Τελευταία Νέα
Απόψεις - Άρθρα

Καταλoνία: Ένα εθνοτικό ζήτημα κλιμακώνεται σε εθνικό πρόβλημα

tags :
Καταλoνία: Ένα εθνοτικό ζήτημα κλιμακώνεται σε εθνικό πρόβλημα
Ο ηγέτης της τοπικής κυβέρνησης της Καταλωνίας Carles Puidgemont, προς το παρόν εμφανίζεται αδιάλλακτος, ελπίζοντας σε νέες διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις
Από τις ακτές του Ατλαντικού έως την Μέση Ανατολή, οι διάφορες κεντρικές εξουσίες αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν πως η καταπίεση και η βία δεν προσφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα στο τομέα της αντιμετώπισης των αυτονομιστικών κινήσεων.
Με την υπόθεση του Brexit και της επερχόμενης εξόδου της Βρετανίας να έχει πλέον επικοινωνιακά περιθωριοποιηθεί και το δημοψήφισμα των Κούρδων όπως και οι άγριες τουρκικές επιθέσεις εναντίον τους στην Συρία να θεωρούνται γενικά και κάπως ακαθόριστα πως αφορούν κάποιους άλλους, το δημοψήφισμα της Καταλονίας προκαλεί και λόγω της πρόσφατης σύλληψης του Καταλανού ηγέτη Carles Puidgemont αναταράξεις μάλλον δυσανάλογες για την σημασία του.
Αν και οι Κούρδοι αποτελούν τον μεγαλύτερο ομοιογενή πληθυσμό της Γής χωρίς να διαθέτουν ανεξάρτητη επικράτεια, οπότε φυσιολογικά η επικοινωνιακή διαχείριση του κουρδικού ζητήματος από τα υποτιθέμενα ανεξάρτητα διεθνή ΜΜΕ οφείλει να προσλάβει τις πραγματικές του διαστάσεις, αν όχι και μεγαλύτερες, η Καταλωνία παραμένει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο προσκήνιο.
Μία βασική παράμετρος που διογκώνει την δυναμική του συγκεκριμμένου προβλήματος απορρέει από το γεγονός ότι αποτελεί ένα ζήτημα που αφορά άμεσα την Ε.Ε., ενώ μία δεύτερη και χειρότερη πηγάζει από τις βίαιες αντιδράσεις, τα μέτρα καταστολής της ισπανικής κεντρικής εξουσίας, αλλά και τις φυλακίσεις των ηγετών του αυτονομιστικού κινήματος, που δωρίζουν αναπάντεχα διεθνή δημοσιότητα στους Καταλανούς, αναβαθμίζοντας δραστικά την προβολή των αιτημάτων τους.

Η Ισπανική Περίπτωση

Οι εξελίξεις αυτές δυναμιτίζουν κυριολεκτικά την ομαλή εξέλιξη της ιβηρικής χερσονήσου, πυροδοτώντας ανάλογες καταστάσεις στην χώρα των Βάσκων, όπου το προς το παρόν πολιτιστικό κίνημα Euskal Herria, ίσως μετατοπισθεί προς την επιδίωξη της απόσχισης με την συναίνεση των έξι βασκικών πολιτικών φορέων που δραστηριοποιούνται στην συγκεκριμένη ισπανική περιφέρεια, αλλά και στην αντίστοιχη γαλλική πλευρά των συνόρων. Επιπλέον παρέχουν την δυνατότητα στο κίνημα Bloque Nacionalista Galego-BNG της Γαλικίας που φθίνει σταδιακά στις διάφορες τοπικές εκλογικές αναμετρήσεις (από το 22,1% του 2001 στο 8,3% το 2016), να ανακτήσει την ισχύ του, προβάλλοντας αιτήματα ανάλογα με της Καταλονίας. Η στάση της κεντρικής ισπανικής κυβέρνησης δυστυχώς προκαλεί ανησυχητικά προβλήματα στον βορρά, των οποίων οι συνέπειες δεν είναι εφικτό να προσδιορισθούν με ακρίβεια, κυρίως λόγω του ότι επηρεάζονται από μεταβλητές αστάθμητων και ασύμμετρων παραμέτρων. Εξίσου προβληματικό δεδομένο αποτελεί το γεγονός ότι κανείς δεν παραδειγματίζεται από την κλιμάκωση της βίας στην Ουκρανία που έχει οδηγήσει στην δημιουργία δύο de facto αυτόνομων και εχθρικών μεταξύ τους περιφερειών, αλλά και στην απώλεια της Κριμαίας.
Εντελώς παράδοξα και ανόητα οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες εμφανίζονται να θεωρούν την αποκαλούμενη βαλκανοποίηση ένα τοπικό φαινόμενο του ΧΙΧ αιώνα, με συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, που αποτελεί πλέον αντικείμενο ιστορικής μελέτης, χωρίς άλλες διαστάσεις. Αυτή η μυωπική συμπεριφορά και η παντελής έλλειψη διορατικότητας και κριτικής σκέψης, κυοφορεί μία σειρά ολέθριων επιπτώσεων για την Ευρώπη, των οποίων η ένταση και το μέγεθος είναι πρακτικά αδύνατον να εκτιμηθούν έστω και με σχετική ακρίβεια.


Αριστερά, χάρτης της Καταλονίας (The Guardian) και δεξιά η θέση της Καταλονίας στην ισπανική επικράτεια (One World Map).
Αδυναμίες των Κεντρικών Εξουσιών

Αδυναμίες των Κεντρικών Εξουσιών
 
Είναι παρατηρημένο διαχρονικά  πως οι κεντρικές εξουσίες αντιδρούν παράλογα, χωρίς καν στοιχεία κοινής λογικής, όταν αντιλαμβάνονται πως η πολιτική τους ισχύς διαβρώνεται και πιέζεται από φαινόμενα συρρίκνωσης με συνέπεια η απήχησή τους να φθίνει. Η απόπειρα καταστολής του δημοψηφίσματος με αστυνομικές επιδρομές στα εκλογικά τμήματα, απροκάλυπτη χρήση βίας εναντίον των πολιτών, λογοκρισία των μέσων μαζικής επικοινωνίας και φυλακίσεις μετά τα αποτελέσματα της κάλπης, αποδεικνύεται εντελώς αντιπαραγωγική, επιδεινώνοντας την κατάσταση και πυροδοτώντας εκρήξεις οργής κατά της κεντρικής κυβέρνησης και της πρωτοφανούς αδυναμίας της να διαχειρισθεί το πρόβλημα. Ο Ισπανός πρωθυπουργός εμφανίζεται να αγνοεί πως η ανάλογη στάση του Λονδίνου στα αιτήματα αυτοδιαχείρισης και εκχώρησης εξουσιών στις αρχές της Σκωτίας κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1980,  προκαλεί με την πάροδο του χρόνου έντονη αναζωπύρωση του Σκωτικού εθνοτικού ζητήματος, με καθόλου απίθανη την τελική απόσχιση της Σκωτίας από την βρετανική επικράτεια σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.
Η ισπανική κυβέρνηση επικαλείται προς το παρόν το σύνταγμα για να θέσει εκτός νόμου το δημοψήφισμα και να εκδώσει εντάλματα σύλληψης για τους επικεφαλής των αυτονομιστών μετά την διεξαγωγή του, διακηρύσσοντας παράλληλα σε όλους τους τόνους πως η λαϊκή βούληση στην Ισπανία – μία απαράβατη αρχή των δημοκρατικών καθεστώτων – τάσσεται κατά των αυτονομιστών της Καταλωνίας. Όμως η επίκληση της βούλησης του ισπανικού λαού, αναφέρεται σε κάτι νεφελώδες και μάλλον απροσδιόριστο, από την στιγμή που δεν διευκρινίζεται ποιές από τις κοινωνικές ομάδες που απαρτίζουν τον κατά την κυβέρνηση ισπανικό λαό, τάσσονται κατά των Καταλανών και της απόπειρας απόσχισής τους. 
Η ισπανική κυβέρνηση οφείλει να αναγνωρίσει ένα υπαρκτό παράδοξο, όταν καταφεύγει σε διακηρύξεις αυτής της μορφής, που δεν είναι άλλο από το ζήτημα της Βορείου Ιρλανδίας. Εάν η αποχώρηση της Βρετανίας δεν ολοκληρωθεί ομαλά, οπότε και ανατρέπει το ισχύον συνοριακό καθεστώς (πρακτικά ανυπαρξία μεθορίου) μεταξύ βορρά και νότου στην Ιρλανδία, τότε θα αντιμετωπισθεί το πρόβλημα απόσχισης του βορρά και της ενσωμάτωσής του στον νότο. Το γελοίον του πράγματος στην περίπτωση αυτή πηγάζει από το γεγονός ότι ο ιρλανδικός βορράς αντιτίθεται με φανατισμό στην προοπτική απόσχισης της Σκωτίας, καταρρίπτοντας πανηγυρικά την υποτιθέμενη ομοιογένεια της λαϊκής βούλησης στην βρετανική επικράτεια, τουλάχιστον σε αυτές τις περιπτώσεις. Το συγκεκριμένο παράδειγμα στοιχειοθετεί ότι τα εθνοτικά ζητήματα σε μία χώρα κυριαρχούνται από εννοιολογικούς γρίφους με διπλές αναγνώσεις και λύσεις. 
 
Οι Μετρήσεις
 
Το Κέντρο Ερευνών της Κοινής Γνώμης (Centre d'Estudis d'Opinió-CEO) που υπάγεται στην τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας έχει καταμετρήσει το υψηλότερο ποσοστό υπέρ της αυτονομίας στο τελευταίο τετράμηνο του 2012, με 57% υπέρ, 43% κατά, με αποχή 14,3% και χωρίς απάντηση 7,7%. Η αντίστοιχη καταμέτρηση του πρώτου τετραμήνου του 2017 καταγράφει 44,3% υπέρ και 55,7% κατά, χωρίς αποχή, ενώ η καταμέτρηση του δευτέρου τετραμήνου του 2017 εμφανίζει μόλις 41,4% υπέρ και 58,6% κατά και πάλι χωρίς αποχή. Οι δώδεκα καταμετρήσεις της περιόδου 2012-2017 πιστοποιούν μία φθίνουσα πορεία της απήχησης των αυτονομιστών στην περιφέρεια της Καταλονίας, τάση που προφανώς έχει αγνοήσει η κεντρική ισπανική κυβέρνηση, με συνέπεια η ανεγκέφαλη προσφυγή της σε μέτρα καταστολής και βίας να πυροδοτεί αντιστροφή της τάσης. Το δημοψήφισμα του 2014 καταλήγει σε ποσοστό 80,76% υπέρ της αυτονομίας, με συμμετοχή όμως μόνον του 42,6% του εκλογικού σώματος (συνολικά 5,4 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι), γεγονός που συνεπάγεται πως στο σύνολο των Καταλανών εκλογέων, μόλις το 34,4% αποδέχεται την αποσχιστική λύση. Αντίστοιχα το δημοψήφισμα του Οκτωβρίου του 2017 με συμμετοχή 43,03% στο σύνολο των εκλογέων καταλήγει σε ποσοστό 92,01% υπέρ της ανεξαρτησίας, αν και με αναγωγή στο σύνολο μειώνεται σε 39, 59%. Οι επιδόσεις αυτές προδίδουν πως οι αυτονομιστές υστερούν δραστικά από το να επιτύχουν ένα αποφασιστικό αποτέλεσμα, γεγονός όμως που αγνοεί ο Ισπανός πρωθυπουργός Mariano Rajoy.
Η στάση πάντως της Μαδρίτης προδίδει πως έχει αποδεχθεί την διέξοδο της επίδειξης πυγμής έναντι των αυτονομιστών ως την καλύτερη δυνατή λύση, αποκαλύπτοντας όμως από την άλλη πλευρά πως στερείται πολιτικών και κοινωνικών ιδεών που πιθανότατα παρέχουν δυνατότητες λύσης του αδιεξόδου, στο οποίο ήδη έχει οδηγηθεί. Το αρχέγονο πνεύμα της Καστίλλης που επιτάσσει την προσφυγή στα όπλα όταν κάποιοι αμφισβητούν την κυριαρχία της κεντρικής εξουσίας, ίσως επαναφέρει μνήμες της Πολωνίας του 1981, όταν ο στρατηγός Jaruzelski προσφεύγει στα άρματα μάχης, στην σκληρή λογοκρισία και στις μαζικές συλλήψεις 100.000 πολιτών για να καταστείλει το κίνημα εξέγερσης κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος. Ένα ανάλογο ακραίο φαινόμενο εγκυμονείται στην Ισπανία, που αναπόφευκτα θα καταλήξει και σε θύματα, τα οποία θα ανακηρυχθούν μάρτυρες της αντίστασης στην κρατική βία, αναδεικνύοντας μία άνευ προηγουμένου σύγχρονη ευρωπαϊκή τραγωδία.
 
Καταλονία – η Κορυφή του Παγόβουνου
 
Οι Έλληνες αντιλαμβάνονται μάλλον έκπληκτοι πως κάτι ασυνήθιστο συμβαίνει στην Ισπανία, όταν κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών το δημοψήφισμα των Καταλανών αναβαθμίζεται από πλευράς θεαματικότητας στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και επικοινωνίας. Όμως στην Ευρώπη προβλήματα αυτού του τύπου σε χώρες, όπως η Βρετανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ουγγαρία και αρκετές άλλες, είναι γνωστά εδώ και δεκαετίες. Μάλιστα to 1981, έξι πολιτικές κινήσεις στην Ευρώπη (Fryske Nasjonale Partij στην Ολλανδία, Independent Fianna Fáil στην Ιρλανδία, Partei der Deutschsprachigen Belgier στο Βέλγιο, Parti pour l’organisation d’une Bretagne libre και Alsace-Lorraine National Association στην Γαλλία) συνεπικουρούμενες και από ακόμα τρείς με ιδιότητα παρατηρητή (Unione di u Populu Corsu στην Κορσική, Partit Occitan στην Γαλλία και Convergència Democràtica de Catalunya-CDC στην Ισπανία), σχηματίζουν την Ελεύθερη Ευρωπαϊκή Συμμαχία (European Free Alliance-EFA), συμμαχώντας μετά το 1999 με την παράταξη των Πρασίνων (European Green Party-EGP) στο Ευρωκοινοβούλιο.
Ακολουθεί το 2000 η Διακήρυξη Αρχών των Βρυξελλών που κωδικοποιεί τα πολιτικά αξιώματα της Συμμαχίας με κυρίαρχα την αποκέντρωση, την επικουρικότητα και την αλληλεγγύη. Η Συμμαχία αντιμετωπίζει τα μέλη της με τον χαρακτήρα εθνοτήτων χωρίς διακριτό εδαφικό αντίκρισμα και μάχεται για την εθνοτική τους αναγνώριση, την αυτονομία, την ισχυροποίηση της παρουσίας τους με ίσους όρους στην Ευρώπη και σε μερικές περιπτώσεις για την ανεξαρτησία τους. Υποστηρίζει δυναμικά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με βάση την επικουρικότητα, αντιτίθεται στον συγκεντρωτισμό των Βρυξελλών και προωθεί συστηματικά την ιδέα μίας Ευρώπης των Εθνοτήτων. Υποστηρίζει πως οι περιφέρειες οφείλουν να αποκτήσουν μεγαλύτερη ισχύ στους ευρωπαϊκούς οργανισμούς, όπως το Συμβούλιο της Ε.Ε., τουλάχιστον σε θέματα που άπτονται των ενδιαφερόντων των περιφερειών και τάσσεται αναφανδόν υπέρ της προστασίας της γλωσσικής και πολιτιστικής πολυμορφίας στην γηραιά ήπειρο.
 

Ο ηγέτης της τοπικής κυβέρνησης της Καταλονίας Carles Puidgemont, που προς το παρόν εμφανίζεται αδιάλλακτος, ελπίζοντας σε νέες διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις (Reuters)

Το Δημοψήφισμα της Βενετίας

Αυτό το φαινόμενο αντικατοπτρίζεται και στο δημοψήφισμα, στο οποίο προσφεύγουν οι περιφέρειες της Λομβαρδίας και της Βενετίας στις 22 Οκτωβρίου του 2017 με θέμα την διεύρυνση της αυτονομίας των δύο περιφερειών, όπου με συμμετοχή 57,2%, το ποσοστό υπέρ της διεύρυνσης διαμορφώνεται στο 98,1%. Η πρωτοβουλία ανήκει στους δύο περιφερειάρχες της Λέγκας του Βορρά, Roberto Maroni και Luca Zaia, που διακηρύσσουν σε όλους τους τόνους πως σέβονται πλήρως τη Δημοκρατία και το ιταλικό Σύνταγμα και πως ο στόχος τους είναι κυρίως, η εξασφάλιση μεγαλύτερης αυτονομίας σε τομείς όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς και η οργάνωση των ειρηνοδικείων, γεγονός που συνεπάγεται μεταφορά των συγκεκριμένων αναγκαίων οικονομικών πόρων από το κέντρο προς τις δύο περιφέρειες. 
Για τους Ευρωπαίους οι κινήσεις αυτές, με προμετωπίδα την Καταλωνία δεν αποτελούν κεραυνό εν αιθρία, αφού ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζονται στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στην Γαλλία, στην Ιταλία, στην Τσεχία, στην Σλοβακία, στην Ουγγαρία και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Μάλιστα η Καταλονία εντάσσεται σε μία ειδική κατηγορία, όπου το εθνοτικό κίνημα θεωρεί πως η συγκεκριμένη περιφέρεια επιδεικνύει δραστικά μεγαλύτερη ανάπτυξη από το μητροπολιτικό κέντρο, επαναφέροντας παλαιότερες μνήμες, όπως λόγου χάρη των ιδιαίτερα μορφωμένων Σκώτων της Βικτωριανής περιόδου που αντιμετωπίζουν υποτιμητικά τους ημιμαθείς Άγγλους της εποχής και την κενή περιεχομένου αλαζονεία τους ή των εξαιρετικά προηγμένων στην μηχανουργία ακριβείας και στις συνεπακόλουθες τεχνολογικές εφαρμογές Τσέχων των αρχών του ΧΧ αιώνα, που ειρωνεύονται την υπερφίαλη συμπεριφορά της τότε αυτοκρατορικής, αλλά παρακμασμένης Βιέννης. Κατά τρόπο ανάλογο, οι σύγχρονοι Καταλανοί θεωρούν πως η αδιάφορη και χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον θεοσεβούμενη Καστίλλη, αποτελεί τροχοπέδη και φραγμό στην δυναμική τους εξέλιξη.
 
Ανατροπές και Διαψεύσεις
 
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τελικά η καταλανική περιφέρεια θα αυτονομηθεί σε βαθμό που να συμπεριφέρεται όπως μία de facto κρατική οντότητα, δημιουργώντας ένα ισχυρό δείγμα αποδόμησης των κεντρικών εξουσιών στην Ευρώπη. Το παράδοξο στην περίπτωση αυτή, όπως και σε πολλές άλλες στην ευρωπαϊκή ήπειρο πηγάζει από το γεγονός ότι τα κινήματα των αυτονομιστών εμφανίζονται με την μορφή μίας δυναμικής αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση, στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν και να υπερασπισθούν το δικαίωμα της διαφορετικής εθνοτικής προσωπικότητας και ταυτότητας. Αποτελεί μάλλον μία ακόμα ειρωνεία της ιστορίας, αφού μετά το 1989, σχεδόν όλοι οι περισπούδαστοι "ειδικοί" και "ειδήμονες" της παγκοσμιοποίησης, διακηρύσσουν με παρρησία πως οι νεοφιλελεύθερες αρχές και η απόλυτη ελευθερία των συναλλαγών, πρόκειται να οδηγήσουν σε ένα ομοιογενές  περιβάλλον σε διεθνές επίπεδο, που αναπόφευκτα προορίζεται να απομειώσει την ισχύ των εθνικών κρατών, με την μεταφορά των εξουσιών στις ελάχιστες και υποτίθεται αγαθών προθέσεων υπερδυνάμεις, για να συμβεί τελικά ακριβώς το αντίθετο στις επόμενες δύο δεκαετίες.


Ο Ισπανός πρωθυπουργός Mariano Rajoy, οπαδός της σκληρής γραμμής έναντι των αυτονομιστών (Reuters)

Η τάση αυτή όμως αντιτίθεται και στον κρατικό συγκεντρωτισμό, που για πολλούς Ευρωπαίους συνδέεται άρρηκτα με τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η Γαλλία των Ιακωβίνων μετά την επανάσταση, επιχειρεί μέσω του συγκεντρωτισμού να ανασύρει από την αφάνεια τις περιφέρειες της χώρας, θεωρώντας πως οφείλει να αντιταχθεί στο οπισθοδρομικό πνεύμα ενός κληρικαλιστικού συστήματος που τρέφεται από την άγνοια. Από τις αρχές του ΧΧ αιώνα, αρχικά οι φιλελεύθεροι και αργότερα οι εργατικοί της Βρεταννίας, αγωνίζονται με επίταση να επιβάλλουν μέσω συγκεντρωτισμού το κοινωνικό κράτος. Όμως στην Ισπανία ο συγκεντρωτισμός λειτουργεί εντελώς διαφορετικά, καταπιέζοντας τις περιφέρειες, με αποτέλεσμα μετά τον θάνατο του στρατηγού Franco το 1976 και την αποκατάσταση των δημοκρατικών θεσμών, να επιδιώκουν μεγαλύτερη αυτονομία και περισσότερες αρμοδιότητες σε τοπικό επίπεδο. Το γεγονός ότι Καταλανοί προσβλέπουν σε ακόμα μεγαλύτερη αυτοδυναμία τις διχάζει, αφού από την μία πλευρά φθονούν την αποφασιστικότητα της Βαρκελώνης και από την άλλη τρέμουν την πρόθεση της Μαδρίτης να επιβάλει με κάθε μέσον την θέλησή της. Ταυτόχρονα έχουν να αντιμετωπίσουν και τον σύγχρονο ισπανικό εθνικισμό, όπως αυτός διαμορφώνεται κατά την διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων και ειδικά μετά την καταστροφική για τους Ισπανούς σύγκρουση του 1898 με τις ΗΠΑ. 
Το παράδοξο στην περίπτωση αυτή απορρέει από το γεγονός ότι ο νεώτερος ισπανικός εθνικισμός φέρει μάλλον την μεγαλύτερη ευθύνη για την ανάδυση και ισχυροποίηση του εθνοτικού προβλήματος στην Καταλονία, αφού με την ταχύτατη εκβιομηχάνιση της περιοχής από τις αρχές του ΧΧ αιώνα, προκαλείται μία δυσανάλογα μεγάλη διαφορά πλούτου μεταξύ των ισχυρών οικονομικά Καταλανών και των πολιτικών ελίτ της Μαδρίτης, που ενδιαφέρονται κυρίως για την επιβολή της βούλησης και των αποφάσεων της κεντρικής εξουσίας.
 
Άρρηκτοι Δεσμοί 
 
Όμως ακόμα και αν υποθέσει κανείς πως η περιοχή τελικά αυτονομείται και προχωρεί σε αυτοδιάθεση, πρακτικά δεν πρόκειται να διαρρήξει του στενούς δεσμούς της με την υπόλοιπη Ισπανία, αφού το ζήτημα δεν αποτελεί ένα ακόμα θέμα οικονομικού ενδιαφέροντος. Οι αναρίθμητοι οικογενειακοί και κοινωνικοί δεσμοί που ενισχύονται μέσω γάμων και από τις δύο πλευρές, αλλά και η στενή σχέση με την ισπανική γλώσσα και τον πολιτισμό της ιβηρικής χερσονήσου καθιστούν εκ των πραγμάτων αδύνατη την απομόνωση της Καταλονίας σε ένα νέο περιβάλλον. Η κατάσταση παραπέμπει στην ανάλογη της Σκωτίας, όπου ο πρώην αρχηγός του Εθνικού Σκωτικού Κόμματος και φανατικός υπέρμαχος της απόσχισης, Alex Salmond, αναγκάζεται να παραδεχθεί δημόσια πως οτιδήποτε και αν συμβεί στην Σκωτία, δεν πρόκειται ποτέ να διαρραγούν οι στενοί κοινωνικοί δεσμοί με την υπόλοιπη Βρεταννία, ακόμα και αν η πολιτική ένωση καταρρεύσει.
Πρόκειται για αμφίδρομες και διαδραστικές σχέσεις που οφείλουν να προσεχθούν ιδιαίτερα από τους Ευρωπαίους, λόγω του ότι παρέχουν την δυνατότητα να αντιμετωπισθούν εθνοτικά προβλήματα στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στην Ιταλία, αλλά και αλλού, καθώς σε τουλάχιστον 23 ευρωπαϊκές χώρες, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν προκύψει με την κατάρρευση των μεγάλων αυτοκρατοριών της περιόδου 1917-1920, υπάρχουν μειονότητες που διεκδικούν εθνοτικά δικαιώματα, όπως λογου χάρη στην Σλοβακία ή στην Ρουμανία, αλλά και στα Σκόπια, γεγονός για το οποίο προτιμά να αδιαφορεί η ελληνική διπλωματία. Ούτως ή άλλως η πολιτική βούληση των εθνοτικών κοινοτήτων δημιουργεί έθνη-κράτη και ποτέ, όπως αποδεικνύεται και ιστορικά, δεν συμβαίνει το αντίστροφο.
 

Καταλανοί αυτονομιστές σε παράσταση συμπαράστασης για το δημοψήφισμα της Σκωτίας (Reuters)

Εντάλματα και Διώξεις

Στις 25 Μαρτίου του 2018, ο πρώην πρόεδρος της τοπικής κυβέρνησης της Καταλωνίας  Carles Puigdemont συλλαμβάνεται και κρατείται στο γερμανικό κρατίδιο του Schleswig-Holstein, με βάση το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που έχει εκδώσει η κυβέρνηση της Μαδρίτης μετά την διαφυγή του στο Βέλγιο. Ο Puigdemont που καταφεύγει   αυτοεξόριστος στις Βρυξέλλες αμέσως μετά το δημοψήφισμα, έχει ταξιδέψει στο Ελσίνσκι, την πρωτεύουσα της Φινλανδίας για να παραστεί σε συσκέψεις με ειδικούς νομομαθείς με θέμα τα αυτονομιστικά ζητήματα, παραπλανώντας την φινλανδική αστυνομία, που επιχειρεί να τον εντοπίσει και να τον συλλάβει. Με την είσοδό του όμως στην Γερμανία, η ισπανική μυστική αστυνομία που τον παρακολουθεί, ειδοποιεί τις τοπικές αρχές με συνέπεια την σύλληψή του. Αν και η ισπανική δικαιοσύνη του απαγγέλλει κατηγορίες για εξέγερση, απόσχιση και κατάχρηση δημοσίου χρήματος, οι σχετικοί νόμοι περί εξέγερσης και απόσχισης, έχουν αποσυρθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 στην Γερμανία, οπότε οι Ισπανοί οφείλουν να τεκμηριώσουν τις κατηγορίες περί καταχρήσεων για να επιτύχουν την έκδοσή του.


Αστυνομική βία στην Βαρκελώνη (Eldiario.es Photos)

Το ένταλμα σύλληψης σε βάρος του είχε  εκ νέου ενεργοποιηθεί στις 23 Μαρτίου μαζί με ανάλογα  για τους φυγάδες αυτονομιστές Lluís Puig, Meritxell Serret και Toni Comín, που έχουν καταφύγει στο Βέλγιο, όπου η σχετική νομοθεσία δεν περιλαμβάνει εγκλήματα εξέγερσης και απόσχισης, όπως και κατά της Clara Ponsati που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του St Andrews στην Σκωτία. Εντάλματα έχουν εκδοθεί επίσης για την Marta Rovira, γενική γραμματέα της αυτονομιστικής Ρεπουμπλικανικής Αριστερής Παράταξης  και της Anna Gabriel, στελέχους της ριζοσπαστικής κίνησης της Λαϊκής Ενότητας. Οι δύο γυναίκες έχουν καταφύγει στην Ελβετία, όπου η σχετική νομοθεσία δεν προβλέπει επίσης εγκλήματα εξέγερσης και απόσχισης, με συνέπεια η έκδοσή τους να δυσχεραίνεται.
Στο εσωτερικό της Ισπανίας, παρά τις τοπικές εκλογές στην Καταλονία τον Δεκέμβριο του 2017, δεν έχει συγκροτηθεί ακόμα η τοπική κυβέρνηση, ούτε διαφαίνεται κάποια προοπτική να σχηματισθεί άμεσα, καθώς προς μεγάλη απογοήτευση της Μαδρίτης που ουσιαστικά τις έχει προκαλέσει, ελπίζοντας σε αποκλιμάκωση της κρίσης, οι αυτονομιστές ελέγχουν 70 έδρες στο σύνολο των 135. Σε μία προσπάθεια να εξευμενίσουν τους χιλιάδες εξαγριωμένους οπαδούς του Puigdemont που μετά την σύλληψή του στην Γερμανία, διαδηλώνουν στην Βαρκελώνη και άλλες πόλεις της Καταλονίας, καταλήγοντας συχνά σε συγκρούσεις με τις αρχές ασφαλείας, οι τρείς βασικές αυτονομιστικές παρατάξεις καλούν σε σύγκλιση της ολομέλειας του τοπικού κοινοβουλίου με σκοπό να εγγυηθούν το δικαίωμα του Puigdemont να εκλεγεί πρόεδρος εάν πλειοψηφήσει στην σχετική ψηφοφορία. Μάλιστα ο κρατούμενος στην Γερμανία πρώην πρόεδρος, υποβάλλει μέσω εκπροσώπου του κόμματός του Junts per Catalunya (JxCat) αίτημα στο προεδρείο να καταθέσει την ψήφο του στην επικείμενη ψηφοφορία στις 28 Μαρτίου, όπως έχει επιτραπεί και σε άλλους  φυλακισμένους αυτονομιστές (του πρώην αντιπροέδρου Oriol Junqueras και του βουλευτή του JxCat Jordi Sànchez) σε προηγούμενες συνεδριάσεις. Το γραφείο της προεδρίας πάντως δεν προωθεί το αίτημα για αξιολόγηση, αν και η ψηφοφορία της Τετάρτης, με την μικρή πλειοψηφία των αυτονομιστών, καταλήγει στην απόφαση της προστασίας των πολιτικών δικαιωμάτων των φυλακισμένων πολιτικών, παρά την σφοδρή αντίδραση της Μαδρίτης μέσω των δικαστικών αρχών που επικαλούνται αφαίρεση των σχετικών δικαιωμάτων.
 

Ο Carles Puigdemont σε μία δημόσια εμφάνισή του στις Βρυξέλλες, όπου παραμένει μέχρι την πρόσφατη σύλληψή του αυτοεξόριστος (Salvatore Di Nolfi/EPA)

Η Αντίδραση των ΜΜΕ

Από την άλλη πλευρά τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, αναφέρονται σε τοπικιστικούς εθνικισμούς και όχι σε εθνοτικά ζητήματα, προσπαθώντας να διεγείρουν επιδέξια συνειρμούς που εξισώνουν τον εθνικισμό με τον ρατσισμό, τον ρατσισμό με την ξενοφοβία και επαγωγικά την ξενοφοβία με τον φασισμό, οπότε ο φασισμός πρόκειται αναπόφευκτα να οδηγήσει σε εμπόλεμες καταστάσεις, ανάλογες με τις καταστροφικές πανευρωπαϊκές συρράξεις του προηγούμενου αιώνα. Οι τελευταίες πάντως κατηγορίες που είναι δυνατόν να εκτοξευθούν εναντίον των Καταλανών (παρότι ανυπόστατες) αφορούν τον ρατσισμό ή την ξενοφοβία. Το εθνοτικό κίνημα αποδεικνύεται βαθύτατα κοινωνικό, απορρίπτει κάθε μορφή βίας κα οραματίζεται μία ανοικτή κοινωνία, βασισμένη σε δημοκρατικούς θεσμούς και δεκτική στις σχέσεις της με τον υπόλοιπο κόσμο. Σε πολλά σημεία ταυτίζεται με το ανάλογο της Σκωτίας, με την διαφορά ότι επιδεικνύει μεγαλύτερο πάθος στον τομέα της προστασίας του τοπικού ιδιώματος, της ιστορίας και του πολιτισμού της περιοχής. Σε αντίθεση ευρωπαϊκά κράτη και ειδικά οι αποκαλούμενες χώρες του Βίζενγκραντ (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σλοβακία) αποδεικνύονται ιδιαίτερα σκληρές στην αντιμετώπιση της μετανάστευσης και στην διαχείριση του προβλήματος των προσφύγων στην Ευρώπη.
 
Ενδεχόμενες Προοπτικές και Λύσεις
 
Ο γρίφος αυτή την στιγμή απαιτεί λύσεις που να απομακρύνουν το ενδεχόμενο μίας ακόμα ευρωπαϊκής τραγωδίας. Οι ελευθερίες σε ένα καθεστώς δημοκρατικών θεσμών οφείλουν να προβλέπουν την αποδόμηση του συγκεντρωτισμού, επιτρέποντας σε περιφέρειες να αυτοοργανώνονται και να αυτοδιοικούνται, από την στιγμή που τα "αγαθά" της παγκοσμιοποίησης αποδεικνύονται ένας ακόμα αστικός μύθος, καθώς πλήττουν με διαφορετικό ρυθμό και διαφορετική ένταση περιοχές που αποδεσμεύονται από το ρωσικό άρμα μετά το 1989. Επιπλέον συχνά περιφερειακές πολιτιστικές και πολιτισμικές οντότητες αισθάνονται πως οι μητροπόλεις (ειδικά το Λονδίνο, η Μαδρίτη και η Ρώμη) συμπεριφέρονται με την υπεροψία αποικιοκρατών, καταπιέζοντας εν ονόματι μίας κάποιας ακαθόριστης ομογενοποίησης τους τοπικούς πληθυσμούς. Όμως η αντίσταση έχει ανακαλύψει διεξόδους στην αναζήτηση μίας εθνοτικής διακριτής προσωπικότητας που καλύπτει ολόκληρες περιφέρειες. Η βρετανική ακαμψία και η υπεροψία της Margaret Thacher έναντι του σκωτικού αυτονομιστικού κινήματος, θα προσδώσει στους οπαδούς του νέα αξιοπιστία και απήχηση, αφού εντελώς ανόητα δεν υπολογίζει την προσβολή του θυμικού των Σκώτων, κάτι που βλακωδώς δεν συνεκτιμά σχεδόν κανείς στην Ευρώπη.
 

Ο συνήγορος του Puigdemont Jaume Alonso-Cuevillas καταφθάνει στις φυλακές του Neumünster, όπου κρατείται από τις 25 Μαρτίου ο Καταλανός ηγέτης (Srdjan Suki/EPA)

Με δεδομένη την ύπαρξη πληθώρας αναλόγων προβλημάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο, η Ε.Ε. οφείλει να προσέξει το ζήτημα των εθνοτικών περιφερειών, ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στην Καταλονία. Ούτως ή άλλως διαθέτει ένα σημαντικό εργαλείο που δεν είναι άλλη από την Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής και Αστικής Πολιτικής (Directorate-General for Regional and Urban Policy), το οποίο όμως λειτουργεί σε συμβουλευτικό επίπεδο, χωρίς δυνατότητα λήψης αποφάσεων. Διαθέτει 700 ικανά στελέχη με πολλές γνώσεις στα περιφερειακά ζητήματα, αλλά προς το παρόν ασχολείται κυρίως με την ροή επενδύσεων προς τις περιφέρειες, θεωρώντας πως η διαφάνεια, η ακεραιότητα, η αντικειμενικότητα έχουν την δυνατότητα (όπως επικαλείται) να προσφέρουν λύσεις, με την αξιοποίηση του μεγαλύτερου μέρους του δυναμικού ανά περιοχή.
Όμως είναι προφανές πως το ζήτημα δεν επικεντρώνεται στον οικονομικό τομέα και άπτεται πολλών παραμέτρων που αφορούν γλωσσικά ιδιώματα, πολιτιστικές και πολιτισμικές διαφορές, όπως και κοινωνικές ιδιαιτερότητες.  Αυτή η περίπλοκη διαπλοκή μεταβλητών που δεν έχουν αυστηρά οικονομικό χαρακτήρα, δημιουργεί και τα χειρότερα εμπόδια στην επίλυση των εθνοτικών ζητημάτων. Μία λύση συνίσταται στην αναβάθμιση της Γενικής Διεύθυνσης Περιφερειακής και Αστικής Πολιτικής σε αυτοδύναμη ρυθμιστική αρχή, με δυνατότητα να διαπραγματεύεται απευθείας με τις κεντρικές εξουσίες των ευρωπαϊκών χωρών και τις εθνότητες, ώστε με την συναίνεση των δύο πλευρών να μεταβιβάζει αρμοδιότητες προς τις περιφέρειες, διαφυλάσσοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Από την άλλη πλευρά οφείλει να διασφαλίζει την συμμετοχή των περιφερειών στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι ανάλογα με τις δυνατότητές τους και όχι με απευθείας μεταφορά πλούτου από τις πλουσιότερες προς τις κεντρικές εξουσίες για αναδιανομή, προκρίνοντας την δημιουργία κοινού ταμείου.
Χωρίς την αναβάθμισή της, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, μεγάλα και δυσεπίλυτα προβλήματα. Οι μαζικές διαδηλώσεις στην Καταλονία, οι συλλήψεις αυτονομιστών, τα τελεσίγραφα της Μαδρίτης και η αστυνομική βία δεν πρόκειται να αποδώσουν. Κατά συνέπεια:
Μην υποτιμάτε το μέγεθος και την κτηνώδη ισχύ της ανθρώπινης βλακείας,  Robert Heinlein, Απόσπασμα από τα Σημειωματάρια του Lazarus Long στην μυθιστορία επιστημονικής φαντασίας με τίτλο TIME ENOUGH FOR LOVE.
 
Γ. Ζ. Η.
www.bankingnews.gr

Αδυναμίες των Κεντρικών Εξουσιών

Είναι παρατηρημένο διαχρονικά  πως οι κεντρικές εξουσίες αντιδρούν παράλογα, χωρίς καν στοιχεία κοινής λογικής, όταν αντιλαμβάνονται πως η πολιτική τους ισχύς διαβρώνεται και πιέζεται από φαινόμενα συρρίκνωσης με συνέπεια η απήχησή τους να φθίνει. Η απόπειρα καταστολής του δημοψηφίσματος με αστυνομικές επιδρομές στα εκλογικά τμήματα, απροκάλυπτη χρήση βίας εναντίον των πολιτών, λογοκρισία των μέσων μαζικής επικοινωνίας και φυλακίσεις μετά τα αποτελέσματα της κάλπης, αποδεικνύεται εντελώς αντιπαραγωγική, επιδεινώνοντας την κατάσταση και πυροδοτώντας εκρήξεις οργής κατά της κεντρικής κυβέρνησης και της πρωτοφανούς αδυναμίας της να διαχειρισθεί το πρόβλημα. Ο Ισπανός πρωθυπουργός εμφανίζεται να αγνοεί πως η ανάλογη στάση του Λονδίνου στα αιτήματα αυτοδιαχείρισης και εκχώρησης εξουσιών στις αρχές της Σκωτίας κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1980,  προκαλεί με την πάροδο του χρόνου έντονη αναζωπύρωση του Σκωτικού εθνοτικού ζητήματος, με καθόλου απίθανη την τελική απόσχιση της Σκωτίας από την βρετανική επικράτεια σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.
Η ισπανική κυβέρνηση επικαλείται προς το παρόν το σύνταγμα για να θέσει εκτός νόμου το δημοψήφισμα και να εκδώσει εντάλματα σύλληψης για τους επικεφαλής των αυτονομιστών μετά την διεξαγωγή του, διακηρύσσοντας παράλληλα σε όλους τους τόνους πως η λαϊκή βούληση στην Ισπανία – μία απαράβατη αρχή των δημοκρατικών καθεστώτων – τάσσεται κατά των αυτονομιστών της Καταλωνίας. Όμως η επίκληση της βούλησης του ισπανικού λαού, αναφέρεται σε κάτι νεφελώδες και μάλλον απροσδιόριστο, από την στιγμή που δεν διευκρινίζεται ποιές από τις κοινωνικές ομάδες που απαρτίζουν τον κατά την κυβέρνηση ισπανικό λαό, τάσσονται κατά των Καταλανών και της απόπειρας απόσχισής τους. 
Η ισπανική κυβέρνηση οφείλει να αναγνωρίσει ένα υπαρκτό παράδοξο, όταν καταφεύγει σε διακηρύξεις αυτής της μορφής, που δεν είναι άλλο από το ζήτημα της Βορείου Ιρλανδίας. Εάν η αποχώρηση της Βρετανίας δεν ολοκληρωθεί ομαλά, οπότε και ανατρέπει το ισχύον συνοριακό καθεστώς (πρακτικά ανυπαρξία μεθορίου) μεταξύ βορρά και νότου στην Ιρλανδία, τότε θα αντιμετωπισθεί το πρόβλημα απόσχισης του βορρά και της ενσωμάτωσής του στον νότο. Το γελοίον του πράγματος στην περίπτωση αυτή πηγάζει από το γεγονός ότι ο ιρλανδικός βορράς αντιτίθεται με φανατισμό στην προοπτική απόσχισης της Σκωτίας, καταρρίπτοντας πανηγυρικά την υποτιθέμενη ομοιογένεια της λαϊκής βούλησης στην βρετανική επικράτεια, τουλάχιστον σε αυτές τις περιπτώσεις. Το συγκεκριμένο παράδειγμα στοιχειοθετεί ότι τα εθνοτικά ζητήματα σε μία χώρα κυριαρχούνται από εννοιολογικούς γρίφους με διπλές αναγνώσεις και λύσεις. 

Οι Μετρήσεις

Το Κέντρο Ερευνών της Κοινής Γνώμης (Centre d'Estudis d'Opinió-CEO) που υπάγεται στην τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας έχει καταμετρήσει το υψηλότερο ποσοστό υπέρ της αυτονομίας στο τελευταίο τετράμηνο του 2012, με 57% υπέρ, 43% κατά, με αποχή 14,3% και χωρίς απάντηση 7,7%. Η αντίστοιχη καταμέτρηση του πρώτου τετραμήνου του 2017 καταγράφει 44,3% υπέρ και 55,7% κατά, χωρίς αποχή, ενώ η καταμέτρηση του δευτέρου τετραμήνου του 2017 εμφανίζει μόλις 41,4% υπέρ και 58,6% κατά και πάλι χωρίς αποχή. Οι δώδεκα καταμετρήσεις της περιόδου 2012-2017 πιστοποιούν μία φθίνουσα πορεία της απήχησης των αυτονομιστών στην περιφέρεια της Καταλονίας, τάση που προφανώς έχει αγνοήσει η κεντρική ισπανική κυβέρνηση, με συνέπεια η ανεγκέφαλη προσφυγή της σε μέτρα καταστολής και βίας να πυροδοτεί αντιστροφή της τάσης. Το δημοψήφισμα του 2014 καταλήγει σε ποσοστό 80,76% υπέρ της αυτονομίας, με συμμετοχή όμως μόνον του 42,6% του εκλογικού σώματος (συνολικά 5,4 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι), γεγονός που συνεπάγεται πως στο σύνολο των Καταλανών εκλογέων, μόλις το 34,4% αποδέχεται την αποσχιστική λύση. Αντίστοιχα το δημοψήφισμα του Οκτωβρίου του 2017 με συμμετοχή 43,03% στο σύνολο των εκλογέων καταλήγει σε ποσοστό 92,01% υπέρ της ανεξαρτησίας, αν και με αναγωγή στο σύνολο μειώνεται σε 39, 59%. Οι επιδόσεις αυτές προδίδουν πως οι αυτονομιστές υστερούν δραστικά από το να επιτύχουν ένα αποφασιστικό αποτέλεσμα, γεγονός όμως που αγνοεί ο Ισπανός πρωθυπουργός Mariano Rajoy.
Η στάση πάντως της Μαδρίτης προδίδει πως έχει αποδεχθεί την διέξοδο της επίδειξης πυγμής έναντι των αυτονομιστών ως την καλύτερη δυνατή λύση, αποκαλύπτοντας όμως από την άλλη πλευρά πως στερείται πολιτικών και κοινωνικών ιδεών που πιθανότατα παρέχουν δυνατότητες λύσης του αδιεξόδου, στο οποίο ήδη έχει οδηγηθεί. Το αρχέγονο πνεύμα της Καστίλλης που επιτάσσει την προσφυγή στα όπλα όταν κάποιοι αμφισβητούν την κυριαρχία της κεντρικής εξουσίας, ίσως επαναφέρει μνήμες της Πολωνίας του 1981, όταν ο στρατηγός Jaruzelski προσφεύγει στα άρματα μάχης, στην σκληρή λογοκρισία και στις μαζικές συλλήψεις 100.000 πολιτών για να καταστείλει το κίνημα εξέγερσης κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος. Ένα ανάλογο ακραίο φαινόμενο εγκυμονείται στην Ισπανία, που αναπόφευκτα θα καταλήξει και σε θύματα, τα οποία θα ανακηρυχθούν μάρτυρες της αντίστασης στην κρατική βία, αναδεικνύοντας μία άνευ προηγουμένου σύγχρονη ευρωπαϊκή τραγωδία.

Καταλονία – η Κορυφή του Παγόβουνου

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης