Σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση η κυβέρνηση
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις σκιαγραφούν ένα ξεκάθαρο και κυρίως μη αναστρέψιμο προβάδισμα της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.
Η διαφορά των 18 ποσοστιαίων μονάδων στην πρόθεση ψήφου και των 50 και άνω μονάδων στην παράσταση νίκης υπέρ της ΝΔ δεν επιτρέπουν πολλές αναγνώσεις.
Αντιθέτως, αν λάβει κανείς υπόψη τη διάχυτη απογοήτευση και δυσαρέσκεια που υπάρχει στην κοινωνία, ακόμα και από τους ίδιους τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, (είναι ενδεικτικό ότι τουλάχιστον ένας στους τρεις υποστηρίζει πως δεν πρόκειται να τον ξαναψηφίσει), τότε είναι προφανές πως η επικράτηση της ΝΔ στις επόμενες εκλογές μάλλον μοιάζει αναμφισβήτητη.
Η κυβέρνηση περιορίζεται στο να υποστηρίζει ότι οι δημοσκοπήσεις είναι μια στιγμιαία αποτύπωση της στιγμής και ευελπιστεί ότι στον εναπομείναντα χρόνο που έχει μπροστά της έως τη λήξη της θητείας της (τον Σεπτέμβριο του 2019) θα έχει καταφέρει να γυρίσει το κλίμα και την ψυχολογία στην οικονομία και στην κοινωνία.
Το κύριο ερώτημα όμως είναι σε πιο ακροατήριο, σε ποια δεξαμενή ψηφοφόρων θα απευθυνθεί στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ήδη με την κριτική που ασκεί στη ΝΔ για το πρόγραμμα της που προβλέπει μείωση της φορολογίας με παράλληλη μείωση του κράτους και των δημόσιων δαπανών, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να «ποντάρει» στους δημόσιους υπαλλήλους.
Για αυτό φροντίζει να προβάλλει τον κίνδυνο που εγκυμονεί ο Κ. Μητσοτάκης στη διατάραξη της εργασιακής ειρήνης και ασφάλειας των δημόσιων υπαλλήλων.
Αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν είναι η πλέον καθοριστική ομάδα ψηφοφόρων.
Στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να επικρατήσει όχι τόσο διότι έλαβε περισσότερες ψήφους από τη ΝΔ στους δημόσιους υπαλλήλους, στους άνεργους, στους φοιτητές και στις νοικοκυρές (έχασε οριακά μόνο στους συνταξιούχους και στους αυτοαπασχολούμενους), αλλά κυρίως διότι κυριάρχησε σχεδόν απόλυτα στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα.
Μάλιστα στη συγκεκριμένη κατηγορία πολιτών – ψηφοφόρων ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια τεράστια διαφορά της τάξης των 14 μονάδων, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία διότι αυτή η ομάδα των ιδιωτικών υπαλλήλων είναι - μαζί με τους συνταξιούχους - η μεγαλύτερη όλων των υπολοίπων (ενδεικτικά αναφέρεται ότι είναι σχεδόν διπλάσια από αυτήν των δημοσίων υπαλλήλων).
Όταν λοιπόν αυτή η κατηγορία εργαζομένων, η οποία είναι η πιο δυναμική και πιο παραγωγική είναι αντιμέτωπη με εξοντωτική φορολόγηση και ασφαλιστικές εισφορές (ενδεικτικά είναι τα στοιχεία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών σύμφωνα με τα οποία οι Έλληνες πρέπει να δουλεύουν 203 ημέρες τον χρόνο για να πληρώσουν τους φόρους) και παράλληλα βιώνει όλα τα παραλειπόμενα της εργασιακής ανασφάλειας (π.χ. απολύσεις, μη πληρωμή μισθών, περικοπή μισθών ), είναι μάλλον προφανές πως θα γυρίσει την πλάτη στην κυβέρνηση Τσίπρα.
Εάν μάλιστα ληφθεί υπόψη και η διάψευση των προσδοκιών των συνταξιούχων για τη μη περικοπή των συντάξεων τους από τη σημερινή κυβέρνηση, τότε το «ποντάρισμα» στους δημόσιους υπαλλήλους ακόμα και αν αποδώσει, δεν φαίνεται ικανό να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα κατά της κυβέρνησης.
Είναι σαφές πως πολύ μεγάλη σημασία για την έκβαση του εκλογικού αποτελέσματος θα έχει και η ημερομηνία των εκλογών.
Και κυρίως αν στο διάστημα έως αυτή την ημέρα η κυβέρνηση Τσίπρα θα έχει καταφέρει, ή μάλλον θα έχει προλάβει να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα στην οικονομία και να προσφέρει ανάσες και ελπίδα αισιοδοξίας για το μέλλον.
Αν μη τι άλλο πρόκειται για ένα εξαιρετικά δύσκολο στοίχημα.
Το οποίο τουλάχιστον αυτή τη δεδομένη στιγμή φαντάζει ανέφικτο.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Η διαφορά των 18 ποσοστιαίων μονάδων στην πρόθεση ψήφου και των 50 και άνω μονάδων στην παράσταση νίκης υπέρ της ΝΔ δεν επιτρέπουν πολλές αναγνώσεις.
Αντιθέτως, αν λάβει κανείς υπόψη τη διάχυτη απογοήτευση και δυσαρέσκεια που υπάρχει στην κοινωνία, ακόμα και από τους ίδιους τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, (είναι ενδεικτικό ότι τουλάχιστον ένας στους τρεις υποστηρίζει πως δεν πρόκειται να τον ξαναψηφίσει), τότε είναι προφανές πως η επικράτηση της ΝΔ στις επόμενες εκλογές μάλλον μοιάζει αναμφισβήτητη.
Η κυβέρνηση περιορίζεται στο να υποστηρίζει ότι οι δημοσκοπήσεις είναι μια στιγμιαία αποτύπωση της στιγμής και ευελπιστεί ότι στον εναπομείναντα χρόνο που έχει μπροστά της έως τη λήξη της θητείας της (τον Σεπτέμβριο του 2019) θα έχει καταφέρει να γυρίσει το κλίμα και την ψυχολογία στην οικονομία και στην κοινωνία.
Το κύριο ερώτημα όμως είναι σε πιο ακροατήριο, σε ποια δεξαμενή ψηφοφόρων θα απευθυνθεί στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ήδη με την κριτική που ασκεί στη ΝΔ για το πρόγραμμα της που προβλέπει μείωση της φορολογίας με παράλληλη μείωση του κράτους και των δημόσιων δαπανών, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να «ποντάρει» στους δημόσιους υπαλλήλους.
Για αυτό φροντίζει να προβάλλει τον κίνδυνο που εγκυμονεί ο Κ. Μητσοτάκης στη διατάραξη της εργασιακής ειρήνης και ασφάλειας των δημόσιων υπαλλήλων.
Αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν είναι η πλέον καθοριστική ομάδα ψηφοφόρων.
Στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να επικρατήσει όχι τόσο διότι έλαβε περισσότερες ψήφους από τη ΝΔ στους δημόσιους υπαλλήλους, στους άνεργους, στους φοιτητές και στις νοικοκυρές (έχασε οριακά μόνο στους συνταξιούχους και στους αυτοαπασχολούμενους), αλλά κυρίως διότι κυριάρχησε σχεδόν απόλυτα στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα.
Μάλιστα στη συγκεκριμένη κατηγορία πολιτών – ψηφοφόρων ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια τεράστια διαφορά της τάξης των 14 μονάδων, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία διότι αυτή η ομάδα των ιδιωτικών υπαλλήλων είναι - μαζί με τους συνταξιούχους - η μεγαλύτερη όλων των υπολοίπων (ενδεικτικά αναφέρεται ότι είναι σχεδόν διπλάσια από αυτήν των δημοσίων υπαλλήλων).
Όταν λοιπόν αυτή η κατηγορία εργαζομένων, η οποία είναι η πιο δυναμική και πιο παραγωγική είναι αντιμέτωπη με εξοντωτική φορολόγηση και ασφαλιστικές εισφορές (ενδεικτικά είναι τα στοιχεία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών σύμφωνα με τα οποία οι Έλληνες πρέπει να δουλεύουν 203 ημέρες τον χρόνο για να πληρώσουν τους φόρους) και παράλληλα βιώνει όλα τα παραλειπόμενα της εργασιακής ανασφάλειας (π.χ. απολύσεις, μη πληρωμή μισθών, περικοπή μισθών ), είναι μάλλον προφανές πως θα γυρίσει την πλάτη στην κυβέρνηση Τσίπρα.
Εάν μάλιστα ληφθεί υπόψη και η διάψευση των προσδοκιών των συνταξιούχων για τη μη περικοπή των συντάξεων τους από τη σημερινή κυβέρνηση, τότε το «ποντάρισμα» στους δημόσιους υπαλλήλους ακόμα και αν αποδώσει, δεν φαίνεται ικανό να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα κατά της κυβέρνησης.
Είναι σαφές πως πολύ μεγάλη σημασία για την έκβαση του εκλογικού αποτελέσματος θα έχει και η ημερομηνία των εκλογών.
Και κυρίως αν στο διάστημα έως αυτή την ημέρα η κυβέρνηση Τσίπρα θα έχει καταφέρει, ή μάλλον θα έχει προλάβει να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα στην οικονομία και να προσφέρει ανάσες και ελπίδα αισιοδοξίας για το μέλλον.
Αν μη τι άλλο πρόκειται για ένα εξαιρετικά δύσκολο στοίχημα.
Το οποίο τουλάχιστον αυτή τη δεδομένη στιγμή φαντάζει ανέφικτο.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών