Άρθρο του Παναγιώτη Γκλαβίνη Αναπληρωτή Καθηγητή Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης στο bankingnews
Η Συμφωνία των Πρεσπών επιτρέπει ρητά τη χρήση των όρων «Μακεδονία» και «μακεδονικός» σε νομικά πρόσωπα και επιχειρήσεις της γείτονος κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους (άρθρο 1 παρ. 3 f).
Ως γνωστόν, στις διεθνείς τους συναλλαγές, οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν το όνομα της χώρας τους για να προσδιορίσουν την εθνικότητά τους και την προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους.
Από την παραπάνω διάταξη, δεν απορρέουν μόνο δικαιώματα για τις επιχειρήσεις της γείτονος, που θα μπορούν στο εξής να αναγράφουν ελεύθερα τους όρους «Μακεδονία» και «μακεδονικό» σε επωνυμίες, σήματα, επιγραφές, ιστοσελίδες, επιστολόχαρτα και προϊόντα ή όπου αλλού συνηθίζουν να το κάνουν στις διεθνείς συναλλαγές τους, αλλά και υποχρεώσεις για οιονδήποτε τρίτο, κρατική αρχή ή αλλοδαπή επιχείρηση, που θα πρέπει στο εξής να σέβονται τις συγκεκριμένες αναγραφές και, ανάλογα, να επιφυλάσσουν την κατάλληλη μεταχείριση σε εταιρίες της «Μακεδονίας» ή σε προϊόντα και υπηρεσίες «μακεδονικής» προέλευσης.
Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα, που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία των Πρεσπών και τυχαίνει να διαθέτει μια μεγάλη περιοχή που λέγεται Μακεδονία, στην οποία δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις που παράγουν και εμπορεύονται προϊόντα και στις συναλλαγές τους χρησιμοποιούν τους όρους «Μακεδονία» και «μακεδονικός» για να δηλώσουν την προέλευσή τους, όχι με όρους κράτους, διότι ασφαλώς και είναι ελληνικές οι εταιρίες αυτές, αλλά ως επωνυμίες, σήματα, ιδιαίτερα γνωρίσματα ή ιδιότητες, με τα οποία έγιναν γνωστές στο κοινό στο οποίο απευθύνονται εντός και εκτός της χώρας.
Σήμερα που μιλάμε, οι εταιρίες αυτές προστατεύονται από το εθνικό δίκαιο. Πλην όμως, μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, οι όροι «Μακεδονία» και «μακεδονικός» παραχωρήθηκαν σε ένα άλλο ΚΡΑΤΟΣ και όποιοι τρίτοι (περιλαμβανομένων ημών) τους χρησιμοποιούν με τρόπο που δημιουργεί σύγχυση ως προς την εθνικότητα μιας επιχείρησης ή την
(κρατική) προέλευση των προϊόντων τους ή των υπηρεσιών τους, θα πρέπει ή να πάψουν να το κάνουν ή να εξειδικεύσουν για ποια «Μακεδονία» πρόκειται (π.χ. Ελληνική Μακεδονία, ελληνομακεδονικός).
Η δε Συμφωνία των Πρεσπών θεσμοθετεί μια ειδική διαδικασία στο άρθρο 1.3h για την επίλυση των διαφορών που θα προκύψουν από τις αξιώσεις που θα εγείρουν σκοπιανές εταιρίες κατά ελληνικών επιχειρήσεων, όταν οι τελευταίες, με την χρήση των όρων «Μακεδονία» και «μακεδονικός», θα προκαλούν σύγχυση ως προς την προέλευση των ιδίων ή των προϊόντων και υπηρεσιών τους.
Εκεί, λοιπόν, που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι.
Διότι στο εξής θα υποβάλλουμε στην κρίση τρίτων κάτι που θεωρούσαμε δικαιωματικά δικό μας! Εν προκειμένω, στην κρίση ενός σώματος εμπειρογνωμόνων, που θα συσταθεί, λέει, από εκπροσώπους των δυο χωρών στο πλαίσιο της Ε.Ε., με την συνδρομή του ΟΗΕ και του ISO! Αυτή είναι η αλήθεια. Χάσαμε δηλαδή. Τί δεν καταλαβαίνετε, πατριώτες;
Παναγιώτης Γκλαβίνης
Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης
Ως γνωστόν, στις διεθνείς τους συναλλαγές, οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν το όνομα της χώρας τους για να προσδιορίσουν την εθνικότητά τους και την προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους.
Από την παραπάνω διάταξη, δεν απορρέουν μόνο δικαιώματα για τις επιχειρήσεις της γείτονος, που θα μπορούν στο εξής να αναγράφουν ελεύθερα τους όρους «Μακεδονία» και «μακεδονικό» σε επωνυμίες, σήματα, επιγραφές, ιστοσελίδες, επιστολόχαρτα και προϊόντα ή όπου αλλού συνηθίζουν να το κάνουν στις διεθνείς συναλλαγές τους, αλλά και υποχρεώσεις για οιονδήποτε τρίτο, κρατική αρχή ή αλλοδαπή επιχείρηση, που θα πρέπει στο εξής να σέβονται τις συγκεκριμένες αναγραφές και, ανάλογα, να επιφυλάσσουν την κατάλληλη μεταχείριση σε εταιρίες της «Μακεδονίας» ή σε προϊόντα και υπηρεσίες «μακεδονικής» προέλευσης.
Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα, που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία των Πρεσπών και τυχαίνει να διαθέτει μια μεγάλη περιοχή που λέγεται Μακεδονία, στην οποία δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις που παράγουν και εμπορεύονται προϊόντα και στις συναλλαγές τους χρησιμοποιούν τους όρους «Μακεδονία» και «μακεδονικός» για να δηλώσουν την προέλευσή τους, όχι με όρους κράτους, διότι ασφαλώς και είναι ελληνικές οι εταιρίες αυτές, αλλά ως επωνυμίες, σήματα, ιδιαίτερα γνωρίσματα ή ιδιότητες, με τα οποία έγιναν γνωστές στο κοινό στο οποίο απευθύνονται εντός και εκτός της χώρας.
Σήμερα που μιλάμε, οι εταιρίες αυτές προστατεύονται από το εθνικό δίκαιο. Πλην όμως, μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, οι όροι «Μακεδονία» και «μακεδονικός» παραχωρήθηκαν σε ένα άλλο ΚΡΑΤΟΣ και όποιοι τρίτοι (περιλαμβανομένων ημών) τους χρησιμοποιούν με τρόπο που δημιουργεί σύγχυση ως προς την εθνικότητα μιας επιχείρησης ή την
(κρατική) προέλευση των προϊόντων τους ή των υπηρεσιών τους, θα πρέπει ή να πάψουν να το κάνουν ή να εξειδικεύσουν για ποια «Μακεδονία» πρόκειται (π.χ. Ελληνική Μακεδονία, ελληνομακεδονικός).
Η δε Συμφωνία των Πρεσπών θεσμοθετεί μια ειδική διαδικασία στο άρθρο 1.3h για την επίλυση των διαφορών που θα προκύψουν από τις αξιώσεις που θα εγείρουν σκοπιανές εταιρίες κατά ελληνικών επιχειρήσεων, όταν οι τελευταίες, με την χρήση των όρων «Μακεδονία» και «μακεδονικός», θα προκαλούν σύγχυση ως προς την προέλευση των ιδίων ή των προϊόντων και υπηρεσιών τους.
Εκεί, λοιπόν, που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι.
Διότι στο εξής θα υποβάλλουμε στην κρίση τρίτων κάτι που θεωρούσαμε δικαιωματικά δικό μας! Εν προκειμένω, στην κρίση ενός σώματος εμπειρογνωμόνων, που θα συσταθεί, λέει, από εκπροσώπους των δυο χωρών στο πλαίσιο της Ε.Ε., με την συνδρομή του ΟΗΕ και του ISO! Αυτή είναι η αλήθεια. Χάσαμε δηλαδή. Τί δεν καταλαβαίνετε, πατριώτες;
Παναγιώτης Γκλαβίνης
Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης
Σχόλια αναγνωστών