γράφει : Σπύρος Χριστόπουλος
Μπορεί να γίνει πραγματικότητα η προοδευτική, δημοκρατική παράταξη;
Οι κ.κ. Θ. Μωραΐτης και Άγγελος Τόλκας πρώην υφυπουργοί της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου, αποτελούν πλέον υφυπουργούς στην κυβέρνηση Τσίπρα.
Οι αντιδράσεις για την υπουργοποίηση τους πολλές.
Τόσο από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ που βλέπει το κόμμα να «πασοκοποιείται» με εντατικούς ρυθμούς όσο και από το Κίνημα Αλλαγής που βλέπει ολοένα και περισσότερα πρώην στελέχη του να φεύγουν και να καταλήγουν στο ΣΥΡΙΖΑ.
Πρόκειται για μια διαδικασία που έχει αρχίσει εδώ και αρκετό καιρό.
Από τους Κοτσακά, Κουρουμπλή, Κοτζιά, Τόσκα, Σπίρτζη μέχρι τους Μπόλαρη, Τζάκρη, Ξενογιαννακοπούλου, Ζορμπά.
Και που αναμένεται να συνεχιστεί.
Άλλωστε αυτό είναι το πρωτεύον πολιτικό σχέδιο που υλοποιεί εδώ και αρκετό καιρό ο Αλέξης Τσίπρας.
Και που δεν είναι άλλο από τη συγκρότηση ενός προοδευτικού, δημοκρατικού «μετώπου», στο οποίο κυρίαρχη πολιτική δύναμη θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Εφόσον αυτό επιβεβαιωθεί και στην κάλπη, όπως άλλωστε σκιαγραφούν όλες οι δημοσκοπήσεις, τότε θα είναι μια πολιτική «κατάκτηση», την οποία ο Αλ.Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθεταν πριν τις εκλογές του 2015.
Καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% που έφτασε στο 36%, θα έχει καταφέρει να αποκτήσει μια μόνιμη και αναμφισβήτητη δυναμική.
Αν όχι πρωτοκαθεδρία στον ευρύτερο πολιτικό χώρο της Κεντροαριστεράς – Αριστεράς.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα κρίσιμα ερωτήματα.
Θα μπορέσει ο ΑλέξηςΤσίπρας με τη διεύρυνση αυτή να κάνει την πολιτική ανατροπή στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές;
Η απάντηση είναι – και εφόσον οι δημοσκοπήσεις πιάνουν πράγματι τον παλμό της κοινωνίας – μάλλον αρνητική.
Παρά το γεγονός ότι από τον περασμένο Αύγουστο έχουν δρομολογηθεί μια σειρά από θετικά μέτρα για την ελληνική κοινωνία (έξοδος από το μνημονιακό πρόγραμμα, μη περικοπή των συντάξεων, αύξηση κατώτατου μισθού, κοινωνικό μέρισμα, ευνοϊκή ρύθμιση για την προστασία της α’ κατοικίας), η δύσκολη οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών δεν επιτρέπει στον κ.Τσίπρα να ελπίζει ότι θα είναι ο νικητής των εθνικών εκλογών.
Θα μπορέσει ο Τσίπρας με τα «ανοίγματα» αυτά να κυριαρχήσει στην Κεντροαριστερά;
Πέρα από την αντίδραση του ΚΙΝΑΛ που βγάζει αρκετή οργή και … δικαιολογημένη πικρία αλλά και την γκρίνια που υπάρχει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για τις δύο τελευταίες υπουργοποιήσεις, ο κ.Τσίπρας έχει το πάνω χέρι.
Όμως η συγκρότηση του προοδευτικού πολιτικού «μετώπου» δεν θα πρέπει να γίνει με όρους «ηγεμονίας» και «εξαφάνισης» του αντιπάλου.
Δεν θα πάει πουθενά ο Τσίπρας αν εξαντλείται στο να αθροίζει πολιτικά πρόσωπα στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να θέλουν να υπάρχει ένα δυνατό, προοδευτικό και δημοκρατικό Κίνημα Αλλαγής.
Και όσο και αν φαίνεται πολιτικά ανέφικτο τη δεδομένη χρονική στιγμή, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ μετά τις εκλογές πρέπει να κάνουν βήματα προσέγγισης και συνεννόησης.
Και για να γίνει αυτό απαιτούνται – όσο κοινότυπο και αν ακούγεται – μια ειλικρινής προγραμματική σύγκλιση με γερές δόσεις αυτοκριτικής για τη διαμόρφωση – όσο αυτό είναι δυνατόν - ενός κοινού πολιτικού προγράμματος.
Γνωρίζοντας ο καθένας που ήταν, που βρίσκεται και πώς έφτασε στο σημείο που είναι σήμερα και τι θέλει να πετύχει.
Είναι εφικτό να γίνει;
Δύσκολη η απάντηση, αν λάβει κανείς τα όσα έγιναν προσφάτως με τον ενιαίο φορέα της Κεντροαριστεράς.
Ωστόσο φαντάζει επιβεβλημένο από τις πολιτικές εξελίξεις που κυοφορούνται και που αναμένεται να εκφραστούν με εμφατικό τρόπο στις επικείμενες ευρωεκλογές.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Οι αντιδράσεις για την υπουργοποίηση τους πολλές.
Τόσο από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ που βλέπει το κόμμα να «πασοκοποιείται» με εντατικούς ρυθμούς όσο και από το Κίνημα Αλλαγής που βλέπει ολοένα και περισσότερα πρώην στελέχη του να φεύγουν και να καταλήγουν στο ΣΥΡΙΖΑ.
Πρόκειται για μια διαδικασία που έχει αρχίσει εδώ και αρκετό καιρό.
Από τους Κοτσακά, Κουρουμπλή, Κοτζιά, Τόσκα, Σπίρτζη μέχρι τους Μπόλαρη, Τζάκρη, Ξενογιαννακοπούλου, Ζορμπά.
Και που αναμένεται να συνεχιστεί.
Άλλωστε αυτό είναι το πρωτεύον πολιτικό σχέδιο που υλοποιεί εδώ και αρκετό καιρό ο Αλέξης Τσίπρας.
Και που δεν είναι άλλο από τη συγκρότηση ενός προοδευτικού, δημοκρατικού «μετώπου», στο οποίο κυρίαρχη πολιτική δύναμη θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Εφόσον αυτό επιβεβαιωθεί και στην κάλπη, όπως άλλωστε σκιαγραφούν όλες οι δημοσκοπήσεις, τότε θα είναι μια πολιτική «κατάκτηση», την οποία ο Αλ.Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθεταν πριν τις εκλογές του 2015.
Καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% που έφτασε στο 36%, θα έχει καταφέρει να αποκτήσει μια μόνιμη και αναμφισβήτητη δυναμική.
Αν όχι πρωτοκαθεδρία στον ευρύτερο πολιτικό χώρο της Κεντροαριστεράς – Αριστεράς.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα κρίσιμα ερωτήματα.
Θα μπορέσει ο ΑλέξηςΤσίπρας με τη διεύρυνση αυτή να κάνει την πολιτική ανατροπή στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές;
Η απάντηση είναι – και εφόσον οι δημοσκοπήσεις πιάνουν πράγματι τον παλμό της κοινωνίας – μάλλον αρνητική.
Παρά το γεγονός ότι από τον περασμένο Αύγουστο έχουν δρομολογηθεί μια σειρά από θετικά μέτρα για την ελληνική κοινωνία (έξοδος από το μνημονιακό πρόγραμμα, μη περικοπή των συντάξεων, αύξηση κατώτατου μισθού, κοινωνικό μέρισμα, ευνοϊκή ρύθμιση για την προστασία της α’ κατοικίας), η δύσκολη οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών δεν επιτρέπει στον κ.Τσίπρα να ελπίζει ότι θα είναι ο νικητής των εθνικών εκλογών.
Θα μπορέσει ο Τσίπρας με τα «ανοίγματα» αυτά να κυριαρχήσει στην Κεντροαριστερά;
Πέρα από την αντίδραση του ΚΙΝΑΛ που βγάζει αρκετή οργή και … δικαιολογημένη πικρία αλλά και την γκρίνια που υπάρχει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για τις δύο τελευταίες υπουργοποιήσεις, ο κ.Τσίπρας έχει το πάνω χέρι.
Όμως η συγκρότηση του προοδευτικού πολιτικού «μετώπου» δεν θα πρέπει να γίνει με όρους «ηγεμονίας» και «εξαφάνισης» του αντιπάλου.
Δεν θα πάει πουθενά ο Τσίπρας αν εξαντλείται στο να αθροίζει πολιτικά πρόσωπα στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να θέλουν να υπάρχει ένα δυνατό, προοδευτικό και δημοκρατικό Κίνημα Αλλαγής.
Και όσο και αν φαίνεται πολιτικά ανέφικτο τη δεδομένη χρονική στιγμή, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ μετά τις εκλογές πρέπει να κάνουν βήματα προσέγγισης και συνεννόησης.
Και για να γίνει αυτό απαιτούνται – όσο κοινότυπο και αν ακούγεται – μια ειλικρινής προγραμματική σύγκλιση με γερές δόσεις αυτοκριτικής για τη διαμόρφωση – όσο αυτό είναι δυνατόν - ενός κοινού πολιτικού προγράμματος.
Γνωρίζοντας ο καθένας που ήταν, που βρίσκεται και πώς έφτασε στο σημείο που είναι σήμερα και τι θέλει να πετύχει.
Είναι εφικτό να γίνει;
Δύσκολη η απάντηση, αν λάβει κανείς τα όσα έγιναν προσφάτως με τον ενιαίο φορέα της Κεντροαριστεράς.
Ωστόσο φαντάζει επιβεβλημένο από τις πολιτικές εξελίξεις που κυοφορούνται και που αναμένεται να εκφραστούν με εμφατικό τρόπο στις επικείμενες ευρωεκλογές.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών