Πάντως αντάρτες στους 153 δύσκολα θα βρεθούν…
Εάν ευσταθούν οι τελευταίες πληροφορίες, κυβέρνηση και δανειστές δεν απέχουν παρά ένα βήμα από την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και από το κλείσιμο της αξιολόγησης.
Η κυβέρνηση φέρεται να έχει υποχωρήσει στα θέματα του αφορολόγητου, των συντάξεων και του ενεργειακού και να έχει επιτύχει την υποχώρηση των δανειστών στα εργασιακά.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Αλλά και τα πιο κρίσιμα ερωτήματα.
Πρώτα από όλα το πότε θα κλείσει η αξιολόγηση, και το σύνολο της συμφωνίας.
Η κυβέρνηση έχει διαμηνύσει ότι θέλει να επιτύχει μια συνολική συμφωνία «ει δυνατόν», όπως έχει πει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μέσα στον Απρίλιο.
Σύμφωνα με τον κ.Τζανακόπουλο, θα πρέπει έως την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ (21 -23/4), να έχει υπάρξει μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο και να έχει προχωρήσει η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος προκειμένου το Ταμείο να έχει όλα τα δεδομένα στο τραπέζι και να λάβει τις τελικές του αποφάσεις για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Τα «καμπανάκια» των επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία από την έως σήμερα καθυστέρηση, αρχίζουν και χτυπούν δραματικά.
Εάν χαθεί το επόμενο δίμηνο (Απρίλιος – Μάιος), τότε εκτιμάται ότι τα περιθώρια για την ελληνική οικονομία καθίστανται ασφυκτικά.
Ένα δεύτερο ερώτημα, και αρκετά καθοριστικό, έχει να κάνει με το περιεχόμενο της συμφωνίας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πακέτο των μέτρων θα είναι βαρύ και θα προβλέπει νέες επιβαρύνσεις μέσω της μείωσης του αφορολόγητου και των περικοπών στις συντάξεις στους πολίτες.
Επίσης, δεν αποκλείεται το θέμα της ΔΕΗ να εντείνει ακόμα περισσότερο τη δυσαρέσκεια κυβερνητικών βουλευτών και να ενισχύσει τις εντάσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης (ενδεικτικές άλλωστε και οι αντιδράσεις Σκουρλέτη).
Ερωτηματικό όμως παραμένει το περιεχόμενο των «αντίμετρων» καθώς και το εάν πράγματι αυτά θα σηματοδοτούν το τέλος της λιτότητας, με την έννοια ότι μέτρα και αντίμετρα θα παράγουν ένα μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα, όπως διατείνεται η κυβέρνηση.
Οι απαντήσεις που θα δοθούν σε αυτά τα ερωτήματα είναι πολύ πιθανό να κρίνουν και το μέλλον της κυβέρνησης.
Είναι δεδομένο, ότι όσο βαρύ και επώδυνο και αν είναι τα πακέτο, οι 153 της κυβέρνησης θα το ψηφίσουν.
Διότι γνωρίζουν ότι δεν είναι μόνο η διασφάλιση της συνέχειας της σημερινής κυβέρνησης και η αποτροπή έλευσης στην εξουσία της ΝΔ του κ.Μητσοτάκη, αλλά και ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την χώρα.
Η συμφωνία που θα φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή θα περάσει.
Εξίσου βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση θα επωμιστεί – για ακόμα μια φορά – ένα τεράστιο πολιτικό πλήγμα.
Πέρα όμως από το βαρύ πολιτικό κόστος της συμφωνίας, το ερώτημα είναι τι ακριβώς θα σηματοδοτεί αυτή.
Εάν η συμφωνία αυτή συνεπάγεται την έναρξη μιας περιόδου, κατά την οποία μπαίνουν πραγματικές βάσεις για το τέλος της λιτότητας και ανοίγεται ένας σαφής δρόμος για την έξοδο από την κρίση, η κυβέρνηση θα καταφέρει να τη διαχειριστεί.
Εάν όχι, τότε θα πληγεί ακόμα περισσότερο η αξιοπιστία της, θα διαπιστωθεί ότι η κωλυσιεργία στο κλείσιμο της αξιολόγησης ήταν αν όχι καταστροφική τουλάχιστον άνευ ουσίας και η δυσαρέσκεια των πολιτών θα εκτιναχθεί στα ύψη και θα είναι μη αναστρέψιμη.
Και στην δεύτερη περίπτωση είναι άγνωστο κατά πόσο η κυβέρνηση θα έχει άλλες αντοχές για να συνεχίσει το έργο της.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Η κυβέρνηση φέρεται να έχει υποχωρήσει στα θέματα του αφορολόγητου, των συντάξεων και του ενεργειακού και να έχει επιτύχει την υποχώρηση των δανειστών στα εργασιακά.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Αλλά και τα πιο κρίσιμα ερωτήματα.
Πρώτα από όλα το πότε θα κλείσει η αξιολόγηση, και το σύνολο της συμφωνίας.
Η κυβέρνηση έχει διαμηνύσει ότι θέλει να επιτύχει μια συνολική συμφωνία «ει δυνατόν», όπως έχει πει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μέσα στον Απρίλιο.
Σύμφωνα με τον κ.Τζανακόπουλο, θα πρέπει έως την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ (21 -23/4), να έχει υπάρξει μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο και να έχει προχωρήσει η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος προκειμένου το Ταμείο να έχει όλα τα δεδομένα στο τραπέζι και να λάβει τις τελικές του αποφάσεις για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Τα «καμπανάκια» των επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία από την έως σήμερα καθυστέρηση, αρχίζουν και χτυπούν δραματικά.
Εάν χαθεί το επόμενο δίμηνο (Απρίλιος – Μάιος), τότε εκτιμάται ότι τα περιθώρια για την ελληνική οικονομία καθίστανται ασφυκτικά.
Ένα δεύτερο ερώτημα, και αρκετά καθοριστικό, έχει να κάνει με το περιεχόμενο της συμφωνίας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πακέτο των μέτρων θα είναι βαρύ και θα προβλέπει νέες επιβαρύνσεις μέσω της μείωσης του αφορολόγητου και των περικοπών στις συντάξεις στους πολίτες.
Επίσης, δεν αποκλείεται το θέμα της ΔΕΗ να εντείνει ακόμα περισσότερο τη δυσαρέσκεια κυβερνητικών βουλευτών και να ενισχύσει τις εντάσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης (ενδεικτικές άλλωστε και οι αντιδράσεις Σκουρλέτη).
Ερωτηματικό όμως παραμένει το περιεχόμενο των «αντίμετρων» καθώς και το εάν πράγματι αυτά θα σηματοδοτούν το τέλος της λιτότητας, με την έννοια ότι μέτρα και αντίμετρα θα παράγουν ένα μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα, όπως διατείνεται η κυβέρνηση.
Οι απαντήσεις που θα δοθούν σε αυτά τα ερωτήματα είναι πολύ πιθανό να κρίνουν και το μέλλον της κυβέρνησης.
Είναι δεδομένο, ότι όσο βαρύ και επώδυνο και αν είναι τα πακέτο, οι 153 της κυβέρνησης θα το ψηφίσουν.
Διότι γνωρίζουν ότι δεν είναι μόνο η διασφάλιση της συνέχειας της σημερινής κυβέρνησης και η αποτροπή έλευσης στην εξουσία της ΝΔ του κ.Μητσοτάκη, αλλά και ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την χώρα.
Η συμφωνία που θα φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή θα περάσει.
Εξίσου βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση θα επωμιστεί – για ακόμα μια φορά – ένα τεράστιο πολιτικό πλήγμα.
Πέρα όμως από το βαρύ πολιτικό κόστος της συμφωνίας, το ερώτημα είναι τι ακριβώς θα σηματοδοτεί αυτή.
Εάν η συμφωνία αυτή συνεπάγεται την έναρξη μιας περιόδου, κατά την οποία μπαίνουν πραγματικές βάσεις για το τέλος της λιτότητας και ανοίγεται ένας σαφής δρόμος για την έξοδο από την κρίση, η κυβέρνηση θα καταφέρει να τη διαχειριστεί.
Εάν όχι, τότε θα πληγεί ακόμα περισσότερο η αξιοπιστία της, θα διαπιστωθεί ότι η κωλυσιεργία στο κλείσιμο της αξιολόγησης ήταν αν όχι καταστροφική τουλάχιστον άνευ ουσίας και η δυσαρέσκεια των πολιτών θα εκτιναχθεί στα ύψη και θα είναι μη αναστρέψιμη.
Και στην δεύτερη περίπτωση είναι άγνωστο κατά πόσο η κυβέρνηση θα έχει άλλες αντοχές για να συνεχίσει το έργο της.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών