύμβολα :
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ Α.Ε. (ΚΟ)
Αμετάβλητες οι αξιολογήσεις της Εταιρείας από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης
Σε ΒΒ- επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της ΔΕΗ η S&P Global Ratings, διατηρώντας παράλληλα σε σταθερές τις προοπτικές επαναξιολόγησης (outlook).
Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, οι υψηλές επενδύσεις θα αποτρέψει την πορεία απομόχλευσης, με τον λόγο FFO (κεφάλαια από δραστηριότητες) προς χρέος να παραμένει στο 14,5% την περίοδο 2024-2026.
«Στο πλαίσιο του επικαιροποιημένου στρατηγικού της σχεδίου 2024-2026, η ΔΕΗ έχει προτείνει ελαφρώς υψηλότερες κεφαλαιουχικές δαπάνες (capex) περίπου 9 δισ. ευρώ, από 6 δισ. ευρώ στο στρατηγικό σχέδιο 2022-2024. Περίπου το ήμισυ του κεφαλαίου (62% θα κατασκευαστεί στην Ελλάδα και το 38% ως επί το πλείστον στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία) αφιερώνεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το ένα τρίτο σε δίκτυα και περίπου το 12% στην ευέλικτη παραγωγή. Θεωρούμε ότι το σχέδιο υποστηρίζει τη βελτίωση του προφίλ επιχειρηματικού κινδύνου της ΔΕΗ, αν και αποτρέπει την απομόχλευση.
Με ουδέτερο κεφάλαιο κίνησης και περίπου 1 δισεκ. ευρώ σωρευτικών μερισμάτων, αναμένουμε αρνητικές ταμειακές ροές 4,3 δισεκ. ευρώ συνολικά την περίοδο 2024-2026, οδηγώντας σε προσαρμοσμένο χρέος περίπου 10,1 δισεκ. ευρώ μετά από 6,1 δισεκ. ευρώ το 2023. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα FFO/χρέος να παραμείνει περίπου στο 14,5% την περίοδο 2024-2026, σταθερό έναντι 14,6% το 2023 και το χρέος/EBITDA να παραμένει κοντά στο 5πλάσιο», σχολιάζει η S&P, ενώ χαρακτηρίζει το πρόγραμμα διανομής μερισμάτων και επαναγοράς μετοχών της ΔΕΗ ως ευέλικτο αλλά με σχετικά επιθετική οικονομική πολιτική.
«Αξιολογούμε τη μερισματική πολιτική της εταιρείας ως αρκετά γενναιόδωρη, δεδομένου του μεγάλου επενδυτικού της σχεδίου. Το πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια ενός έτους σημαντικών εξαγορών που χρηματοδοτήθηκαν από χρέος και οι ετήσιες συνολικές αποδοχές των μετόχων αναμένεται να φτάσουν τα 200 εκατ. ευρώ έως τα 300 εκατ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των μερισμάτων σε μετόχους μειοψηφίας) το 2024-2026 μετά από καμία πληρωμή μερισμάτων για χρόνια. Η ΔΕΗ έχει θέσει ως στόχο αναλογίας καθαρού χρέους προς EBITDA 3,5x. Κατανοούμε ότι τα μερίσματα θα μπορούσαν να προσαρμοστούν για να διατηρηθεί αυτός ο δείκτης μόχλευσης, ειδικά επειδή οι επαναγορές μετοχών είναι προαιρετικές. Ωστόσο, μετά την σημαντική εξαγορά της Enel Romania το 2023, η ΔΕΗ πραγματοποίησε επιπλέον μια μικρότερη εξαγορά 200 εκατ. ευρώ της. Έχει επίσης αναπτύξει μη βασικές δραστηριότητες όπως οι τηλεπικοινωνίες και οι ασφάλειες.
Κατά συνέπεια, θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τον κίνδυνο απόκτησης και την πιθανή απόσπαση της προσοχής από τις βασικές επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα και τη Ρουμανία».
Για την απόκτηση μεριδίων ύψους 1,5 δισ. ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία στη Ρουμανία που κατείχε η Enel και ο μέτοχος μειοψηφίας Fondul, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης τη θεωρεί «θετική» για το προφίλ επιχειρηματικού κινδύνου της εταιρείας. «Το ένα τρίτο του νέου σχεδίου της ΔΕΗ επικεντρώνεται εκτός Ελλάδας, κυρίως στη Ρουμανία». «Η έκθεση στη Ρουμανία φέρνει ευκαιρίες ανάπτυξης στην παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με εγκατεστημένη βάση ενεργητικού περίπου 600 μεγαβάτ (MW) και δυνητικά περίπου 5 γιγαβάτ (GW)». (…) «Οι δραστηριότητες δικτύου ενέχουν περιορισμένο κίνδυνο, καθώς εκτιμούμε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο στη Ρουμανία είναι παρόμοιο με αυτό στην Ελλάδα, όπου θεωρούμε ότι το ρυθμιστικό πλεονέκτημα είναι επαρκές. Αυτό οφείλεται στην επαρκή και έγκαιρη ανάκτηση των περισσότερων δαπανών και στις αναμενόμενες υλικές βελτιώσεις εντός της πενταετούς κανονιστικής περιόδου που ξεκινά το 2025».
Παράλληλα, η S&P εκτιμά πως η σταδιακή κατάργηση του λιγνίτη στην Ελλάδα θα μεταφραστεί σε υψηλότερη κερδοφορία. Προβλέπεται ότι το EBITDA της ΔΕΗ θα αυξηθεί σε περίπου 2 δισεκ. ευρώ έως το 2026 από 1,2 δισεκ. ευρώ το 2023, με το περιθώριο EBITDA να βελτιώνεται στο 19% από 15%, αντανακλώντας το αναμενόμενο «πρασίνισμα» του στόλου παραγωγής της.
«Αναμένουμε ότι η ΔΕΗ θα συνεχίσει να υλοποιεί το στρατηγικό της σχέδιο, με την πλήρη κατάργηση της παραγωγής με βάση τον λιγνίτη έως το 2026, συμπεριλαμβανομένης της μετατροπής του σταθμού Πτολεμαΐδα 5 ισχύος 660 MW που τέθηκε σε λειτουργία τον Φεβρουάριο του 2023. (…)
Αναμένουμε ότι η αύξηση του EBITDA της ΔΕΗ θα υποστηριχθεί από την επιτάχυνση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η ΔΕΗ θα επιταχύνει την επέκταση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, αντισταθμίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του παροπλισμού των λιγνιτικών περιουσιακών στοιχείων. Η εγκατεστημένη ισχύς παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αναμένεται να ανέλθει συνολικά σε 8,9 GW (αναλογικά συμπεριλαμβανομένων 3,4 GW υδροηλεκτρικών στοιχείων ενεργητικού) έως το 2026, από 4,5 GW στο τέλος του έτους 2023 (συμπεριλαμβανομένων 3,2 GW υδροηλεκτρικών στοιχείων ενεργητικού)».
Κλείνοντας, ο οίκος αξιολόγησης σημειώνει πως οι αξιολογήσεις θα αναβαθμιστούν αν υπάρξουν ισχυρότερες από τις αναμενόμενες μετρήσεις, όπως FFO/χρέος υψηλότερο από 16%, αλλά και βελτίωση του επιχειρηματικού μοντέλου, με καλύτερη ανταγωνιστική θέση στην εμπορική της δραστηριότητα.
«Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι αρνητικός παράγοντας στην ανάλυση πιστοληπτικής ικανότητας της ΔΕΗ. Η εταιρεία εξακολουθεί να είναι πιο εκτεθειμένη στον περιβαλλοντικό κίνδυνο, παρόλο που εφαρμόζει ένα στρατηγικό σχέδιο που περιλαμβάνει μια σταδιακή στροφή προς έναν στόλο με χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα».
www.bankingnews.gr
Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, οι υψηλές επενδύσεις θα αποτρέψει την πορεία απομόχλευσης, με τον λόγο FFO (κεφάλαια από δραστηριότητες) προς χρέος να παραμένει στο 14,5% την περίοδο 2024-2026.
«Στο πλαίσιο του επικαιροποιημένου στρατηγικού της σχεδίου 2024-2026, η ΔΕΗ έχει προτείνει ελαφρώς υψηλότερες κεφαλαιουχικές δαπάνες (capex) περίπου 9 δισ. ευρώ, από 6 δισ. ευρώ στο στρατηγικό σχέδιο 2022-2024. Περίπου το ήμισυ του κεφαλαίου (62% θα κατασκευαστεί στην Ελλάδα και το 38% ως επί το πλείστον στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία) αφιερώνεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το ένα τρίτο σε δίκτυα και περίπου το 12% στην ευέλικτη παραγωγή. Θεωρούμε ότι το σχέδιο υποστηρίζει τη βελτίωση του προφίλ επιχειρηματικού κινδύνου της ΔΕΗ, αν και αποτρέπει την απομόχλευση.
Με ουδέτερο κεφάλαιο κίνησης και περίπου 1 δισεκ. ευρώ σωρευτικών μερισμάτων, αναμένουμε αρνητικές ταμειακές ροές 4,3 δισεκ. ευρώ συνολικά την περίοδο 2024-2026, οδηγώντας σε προσαρμοσμένο χρέος περίπου 10,1 δισεκ. ευρώ μετά από 6,1 δισεκ. ευρώ το 2023. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα FFO/χρέος να παραμείνει περίπου στο 14,5% την περίοδο 2024-2026, σταθερό έναντι 14,6% το 2023 και το χρέος/EBITDA να παραμένει κοντά στο 5πλάσιο», σχολιάζει η S&P, ενώ χαρακτηρίζει το πρόγραμμα διανομής μερισμάτων και επαναγοράς μετοχών της ΔΕΗ ως ευέλικτο αλλά με σχετικά επιθετική οικονομική πολιτική.
«Αξιολογούμε τη μερισματική πολιτική της εταιρείας ως αρκετά γενναιόδωρη, δεδομένου του μεγάλου επενδυτικού της σχεδίου. Το πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια ενός έτους σημαντικών εξαγορών που χρηματοδοτήθηκαν από χρέος και οι ετήσιες συνολικές αποδοχές των μετόχων αναμένεται να φτάσουν τα 200 εκατ. ευρώ έως τα 300 εκατ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των μερισμάτων σε μετόχους μειοψηφίας) το 2024-2026 μετά από καμία πληρωμή μερισμάτων για χρόνια. Η ΔΕΗ έχει θέσει ως στόχο αναλογίας καθαρού χρέους προς EBITDA 3,5x. Κατανοούμε ότι τα μερίσματα θα μπορούσαν να προσαρμοστούν για να διατηρηθεί αυτός ο δείκτης μόχλευσης, ειδικά επειδή οι επαναγορές μετοχών είναι προαιρετικές. Ωστόσο, μετά την σημαντική εξαγορά της Enel Romania το 2023, η ΔΕΗ πραγματοποίησε επιπλέον μια μικρότερη εξαγορά 200 εκατ. ευρώ της. Έχει επίσης αναπτύξει μη βασικές δραστηριότητες όπως οι τηλεπικοινωνίες και οι ασφάλειες.
Κατά συνέπεια, θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τον κίνδυνο απόκτησης και την πιθανή απόσπαση της προσοχής από τις βασικές επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα και τη Ρουμανία».
Για την απόκτηση μεριδίων ύψους 1,5 δισ. ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία στη Ρουμανία που κατείχε η Enel και ο μέτοχος μειοψηφίας Fondul, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης τη θεωρεί «θετική» για το προφίλ επιχειρηματικού κινδύνου της εταιρείας. «Το ένα τρίτο του νέου σχεδίου της ΔΕΗ επικεντρώνεται εκτός Ελλάδας, κυρίως στη Ρουμανία». «Η έκθεση στη Ρουμανία φέρνει ευκαιρίες ανάπτυξης στην παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με εγκατεστημένη βάση ενεργητικού περίπου 600 μεγαβάτ (MW) και δυνητικά περίπου 5 γιγαβάτ (GW)». (…) «Οι δραστηριότητες δικτύου ενέχουν περιορισμένο κίνδυνο, καθώς εκτιμούμε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο στη Ρουμανία είναι παρόμοιο με αυτό στην Ελλάδα, όπου θεωρούμε ότι το ρυθμιστικό πλεονέκτημα είναι επαρκές. Αυτό οφείλεται στην επαρκή και έγκαιρη ανάκτηση των περισσότερων δαπανών και στις αναμενόμενες υλικές βελτιώσεις εντός της πενταετούς κανονιστικής περιόδου που ξεκινά το 2025».
Παράλληλα, η S&P εκτιμά πως η σταδιακή κατάργηση του λιγνίτη στην Ελλάδα θα μεταφραστεί σε υψηλότερη κερδοφορία. Προβλέπεται ότι το EBITDA της ΔΕΗ θα αυξηθεί σε περίπου 2 δισεκ. ευρώ έως το 2026 από 1,2 δισεκ. ευρώ το 2023, με το περιθώριο EBITDA να βελτιώνεται στο 19% από 15%, αντανακλώντας το αναμενόμενο «πρασίνισμα» του στόλου παραγωγής της.
«Αναμένουμε ότι η ΔΕΗ θα συνεχίσει να υλοποιεί το στρατηγικό της σχέδιο, με την πλήρη κατάργηση της παραγωγής με βάση τον λιγνίτη έως το 2026, συμπεριλαμβανομένης της μετατροπής του σταθμού Πτολεμαΐδα 5 ισχύος 660 MW που τέθηκε σε λειτουργία τον Φεβρουάριο του 2023. (…)
Αναμένουμε ότι η αύξηση του EBITDA της ΔΕΗ θα υποστηριχθεί από την επιτάχυνση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η ΔΕΗ θα επιταχύνει την επέκταση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, αντισταθμίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του παροπλισμού των λιγνιτικών περιουσιακών στοιχείων. Η εγκατεστημένη ισχύς παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αναμένεται να ανέλθει συνολικά σε 8,9 GW (αναλογικά συμπεριλαμβανομένων 3,4 GW υδροηλεκτρικών στοιχείων ενεργητικού) έως το 2026, από 4,5 GW στο τέλος του έτους 2023 (συμπεριλαμβανομένων 3,2 GW υδροηλεκτρικών στοιχείων ενεργητικού)».
Κλείνοντας, ο οίκος αξιολόγησης σημειώνει πως οι αξιολογήσεις θα αναβαθμιστούν αν υπάρξουν ισχυρότερες από τις αναμενόμενες μετρήσεις, όπως FFO/χρέος υψηλότερο από 16%, αλλά και βελτίωση του επιχειρηματικού μοντέλου, με καλύτερη ανταγωνιστική θέση στην εμπορική της δραστηριότητα.
«Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι αρνητικός παράγοντας στην ανάλυση πιστοληπτικής ικανότητας της ΔΕΗ. Η εταιρεία εξακολουθεί να είναι πιο εκτεθειμένη στον περιβαλλοντικό κίνδυνο, παρόλο που εφαρμόζει ένα στρατηγικό σχέδιο που περιλαμβάνει μια σταδιακή στροφή προς έναν στόλο με χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών