γράφει : Σπύρος Χριστόπουλος
Η έως σήμερα πολιτική στρατηγική του πάντως δεν φαίνεται να αποδίδει…
Η ΝΔ απολαμβάνει – σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις – ένα ξεκάθαρο προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Κ. Μητσοτάκης προηγείται του Αλέξη Τσίπρα στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός ενώ η ΝΔ θεωρείται βέβαιος νικητής των επόμενων εκλογών.
Την ίδια στιγμή μια σειρά από στοιχεία συνηγορούν στο ότι αυτό το παγιωμένο προβάδισμα θα διατηρηθεί και το κυριότερο ότι θα εκφραστεί στην πιο κρίσιμη στιγμή, την ημέρα της κάλπης, όποτε και αν αυτή στηθεί.
Διότι ακόμα και αν επιβεβαιωθεί το θετικό σενάριο της κυβέρνησης που θέλει την έξοδο από την εποπτεία και τα μνημόνια τον ερχόμενο Αύγουστο, αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα περάσει και δεν θα φανεί άμεσα στην τσέπη και στην καθημερινότητα των πολιτών.
Ακριβώς το αντίθετο θα συμβεί.
Καθώς πολύ σύντομα θα αρχίσουν να εφαρμόζονται τα επόμενα βαριά – και ήδη ψηφισθέντα – μέτρα που προβλέπουν περαιτέρω «ψαλίδισμα» των συντάξεων και μείωση του αφορολόγητου που με τη σειρά τους συνεπάγονται νέες επιβαρύνσεις (και άρα δυσαρέσκεια) σε εργαζόμενους και συνταξιούχους.
Με λίγα λόγια μπορεί να έχουν αποτραπεί τα χειρότερα, μπορεί – στο αισιόδοξο σενάριο – η χώρα να γυρίζει σελίδα και να κοιτά με αισιοδοξία το μέλλον, αλλά αυτό θα αργήσει αρκετά να το συνειδητοποιήσει η κοινωνία.
Πρόκειται για ένα αν μη τι άλλο εξαιρετικά ευνοϊκό πολιτικό περιβάλλον για τη ΝΔ και τον κ.Μητσοτάκη.
Υπάρχει όμως και μια ακόμα αδιαμφισβήτητη παραδοχή που θολώνει το τοπίο.
Ότι δηλαδή τα «δυνατά χαρτιά» που έχει στα χέρια του ο κ. Μητσοτάκης, δεν του φτάνουν για να κερδίσει την παρτίδα.
Κυρίως γιατί αυτά προέρχονται από τη στάση και τα λάθη του αντιπάλου του και όχι από τις κινήσεις του ίδιου.
Ο κ. Μητσοτάκης αδυνατεί να πείσει ότι διαθέτει μια αξιόπιστη εναλλακτική πολιτική πρόταση.
Διότι μπορεί για παράδειγμα να έχει δεσμευθεί για μείωση της φορολογίας και του ΕΝΦΙΑ, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι αυτό δεν εξαρτάται από τον ίδιο, αλλά από τους δανειστές.
Άλλωστε το ίδιο «παραμύθι» είχε «πουλήσει» και ο ΣΥΡΙΖΑ με τα γνωστά αποτελέσματα, και δύσκολα πλέον μπορεί να βρεθεί κάποιος που να πειστεί από τέτοιου είδους πολιτικές δεσμεύσεις.
Αλλά δεν είναι μόνο η αδυναμία πειστικότητας περί του πολιτικού αφηγήματος της ΝΔ.
Είναι και η στρατηγική και η στάση που τήρησε η ΝΔ σε μια σειρά από κρίσιμα εθνικά ζητήματα, όπως π.χ. το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.
Η ΝΔ υπαναχώρησε από τις πάγιες θέσεις της και πήρε μια «δεξιότερη στροφή» αφού «αφουγκράστηκε» το λαϊκό αίσθημα.
Κίνηση που μπορεί να της προσέδωσε πρόσκαιρα μερικούς πόντους αλλά που μπορεί να της στοιχίσει πολιτικά.
Αφενός γιατί σηματοδοτεί μια υποχώρηση από το μεταρρυθμιστικό πολιτικό της προφίλ αφετέρου διότι την απομάκρυνε ακόμα περισσότερο από το Κίνημα Αλλαγής, τη συνδρομή του οποίου θα χρειαστεί, αν θέλει να φτάσει στην κυβέρνηση μια και η αυτοδυναμία είναι άπιαστος στόχος.
Το κυριότερο όμως ήταν μια στάση που εξέπεμψε αδυναμία μια και αποδείχθηκε πως πρωταρχικός στόχος ήταν να μην χαθεί η εσωκομματική συνοχή αλλά και να μη δυσαρεστηθεί το εκλογικό σώμα.
Πρόκειται για μια πολιτική στάση που θυμίζει κατά πολύ τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 όπου η κεντρική γραμμή ήταν εν ολίγοις «όχι σε όλα».
Όμως ο κ.Μητσοτάκης ανέλαβε τα ηνία της ΝΔ υποσχόμενος ανατροπές παντού.
Παρέλαβε ένα κόμμα, το οποίο βρισκόταν λίγο πριν από την πολιτική χρεοκοπία στη συνείδηση των πολιτών.
Και υποσχέθηκε ανανέωση στο κόμμα του με την πολιτική του στόχευση να είναι το κέντρο, υποσχέθηκε ανανέωση στον πολιτικό λόγο, δεσμεύτηκε ότι θα μιλάει τη «γλώσσα της αλήθειας» και ότι θα παρουσιάσει στην κοινωνία μια αξιόπιστη, εναλλακτική πρόταση για ένα βιώσιμο μέλλον.
Σχεδόν τρία χρόνια μετά όλα αυτά παραμένουν θολά.
Για αυτό ίσως και στην τελευταία δημοσκόπηση (της Κάπα Research για το Έθνος) η ΝΔ φέρεται να προηγείται με μόλις 4,5 μονάδες του ΣΥΡΙΖΑ και τα ποσοστά της να κινούνται λίγο πάνω από το 20%.
Είναι προφανές πως η έως σήμερα στρατηγική της ΝΔ δεν έχει αποδώσει και το προβάδισμα της έχει ως «καύσιμο» κυρίως τις «στραβοτιμονιές» του αντιπάλου.
Γεγονός που δείχνει ότι ο δρόμος παραμένει εξαιρετικά ανηφορικός για τον Κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Ο Κ. Μητσοτάκης προηγείται του Αλέξη Τσίπρα στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός ενώ η ΝΔ θεωρείται βέβαιος νικητής των επόμενων εκλογών.
Την ίδια στιγμή μια σειρά από στοιχεία συνηγορούν στο ότι αυτό το παγιωμένο προβάδισμα θα διατηρηθεί και το κυριότερο ότι θα εκφραστεί στην πιο κρίσιμη στιγμή, την ημέρα της κάλπης, όποτε και αν αυτή στηθεί.
Διότι ακόμα και αν επιβεβαιωθεί το θετικό σενάριο της κυβέρνησης που θέλει την έξοδο από την εποπτεία και τα μνημόνια τον ερχόμενο Αύγουστο, αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα περάσει και δεν θα φανεί άμεσα στην τσέπη και στην καθημερινότητα των πολιτών.
Ακριβώς το αντίθετο θα συμβεί.
Καθώς πολύ σύντομα θα αρχίσουν να εφαρμόζονται τα επόμενα βαριά – και ήδη ψηφισθέντα – μέτρα που προβλέπουν περαιτέρω «ψαλίδισμα» των συντάξεων και μείωση του αφορολόγητου που με τη σειρά τους συνεπάγονται νέες επιβαρύνσεις (και άρα δυσαρέσκεια) σε εργαζόμενους και συνταξιούχους.
Με λίγα λόγια μπορεί να έχουν αποτραπεί τα χειρότερα, μπορεί – στο αισιόδοξο σενάριο – η χώρα να γυρίζει σελίδα και να κοιτά με αισιοδοξία το μέλλον, αλλά αυτό θα αργήσει αρκετά να το συνειδητοποιήσει η κοινωνία.
Πρόκειται για ένα αν μη τι άλλο εξαιρετικά ευνοϊκό πολιτικό περιβάλλον για τη ΝΔ και τον κ.Μητσοτάκη.
Υπάρχει όμως και μια ακόμα αδιαμφισβήτητη παραδοχή που θολώνει το τοπίο.
Ότι δηλαδή τα «δυνατά χαρτιά» που έχει στα χέρια του ο κ. Μητσοτάκης, δεν του φτάνουν για να κερδίσει την παρτίδα.
Κυρίως γιατί αυτά προέρχονται από τη στάση και τα λάθη του αντιπάλου του και όχι από τις κινήσεις του ίδιου.
Ο κ. Μητσοτάκης αδυνατεί να πείσει ότι διαθέτει μια αξιόπιστη εναλλακτική πολιτική πρόταση.
Διότι μπορεί για παράδειγμα να έχει δεσμευθεί για μείωση της φορολογίας και του ΕΝΦΙΑ, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι αυτό δεν εξαρτάται από τον ίδιο, αλλά από τους δανειστές.
Άλλωστε το ίδιο «παραμύθι» είχε «πουλήσει» και ο ΣΥΡΙΖΑ με τα γνωστά αποτελέσματα, και δύσκολα πλέον μπορεί να βρεθεί κάποιος που να πειστεί από τέτοιου είδους πολιτικές δεσμεύσεις.
Αλλά δεν είναι μόνο η αδυναμία πειστικότητας περί του πολιτικού αφηγήματος της ΝΔ.
Είναι και η στρατηγική και η στάση που τήρησε η ΝΔ σε μια σειρά από κρίσιμα εθνικά ζητήματα, όπως π.χ. το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.
Η ΝΔ υπαναχώρησε από τις πάγιες θέσεις της και πήρε μια «δεξιότερη στροφή» αφού «αφουγκράστηκε» το λαϊκό αίσθημα.
Κίνηση που μπορεί να της προσέδωσε πρόσκαιρα μερικούς πόντους αλλά που μπορεί να της στοιχίσει πολιτικά.
Αφενός γιατί σηματοδοτεί μια υποχώρηση από το μεταρρυθμιστικό πολιτικό της προφίλ αφετέρου διότι την απομάκρυνε ακόμα περισσότερο από το Κίνημα Αλλαγής, τη συνδρομή του οποίου θα χρειαστεί, αν θέλει να φτάσει στην κυβέρνηση μια και η αυτοδυναμία είναι άπιαστος στόχος.
Το κυριότερο όμως ήταν μια στάση που εξέπεμψε αδυναμία μια και αποδείχθηκε πως πρωταρχικός στόχος ήταν να μην χαθεί η εσωκομματική συνοχή αλλά και να μη δυσαρεστηθεί το εκλογικό σώμα.
Πρόκειται για μια πολιτική στάση που θυμίζει κατά πολύ τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 όπου η κεντρική γραμμή ήταν εν ολίγοις «όχι σε όλα».
Όμως ο κ.Μητσοτάκης ανέλαβε τα ηνία της ΝΔ υποσχόμενος ανατροπές παντού.
Παρέλαβε ένα κόμμα, το οποίο βρισκόταν λίγο πριν από την πολιτική χρεοκοπία στη συνείδηση των πολιτών.
Και υποσχέθηκε ανανέωση στο κόμμα του με την πολιτική του στόχευση να είναι το κέντρο, υποσχέθηκε ανανέωση στον πολιτικό λόγο, δεσμεύτηκε ότι θα μιλάει τη «γλώσσα της αλήθειας» και ότι θα παρουσιάσει στην κοινωνία μια αξιόπιστη, εναλλακτική πρόταση για ένα βιώσιμο μέλλον.
Σχεδόν τρία χρόνια μετά όλα αυτά παραμένουν θολά.
Για αυτό ίσως και στην τελευταία δημοσκόπηση (της Κάπα Research για το Έθνος) η ΝΔ φέρεται να προηγείται με μόλις 4,5 μονάδες του ΣΥΡΙΖΑ και τα ποσοστά της να κινούνται λίγο πάνω από το 20%.
Είναι προφανές πως η έως σήμερα στρατηγική της ΝΔ δεν έχει αποδώσει και το προβάδισμα της έχει ως «καύσιμο» κυρίως τις «στραβοτιμονιές» του αντιπάλου.
Γεγονός που δείχνει ότι ο δρόμος παραμένει εξαιρετικά ανηφορικός για τον Κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών