Η νέα ιστορική κρίση του πέσο και το σισύφειο δράμα της αργεντίνικης οικονομίας
Ξανά και ξανά και...ξανά. Το αργεντίνικο δράμα μοιάζει χωρίς τελειωμό. Η συναλλαγματική κρίση γνωστή και ως “η νέα κρίση του πέσο” φέρνει νέες φουρτούνες στην χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Η συναλλαγματική κρίση ορίζεται από τους Frankel και Rose το 1996 ως μια υποτίμηση του νομίσματος 25% και άνω σε ετήσια βάση και όταν αυτή ξεπερνά κατά 10% την υποτίμηση του προηγούμενου έτους. Στην περίπτωση της Αργεντινής βέβαια το κοντέρ καταγράφει μια πτώση της τάξεως του 52% από την αρχή του 2018 και μέχρι τώρα.
Τα σημάδια της κρίσης είναι τρία : Απότομη μεταβολή της συναλλαματικής ισοτιμίας, απότομη άνοδος των επιτοκίων, απότομη πτώση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας.
Η Κεντρική Τράπεζα του Μπουένος Άιρες απογείωσε το βασικό της επιτόκιο από 45% σε 60% (!), ένα ιστορικά υψηλό επίπεδο και το υψηλότερο αυτή τη στιγμή παγκοσμίως.
Τα αίτια της νέας κρίσης του πέσο
Τί όμως πυροδότησε τη νέα κατρακύλα του πέσο;
Η βασική αιτία κατάρρευσης του πέσο έναντι του δολαρίου είναι ο “καλπάζων πληθωρισμός”, δηλαδή η πολύ μεγάλη αύξηση του επιπέδου των τιμών στην Αργεντινή σε σύγκριση με αυτήν στις ΗΠΑ, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα :
Η φιλελεθερη κυβέρνηση στο τιμόνι της χώρας παρότι είχε υποσχεθεί να μειώσει τον πληθωρισμό στα επίπεδα του 15%, απέτυχε και κατέφυγε στο ΔΝΤ.
Η εκτίναξη των τιμών στην Αργεντινή αναγκάζει την Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια για να αυξήσει το κόστος του χρήματος ώστε να μειωθεί η ζήτηση για δάνεια και άρα η κατανάλωση και να συγκρατηθούν οι τιμές, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ζήτηση χρήματος στην Αργεντινή, δηλαδή η ζήτηση για πέσο. Η μείωση της ζήτησης για πέσο οδηγεί σε πτώση της τιμής του.
Επιπλέον η αύξηση των τιμών των προϊόντων στην Αργεντινή καθιστά περισσότερο ακριβά τα αργεντίνικα προϊόντα και άρα λιγότερο ανταγωνιστικά στη διεθνή αγορά με αποτέλεσμα τη μείωση της ζήτησής τους που συνεπάγεται την υποχώρηση της τιμής του πέσο.
Άλλος ένας βασικός λόγος της γιγαντιίας υποτίμησης του αργεντίνικου νομίσματος είναι η αναιμική ανάπτυξη που παρουσιάζει η οικονομία στη μικρή λατινοαμερικάνικη χώρα ήτοι 1,1%.
Αντίθετα η ανάπτυξη στις ΗΠΑ και η αύξηση του πραγματικού παραγόμενου προϊόντος και εισοδήματος επιταχύνθηκε το δεύτερο τρίμηνο του έτους στο 4,2% από 2,2%. Όταν το πραγματικό εισόδημα αυξάνεται, ο αριθμός των συναλλαγών αυξάνεται και επομένως και η ζήτηση χρήματος.
Έτσι η ζήτηση για δολάρια αυξάνεται με υψηλότερο ρυθμό στις ΗΠΑ απ ότι στην Αργεντινή.
Όπου s η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου σε πέσο, m η προσφορά χρήματος από την Κεντρική Τράπεζα, y το πραγματικό εισόδημα και π ο πληθωρισμός]
Η υποτίμηση του πέσο θα ήταν πολύ χειρότερη εάν η Κεντρική Τράπεζα του Μπουένος Άιρες δε μείωνε την προσφορά χρήματος δηλαδή πέσο και αν η Fed δεν αύξανε την προσφορά χρήματος δηλαδή δολαρίων.
Χρόνιοι δεσμοί με τη...χρεοκοπία
Όταν η χώρα έβγαλε στις αγορές εκατονταετές ομόλογο με κουπόνι (τόκο) στο 8% πολλοί γέλασαν, δεδομένου ότι αυτή η απόδοση δε θα ικανοποιούσε τους επενδυτές που θα απαιτούσαν πολύ παραπάνω για τους κινδύνους που κρύβει η οικονομία του Μπουένος Άιρες.
Και επιβεβαιώθηκαν καθώς η τιμή του ομολόγου έχει κατρακυλήσει στα 70 σεντς.
Τώρα, αν δούμε τις αποδόσεις που απαιτούν οι επενδυτές για τα πιο βραχυπρόθεσμα ομόλογα του κράτους, το μονοετές, το τετραετές, το εξαετές και το εννιαετές είναι υψηλότερες οι αποδόσεις για τα βραχυπρόθεσμα και μικρότερες για τα πιο μακροπρόθεσμα (26,27% για το μονοετές και 18% για το εννιαετές). Κάτι που δείχνει τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους για τη χώρα.
Άρθρο του Κωνσταντίνου Βουδούρη (καθηγητή Οικονομικών/ Χρηματοικονομικών)
Η συναλλαγματική κρίση ορίζεται από τους Frankel και Rose το 1996 ως μια υποτίμηση του νομίσματος 25% και άνω σε ετήσια βάση και όταν αυτή ξεπερνά κατά 10% την υποτίμηση του προηγούμενου έτους. Στην περίπτωση της Αργεντινής βέβαια το κοντέρ καταγράφει μια πτώση της τάξεως του 52% από την αρχή του 2018 και μέχρι τώρα.
Τα σημάδια της κρίσης είναι τρία : Απότομη μεταβολή της συναλλαματικής ισοτιμίας, απότομη άνοδος των επιτοκίων, απότομη πτώση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας.
Η Κεντρική Τράπεζα του Μπουένος Άιρες απογείωσε το βασικό της επιτόκιο από 45% σε 60% (!), ένα ιστορικά υψηλό επίπεδο και το υψηλότερο αυτή τη στιγμή παγκοσμίως.
Τα αίτια της νέας κρίσης του πέσο
Τί όμως πυροδότησε τη νέα κατρακύλα του πέσο;
Η βασική αιτία κατάρρευσης του πέσο έναντι του δολαρίου είναι ο “καλπάζων πληθωρισμός”, δηλαδή η πολύ μεγάλη αύξηση του επιπέδου των τιμών στην Αργεντινή σε σύγκριση με αυτήν στις ΗΠΑ, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα :
Η εκτίναξη των τιμών στην Αργεντινή αναγκάζει την Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια για να αυξήσει το κόστος του χρήματος ώστε να μειωθεί η ζήτηση για δάνεια και άρα η κατανάλωση και να συγκρατηθούν οι τιμές, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ζήτηση χρήματος στην Αργεντινή, δηλαδή η ζήτηση για πέσο. Η μείωση της ζήτησης για πέσο οδηγεί σε πτώση της τιμής του.
Επιπλέον η αύξηση των τιμών των προϊόντων στην Αργεντινή καθιστά περισσότερο ακριβά τα αργεντίνικα προϊόντα και άρα λιγότερο ανταγωνιστικά στη διεθνή αγορά με αποτέλεσμα τη μείωση της ζήτησής τους που συνεπάγεται την υποχώρηση της τιμής του πέσο.
Άλλος ένας βασικός λόγος της γιγαντιίας υποτίμησης του αργεντίνικου νομίσματος είναι η αναιμική ανάπτυξη που παρουσιάζει η οικονομία στη μικρή λατινοαμερικάνικη χώρα ήτοι 1,1%.
Αντίθετα η ανάπτυξη στις ΗΠΑ και η αύξηση του πραγματικού παραγόμενου προϊόντος και εισοδήματος επιταχύνθηκε το δεύτερο τρίμηνο του έτους στο 4,2% από 2,2%. Όταν το πραγματικό εισόδημα αυξάνεται, ο αριθμός των συναλλαγών αυξάνεται και επομένως και η ζήτηση χρήματος.
Έτσι η ζήτηση για δολάρια αυξάνεται με υψηλότερο ρυθμό στις ΗΠΑ απ ότι στην Αργεντινή.
Όπου s η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου σε πέσο, m η προσφορά χρήματος από την Κεντρική Τράπεζα, y το πραγματικό εισόδημα και π ο πληθωρισμός]
Η υποτίμηση του πέσο θα ήταν πολύ χειρότερη εάν η Κεντρική Τράπεζα του Μπουένος Άιρες δε μείωνε την προσφορά χρήματος δηλαδή πέσο και αν η Fed δεν αύξανε την προσφορά χρήματος δηλαδή δολαρίων.
Χρόνιοι δεσμοί με τη...χρεοκοπία
Όταν η χώρα έβγαλε στις αγορές εκατονταετές ομόλογο με κουπόνι (τόκο) στο 8% πολλοί γέλασαν, δεδομένου ότι αυτή η απόδοση δε θα ικανοποιούσε τους επενδυτές που θα απαιτούσαν πολύ παραπάνω για τους κινδύνους που κρύβει η οικονομία του Μπουένος Άιρες.
Και επιβεβαιώθηκαν καθώς η τιμή του ομολόγου έχει κατρακυλήσει στα 70 σεντς.
Τώρα, αν δούμε τις αποδόσεις που απαιτούν οι επενδυτές για τα πιο βραχυπρόθεσμα ομόλογα του κράτους, το μονοετές, το τετραετές, το εξαετές και το εννιαετές είναι υψηλότερες οι αποδόσεις για τα βραχυπρόθεσμα και μικρότερες για τα πιο μακροπρόθεσμα (26,27% για το μονοετές και 18% για το εννιαετές). Κάτι που δείχνει τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους για τη χώρα.
Άρθρο του Κωνσταντίνου Βουδούρη (καθηγητή Οικονομικών/ Χρηματοικονομικών)
Σχόλια αναγνωστών