Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Εurobank: Το κλίμα για την Ελλάδα βελτιώνεται, η πραγματική οικονομία θα ακολουθήσει; Να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση την ευκαιρία - Oι αναπτυξιακές προοπτικές το κρίσιμο στοίχημα για τους επόμενους 12 μήνες

tags :
Εurobank: Το κλίμα για την Ελλάδα βελτιώνεται, η πραγματική οικονομία θα ακολουθήσει; Να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση την ευκαιρία - Oι αναπτυξιακές προοπτικές το κρίσιμο στοίχημα για τους επόμενους 12 μήνες
"Το κλίμα βελτιώνεται, η πραγματική οικονομία θα ακολουθήσει;" διερωτάται η Εurobank, στην τελευταία ανάλυσή της "7 ημέρες Οικονομία".  
Όπως τονίζει χαρακτηριστικά, ενισχύθηκε το κλίμα εμπιστοσύνης για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας μετά από τις αποφάσεις του Eurogroup.
Αυτό αποτυπώνεται:
- στη μείωση του κινδύνου της ελληνικής οικονομίας (τα spreads σε επίπεδα χαμηλότερα των 800 μβ για πρώτη φορά από το 2010)
- στη βελτίωση των δεικτών οικονομικής συγκυρίας
- Θετική εξέλιξη η μείωση του ΑΕΠ, μόνο κατά -5,3% σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο του 2013,  σε συνθήκες πρωτοφανούς μείωσης της ρευστότητας της οικονομίας.
- Η πορεία των εσόδων του προϋπολογισμού σύμφωνα με τα στοιχεία Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2013  επιτρέπει περιθώρια αισιοδοξίας με δεδομένο ότι θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες.
- Ύφεση και αβεβαιότητα εξακολουθούν να επιβαρύνουν την αγορά ακινήτων και το 1ο τρίμηνο του 2013.

Αναλυτικά:

Η έγκριση της δόσης των €4,2 δισ. από το Eurogroup της 13ης Μαίου 2013 που αντιστοιχεί στην χρηματοδότηση του 20υ Προγράμματος Σταθεροποίησης για το 1ο τρίμηνο του 2012 σε συνδυασμό με την προκαταρκτική (-υπό προϋποθέσεις) έγκριση και της δόσης των €3,2 δισ. του 2ου τριμήνου του 2013  (καθώς και η έγκριση της δόσης των €2,8 δισ. που προηγήθηκε) σηματοδοτούν το κλίμα εμπιστοσύνης που εδραιώνεται με αργά βήματα από πλευράς των δανειστών για την ελληνική οικονομία. Η εμπιστοσύνη των δανειστών βασίζεται κυρίως στην πρόοδο που σημείωσε τους τελευταίους μήνες η ελληνική κυβέρνηση όσον αφορά τη νομοθέτηση/εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Η συγκεκριμένη πρόοδος δεσμεύει την κυβέρνηση για την συνέχιση της δύσκολης προσπάθειας των μεταρρυθμίσεων μέχρι τη λήξη της περιόδου εφαρμογής του προγράμματος.
Το κλίμα εμπιστοσύνης αποτιμάται θετικά από την αγορά. Το περιθώριο της απόδοσης των 10-ετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου έναντι των αποδόσεων των αντιστοίχων γερμανικών τίτλων συνεχίζει την έντονα πτωτική του πορεία μετά το υψηλό των 1157,2 μ.β. που σημειώθηκε στις 27 Μαρτίου 2013 . Την 14η Μαΐου 2013 το περιθώριο των ελληνικών 10ετών ομολόγων ήταν στις 794,2 μ.β. μειωμένο κατά 45,4 μ.β. ή -5,4% σε εβδομαδιαία βάση. Τα περιθώρια αποδόσεων των ελληνικών 10-ετών ομολόγων ήταν περίπου στις 790 μ.β. στις αρχές Αυγούστου 2010. Τότε – τέσσερις μήνες μετά την υπογραφή και έναρξη εφαρμογής του 1ου Προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας – είχε αρχίσει να γίνεται κατανοητό πως η ελληνική κρίση της άνοιξης του 2010 δεν ήταν ένα πρόσκαιρο φαινόμενο που θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί εύκολα . Ήδη η διάσωση της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας ήταν στην ατζέντα της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ ενώ είχε αρχίσει ήδη η συζήτηση για την συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών στο κόστος διάσωσης των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου. Πλέον, όλα αυτά βρίσκονται πίσω μας. Η ελληνική κυβέρνηση από εδώ και πέρα δεν πρέπει με κανένα τρόπο να απολέσει την παρούσα ευκαιρία βελτίωσης του κλίματος εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας.
Η χθεσινή αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο αξιολογήσεων Fitch συμβάλλει σημαντικά στην βελτίωση του κλίματος αξιοπιστίας. Η Fitch αναβάθμισε την Ελλάδα κατά μία θέση στην κλίμακα της, από CCC σε Β-, με σταθερή προοπτική μάλιστα, αναγνωρίζοντας την πρόοδο που έχει συντελεστεί τόσο όσον αφορά την δημοσιονομική σύγκλιση όσο και την βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου πληρωμών, της ανταγωνιστικότητας και της εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
Η βελτίωση του κλίματος εμπιστοσύνης αποτυπώνεται και στην πορεία των δεικτών οικονομικής συγκυρίας. Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα έχει ανέλθει στο υψηλότερο του σημείο από τον Οκτώβριο του 2009, σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με την υπόλοιπη Ευρωζώνη.  Παρότι η ύφεση στον κλάδο της μεταποίησης συνεχίζεται, ο ρυθμός επιδείνωσης μειώνεται αισθητά όπως απεικονίζεται και στον δείκτη PMI ο οποίος βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 21 μηνών ενώ και ο ρυθμός μείωσης του δείκτη βιομηχανικής παραγωγής έχει επιβραδυνθεί σημαντικά. Στην πραγματική οικονομία ταυτόχρονα, η διαδικασία αποπληθωρισμού συνεχίζεται καθώς οι τιμές μειώθηκαν για δεύτερο συνεχόμενο μήνα σε ετήσια βάση.
Από την άλλη, δε θα πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι οι παραπάνω θετικές εξελίξεις δεν έχουν μέχρι στιγμής ορατό αντίκρισμα στα στοιχεία για την πραγματική οικονομία. Η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ (ιδίως μεταξύ των νέων και των γυναικών). Η βελτίωση των αναπτυξιακών προοπτικών θα αποτελέσει το κρίσιμο στοίχημα για την ελληνική οικονομία για τους επόμενους 12 μήνες.
Σύμφωνα με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ , το ελληνικό ΑΕΠ σημείωσε πτώση -5,3% στο τέταρτο τρίμηνο του 2012 σε ετήσια βάση. Σημειώνουμε ότι από το 4ο τρίμηνο του 2008, η Ελλάδα συμπληρώνει 18 συνεχή τρίμηνα αρνητικών ρυθμών μεταβολής. Το ΑΕΠ μειώθηκε κατά -5,7% το 4ο  τρίμηνο του 2012 ενώ σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία σε ετήσια βάση η μεταβολή του ΑΕΠ για το 2012 είναι -6,4%.
Η επίδοση του 1ου  τριμήνου του 2013 μπορεί να θεωρηθεί ως θετική έκπληξη, με δεδομένη τη μειωμένη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας εξαιτίας α) της καθυστέρησης στην εκταμίευση των δόσεων του δανείου του EFSF, β) της σημαντικής καθυστέρησης στην εξόφληση (έστω και μέρους) των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων γ) τα νέα φορολογικά μέτρα, δ) την καθυστέρηση στην προώθηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, δ) την καθυστέρηση στην επανέναρξη των μεγάλων έργων, κτλ..
Η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την επιτυχία της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Σημειώστε ότι σύμφωνα με το 2ο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για το 2013 αναμένεται στο -4,2% του ΑΕΠ για το 2013. Θετικοί ρυθμοί μεταβολής του ΑΕΠ αναμένονται από το 2014 (0,6% του ΑΕΠ) και μετά. Οι σχετικές προβλέψεις της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων είναι για ρυθμό μεταβολής -4,2% και 0,4% του ΑΕΠ για το 2013 και το 2014 αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2013, το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού σε τροποποιημένη ταμειακή βάση ήταν ελλειμματικό κατά €2,4 δισ., μειωμένο σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο κατά -73,2%. Σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ2013-16) το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ήταν μειωμένο κατά -57,3%. Το πρωτογενές ισοζύγιο της κεντρικής κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2013 ήταν για πρώτη φορά μέσα στο 2013 ελλειμματικό και διαμορφώθηκε στα €0,3 δις αλλά μειωμένο κατά -80,9% σε ετήσια βάση και κατά -90,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16. Οι παραπάνω εξελίξεις σίγουρα δεν αποτελούν θετικές ειδήσεις. Θα μπορούσαν μάλιστα τα αντίστοιχα ισοζύγια να ήταν ακόμη πιο αρνητικά αν η κυβέρνηση δεν χρησιμοποιούσε, για άλλη μια φορά, την πρακτική της μείωσης:
•    των επιστροφών φόρων,
•    των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ),
•    των πρωτογενών δαπανών.
Πιο αναλυτικά, τα καθαρά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2013 ανήλθαν σε €14,0 δισ. μειωμένα κατά  -4,4% σε ετήσια βάση. Σε σύγκριση με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16 τα καθαρά έσοδα εμφανίζονται αυξημένα κατά 0,8%. Οι επιστροφές φόρων για τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν μειωμένες τόσο σε ετήσια βάση κατά -65,2% όσο και σε σχέση με τον αντίστοιχο μηνιαίο στόχο του  ΜΠΔΣ 2013-16 κατά -62,6% . Αν υποθέσουμε ότι οι επιστροφές φόρων ήταν ίσες με τον στόχο ΜΠΔΣ 2013-16 τότε η μείωση των καθαρών εσόδων θα ανερχόταν σε –8,6% σε ετήσια βάση και -3,6% σε σχέση με τον στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16. Όπως έχουμε γράψει και στο παρελθόν η συγκεκριμένη πρακτική μόνο προσωρινά οφέλη έχει. Οι μειωμένες επιστροφές φόρων τους δύο πρώτους μήνες του έτους απλά αυξάνουν το ποσό που πρέπει να επιστραφεί τους υπόλοιπους δέκα μήνες ή σε αντίθετη περίπτωση θα επιβαρύνουν τους δημοσιονομικούς στόχους της χρονιάς.
Σύμφωνα με την σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών, την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2013, τόσο τα έσοδα από τους άμεσους φόρους όσο και από τους έμμεσους φόρους ήταν στα επίπεδα των αντίστοιχων μηνιαίων στόχων του ΜΠΔΣ
2013-16. Αντίστοιχα και τα συνολικά φορολογικά έσοδα ήταν στο επίπεδο του μηνιαίου στόχου του ΜΠΔΣ 2013-16. Πρόκειται για μια θετική εξέλιξη που είναι αναγκαίο να συνεχιστεί (ή ακόμη και να βελτιωθεί) τους επόμενους μήνες.  Αναμένουμε ότι οι πρόσφατες ρυθμίσεις για εκκρεμείς φόρους καθώς και η ενισχυμένη Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Τα έσοδα του ΠΔΕ αυξήθηκαν κατά 15,0% σε ετήσια βάση και 40,7% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16 (εξαιτίας των αυξημένων εισροών από την  Ε.Ε. για αιτήσεις πληρωμών που είχαν υποβληθεί στο τέλος του 2012).
Από την άλλη πλευρά, οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2013 ανήλθαν σε €17,3 δισ. μειωμένες κατά   -28,8% σε ετήσια βάση και -8,5% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16. Οι πρωτογενείς δαπάνες ήταν €14,7 δισ. μειωμένες κατά -12,3% σε ετήσια βάση αλλά και -9,0% σε σχέση με τον αντίστοιχο μηνιαίο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16. Στην ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία για τις πρωτογενείς δαπάνες. Τα αναλυτικά στοιχεία θα ανακοινωθούν προς το τέλος Μαΐου 2013. Σε κάθε περίπτωση υποθέτουμε ότι η πρακτική της συγκράτησης των πρωτογενών δαπανών κάτω από τους μηνιαίους στόχους τους όπως αυτοί ορίζονται στον Προϋπολογισμό 2013 συνεχίζεται. Οι δαπάνες για τόκους ήταν μειωμένες κατά -71,4% σε ετήσια βάση εξαιτίας της εφαρμογής του PSI τον Μάρτιο του 2012 και του ότι οι τόκοι των νέων ομολόγων που εκδόθηκαν τότε, πληρώνονται κάθε Φεβρουάριο ξεκινώντας από τον Φεβρουάριο του 2013. Οι δαπάνες για τόκους της περιόδου Ιανουαρίου-Απριλίου 2013 εμφανίζουν πολύ μικρή μείωση (-0,3%) σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16.
Οι δαπάνες του ΠΔΕ μειώθηκαν κατά -12,6% σε ετήσια βάση. Οι δαπάνες του ΠΔΕ μειώθηκαν κατά -45,4% σε σχέση  με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ 2013-16. Ουσιαστικά εδώ έχουμε μια ακόμη επανάληψη της συνηθισμένης πρακτικής μείωσης των δαπανών του ΠΔΕ. Η συνέχιση της συγκεκριμένης πρακτικής δυσχεραίνει τις συνθήκες ρευστότητας στην ελληνική οικονομία.
Η αγορά ακινήτων συνεχίζει να βρίσκεται σε τροχιά ύφεσης και το 1ο  τρίμ. 2013, όπως δείχνουν και τα πιο πρόσφατα στοιχεία για τις τιμές και τις συναλλαγές από την Τράπεζα της Ελλάδος όπως συλλέγονται από τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι ονομαστικές τιμές των διαμερισμάτων το 1ο τρίμ. 2013 ήταν χαμηλότερες κατά 11,4% σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Οι τιμές έχουν μειωθεί συνολικά 29,4% σε σχέση με τα υψηλότερά τους επίπεδα το 3ο τρίμ. 2008. Με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία για το σύνολο του 2012 οι τιμές έπεσαν κατά 11,7% σε σχέση με το 2011 (2011: -5,5%, 2010: -4,7%, 2009: -3,7%).
Οι συναλλαγές στα οικιστικά ακίνητα έχουν μειωθεί θεαματικά. Ο αριθμός των εκτιμήσεων-συναλλαγών ακινήτων, που πραγματοποιήθηκαν με τη διαμεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος, το 1ο τρίμ. 2013 ήταν 5 χιλ., μειωμένες κατά 24,5% σε ετήσια βάση, όταν το 1ο τρίμ. 2007 ήταν 39,7χιλ. (-87,5%). Παρόμοια είναι τα ποσοστά για τον όγκο των συναλλαγών (σε τετραγωνικά μέτρα), 1ο τρίμ. 2013: -26,2%, και την αξία των συναλλαγών, 1ο  τριμ. 2013: -34,6%.
Η πτώση των τιμών συνεχίζεται με υψηλούς ρυθμούς, όπως ήταν αναμενόμενο , καθώς η επίδραση των παραγόντων  που βοηθούσαν στην διατήρηση χαμηλών ρυθμών μείωσης μέχρι τα τέλη το 2011 πλέον εξασθενεί μπροστά στο μέγεθος της ύφεσης και την μείωση των εισοδημάτων των ελληνικών νοικοκυριών. Η αβεβαιότητα που επικρατεί στα νοικοκυριά τόσο για τα μελλοντικά τους εισοδήματα όσο και για την μελλοντική φορολογική μεταχείριση της ακίνητης περιουσίας συνεχίζει να αποτελεί τον κυριότερο ανασταλτικό παράγοντα για την ανάκαμψη της δραστηριότητας στην αγορά. Μπορεί η αβεβαιότητα όσον αφορά τη γενικότερη οικονομική κατάσταση να υποχώρησε αλλά όσον αφορά την αγορά ακινήτων εντάθηκε καθώς: καθυστερεί ο προσδιορισμός των χαρακτηριστικών του νέου φόρου για τα ακίνητα που θα ισχύσει από το 2014, συνεχίζεται η διαρροή σεναρίων για τις νέες αντικειμενικές τιμές,  ενώ παραμένει αδιευκρίνιστο το νέο σύστημα προσδιορισμού τους. Ρόλο στην κλιμάκωση της πτώσης των τιμών παίζει και η χρονική υστέρηση των σχετικών δεικτών.  
Η ετήσια πτώση των τιμών για τα νέα διαμερίσματα (ηλικίας έως 5 ετών) το 1ο τρίμ. 2013 (-10,8%) ήταν μικρότερη από ότι για τα παλαιά διαμερίσματα (ηλικίας άνω των 5 ετών) (-11,9%). Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα υψηλά του 3ου τρίμ. 2008 η πτώση των τιμών των παλαιών διαμερισμάτων είναι  μεγαλύτερη (-30,1%) από ότι των νεότερων (-28,2%). Η πτώση των τιμών παραμένει μεγαλύτερη στην Αθήνα από ότι στις υπόλοιπες αστικές περιοχές της χώρας.
Ενδεικτικό της πτώσης των επενδύσεων στις κατασκευές στην Ελλάδα είναι και η πορεία του αριθμού των οικοδομικών αδειών.  Τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για τον αριθμό των οικοδομικών αδειών δείχνουν μεγάλη πτώση των αδειών για ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα. Οι άδειες αυτές βρίσκονται σε συνεχή πτώση από το 2006 τόσο σε αριθμό όσο και σε εμβαδόν (τετραγωνικά μέτρα) και όγκο (κυβικά μέτρα). Το δίμηνο Ιαν. - Φεβ. 2013 μειώθηκαν κατά 40,6% σε αριθμό, κατά 38,5% σε επιφάνεια και κατά 36,2% στον όγκο, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2012.
Όσον αφορά τους δείκτες εμπιστοσύνης της αγοράς ακινήτων, οι κατασκευαστές (πλευρά της προσφοράς) και οι καταναλωτές (πλευρά της ζήτησης) παραμένουν απαισιόδοξοι για το μέλλον, αλλά υπάρχει αισθητή βελτίωση ιδίως όσον αφορά τους κατασκευαστές. Ο δείκτης προσδοκιών των κατασκευαστών (κατασκευές κτιρίων) βρέθηκε στα μέσα του 2011 σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα και παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα μέχρι τα τέλη του 2012. Από τις αρχές του 2013 υπήρξε θεαματική βελτίωση και τον Απρ. 2013 βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο από τον Οκτ. 2008 (-10). Παράλληλα, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής στις κατασκευές κατοικιών αυξήθηκαν στους  7,1 μήνες τον Απρ. 2013 από 3,2 κατά μέσο όρο το 2012 και 5,1 κατά μέσο όρο το 2011. Επίσης, η πλειοψηφία των κατασκευαστών εξακολουθεί να δηλώνει ότι αναμένουν να χρεώσουν χαμηλότερες τιμές για τις προς πώληση κατοικίες τους επόμενους τρεις μήνες. Οι καταναλωτές με τη σειρά τους εμφανίζονται απρόθυμοι να προχωρήσουν σε επενδύσεις όσον αφορά την αγορά ακινήτων. Τα στοιχεία του ΙΟΒΕ για τον Απρ. 2013 δείχνουν ότι μόλις το 1% των νοικοκυριών ίσως προβεί σε αγορά/ κατασκευή κατοικίας τον επόµενο χρόνο, ενώ το 98% δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να πραγματοποιήσει σημαντικές δαπάνες για ανανέωση ή βελτίωση της κατοικίας.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης